Fractal

Χάρης Βλαβιανός /// Τρία ποιήματα

Επιλογή – Επιμέλεια: Aσημίνα Ξηρογιάννη //

 

 

KYKΛΑΔΙΚΟ ΕΙΔΥΛΛΙΟ

 

Χαμήλωσε το βλέμμα.

Όταν η ομορφιά

εισβάλλει με τόση ορμή στη ζωή σου

μπορεί να σε καταστρέψει.

Τα δύο μυρμήγκια

που τώρα τρέχουν βιαστικά

δίπλα στα γυμνά σου πέλματα

θάβουν τα καλοκαιρινά τους όνειρα

βαθιά στο χώμα.

Το φορτίο που κουβαλάνε

δεν πρόκειται να τα συνθλίψει.

Έχουν μετρήσει καλά τις δυνάμεις τους.

 

Η σκιά σου σβήνει μέσα στη σκιά του δέντρου.

Μαύρο στο μαύρο.

Ενοχή που πρέπει να μείνει στο σκοτάδι

για να συνεχίσει να σε ορίζει.

Το θάμβος όμως αυτών των θραυσμάτων

μπορεί ακόμη να σε κρατήσει.

Δεν έχεις ανάγκη από επίθετα.

Από ανούσιες υπεκφυγές.

Κάθε ερώτηση είναι μια επιθυμία.

Κάθε απάντηση (το ξέρεις πια) μια απώλεια.

Μείνε εκεί που στέκεσαι,

Σε λίγο θα σε προσπεράσει.

Τα σύννεφα δεν ρωτούν που.

Απλώς συνεχίζουν την πορεία τους.

 

***

 

Η ΦΥΣΗ ΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ

 

Το δείπνο κύλησε ήσυχα, χωρίς απρόοπτα.

Όπως ήταν φυσικό

αντάλλαξαν μεταξύ τους ελάχιστες κουβέντες.

Σήκωναν τα κεφάλια τους,

αραιά και που,

μόνο για να δοκιμάσουν

το σούσι που είχαν παραγγείλει

και για να πιουν λίγο λευκό κρασί.

Αντί να μιλάνε,

προτιμούσαν να κοιτάζουν φωτογραφίες,

δικές τους ή άλλων, στο Instagram.

H πραγματικότητα είναι προφανώς πολύ πληκτική

-προβλέψιμη θα διόρθωνε

ο «διανοούμενος» της παρέας-

όταν γίνεται υπερβολικά απτή.

Καλύτερα να κρατάς κάποιες αποστάσεις

(Αποτρέπουν ως γνωστόν τις ματαιώσεις.)

Εξάλλου τι ακριβώς σημαίνει «φίλος»;

Μπορείς να εμπιστευτείς περισσότερο

αυτόν που κάθεται τώρα απέναντί σου

και τρώει ωμό σολομό

επειδή υπήρξατε κάποτε συμμαθητές,

από τον άγνωστο μυώδη άντρα

που σου στέλνει «καυτά φιλιά»

από την Κίμωλο;

(Ή μήπως είπε Αμοργό;)

Το νόημα επιστρέφει σπίτι

σκοντάφτοντας πάνω στις κοφτερές

πέτρες του καλντεριμιού,

αδιαφορώντας για την εξέλιξη της βραδιάs.

Θέλει απλώς να φτάσει πριν νυχτώσει.

Αύριο ποιος αλήθεια θα θυμάται  πόσα like

απέσπασε η γνωστή ατάκα του Oυάιλντ

που ανέβασες λίγο πριν κλείσεις τα μάτια στο προφίλ σου

(ήταν του Τσέστερτον για την ακρίβεια)

όταν μια νέα μέρα

γεμάτη απαστράπτοντα δόντια

και ηλιοκαμένα κορμιά,

θ’ ανατείλει στον ορίζοντα της οθόνης

εκατοντάδων, χιλιάδων υπολογιστών;

Θα ήθελα να σε ρωτήσω

πότε ήταν η τελευταία φορά

που έγειρες στον ώμο ενός δειλινού

και το άφησες να σε οδηγήσει

στο δεντρόσπιτο των παιδικών σου χρόνων,

αλλά ξέρω την απάντηση.

Το μαγιώ σου πάντως έχει αρχίσει

να ξεχειλώνει στο πλάι

και δεν σε κολακεύει

στη selfie που μας έστειλες.

Σα φίλος σ’ το λέω.

 

***

 

CAN DEATH BE SLEEP WHEN LIFE IS BUT A DREAM ?


Στον Χάρη Ψαρρά

 

Oνειρευόταν να γίνει γιατρός,

να εργαστεί σε νοσοκομείο του Εδιμβούργου,

ή αν ναυαγούσε η προσπάθεια

να μπαρκάρει στο πρώτο “Ιndiaman”* που θα ‘βρισκε

και μες στο πλοίο να προσφέρει τις ιατρικές του υπηρεσίες.

Εγκατέλειψε γρήγορα ωστόσο αυτά τα σχέδια

(εξάλλου δεν αγαπούσε πολύ τη θάλασσα)

κι αποφάσισε να δοκιμάσει αλλού την τύχη του:

Σκέφτηκε να γίνει θεατρικός συγγραφέας

(έβλεπε ήδη τ’ όνομά του να δεσπόζει στην Drury Lane),

ή καλύτερα επιφανής δημοσιογράφος,

να γράφει πύρινα άρθρα στο London Μagazine,

για την ακατάβλητη δύναμη της Poesy».

Κάποια στιγμή του πέρασε κι απ’ τον νου

να εγκαταλείψει το ψυχρό αφιλόξενο νησί

και να διεκδικήσει, όπως ο φίλος του ο Μπάυρον,

τη δόξα σε άλλο πεδίο, πιο λαμπρό-

να πολεμήσει με τον Μπολιβάρ στις άγριες ζούγκλες της Βολιβίας·

ο συμβολαιογράφος της οικογένειας όμως τον συμβούλευσε

ν’ αφήσει κατά μέρος τα αφελή αυτά ανόητα όνειρα

και να επιλέξει ένα επάγγελμα ασφαλές και κερδοφόρο:

εκείνο του καπελά.

 

Στο μεταξύ έγραφε, έγραφε νυχθημερόν,

αμφιβάλλοντας όμως ως το τέλος για την αξία της ποίησής του.

Πίστευε πως μετά θάνατον θα ξεχαστεί,

δεν θα συγκαταλέγεται «μεταξύ των Άγγλων ποιητών»,

πως τ’ όνομά του θα είναι γραμμένο στο νερό.

 

Όμως το νερό αποδείχθηκε πέτρα

και το τραγούδι του αηδονιού του

πιο μελωδικό, πιο ανθεκτικό

απ’ όσα είχαν συνθέσει οι «δαφνοστεφείς» φίλοι του.

 

Τον σκέφτεσαι

στο μικρό διαμέρισμα της Piazza di Spagna,

πεσμένο στα χέρια  του αγαπημένου του Σέβερν

να ψιθυρίζει με δυσκολία

και με το μαντίλι στο στόμα:

” Lift me up for I am dying-

I shall die easy-

don’ t be frightened-

thank God it has come”.

 

Στο τελευταίο ποίημα

γραμμένο λίγες μέρες πριν από το μοιραίο

(ημιτελές κι αυτό όπως ο Υπερίων),

απειλεί τον μελλοντικό αναγνώστη

πως μέσα από τον τάφο

το παγερό του χέρι θα τον στοιχειώνει,

αν δεν προσφέρει το αίμα της δικής του καρδιάς

για να το ζωντανέψει πάλι.

 

Και ιδού που τώρα σου χαμογελάει με νόημα,

σαν να λέει: «Ωραίο το ποίημα που μόλις ολοκλήρωσες,

όμως έβαλα κι εγώ το χέρι μου».

 

 

* Indiaman: Eμπορικό πλοίο που ταξίδευε από την Αγγλία στην Ινδία.

 

 

✔ Από το βιβλίο «Αυτοπροσωπογραφία του λευκού», Εκδόσεις Πατάκη 2018

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top