Fractal

Ιστορίες Φωτογραφίας: “…Αθέατος εαυτός…”

Γράφει ο Βαγγέλης Αναγνώστου //

 

 

Φωτογραφία τραβηγμένη σε ένα από τα αμφιθέατρα της Ιατρικής Σχολής Αθηνών, στο Γουδί, την ώρα του μαθήματος. Λίγο πριν την δικτατορία. Με το τέλος της παράδοσης, μια παρέα φοιτητών μαζευόταν γύρω από μια ερασιτέχνη ζωγράφο στο προαύλιο της σχολής. Η συζήτηση, ζωηρή, ατέλειωτη, γύρω από τα καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής, κυρίως για την προσωπικότητα του Νορβηγού εξπρεσιονιστή Edvard Munch. … κι΄ ύστερα ήρθε η δικτατορία… και οι επιλογές του καθενός

 

 

 

Μάρτιος 1967. Μεσημέρι. Ιατρική Σχολή, Αμφιθέατρο Παθολογικής Φυσιολογίας. Είχε τελειώσει το μάθημα και ο όγκος των φοιτητών κατέβαινε ήρεμα τα σκαλιά του αμφιθεάτρου. Ο καθηγητής, γλαφυρός ομιλητής, διατηρούσε το ενδιαφέρον και την πυκνότητα των πολλών ακροατών του. Η ατμόσφαιρα όμως μελαγχολική. Στη διαδήλωση το προηγούμενο βράδυ, οι διαδηλωτές είχαν υψώσει μια λευκή σημαία στα Προπύλαια διαμαρτυρόμενοι για την πολιτική ανωμαλία. Οι κινητοποιήσεις θα επαναλαμβάνονταν απόψε… Οι φοιτητικές εκλογές πλησίαζαν.

Βγαίνοντας στο ξέφωτο την πρόσεξε. Την κοίταξε με περιέργεια. Ήταν δίπλα στο άγαλμα του Ιπποκράτη, απέναντι από τις τεράστιες λεύκες. Καθόταν σε πτυσσόμενο κάθισμα και μπροστά της είχε το καβαλέτο με τις μπογιές. Τα μαλλιά της μακριά….πολύ πιο κάτω από την μέση, φόρεμα σχεδόν μέχρι τα σανδάλια της. Αρχαϊκού στυλ εμφάνιση. Λαμπερή με απλότητα. Αναρωτήθηκε τι ζωγραφίζει μέσα στον ιατρικό φοιτητόκοσμο.. Το θέμα του πίνακα δεν του έκανε εντύπωση… φύλλα και κλαδιά κυριαρχούσαν. Άλλη μια ΄ νεκρή φύση ΄ αναλογίστηκε.

Τα επόμενα μεσημέρια βρισκόταν στην ίδια θέση. Πάντα σκεπτική. Την πλησίασε. Είδε ότι στο θέμα που ζωγράφιζε δεν είχε προσθέσει ούτε μια πινελιά. Τόσες ημέρες ήταν το ίδιο. Αυθόρμητα την πείραξε: ΄ Τελειώσαμε από έμπνευση; ΄ Του αποκρίθηκε απρόσμενα ζεστά και φιλικά: ΄ Όχι, αλλά στην ζωγραφική έχω μια αποπνικτική αίσθηση της ασημαντότητας μου! ΄ . Κατάλαβε ότι, ενδόμυχα, αρνιόταν να δείχνει ασήμαντη. Του εξήγησε ότι βρισκόταν εκεί προσπαθώντας να απεικονίσει, με τα χρώματα που είχε διαλέξει, τα φύλλα από τις λεύκες που υπήρχαν στο προαύλιο της Ιατρικής Σχολής.

Ήταν φανατική οπαδός του Νορβηγού πρωτοπόρου του εξπρεσιονισμού Edvard Munch, του ζωγράφου της περίφημης ΄ Κραυγής ΄. Την ξάφνιασε ευχάριστα που ο ίδιος αν και ήταν οπαδός των ιμπρεσιονιστών, γνώριζε το κίνημα των εξπρεσιονιστών και τους ζωγράφους του. Η ίδια βέβαια αναρωτήθηκε πως αυτός-με τόσες γνώσεις ζωγραφικής-δεν αισθάνθηκε την ανάγκη και δεν πήρε ποτέ πινέλο να ζωγραφίσει. Όμως συμφώνησαν ότι η ζωγραφική δείχνει τον τρόπο που αντιλαμβάνεται ο καλλιτέχνης τον κόσμο, ενώ το ταλέντο του Munch έγκειται στην ικανότητα του να μεταδίδει όσα βρίσκονται πίσω από αυτά που ΄ πιάνει ΄ το βλέμμα. Αποκάλυψε ότι η ζωγραφική λειτουργούσε για αυτήν σαν ασπίδα ψυχολογικού διεξόδου και προστασίας στο εντατικό ωράριο της καθημερινότητας της. Οι υπαίθριες φιλικές συζητήσεις τους δίπλα στο καβαλέτο συνεχίστηκαν τις επόμενες ημέρες. Μερικές φορές έπιναν καφέ στο υπαίθριο καφενεδάκι της σχολής. Απολάμβανε το συγχρωτισμό και τις συζητήσεις με τους άλλους φοιτητές. Σχηματίστηκε μια σταθερή παρέα 10-12 ατόμων με την ζωγραφική στο επίκεντρο. Υποσχόταν πως θα πάει μαζί τους σύντομα στο εστιατόριο που έτρωγαν τα μεσημέρια.

Διαδηλώσεις, απεργίες, κυβερνητική αστάθεια, φήμες για αποσταθεροποίηση δηλητηρίαζαν την ατμόσφαιρα. Η υπηρεσιακή κυβέρνηση Παρασκευόπουλου συμπιεζόταν μεταξύ παλατιού και κομμάτων. Μια διάχυτη ατμόσφαιρα ανωμαλίας υπήρχε παντού.

Ήταν σύζυγος γνωστού συγγραφέα που πρόσφατα είχε κάνει και μια διεθνή εκδοτική επιτυχία που τους είχε ανακουφίσει οικονομικά. Είχε την επιμέλεια όλων των βιβλίων του τα οποία, σε ένδειξη αναγνώρισης και αγάπης από αυτόν, ήταν όλα αφιερωμένα στην ίδια. Ο πίνακας που ζωγράφιζε στον κήπο προχωρούσε, αλλά το θέμα είχε τροποποιηθεί λίγο. Τώρα μια γυναικεία μορφή κυριαρχούσε στο κέντρο του, αλλά αντί για μαλλιά σχεδίαζε εικόνες φύλλων από τις λεύκες σε ποικίλους συνδυασμούς χρωμάτων.

Όταν, αρχές Απριλίου, έπεσε η κυβέρνηση Παρασκευόπουλου και ανέλαβε η ΕΡΕ, η ανύψωση ξανά μιας λευκής σημαίας στα Προπύλαια μαζί με άλλες μαζικές εκδηλώσεις φανέρωναν την λαϊκή αγανάκτηση.

Την επομένη δεν είχε διάθεση να ζωγραφίσει. Του ανακοίνωσε ότι ήταν υποχρεωμένη να πάει για λίγο στο εξωτερικό για να συζητήσουν μια πρόταση μεταφοράς της

εκδοτικής επιτυχίας του άνδρα της στο κινηματογράφο. Είχε προβληματισμό για τις πολιτικές εξελίξεις και την ενοχλούσαν τα αδιέξοδα και τα πολιτικά διλήμματα. Ήταν αναστατωμένη που δεν μπορούσε να έχει πρόγραμμα και προοπτική η ζωή της. Μια λύπη ανάβλυζε μέσα της, ξαφνικά σηκώθηκε, του έσφιξε με δύναμη το μπράτσο, σταμάτησε ένα περαστικό ταξί και έφυγε.

Η πολιτική οξύτητα είναι προμήνυμα ανωμαλίας. Η απόφαση του Στρατοδικείου για τον ΑΣΠΙΔΑ προκαλεί αντιδράσεις και αναταραχή. Οι λαϊκές εκδηλώσεις επηρεάζουν και την ζωή στα Πανεπιστήμια. Υπάρχουν έντονες φήμες για πιθανή επέμβαση του στρατού και αναβολή των εκλογών.

Μέχρι που το ήρεμο ξημέρωμα της Παρασκευής 21ης Απριλίου αποκάλυψε την επικράτηση της Δικτατορίας… Όλα πλέον δυσκόλεψαν… για όλους. Ο καθένας ακολούθησε τις επιλογές του…

Αργότερα πληροφορήθηκε ότι δεν θα επέστρεφε ποτέ στην Ελλάδα, ότι ανήκε στο Αντιδικτατορικό Κίνημα στο εξωτερικό και ότι, μαζί με άλλους, της αφαιρέθηκε η Ελληνική Ιθαγένεια… Με την μεταπολίτευση δεν επέστρεψε. Αυτός μέσα στην μεταπολιτευτική δίνη προβληματίστηκε για την επιστροφή της, αναζήτησε μαζί με τους άλλους, νέα της, όμως δεν υπήρχε καμιά πληροφορία γι΄ αυτήν, ούτε για τον πιο γνωστό σύζυγο της. Η βραχύβια, προδικτατορική ΄ φιλολογική ΄ παρέα, έγινε μια ανάμνηση…

Κάπου μετά τον πρώτο χρόνο, διαβάζοντας μια εφημερίδα το μάτι του έπεσε σε ένα μονόστηλο με έντονο τίτλο:

΄ Πέθανε ξαφνικά στο εξωτερικό, σύζυγος γνωστού συγγραφέα από καρδιακή ανακοπή. Η ταφή της έγινε στο ίδιο μέρος. Ο σύζυγος θα επιστρέψει από την αυτοεξορία σε λίγες ημέρες…. ΄

Αρνιόταν να είναι ασήμαντη… Πέθανε όπως έζησε: αθόρυβα και διακριτικά… κι΄ όμως έκοψε τον χρόνο βίαια και τελεσίδικα στα δύο: στο Πριν και στο Μετά…. Με την λατρεία της για τον Munch μείωσε την παντοδυναμία του αόριστου και έδωσε δικαίωμα λόγου στον ενεστώτα.

Κάποιος έχει πει ότι τελικά ζούμε τρεις ζωές: μια δημόσια, μια ιδιωτική και άλλη μια που δεν την ξέρει κανείς. Ή σχεδόν κανένας άλλος…. Αυτός ο αθέατος εαυτός μερικές φορές είναι πιο αληθινός από τον πραγματικό.

Πρόσφατα, ένας από αυτή την μικρή παρέα, μόνιμος κάτοικος εξωτερικού, σοβαρά άρρωστος, επέστρεψε. Μαζί του αναβίωσαν οι αναμνήσεις αλλά εκείνη ΄ έλειπε ΄. Οι άλλοι, όχι όλοι πλέον, ήταν μεγάλοι πια. Όλοι όμως θυμόντουσαν… κυρίως βλέποντας την φωτογραφία του αμφιθεάτρου….

Εκείνο το απόγευμα στο τελευταίο αποχαιρετισμό, ο ουρανός, κόκκινος σαν αίμα, είχε δανειστεί τα χρώματα ΄ της κραυγής του Munch ΄.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top