Fractal

Αφήγημα: “Θαλασσινές ιστορίες”

Της Μαίρης Βαβουράκη // 

 

 

Φωτό 1 *

 

Με τον Θείο Βαγγέλη (Μπαντουβά), τον αδερφό της μαμάς μου, εκτός από τους συγγενικούς δεσμούς, μας συνδέει και η αγάπη μας για τις ιστορίες. Εκείνος αγαπά πολύ να τις διηγείται κι εγώ αγαπώ πολύ να τις ακούω και να τις καταγράφω. Ο θείος, ως κοσμογυρισμένος ναυτικός, έχει πολλές να μου πει, αλλά δεν είναι μόνο το πλήθος των ιστοριών του, που τον κάνουν πόλο έλξης για τα αυτάκια μου, είναι και που τις διηγείται χαριτωμένα.

Ένα απόγευμα του Σεπτεμβρίου, πήρα το δρόμο για τα πάνω πατώματα, μιας και ο Βαγγέλης μένει πάνω από μας , με αφορμή την πρόσκληση για καφεδάκι (όπου ακούω εγώ καφέ, πηγαίνω) αλλά η πραγματική αιτία της επισκέψεως μου ήταν τα ταξίδια που επρόκειτο να κάνω με το νου. Γι αυτόν ακριβώς τον λόγο, φρόντισα να έχω μαζί μου κι ένα σημειωματάριο.

«Ήρθα να σου πάρω συνέντευξη» του είπα, όταν η ματιά του έπεσε πάνω στο τετραδιάκι μου κι εκείνος γέλασε.

Κατά καιρούς άκουγα τις ιστορίες του, που με αφορμή κάποιο γεγονός τις διηγούνταν, αλλά αυτή τη φορά ήθελα να μου βάλει τα πράγματα σε μια σειρά. «Πώς αποφάσισες να γίνεις ναυτικός;» ρώτησα. Έτσι, ο θείος άρχισε να μιλάει κι εγώ να σημειώνω… ό,τι προλάβαινα…

Στα 14 του είχε δοκιμάσει διάφορα επαγγέλματα, μα κανένα δεν τον είχε κερδίσει. Έτσι αποφάσισε να ρωτήσει τον διευθυντή του ορφανοτροφείου Νεαπόλεως, μήπως είχε να του προτείνει κάτι. (Στην Νεάπολη όλοι ήταν μια οικογένεια. Ακόμα και τα παιδάκια του οικοτροφείου έβγαιναν τις Κυριακές και πήγαιναν στα σπίτια των ντόπιων για φαγητό, μα αυτή είναι μια άλλη ιστορία). Τότε, του έγινε πρόταση να μεταβεί στον Πειραιά και να γίνει ναυτικός, μαθητεύοντας στο πλοίο «Μαχητής», που ήταν σχολή της βασίλισσας Φρειδερίκης. Η σκέψη να γίνει ναυτικός, γέμισε ευχάριστα το μυαλό του έφηβου Βαγγέλη, ο οποίος αμέσως δέχτηκε να τον στείλουν.

(Πλάι στον ενθουσιασμό του θείου, που αυξανόταν μέρα με την μέρα για την θάλασσα και τους ανθρώπους της, ήρθε να προστεθεί και η πίεση της γιαγιάς μου, που έκανε το ίδιο πράγμα ,όταν η μετεωρολογική υπηρεσία δεν ευχαριστούσε τα αφτιά της με τις προβλέψεις τις σχετικές με τον καιρό)

“Ο «Μαχητής» ήταν πολεμικό πλοίο, αλλά χωρίς όπλα” είπε ο θείος και εξήγησε πως το συγκεκριμένο βαπόρι έκανε τη διαδρομή Πειραιάς – Σαλαμίνα. Κάθε πρωί έφευγαν από Πειραιά, για να μεταφέρουν στην Σαλαμίνα τους μισθωτούς του εκεί ναυστάθμου και τους επέστρεφαν το απόγευμα ,ενώ τις Κυριακές ,θυμάται, τους πήγαιναν στο κατηχητικό. Η διαδρομή αυτή δεν ήταν η μόνη, που έκαναν με τον «Μαχητή». Η Εργατική Εστία Πειραιά επέλεγε το συγκεκριμένο βαπόρι , για να κάνει εκδρομές στην Τήνο , στην Θεσσαλονίκη και σε πολλά άλλα μέρη ανά την Ελλάδα… Ένα χρόνο ταξίδεψε ο μικρός Βαγγέλης με το πλοίο, στο οποίο μπήκε ως μαθητής. Οι πρώτοι 6 μήνες λογαριάστηκαν ως εκπαίδευση ενώ οι 6 επόμενοι μέτρησαν σαν υπηρεσία…

“Το επόμενο πλοίο ήταν το «Τήλος» του Αγγελάκη” είπε ο θείος. Με αυτό έκαναν την διαδρομή Καβάλα – Αλεξανδρούπολη. Το εντυπωσιακό στις αφηγήσεις του είναι πως θυμάται κάθε είδους λεπτομέρεια. Δεν παρέλειψε, λοιπόν, να τονίσει πως εν έτει 1960 έπαιρνε μισθό 360 δραχμές ,βάσει της συλλογικής σύμβασης εργασίας και γι αυτόν το λόγο δεν έμεινε πολύ.

Με το Τήλος ξεκινούσαν από Καβάλα και περνώντας πίσω από τη Θάσο σταματούσαν σε κάποια λιμάνια, πριν φτάσουν στην Αλεξανδρούπολη. Θυμήθηκε, λοιπόν, πως στις 5 Δεκεμβρίου του 1961 (ήταν παραμονή της γιορτής του Αγίου Νικολάου, γι’ αυτό δεν το ξέχασε) άραξαν στην Κεραμωτή, για να φορτώσουν 100 τόνους φασόλια, αφού φασόλια παρήγαγε το μέρος. Ο Βαγγέλης, που οι δραστηριότητες του είχαν ως έδρα την κουζίνα, κατέβηκε από το πλοίο, για να πάει στην αγορά να ψωνίσει. Κάτι παράξενο γινόταν εκεί έξω και δεν άργησε να συνειδητοποιήσει τι ήταν αυτό. Σε όποιο σημείο κι αν έστρεφε το βλέμμα συναντούσε γυναίκες. Γυναίκες στους δρόμους , γυναίκες στα μαγαζιά, γυναίκες στα καφενεία, που έπιναν καφέ κι έπαιζαν τάβλι. Η έκπληξη δεν άργησε να ζωγραφιστεί στα μάτια του 15χρονου παιδιού. Δεν άργησαν και οι γυναίκες να καταλάβουν πως το παιδί δεν ήταν από τα μέρη τους και βιάστηκαν να διασκεδάσουν την έκπληξη του , εξηγώντας του πως εκείνη η μέρα στην Κεραμωτή ήταν αφιερωμένη στις γυναίκες. «Έτσι εκείνες έκαναν ό,τι έκαναν οι άντρες τους τις υπόλοιπες μέρες του χρόνου, ενώ οι άντρες βρίσκονταν στα σπίτια και πρόσεχαν τα παιδιά κάνοντας τις δουλειές του σπιτιού» είπε ο θείος και γελούσε σαν να το ξαναζούσε…

Επόμενη στάση έκαναν στο Πόρτο Λάγος. «Εκεί βγάζουν σαρδέλες» μ’ ενημέρωσε ο θείος κι εγώ έσπευσα να το σημειώσω. Θυμήθηκε ένα γεροντάκι που είχαν στο καράβι από την Καβάλα, τον Δημήτρη, που σ’ εκείνο το λιμάνι, ενώ κρατούσε το μπαλόνι, που βρίσκεται ανάμεσα στο λιμάνι και το πλοίο, έπεσε στη θάλασσα. Τον έβγαλαν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν, γιατί τα νερά ήταν παγωμένα λόγω εποχής κι ενώ βρισκόταν στο κρεβάτι του τυλιγμένος με τις κουβέρτες έτυχε να έρθουν τα παιδιά του, που ζούσαν στο εξωτερικό, για να τον δουν.

Από Πόρτο Λάγος έφυγαν για Αλεξανδρούπολη κι από κει για Χανιά, Ρέθυμνο, Ηράκλειο…

Έχει πολλές ιστορίες να μου πει από τα ταξίδια του με το Τήλος είπε ο θείος, μα θα το κάνει μια άλλη μέρα. Στην παρούσα συνάντηση θα κατονομάζαμε όσα πλοία προλαβαίναμε και τις διαδρομές τους…

Επόμενο πλοίο ήταν η «Αγία Τριάδα». Με αυτό το βαπόρι άρχισε τα ταξίδια στο εξωτερικό παίρνοντας μισθό 800 δραχμές. Από Σύρο πήγαιναν Ρουμανία να φορτώσουν μεταλλεύματα για Αλεξάνδρεια κι από κει στα Λατάκια ή Λαττάκεια της Συρίας να φορτώσουν σιτάρι για τη Νάπολη της Ιταλίας. Μετά άραζαν κάτω από το Βεζούβιο. Εκεί τους πλησίαζαν οι λαθρέμποροι τσιγάρων. «Δεν τους διώχναμε, τους θέλαμε κι εμείς» είπε ο θείος «γιατί εφόσον τους δεχόσουν σε προστάτευαν από επιθέσεις» …

Σε αυτό το σημείο σταμάτησε τη διήγηση του, για να θυμίσει στη μαμά μου, που μέχρι εκείνη τη στιγμή συζητούσε με τη θεία Μαρία και καμμία σημασία δεν μας έδιναν πως από τη Συρία της είχε αγοράσει, για να της στείλει μια φούστα και μια μπλούζα, που διάλεξε για κείνη η γυναίκα του καπετάνιου, που ήταν μαζί τους. Όταν είδαμε πως δεν έδειξε την παραμικρή συγκίνηση (η αναίσθητη Αννούλα), αλλά συνέχισε την συζήτηση της, συνεχίσαμε κι εμείς χωρίς να ασχολούμαστε μαζί τους.

Από την Άκαμπα (στην ελληνιστική εποχή το ελληνικό της όνομα ήταν «Βερενίκη») , μια παραθαλάσσια πόλη της νότιας Ιορδανίας φόρτωσαν μινεράλι για να το πάνε στην Αλεξάνδρεια. Το μινεράλι, ήταν ένα είδος ορυκτού, μικρά μπαλάκια στο μέγεθος ρεβιθιού που άφηναν πάρα πολύ σκόνη. Ο θείος θυμήθηκε και το τραγουδάκι ,που έλεγαν, όταν το φόρτωναν: «Πήγαμε στην Άκαμπα, πήραμε μινεράλι κι από την σκόνη την πολλή, γίναμε καρναβάλι»… Από την Άκαμπα όμως δε φόρτωσαν μόνο το ορυκτό και τις σκόνες του, αλλά και μια ελληνική οικογένεια, που τα μέλη της ανήκαν στο ωραίο φύλο, για να την μεταφέρουν στον Πειραιά. Ο καπετάνιος φώναζε, διότι για να μπουν στον Πειραιά να τις αφήσουν έπρεπε να πληρώσουν, αλλά όσο κι αν διαμαρτυρήθηκε το κακό είχε γίνει, τις είχαν πάρει μαζί τους. Οι κυρίες αποδείχτηκαν πολύ ζωηρές, διότι μέχρι να φτάσουν στον Πειραιά είχαν ερωτοτροπήσει με όλο το πλήρωμα του βαποριού. «Ω τις αφιλότιμες» είπε ο θείος «μα να μην αφήσουν ούτε έναν!». Νομίζω, λοιπόν, πως μετά τις «περιποιήσεις» των κοριτσιών κανείς δεν θα θυμόταν τις φωνές του καπετάνιου…

 

Φωτό 2

 

 

Ιδιαίτερα ενθουσιασμένος ακούστηκε ο Βαγγέλης ,όταν μίλησε για την Γαλλική πόλη Σέτα (δεν είμαι σίγουρη πως έγραψα σωστά το όνομα) που βρίσκεται κοντά στη Μασσαλία.

«Είναι πανέμορφη, γεμάτη ποτάμια και γεφυράκια» είπε. Την μέρα που έφτασαν, σύμφωνα πάντα με τις αφηγήσεις του θείου, οι Γάλλοι γιόρταζαν την ημέρα της Αγάπης κι έτσι όποια κοπέλα συναντούσε στο δρόμο ένας άντρας την έπιανε, την φιλούσε και… δεν έτρεχε τίποτα…

Από κει φόρτωσαν σιτάρι για το Δυρράχιο. Εκείνο τον καιρό στην Αλβανία διαφέντευε ο Χότζας. Αν και βρίσκονταν δύο μήνες έξω από το λιμάνι τους απαγόρευε την είσοδο, ενώ επέτρεπε σε Κουβανέζους και Κινέζους να τον προμηθεύουν σε στάρι. Στο ελληνικό πλοίο είχαν τρόφιμα μόνο για ένα μήνα και, όταν εξαντλήθηκαν, τους ειδοποιούσαν να τους ανεφοδιάσουν, αλλά εκείνοι δεν ενδιαφέρονταν. Στο τέλος ο καπετάνιος σήκωσε σημαία ότι έχουν νεκρό στο πλοίο, για να έρθουν και ήρθαν.

Η είσοδος του πλοίου στο λιμάνι του Δυρραχίου, τελικά, επιτράπηκε, αλλά δεν επέτρεψαν στους ναυτικούς που αποτελούσαν το πλήρωμα να βγουν έξω όλοι μαζί. Έβγαιναν 2 άτομα για 2 ώρες και, αφού επέστρεφαν στο βαπόρι οι προηγούμενοι, τότε έβγαιναν οι επόμενοι. Κατά την έξοδο του θείου μου, σ ένα ζαχαροπλαστείο συνάντησαν έναν έλληνα σερβιτόρο. Εκείνος διακριτικά τους ενημέρωσε πως παρακολουθούνταν και τους συμβούλεψε να είναι μαζεμένοι και προσεκτικοί μέχρι να επιστρέψουν στο πλοίο.

Από κει φόρτωσαν μαγγανέζα (πυρίμαχο μονωτικό υλικό) να το πάνε στη Ριζέκα της Γιουγκοσλαβίας κι από ‘κει φόρτωσαν λιπάσματα για να τα πάνε στο Κατάκολο της Πελοποννήσου.

Στο Κατάκολο έδεσαν σε κάβους, γιατί δεν είχε ντόκο. Μετά από όλο αυτό το ταξίδι, 8-10 άτομα, μαζί και ο θείος μου ζήτησαν απόλυση. Ο καπετάνιος ήθελε να βγουν την επόμενη μέρα, όμως εκείνοι επέμειναν να αποβιβαστούν αμέσως. Το ίδιο βράδυ έπιασε ένας αέρας απερίγραπτος. Ήταν τόσο δυνατός που έλυσε το πλοίο κι έγινε ολόκληρος σαματάς μέχρι να το ξαναδέσουν. «Λυπήθηκα τόσο πολύ γι αυτούς που είχαν μείνει μέσα, αλλά ένιωσα και μια ανακούφιση που εγώ είχα φύγει» κατέληξε ο θείος…

 

Οι ιστορίες του θείου δεν τέλειωσαν εδώ, έχω πολλές ακόμα στις σημειώσεις μου και πολλές που ακόμα δεν μου έχει πει, αλλά εδώ θα διακόψω εγώ προς το παρόν…

Σκέφτηκα, πως απόψε το βράδυ έβγαλα εισιτήριο και ταξίδεψα με 3 διαφορετικά πλοία. Περιφέρθηκα στο Αιγαίο, στο Ιόνιο, στη Μεσόγειο, πέρασα το Σουέζ κι έφτασα μέχρι την Ερυθρά θάλασσα. Στο επόμενο κείμενο λέω να πάρω αγκαλιά τις σημειώσεις μου τις καμωμένες από τις αφηγήσεις του θείου και να ταξιδέψω στην Αμερική, να μπω στο μάτι του κυκλώνα να ζήσω το φόβο του ναυαγίου, μετά στην Αυστραλία, να περάσω τον ισημερινό που έχει 0 πλάτος και να φτάσω μέχρι την Κίνα μεταφέροντας στάρι…, αλλά όλα αυτά στο επόμενο κείμενο. Τώρα είναι ώρα να πω νοερά ένα ευχαριστώ στον θείο Βαγγέλη, και να πάω για ύπνο…

ΚΑΛΟ ΞΗΜΕΡΩΜΑ!

 

 

ΗΡΑΚΛΕΙΟ 4/10/2017

 

 

*Η φωτογραφία απαθανατίζει τον μικρό Βαγγέλη, όταν έκανε την εκπαίδευση στον Μαχητή. Την είχε στείλει στη γιαγιά Φωτεινή να τον καμαρώσει.

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top