Μετάφραση | Τρία ποιήματα από τον Μάριο Λούτσι (Mario Luzi, 1914-2005)
Μετάφραση από τα Ιταλικά – Επίμετρο: Θεοδόσης Κοντάκης //
Αίτηση ασύλου ενός ταξιδιώτη στο Βιτέρμπο [Richiesta d’asilo d’un Pellegrino aViterbo]
Τι παραθύρια, τι κάμαρες γιορτινά στολισμένες ξανοίγεις
στο φρέσκο τον αγέρα, στ’ απαλό του ήλιου φως. Και τα σπίτια
που ολοτρόγυρα στην πρόσοψή τους φουντώνει η φωτιά,
τα παιδάκια, τα χελιδόνια, οι κουκουβάγιες.
Στα πορτόνια σταματούνε τα κάρα με τα σταφύλια: ένα-ένα,
ακολουθούνε σώματα ζωντανά και σκιές.
Απ’ το σιντριβάνι παίρνει νερό η γυναίκα,
ξανανεβαίνει την ανεμόσκαλα, κοιτάζει
κείνο το καράβι τ’ αγκυροβολημένο στον ουρανό: το Βιτέρμπο –
κι ύστερα ξαναμπαίνει, χάνεται στα ενδότερα
του σπιτιού, της πόλης, του χρόνου.
Καινούργιος σ’ αυτούς τους δρόμους, μα όχι ξένος
άκουσα το σακάτη στο κατώφλι
να προσεύχεται για τη μοίρα τούτης της κιβωτού
με το πηγαινέλα των εργατών της,
τα ερειπωμένα της σπίτια, τα ζωντανά της,
τους γέροντές της τους σοφούς και τους νεκρούς της.
Τ’ άλογά μου τ’ άφησα στις πύλες,
άσυλο ζήτησα κι ικέτεψα πολύ
να με δεχτούν, ένα μ’ αυτούς να γίνω. Κοίτα καλά
συ τώρα, εξέτασε της νύχτας τα σημάδια.
~~~~~~~~~~~~~~
Ιούνιο μήνα [Nel mese di Giugno]
Κατά τον Ιούνιο
καθώς η πόλη που αιωρείται
πάνω απ’ τη δική μας τη σύγχυση
υψώνεται μες στη φωτοβολή
την αβέβαιη την ώρα ανάμεσα σ’ ύπνο κι αγρύπνια
όταν το σώμα στο ίδιο του το βάρος υποκύπτει
μα ξανασηκώνεται πάνω απ’ την κούρασή του
στου χρόνου τη ρωγμή ανάμεσα στο χελιδόνι και τον γκιώνη
ανάμεσα στη ζωή και την επιβίωση
Συ που συντρίβεις τη δουλοπρέπεια και την υπεροψία
-καθώς λένε- κείνου που υποφέρει, έλα
αν δεν είσαι κιόλας κάπου
με μορφή πλάνητα,
σακάτη, παιδιού ζαβολιάρικου.
Ακολούθα τα βήματα κείνου που δείλιασε, πλησίασέ τον
τον μοναχικό, και πες κι εσύ: η αρετή, όταν δε στοχεύει
την αγάπη, είναι γράμμα κενό.
Είναι την ώρα τούτη, στο μέσον του χρόνου
που ο άστεγος σέρνει τα κουρέλια του
στο γρασίδι το πατημένο κι αναζητά καταφύγιο,
λαμπυρίζει η κωλοφωτιά, ένα σκυλί γαυγίζει.
Στρατόπεδο προσφύγων
[Il campo dei profughi]
Η γυναίκα ανεβαίνει αργά και μαζεύει
χαλάκια, μες στον αβέβαιο τον άνεμο,
που ’χε απλωμένα ανάμεσα στα παλούκια. Αλυχτά
το σκυλί, σώμα δίνει στις σκιές.
Σημάδια υπάρχουν καταιγίδας
μες στο λαβύρινθο από αναχώματα και χαντάκια∙
άνθρωποι σαν κοπάδια σταματημένα
ή σαν φορτία κρατημένα στο τελωνείο, στοιβαγμένα
σε σκηνές ή παράγκες, μόνιμα
ή σε προσωρινό σταθμό: ένα θέαμα νυχτερινό
από μεταναστεύσεις δίχως κίνηση, δίχως
γαλήνη, κείνη που ο Δίκαιος ο διαλεγμένος για εξιλασμό
όρθιος πλάι στην παραστάδα συλλογιέται
ανάμεσο σε μπόρες και χιονιάδες.
Φέρνει ο άνεμος μια ριπή από βρομόνερα.
Μα τι κάνεις; Τι κάνεις και χάνεσαι σε τούτο το γρίφο;
Ο καινούργιος στον τόπο διστάζει
ποιον δρόμο να πάρει∙ ο άλλος, ψαρολόγος
ή σκαφτιάς, περνά απέναντι,
τρυπώνει αποφασισμένος σε τούτο το υγρό σκέπασμα
τ’ απλωμένο πάνω στο ποτάμι ανάμεσα σε βροντές κι αστραπές.
a
ΕΠΙΜΕΤΡΟ
Ο Μάριο Λούτσι (1914-2005) είναι ένας από τους πιο διάσημους Ιταλούς ποιητές του 20ού αιώνα, μολονότι το έργο του δεν είναι επαρκώς γνωστό στη χώρα μας.
Κατά τη διάρκεια του μακρότατου βίου του, διέτρεξε με το πλούσιο ποιητικό του έργο διάφορα ρεύματα του ιταλικού ποιητικού μοντερνισμού του 20ού αιώνα. Ξεκινώντας από την ποίηση του ερμητισμού κατά τη δεκαετία του 1930, στρέφεται σταδιακά στον πεδίο του οραματικού-μεταφυσικού, θέτοντας συχνά στα ποιήματά του φιλοσοφικά ερωτήματα σχετικά με την αινιγματική φύση της πραγματικότητας και τη θέση του ανθρώπου μέσα σε αυτήν.
Η αγωνιώδης αυτή αναζήτηση, πάντως, δεν εμποδίζει τον ποιητή να εγκύψει στον κοινωνικό προβληματισμό, και μάλιστα -όπως γίνεται φανερό και από τα τρία ποιήματα που δημοσιεύονται εδώ- με ιδιαίτερη ευαισθησία: τα ποιήματα αυτά, γραμμένα στα μέσα της δεκαετίας του 1950, είναι σήμερα επίκαιρα όσο ποτέ. Και αυτό χάρη στη διεισδυτική, προφητική ίσως, ματιά του Ποιητή, ο οποίος έχει την ικανότητα να διακρίνει -μέσα στην τύρβη των κοινωνικών αναστατώσεων- το αιώνιο δράμα του ανέστιου, ξεριζωμένου ανθρώπου και της αναζήτησης μια Πατρίδας, ό,τι κι αν αυτή μπορεί να σημαίνει.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
-
-
Μετάφραση | Joseph Roht, Ο ξεχωριστός μαθητής ( 1916)
30/01/2024, 7:39 μμ -
-
Mετάφραση: “Il dolore”, Irma Kurti
09/01/2024, 8:17 μμ -
Τρία ποιήματα του Κωστή Παλαμά στ’ αγγλικά
12/12/2023, 8:52 μμ -
Δύο ποιήματα του Mosab Abu Toha
12/12/2023, 8:51 μμ
ΘΕΜΑΤΑ
-
11 ποιήματα του Σέρβου ποιητή Ντέγιαν Τζόρτζεβιτς
Μετάφραση και επιμέλεια: Παναγιώτης Ασημόπουλος // * ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΠΡΙΝ Θα αρχίσουν κέρατα να μας φυτρώνουν Σιγά – σιγά θα μεταμορφωθούμε σε γυμνοσάλιαγκες Στο τέλος, θα χάσουμε την ανθρώπινη μορφή. Θα γίνουμε ο ένας για τον άλλο καθρέφτης
Περισσότερα -
Διήγημα: “Ο άντρας με το αγαλματάκι”
Του Κώστα Τσιαχρή // * Τι να ‘ταν άραγε αυτό το μπαμ που μ’ έκανε ανήσυχο να πεταχτώ μεσημεράκι του Σεπτέμβρη, ο δρόμος έξω πυρωμένος, ησυχία παντού; Για πήγαινε δες, βρε Λαυρέντη, είπα στο παιδί που με βοηθούσε
Περισσότερα -
Ποίημα: “Ο άντρας που αγαπώ”
Γράφει η Κατερίνα Κανάκη Αξούγκα // * Ο άντρας που αγαπώ Ο άντρας που αγαπώ πάντα φεύγει. Είναι σαν τον κεραυνό και την αστραπή στο μικρό δωμάτιο με το κρεβάτι και το πράσινο χαλί.
Περισσότερα -
✔ Γρηγόρης Αζαριάδης: «Το οργανωμένο έγκλημα απλώνεται παντού, σαν μια εφιαλτική Λερναία Ύδρα»
Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα // «Όταν στριμώχνεται άσχημα ο συγγραφέας, την πληρώνει κι η ηρωίδα του… Ναι, αυτή τη φορά η αστυνόμος Τρύπη και η ομάδα της ταξιδεύουν σε αχαρτογράφητα ύδατα, βουλιάζουν στο θολό ωκεανό του οργανωμένου εγκλήματος
Περισσότερα -
Σε κανέναν δεν αρέσει να χάνει όποιον αγαπάει
Γράφει η Ελένη Γκίκα // Μισέλ Μπυσσί «Τίποτα δε σε σβήνει», Μετάφραση: Σταύρος Παπασταύρου, εκδ. Πατάκη, σελ. 512 «Ο φύλακας της κόλασης είναι ένας δικαστής: ο δικαστής της μέρας της κρίσεως. Σε δυο μονάχα περιπτώσεις μπορεί κανείς, μετά
Περισσότερα -
✔️ Προδημοσίευση. Βαγγέλης Μπέκας «Ο γιος μας», εκδ. Ψυχογιός
Επιμέλεια: Γιούλη Τσακάλου // Νίκος REC Σου ’χει τύχει καµιά φορά να σκέφτεσαι πως αν πεις κάτι θα το γρουσουζέψεις, αν σου ξεφύγει έστω µία λέξη µπορεί όλα να χαλάσουν; Μια λέξη µαγική σαν ξόρκι. Να έχεις στο στόµα µια
Περισσότερα -
“σεναριούχος”. Ανέκδοτο ποίημα του Κώστα Θ. Ριζάκη
Tου Κώστα Θ. Ριζάκη // σεναριούχος πηδάς εδώ τη μάντρα· καλοτάξιδος· τρέχεις άνεμος τρέχεις μ’ ενισχυμένα τα φτερά τι σόι προστέθηκεν κάπα των ώμων σούπερμαν κρυφόν τι σκασι- αρχείο δεν άντεχες στου ιδρύματος τη γκρι
Περισσότερα