Fractal

☆ Νέες εκδόσεις: 12 καινούργια βιβλία

Επιμέλεια: Ελένη Γκίκα //

 

 

 

 

Ελληνική πεζογραφία:

 

Δημήτρης Σωτάκης «Μισή καρδιά», εκδ. Κέδρος, σελ. 264

Ένας άντρας ανακαλύπτει τυχαία, σε μια φωτογραφία, κάποιον με τον οποίο μοιάζουν σαν δυο σταγόνες νερό, έναν πραγματικό σωσία του. Ξεκινάει την αναζήτησή του, ψάχνοντας για μια λογική εξήγηση σ’ αυτό το μυστήριο. Τι μπορεί να συμβαίνει; Ποια μυστικά κρύβονται πίσω από αυτή την παράξενη ιστορία;
Ένα μυθιστόρημα για τις πιο κρυφές μας επιθυμίες, για όσα δεν τολμάμε να ομολογήσουμε ούτε στον ίδιο μας τον εαυτό. Ένα παιχνίδι με την ίδια τη ζωή, που κυλάει με τους δικούς της ρυθμούς μπροστά απ’ τα έκπληκτα μάτια μας. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

 

 

Βασίλειος Χριστόπουλος «Ρομάνο Τσουρούπε», εκδ. ‘Ενεκεν, σελ. 168

Η Μαρκέλα, με εργολάβο τον κουνιάδο της Νεκτάριο, προσπαθεί να στήσει μια μπαράνκα στον καταυλισμό των Ρομά. Αλλά το στήσιμο της μπαράνκας αποδεικνύεται πιο δύσκολο και από το κτίσιμο ενός σπιτιού.
Ο άνεργος Ζαφείρης δέχεται πρόταση να παραχωρήσει, με το αζημίωτο, τη γυναίκα του Διονυσία σε έναν παράνομο μετανάστη. Να κάνει μαζί της παιδί για να βγάλει χαρτιά.
Η Ραφαέλα πιστεύει πως όμορφη τσιγγάνα είναι μόνο η άσπρη τσιγγάνα. Πασχίζει με σαπούνια και κρέμες να ασπρίσει.Η άστεγη Μαρία αποφασίζει να γεννήσει το 7ο παιδί της μόνη, στην αυλή της εκκλησίας. Μπροστά στα έξι μικρά παιδιά της.
Ο πατέρας του Νιόνιου φροντίζει με αγάπη τον νοητικά καθυστερημένο γιο του. Και τον διδάσκει με υπομονή πως να αυνανίζεται με ασφάλεια.Οι ήρωες των εννιά διηγημάτων δεν είναι οι αδούλωτοι και ελεύθεροι Τσιγγάνοι του Ρομαντισμού. Αυτοί που αδιαφορούν για το αύριο, που τους αρέσει να βρίσκονται on the road, που γλεντοκοπάνε με κάθε ευκαιρία.
Είναι άνθρωποι της ανάγκης, που ζουν και κυκλοφορούν στα όρια του κοινωνικού περιθώριου “διαφανείς”και “αόρατοι” Συνεχώς πρέπει να μηχανεύονται τρόπους για την καθημερινή επιβίωσή τους. Πολλοί δεν τα καταφέρνουν χωρίς να καταφύγουν στις πανάρχαιες τέχνες: ζητιανιά και κλεψιά, “ντιλεμένκο” και”τζορνιπέ”

 

Δήμητρα Παπαδοπούλου «Ο έρωτας είναι παιχνίδι, μωρό μου», εκδ. Διόπτρα, σελ. 390

Η ηρωίδα είναι μια από τις συνηθισμένες περιπτώσεις που έλαβε την πάγια εντολή να σπουδάσει, να γίνει ένα αξιοπρόσεχτο μέλος της αγέλης και, αν είναι δυνατόν, ο αρχηγός της. Όλα τα άλλα μοιάζανε μόνο με χάσιμο χρόνου. Κι έτσι βρέθηκε φοιτήτρια στα Εξάρχεια, στα μπαρ, στις καταλήψεις και στη γεμάτη ελπίδες εποχή για επανάσταση, να σπαταλάει τη μοναδική περιουσία του ανθρώπου: τον χρόνο. Μην ξέροντας προς τα πού να πορευτεί, κατευθύνθηκε προς έναν έρωτα, που τον λέγανε Βασίλη. Εκεί πάνω κούμπωσε όλες τις ελπίδες για τα δύσκολα ερωτήματα της ύπαρξης. Και ένα βράδυ, ανακατωμένη με τη μυρωδιά του δακρυγόνου και του τσιγάρου, άκουγε απαντήσεις από μια ξέμπαρκη, που πριν γίνει αστρολόγος έκανε πιάτσα στη Σόλωνος. «Άκου! Εσείς σε προηγούμενη ζωή ήσασταν αντρόγυνο». «Σ’ αυτήν μπορείς να μου πεις τι είμαστε;» «Κάτσε, βρε παιδάκι μου, εδώ μάλλον πληρώνεις όσα του ‘κανες τότε. Αυτός σε άλλη ζωή ήτανε πολύ πιστός κι εσύ πήγαινες με άλλους και τώρα σε ξεπληρώνει». «Σε ποια ζωή ήμασταν αντρόγυνο;» τη ρώτησε. «Α, πολύ παλιά». «Πόσο παλιά;» «Μπορεί και στην αρχαία Αίγυπτο». Το ‘κανε εικόνα αυτή στην αρχαία Αίγυπτο να κουβαλάει φαΐ και ο Βασίλης μέσα στον ήλιο να χτίζει πυραμίδες. «Μωρέ, ας είχα εγώ τον Βασίλη σύζυγο πιστό κι ας ήταν και στην αρχαία Αίγυπτο κι ας ήμουνα τώρα μούμια!» Τόσο πολύ είχε καψουρευτεί. Όμως, σε μια ιδιαίτερη στροφή του χρόνου επαναστάτησε, από μέσα προς τα έξω, και όχι ανάποδα όπως πρόσταζε η ξεσηκωμένη γενιά της, και άρχισε να ξηλώνει τον παλιό της εαυτό που στριμώχτηκε στις προσδοκίες των άλλων. Κι ύστερα μεγάλωσε… Ίσως και να ωρίμασε, και σιγουρεύτηκε πως στη ζωή δεν υπάρχει χαμένος χρόνος. Όσο πάρει στον καθένα για να καταλάβει… (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

Σπύρος Κιοσσές «Τα πρωτοβρόχια», εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 174

Ο Τάσος μεγαλώνει σε μια λαϊκή γειτονιά μιας επαρχιακής πόλης στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και τις αρχές του ’80, μια περίοδο μεταβατική για την ελληνική κοινωνία. Μέσα από την αυτοδιήγηση του ήρωα ζωντανεύει το κλίμα της εποχής, όπως, τουλάχιστον, μπορεί να το αντιληφθεί ο ίδιος, αλλά και το πλέγμα των οικογενειακών σχέσεων – άλλοτε υποστηρικτικό, σαν δίχτυ ασφαλείας, κι άλλοτε πνιγηρό κι αναπόδραστο, σαν τον ιστό αράχνης. Παράλληλα με τη βασική πλοκή, που ξετυλίγεται σε σύντομες αυτοτελείς αφηγήσεις, ο αναγνώστης, μέσα από τη διήγηση της γιαγιάς του ήρωα, συνθέτει κομμάτι κομμάτι μια ιστορία που βαραίνει το παρελθόν της οικογένειας, συνεχίζει όμως να σκιάζει το παρόν των μελών της.
Μια μικρή ιστορία ενηλικίωσης, με όλη την αθωότητα και την τραγικότητα που χαρακτηρίζουν τα πιο κρίσιμα χρόνια της ζωής του ανθρώπου. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

 

Ξένη λογοτεχνία:

 

Marilynne Robinson «Τζακ», Μετάφραση: Κατερίνα Σχινά, εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 432

Στον “Τζακ” η βραβευμένη με Πούλιτζερ Marilynne Robinson ξεδιπλώνει την ιστορία του Τζον Έιμς Μπάουτον, του άσωτου υιού του πρεσβυτεριανού ιερέα του Γκίλιαντ, και το ειδύλλιό του με την Ντέλα Μάιλς, μια καθηγήτρια γυμνασίου, επίσης κόρη ιεροκήρυκα. Ο βαθύς, βασανισμένος και καταδικασμένος διαφυλετικός έρωτάς τους αντηχεί όλα τα παράδοξα του αμερικανικού τρόπου ζωής, τότε και τώρα.
Η σπουδαιότερη Αμερικανίδα συγγραφέας επιστρέφει στον μυθικό κόσμο του Γκίλιαντ -εκεί όπου διαδραματίζονται τα μυθιστορήματα -“Γκίλιαντ”, “Στο σπίτι”, “Λάιλα”- και οι αγαπημένοι της χαρακτήρες ρίχνουν φως και αναλύουν σε βάθος τις πολυπλοκότητες της Αμερικανικής Ιστορίας, τη δύναμη των συναισθημάτων μας και τα θαύματα ενός ιερού κόσμου.
Πώς ένα ανθρώπινο πλάσμα μπορεί να σημαίνει τόσο πολλά για ένα άλλο ανθρώπινο πλάσμα γαληνεύοντας και καθησυχάζοντάς το;
«Θαρρείς και η πίστη και η αφοσίωση είναι τόσο πραγματικές όσο και η βαρύτητα.» (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Βραβείο Πούλιτζερ 2005

 

Fabio Stassi «Σκοτώνω όποιον θέλω», Μετάφραση: Δήμητρα Δότση, εκδ. Ίκαρος, σελ.288

ΣΤΗ ΖΩΗ του Βίντσε Κόρσο, άνεργου φιλόλογου που αναγκάζεται να βγάζει τα προς το ζην ασκώντας το επάγγελμα του βιβλιοθεραπευτή, τα πάντα ανατρέπονται από τη μια μέρα στην άλλη. Άγνωστοι εισβάλλουν στο σπίτι του, καταστρέφουν τα βινύλια και τα βιβλία του και δηλητηριάζουν τον αγαπημένο του σκύλο, τον Ντζάνγκο. Ο Βίντσε θα βρεθεί σε μια ιλιγγιώδη δίνη μυστηρίου και δολοφονιών, μέσα σ’ ένα σκοτεινό σχέδιο που κινεί τα νήματα, τις σκέψεις του αλλά και τη ζωή του, οδηγώντας τον σε μια κουρασμένη, παρακμιακή Ρώμη να κυνηγά φαντάσματα, ανάμεσά τους και την ίδια του τη σκιά.
ΜΙΑ ΝΕΑ περιπέτεια με πιο σκληρές αποχρώσεις αυτή τη φορά για τον βιβλιοθεραπευτή Βίντσε Κόρσο, ένα αίνιγμα που μέσα από σκοτεινές ατραπούς τον ωθεί να αναρωτηθεί πόσο απειλητική αλλά και πόσο σωτήρια μπορεί να είναι η δύναμη των λέξεων.
Ένα μετα-λογοτεχνικό μυθιστόρημα για τα όρια μεταξύ μυθοπλασίας και πραγματικότητας. Υπάρχουν άραγε; (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

Nita Prose «Η καμαριέρα», Μετάφραση: Βούλα Αυγουστίνου, εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 472

«Καλώς ήρθατε στο ξενοδοχείο Ρίτζενσι Γκραντ. Η Μόλι, η καμαριέρα σας, θα φροντίσει για την άνετη διαμονή σας.»
Η Μόλι Γκρέι, η καμαριέρα, δεν είναι σαν τους άλλους. Έχει συνηθίσει να είναι αόρατη στη δουλειά της στο Ρίτζενσι Γκραντ. Κάθε πρωί φοράει τη στολή της, γεμίζει το καροτσάκι της με σαπούνια και καθαριστικά, και ξανακάνει τα δωμάτια του ξενοδοχείου πεντακάθαρα. Ο εκκεντρικός της χαρακτήρας καθώς και η εμμονική της αγάπη για την καθαριότητα την κάνουν ιδανική για τη θέση.
Όμως όλα αυτά θα αλλάξουν όταν ανακαλύψει έναν πασίγνωστο πλούσιο επισκέπτη, τον κύριο Μπλακ, νεκρό στο κρεβάτι του. Αυτό το χάος δεν μπορεί να καθαριστεί εύκολα. Κι έτσι η Μόλι μπλέκεται στο κυνήγι για την αναζήτηση της αλήθειας, καθώς περιηγείται στον σκοτεινό και αθέατο κόσμο του ξενοδοχείου, αναζητώντας στοιχεία. Πριν συνειδητοποιήσει τι συμβαίνει, η ασυνήθιστη συμπεριφορά της τη μετατρέπει σε κύρια ύποπτη.
Μυστήριο κλειδωμένου δωματίου και συγκινητικό πνευματικό ταξίδι, “Η καμαριέρα” διερευνά τι σημαίνει να είσαι ίδιος με όλους τους άλλους και ταυτόχρονα ολότελα διαφορετικός – και αποκαλύπτει ότι όλα τα μυστήρια λύνονται, όταν ακούς την καρδιά. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

Deborah Levy «Ο άνθρωπος που τα είδε όλα», Μετάφραση: Αργυρώ Μαντόγλου, εκδ. Gutenberg, σελ. 320

Λονδίνο 1988. Ο νεαρός ιστορικός Σαούλ Άντλερ φωτογραφίζεται στη διάσημη Abbey Road. Λίγο μετά επισκέπτεται το Ανατολικό Βερολίνο για τη διεξαγωγή μιας ιστορικής έρευνας -υπό στενή παρακολούθηση από τις κρατικές υπηρεσίες. Εκεί συνδέεται ερωτικά με τον μεταφραστή Βάλτερ Μίλερ αλλά και την αδελφή του Λούνα. Τριάντα χρόνια αργότερα, ο Σαούλ τραυματίζεται από αυτοκίνητο στην Abbey Road και πέφτει σε κώμα. Καθώς αναρρώνει, η ψευδαίσθηση μιας αρραγούς πραγματικότητας διαλύεται: παρελθόν και μέλλον εισβάλλουν στο παρόν θέτοντας σε αμφισβήτηση κάθε βεβαιότητα.
Η Ντέμπορα Λίβι (γενν. 1959), «μια από τις συναρπαστικότερες συγγραφείς της σύγχρονης Βρετανίας» (The New York Times), αφηγείται μια προσωπική ιστορία ως αλληγορία για την ιστορία της Ευρώπης στον 20ό αιώνα. “Ο Άνθρωπος που τα είδε όλα” ήταν στη λίστα των βραβείων Booker το 2019. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

Claire Adam «Χρυσό παιδί», Μετάφραση: Δημήτρης Μαύρος, εκδ. Gutenberg, σελ. 344

Ο Πίτερ και ο Πολ, δίδυμα δεκατριάχρονα αδέρφια, κάτοικοι του αγροτικού Τρινιντάντ, παρά την εξωτερική τους ομοιότητα, διαφέρουν τελείως στην ψυχική και νοητική τους συγκρότηση: ο πρώτος θεωρείται ιδιοφυΐα προορισμένη για λαμπρό μέλλον, ο άλλος είναι «παράξενος». Όταν ο Πόλ πέφτει θύμα απαγωγής, ο πατέρας τους βρίσκεται αντιμέτωπος μ’ ένα τρομερό δίλημμα: να τον σώσει δίνοντας για λύτρα τα χρήματα που έχει εξασφαλίσει για τις σπουδές του «χαρισματικού» του παιδιού ή να τον θυσιάσει;
Το “Χρυσό παιδί” είναι το πεζογραφικό ντεμπούτο της Κλερ Άνταμ, η οποία μεγάλωσε στο Τρινιντάντ της δεκαετίας του 1980. Το BBC News έχει κατατάξει το βιβλίο στα 100 πιο συναρπαστικά αγγλόφωνα μυθιστορήματα. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

 

Αστυνομικό μυθιστόρημα:

 

Χρύσα Σπυροπούλου «Η ακολουθία του κακού», εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 448

Δύο δολοφονίες – η μία στο Κολωνάκι και η άλλη, που αρχικά θεωρήθηκε δυστύχημα, στην παραλιακή. Οι ύποπτοι πολλοί. Την εξιχνίαση αναλαμβάνουν, εν καιρώ πανδημίας η αστυνόμος Γεωργίου με τον καινούργιο βοηθό της, που δεν κάνει καμία προσπάθεια να συμβαδίσει με την εποχή του. Ύποπτοι είναι η ερωμένη του πρώτου θύματος και ο σύζυγός της, ο κηπουρός, ο δικηγόρος, ένας σχεδιαστής μόδας. Το δεύτερο θύμα είναι γιατρός. Στην αρχή οι υποψίες στρέφονται σε άτομα που είχαν επαφές μαζί του για ζητήματα υγείας, ειδικά λόγω της πανδημίας. Οικονομικά εύρωστες οικογένειες καταστρέφονται εξαιτίας του πρώτου lockdown και συνδέονται και αυτές με τα δύο θύματα. Πως συσχετίζονται οι δυο θάνατοι και ποια σχέση έχει η κόρη του κηπουρού με τα δύο θύματα; Μήπως η σχέση αυτή στάθηκε η αφορμή για τους δύο θανάτους; Ή μήπως κάτι άλλο κρύβεται;
Τα αινίγματα που καλούνται να λύσουν οι δύο αστυνομικοί είναι πολλά, ενώ φαίνεται ότι η σχέση της Γεωργίου με τον προϊστάμενό της βρίσκεται σε κρίσιμο σημείο. Όλα συμβαίνουν στην καρδιά της Αθήνας, με φόντο την πανδημία και τα παρεπόμενά της. Από τη μια η Αθήνα του πλούτου και από την άλλη η μιζέρια κάποιων που προσπαθούν να επωφεληθούν από τις συνθήκες και να πλουτίσουν εύκολα και γρήγορα, ενώ κάποιοι άλλοι από τη μια στιγμή στην άλλη τα χάνουν όλα. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

Χριστίνα Σωτηροπούλου «Φύλακες Διάβολοι», εκδ. Bell, σελ. 312

Όταν σου χακάρουν το μυαλό, δεν μπορείς να κρυφτείς πουθενά. Ο Αλέξανδρος είναι προγραμματιστής. Αναγκάζεται να εγκαταλείψει βίαια τον μοναχικό, ψηφιακό κόσμο του, όταν ο αδερφός του ο Άρης χάνει τη ζωή του πέφτοντας από τον τελευταίο όροφο του νοσοκομείου όπου εργαζόταν. Στην προσπάθειά του να αποδείξει ότι ο αδερφός του δεν ήταν αυτόχειρας, αλλά το θύμα μιας καλά οργανωμένης δολοφονίας, ο Αλέξανδρος βρίσκεται στο στόχαστρο μιας επικίνδυνης ομάδας που παρακολουθεί την κάθε του κίνηση. Στην πορεία, ο Αλέξανδρος αποκτά φύλακες αγγέλους που τον προστατεύουν. Ή μάλλον φύλακες διαβόλους, καθώς τα όρια του καλού και του κακού θολώνουν όσο περισσότερο γνωρίζει τις μυστηριώδεις γυναίκες που εμφανίζονται διαρκώς μπροστά του, με πρώτη την αινιγματική γειτόνισσά του, την Υπατία.

 

 

Michel Bussi «Χρόνος δολοφόνος», Μετάφραση: Αριάδνη Μοσχονά, εκδ. Κέδρος, σελ. 624

Το καλοκαίρι του 1989 η δεκαπεντάχρονη Κλοτίλντ κάνει διακοπές με την οικογένειά της στην Κορσική. Σε έναν δρόμο όλο απότομες στροφές το αυτοκίνητό τους βγαίνει από την πορεία του και πέφτει σε γκρεμό. Επιζεί μόνο η Κλοτίλντ. Είκοσι εφτά χρόνια αργότερα, το καλοκαίρι του 2016, η Κλοτίλντ επισκέπτεται πάλι την Κορσική μαζί με τον άντρα της και την έφηβη κόρη της. Πιστεύει πως το ταξίδι αυτό θα είναι ένας τρόπος να λυτρωθεί από το παρελθόν και να χτίσει μια γέφυρα επικοινωνίας με την κόρη της. Να όμως που στο ίδιο ακριβώς μέρος όπου είχε περάσει εκείνο το καλοκαίρι η Κλοτίλντ λαμβάνει ένα γράμμα. Από τη μητέρα της. Που αποκλείεται να είναι ζωντανή. Καθώς ξυπνούν μέσα της εικόνες από το παρελθόν, η Κλοτίλντ αρχίζει να αμφισβητεί τη μνήμη της. Τόσα χρόνια ήταν βέβαιη ότι είχε δει τον πατέρα, τη μητέρα και τον αδελφό της νεκρούς. Τότε ποιος της έστειλε το γράμμα; Και γιατί; (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top