Fractal

Διήγημα: “Ο Βουλευτής”

Του Θάνου Ζαράγκαλη //

 

 

 

 

 

Ο Βουλευτής

 

«Τι έγινε, φίλε μου, με τον βουλευτή;» ρώτησε ο θαμώνας του καφενείου της πλατείας, στον φίλο του που καθόταν απέναντί του. Ήταν και οι δύο συνταξιούχοι∙ ο ένας με κατάλευκα γένια και μαλλιά, ο άλλος με γκρίζους κροτάφους, αλλά καστανόχρωμα μαλλιά. Οι δύο άνδρες καθόντουσαν κάτω από έναν αιωνόβιο πλάτανο με δροσερή σκιά.

«Άνοιξε η γη και τον κατάπιε!» απάντησε χαμογελαστός αυτός με τα καστανόχρωμα μαλλιά.

«Μα, όχι, φίλε μου. Έγινε πουλί και πέταξε!» αντέταξε ο άλλος.

 

***

 

Ο βουλευτής αφού εγκατέλειψε βιαστικός το Κοινοβούλιο, έφθασε σε μισή ώρα στο σπίτι του που βρισκόταν σε ένα προάστιο της πρωτεύουσας, κυκλωμένο από πυκνόφυλλα δέντρα. Τότε, είπε στον οδηγό και ταυτόχρονα σωματοφύλακα του, να πάει στο σπίτι του να ξεκουραστεί.

Η έπαυλη ήταν κτισμένη στους πρόποδες ενός λόφου καλυμμένου με πυκνή βλάστηση. Πεύκα, οξιές, βελανιδιές. Ο βουλευτής έκανε συχνά περιπάτους στο δάσος, διότι πίστευε πως η φύση βοηθάει τον άνθρωπο να σκέφτεται πιο σωστά. Μια μέρα σε έναν περίπατο στην δασωμένη πλαγιά καθώς παρακολουθούσε ένα άγριο κουνέλι, στην κορυφή του λόφου ανακάλυψε τυχαία μια σπηλιά, η είσοδος της οποίας ήταν καλυμμένη από ένα πυκνό θάμνο. Κανείς δεν είχε πατήσει το πόδι του μέσα πριν από εκείνον.

 

***

 

Ο βουλευτής καθώς κατέβαινε από το βήμα του κοινοβουλίου, σκέφτηκε πως η ζωή του εφεξής θα ήταν εντελώς διαφορετική από την προηγούμενη. Πριν από λίγο είχε ολοκληρώσει την εκφώνηση του πύρινου λόγου του κατά του Προέδρου της “Δημοκρατίας”. Ο Πρόεδρος ήταν η γνωστή περίπτωση του δημοκρατικού πολιτικού που μετασχηματίζεται σε αυταρχικό Νάρκισσο. Διαφθορά, χλιδή, νεποτισμός. Ο Τύπος, η Δικαιοσύνη και ο στρατός ήταν μαριονέτες στα χέρια του. Οι αντιπολιτευόμενοι ασφυκτιούσαν στις φυλακές.

Οι βουλευτές τον άκουσαν σιωπηλοί, παγωμένοι∙ κανείς δεν τόλμησε να χειροκροτήσει. Ο βουλευτής όμως δεν άντεχε άλλο -καθώς και κάποιοι άλλοι, κάτι που διαπίστωσε κοιτάζοντάς τους στα μάτια. Η συνείδησή του, ο όρκος που είχε δώσει πως “θα υπηρετούσε την πατρίδα και το έθνος”, τον έπνιγαν. Δεν φοβόταν τίποτε. Την προηγούμενη εβδομάδα η οικογένειά του είχε φύγει στο εξωτερικό. Ήταν έτοιμος να αντιμετωπίσει την μήνη του Προέδρου.

***

Στην διώροφη, πέτρινη κατοικία του επικρατούσε άκρα ησυχία. Ο βουλευτής ανέβηκε στον πρώτο όροφο, πήγε στον μπουφέ, πήρε ένα ποτήρι και το γέμισε μέχρι τη μέση με ουίσκι. Μετά έβαλε στο πικάπ τον αγαπημένο του δίσκο, την Επέλαση των Βαλκυριών του Ριχάρδου Βάγκνερ, από την δεύτερη όπερα Βαλκυρίες της τετραλογίας Το Δαχτυλίδι των Νιμπελούγκεν. Κάθισε στην άνετη πολυθρόνα που ήταν απέναντι στην μεγάλων διαστάσεων μπαλκονόπορτα. Από εκείνο το σημείο μπορούσε να παρακολουθήσει την δύση του ήλιου στον απέραντο ορίζοντα.

Την στιγμή που ετοιμαζόταν να προσηλωθεί στην μαγεία της μουσικής, χτύπησε το τηλέφωνο. Ένας ομοϊδεάτης συνάδελφος, τον πληροφόρησε πως η αστυνομία μόλις ολοκλήρωνε τις νομικές διαδικασίες θα ερχόταν να τον συλλάβει με την κατηγορία προσβολής του Ανώτατου Άρχοντα. Το μυαλό του βουλευτή ασυναίσθητα έτρεξε στην σπηλιά. Ο βουλευτής ευχαρίστησε τον φίλο του και κάθισε ξανά στην πολυθρόνα βάζοντας τον δίσκο από την αρχή. Ένιωθε μια περίεργη ηρεμία ενώ θα έπρεπε να τον είχε κυριεύσει τρόμος. Δεν μπορούσε ούτε ο ίδιος να εξηγήσει αυτήν την νηφαλιότητα.

Έδιωξε τις κακές σκέψεις από το μυαλό του και βυθίστηκε στον μαγικό κόσμο των ήχων. Η κλασική μουσική τον απομάκρυνε από τα προβλήματα της καθημερινής ζωής. Του δημιουργούσε πολύ έντονη ψυχική ανάταση, τον μετέφερε σε άλλους κόσμους, του προκαλούσε έντονα συναισθήματα, ιδιαιτέρως ο Βάγκνερ που θαρρείς, άγγιζε την ψυχή του. Όποτε ήταν μόνος στο σπίτι, έσβηνε όλα τα φώτα ώστε η κατοικία να φωτίζεται μονάχα από τις ακτίνες του ήλιου που έδυε ή το σεληνόφως. Οι μελωδίες δημιουργούσαν στο μυαλό του μια μαγική ατμόσφαιρα. Όταν άκουγε Μπετόβεν είχε την αίσθηση ότι περιπλανιόταν στις λεωφόρους της Βιέννης, ενώ με τον Έντβαρντ Γκριγκ ταξίδευε στην γενέτειρα του συνθέτη, το Μπέργκεν που ήταν διακοσμημένο με τα αγάλματά του.

Τώρα φανταζόταν τις θεότητες της Σκανδιναβικής μυθολογίας με τα φτερωτά κράνη να καλπάζουν πάνω στα πελώρια άλογα με την αγριωπή όψη που χτυπούσαν με δύναμη, σχεδόν αφηνιασμένα τον αέρα και να τρέχουν με ασύλληπτη ταχύτητα στον ουρανό που είχε βαφτεί στα κίτρινα, πορτοκαλί και κόκκινα. Το αποκορύφωμα της μαγείας.

Κάποια στιγμή στην κίτρινη λωρίδα του ουρανού παρατήρησε μια μαύρη, μικρή κηλίδα. Η κηλίδα σε λίγο έγινε διπλάσια. Όσο κυλούσαν τα λεπτά η κηλίδα μεγάλωνε και αποκτούσε σχήμα. Μα τι ήταν αυτό; Ένα μυθικό άλογο που κάλπαζε στον ουρανό; Και στη ράχη του μια γυναίκα; Με φτερωτό κράνος; Τι γινόταν; Ο βουλευτής έτριψε τα μάτια του. Η καρδιά του άρχισε να σφυροκοπά. Θυμήθηκε πως ο φόβος προκαλεί παραισθήσεις. Σηκώθηκε από την πολυθρόνα, έσυρε το φύλλο της μπαλκονόπορτας και βγήκε στο μπαλκόνι. Ένας ξαφνικός δυνατός άνεμος τον έσπρωξε προς τα μπρος. Όμως τα φύλλα των δέντρων παρέμεναν ακίνητα. Σε λίγο ένα σμάρι πουλιά πέταξαν από τα κοντινά δέντρα. Παρότι έτρεμε, το ρίγος δεν προερχόταν από φόβο, αλλά από την έντονη αίσθηση του μυστηρίου.

 

***

 

Τα περιπολικά κύκλωσαν την κατοικία του βουλευτή. Οι αστυνομικοί βγήκαν από τα αμάξια και στάθηκαν δίπλα τους. Με τους φακούς φώτιζαν ολόγυρα την περιοχή. Ο αστυνομικός διευθυντής χτύπησε το κουδούνι της δίφυλλης ξύλινης πόρτας. Περίμενε μερικά λεπτά υπομονετικά. Από το εσωτερικό της έπαυλης ακουγόταν μουσική. Ο διευθυντής σε λίγο κάλεσε τον ειδικό απέναντι στον οποίο καμία πόρτα δεν μπορούσε να σταθεί κλειστή περισσότερο από δύο, τρία λεπτά. Μόλις ο άνδρας άνοιξε την πόρτα, οι αστυνομικοί εισέβαλλαν με ορμή στην κατοικία. Μετά από προσεκτική έρευνα διαπίστωσαν ότι στο σπίτι δεν υπήρχε κανείς.

Ένας αστυνομικός πληροφόρησε τον αστυνομικό διευθυντή ότι βρήκαν μια ασημένια ταμπακέρα στους πρόποδες του λόφου. Οι έρευνες συνεχίστηκαν και στο δάσος μέχρι την αυγή, αλλά οι προσπάθειες έμειναν άκαρπες.

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top