Fractal

Ο Ευάγγελος Ι. Τζάνος στο Εργαστήρι του συγγραφέα

 

 

 

Ευάγγελος Ι. Τζάνος, “Το πέρασμα της θρυαλλίδας”, (διηγήματα), Εκδόσεις Ηριδανός, Αθήνα 2020.

 

Γραφή και ανάγνωση

Από τα δεκαπέντε διηγήματα της συλλογής Το πέρασμα της θρυαλλίδας θέλω να σταθώ εδώ σε τρία: «Η σύνδεσή σας δεν είναι ασφαλής», «Η χαμηλή θερμοκρασία του νερού» και «Πανσιόν Τέλος του μήνα». Και πρώτα οι υποθέσεις τους.

«Η σύνδεσή σας δεν είναι ασφαλής»: Παραμονές Χριστουγέννων στο διαμέρισμα της Φρόσως. Η Φρόσω είναι μια γυναίκα χωρίς ψευδαισθήσεις και βεβαιότητες, εργαζόμενη, χήρα. Έχει τρία παιδιά που έχουν φτιάξει τις οικογένειές τους από χρόνια. Ζει μόνη. Τους τελευταίους μήνες φιλοξενεί τη δεύτερη εξαδέλφη της, τη Μιράντα, η οποία επέστρεψε στην πατρίδα ύστερα από είκοσι χρόνια ξενιτιάς. Η Φρόσω, ανέκαθεν ενδοτική, έχει αρχίσει να κουράζεται από την προσποιητή καλοσύνη της Μιράντας, καθώς και από τα ψέματά της. Η Μιράντα διαδίδει ότι γύρισε πίσω από νοσταλγία, όταν πια η κόρη της μεγάλωσε. Στην πραγματικότητα κανείς δεν γνωρίζει τον πατέρα του παιδιού της, και με την κόρη της δεν μιλιούνται. Επιπλέον, η Μιράντα επιστρέφει κυνηγημένη επειδή ένας συνάδελφός της που εξαιτίας της έχασε τη δουλειά του την ψάχνει για να την εκδικηθεί. Μια μέρα η Μιράντα φέρνει στο διαμέρισμα της Φρόσως ένα μικρό χριστουγεννιάτικο δέντρο. Δεν την ενδιαφέρει ο στολισμός του σπιτιού, το κάνει μόνο επειδή ξέρει ότι αυτό δεν θα αρέσει στη Φρόσω. Το δεντράκι γίνεται η θρυαλλίδα γι’ αυτό που θα ακολουθήσει. Λογοφέρουν. Η Μιράντα μιλάει προσβλητικά στη Φρόσω και η Φρόσω, μετανιωμένη για τη φιλοξενία, δίνει στη Μιράντα να καταλάβει ότι δεν περνάνε πια τα ψέματά της. Τότε η Μιράντα πηγαίνει στο υπνοδωμάτιο της εξαδέλφης της. Βγάζει μια βαλίτσα και αρχίζει να τη γεμίζει με ρούχα και προσωπικά αντικείμενα της Φρόσως. Εκείνη μένει κατάπληκτη από αυτό που βλέπει. Η Μιράντα τής λέει ότι δεν γίνεται να εξακολουθούν να ζουν στο ίδιο σπίτι κι ότι θα ήταν καλύτερο και για τις δύο η Φρόσω να πήγαινε να ζήσει σε κάποιο από τα παιδιά της. Η Φρόσω ετοιμάζεται να φύγει και καλεί ταξί. Την ώρα της αναμονής ακολουθούν διάλογοι με αναμνήσεις από το κοινό παρελθόν τους ενώ η ένταση ολοένα αυξάνει. Μέχρι να χτυπήσει το κουδούνι. Η Μιράντα νομίζει πως είναι το ταξί και χώνεται στο υπνοδωμάτιό της για ν’ αποφύγει τον αποχαιρετισμό. Όμως δεν είναι το ταξί. Είναι ο άντρας που κυνηγά τη Μιράντα. Μέσα σε πλήρη ησυχία και μετά από δύο σύντομους διαλόγους με τη Φρόσω, ο άντρας, αφού μαχαιρώσει τη Μιράντα, φεύγει με το ταξί που στο μεταξύ έχει φτάσει.

«Η χαμηλή θερμοκρασία του νερού»: Η Αθηνά ζει σ’ ένα ευρύχωρο διαμέρισμα με τη μητέρα της, τη Μαρίνα, και τη γιαγιά της, τη Βαρβάρα. Απεχθάνεται τη συμβίωση μαζί τους και αρνείται να υποταχτεί στα σχέδιά τους. Μητέρα και γιαγιά θέλουν να γίνει υπέρβαρη όπως εκείνες, να εξελιχτεί δηλαδή σε κοντόχοντρη γυναίκα, να προτιμά τις διακοπές στο βουνό από τη θάλασσα, και, το κυριότερο, να κάνει μια κόρη που θα μεγαλώσει μαζί τους. Χωρίς να έχουν κι οι ίδιες εξηγήσει στους εαυτούς τους πώς μπορεί να γίνει αυτό, τις ενδιαφέρει μόνο να μη βρίσκεται στα πόδια τους ο πατέρας του παιδιού, να μην υπάρχει. Οι τρεις γυναίκες ζούνε παράλληλες ζωές στο ίδιο τους το σπίτι, αλλά και στη δουλειά δεν ξέρουν τι θα πει ομαδικό πνεύμα. Η καθεμιά έχει το δικό της μικροβιολογικό εργαστήριο. Η Αθηνά ψάχνει μια κοπέλα που θα μπορούσε να είναι η κόρη που η Μαρίνα και η Βαρβάρα θα ήθελαν να έχουν. Τη βρίσκει στο πρόσωπο της Ελευθερίας, μιας αγαθής φοιτήτριας. Στην αρχή η Αθηνά την προσλαμβάνει ως βοηθό στο εργαστήριό της. Όταν η Μαρίνα και η Βαρβάρα τη γνωρίσουν, την αγαπάνε σαν κόρη τους. Η Ελευθερία είναι ήδη στρουμπουλή και κοντή, και προτιμά τις διακοπές στο βουνό. Η Μαρίνα και η Βαρβάρα δέχονται να βολευτεί στο αδειανό τέταρτο υπνοδωμάτιο του διαμερίσματος και σκοπεύουν ν’ ασχοληθούν μαζί της αδιαφορώντας για την Αθηνά. Ωστόσο κάνουν μια τελευταία προσπάθεια να προσεγγίσουν την Αθηνά και προτού φύγουν για τις αυγουστιάτικες διακοπές τους στο βουνό, αφήνουν στο κρεβάτι της ένα λεύκωμα με φωτογραφίες από δυστυχήματα στη θάλασσα. Αλλά και πάλι η πράξη τους δεν έχει αποτέλεσμα: φεύγουν οι δυο τους. Η Ελευθερία πηγαίνει στους γονείς της, στο χωριό. Έτσι, η Αθηνά βρίσκει την ευκαιρία, μαζεύει τα πράγματά της και εγκαταλείπει το σπίτι. Όταν η μητέρα της και η γιαγιά της, που είναι στις διακοπές τους, το μαθαίνουν, δεν λυπούνται διόλου, έχουν βρει πια την Ελευθερία. Ωστόσο η Ελευθερία ανησυχεί που η Αθηνά δεν απαντά ούτε στο κινητό της. Μια φίλη του σπιτιού, η Ρίτα, που πηγαίνει τις καθημερινές και ετοιμάζει το φαγητό, εξηγεί στην Ελευθερία ότι δεν θα πρέπει να νοιάζεται για την Αθηνά, είναι καλά στην υγεία της. Τώρα, αφού και κείνη το θέλει, αυτή θα είναι η κόρη του σπιτιού. Κι η Αθηνά; Η Αθηνά «θα πήγαινε κοντά στη θάλασσα. Θα ζούσε εκεί με τον τρόπο που ήθελε. Οι άνθρωποι εκείνοι θα ήταν οι δικοί της άνθρωποι. Θα μοιραζόταν μ’ αυτούς τη ζωή και την τύχη της, ακολουθώντας το πεπρωμένο της. Ίσως έμπαινε και σε βάρκα».

 

 

«Πανσιόν Τέλος του μήνα»: Στο παιδικό δωμάτιο του Μίμη οι γονείς του έχουν κρεμάσει τη φωτογραφία ενός άγνωστου ζευγαριού. Ο άντρας και η γυναίκα της φωτογραφίας προξενούν στον Μίμη απέχθεια και ζητεί από τους γονείς του να την κατεβάσουν. Όμως τόσο ο αυταρχικός πατέρας του με την αίσθηση της αποτυχίας να τον ταλαιπωρεί όσο και η μητέρα του με την ανεπάρκειά της αρνούνται να του κάνουν αυτή τη χάρη. Στην εφηβεία του ο Μίμης κατεβάζει μόνος του τη φωτογραφία και προσπαθεί να την εξαφανίσει, αλλά, προτού προλάβει να το κάνει, ο πατέρας του το αντιλαμβάνεται και τον προστάζει να βάλει τη φωτογραφία στη θέση της. Μετά το περιστατικό αυτό, ο Μίμης εγκαταλείπει το σπίτι του και συνδέεται ως δόκιμο μέλος με κάποιο μυστικό σύλλογο. Ο σύλλογος του παρέχει στέγη, ένα δωμάτιο στην πανσιόν «Τέλος του μήνα» με αντάλλαγμα να φυλάει ένα μικρό ξύλινο κουτί, το περιεχόμενο του οποίου αγνοεί, καθότι δεν είναι ακόμη κανονικό μέλος του συλλόγου. Στην πανσιόν έρχεται σ’ επαφή με ολότελα άγνωστους γι’ αυτόν χαρακτήρες και με ιδιαίτερα φερσίματα. Γνωρίζει την Ανθία και τον Κλεόπα, παλαιότερα μέλη του συλλόγου. Η Ανθία τού εξηγεί ότι, καθώς το δωμάτιο είναι μικρό, για να κατεβάσει το εντοιχισμένο κρεβάτι είναι αναγκασμένος να έχει μεταφέρει πρώτα την ντουλάπα φράζοντας την πόρτα. Το πρωί θα κάνει τις αντίθετες κινήσεις, θα κλείνει το κρεβάτι, θα γυρίζει την ντουλάπα στη θέση της κι έτσι η πόρτα θα μπορεί να ανοίγει. Ο Μίμης δεν αντιλαμβάνεται το γελοίο του πράγματος, δεν σκοπεύει να ξεφύγει γιατί έχει γοητευτεί από το περιβάλλον, και αφήνει τον Κλεόπα να τον μυήσει σε κάποιους από τους κανόνες του συλλόγου. Ο Μίμης νιώθει μεγάλη χαρά που επιτέλους βρήκε τον δρόμο του και απαλλάχτηκε από τα σύνδρομα των γονιών του. Είναι ευτυχής ακόμη κι όταν αντιλαμβάνεται ότι τα βλέμματα της Ανθίας και του Κλεόπα μοιάζουν με τα βλέμματα του ζευγαριού της φωτογραφίας στο παιδικό δωμάτιό του, ακόμη κι όταν αντιλαμβάνεται ότι και το δικό του βλέμμα αρχίζει να μοιάζει μ’ αυτά.

Και τώρα το σχόλιο: Τα παραπάνω τρία διηγήματα τα συνδέει, εκτός άλλων, ο μίτος της υποταγής. Κάποιοι άνθρωποι επιχειρούν να υποτάξουν κάποιους άλλους και οι δεύτεροι καλούνται να αντιδράσουν, καθώς ποτέ δεν θα πάρουν τη θέση των πρώτων. Είτε αντιδρούν παθητικά είτε διαφεύγουν αναλαμβάνοντας τους κινδύνους της πράξης τους είτε επιλέγουν μεταξύ εκείνων που θέλουν να τους διαφεντέψουν. Εν τούτοις, είναι προτιμότερο, πέρα από τις εξονυχιστικές ή όχι αναλύσεις, να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα ο αναγνώστης. Θα προσθέσω μονάχα ότι τα αρχικά Γ. Λ. στο διήγημα «Ακρωτήριο Απολυτάρες» σημαίνουν Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος.

Από τη θέση αυτή, θέλω να ευχαριστήσω τον Γιάννη Πατίλη που επέτρεψε στην έκδοση των διηγημάτων να χρησιμοποιηθεί απόσπασμα κριτικής του για τη διηγηματογραφία μου. Η συμβολή του Γιάννη Πατίλη στα Γράμματα είτε με την ποίησή του είτε με την έκδοση του λογοτεχνικού περιοδικού «Πλανόδιον» δεν είναι μόνο σημαντική, είναι καθοριστική. Ακόμη, θέλω να ευχαριστήσω τον Γιάννη Αλεξάκη που παραχώρησε το αγαπημένο μου έργο του «Πολιτικά ορθό» ώστε να κοσμήσει το εξώφυλλο του βιβλίου. Ο Γιάννης Αλεξάκης βρίσκεται πάντοτε στην πρώτη γραμμή των σύγχρονων εικαστικών μας, και θεωρώ ότι τα έργα του ξεχωρίζουν.

 

 

Ο Ευάγγελος Ι. Τζάνος γεννήθηκε το 1962 στην Αθήνα όπου ζει και εργάζεται. Εκπόνησε στο Ε.Α.Π. τη Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία με θέμα: Η Αγία Γραφή και η μαρτυρία της Ορθοδοξίας στο συγγραφικό έργο του Φώτη Κόντογλου (2018–2019)· είναι αναρτημένη στο https://apothesis.eap.gr.

Έντυπες εκδόσεις: Ένας νεανικός χρόνος, (θεατρικό έργο), Αθήνα 11990· Ενέδρα, (νουβέλες), εκδ. Μανδραγόρας, Αθήνα 2008· Λαβή, (διηγήματα), εκδ. Ηριδανός, Αθήνα 2011· Αφανισμός, (νουβέλα), εκδ. Ηριδανός, Αθήνα 2017· Το Πέρασμα της θρυαλλίδας, (διηγήματα), εκδ. Ηριδανός, Αθήνα 2020. Το διήγημα «Περίρρυτος τόπος Τάσου Λειβαδίτη. Η πόλη» περιλαμβάνεται στον συλλογικό τόμο «Πρακτικά 24ου Συμποσίου Ποίησης», εκδ. Περί Τεχνών, Πάτρα 2005.

E-books: Στην οδό Ευμολπιδών, (διήγημα), εκδ. Αρχίγραμμα, Αθήνα 2012. Σύνεργα, (διηγήματα), εκδ. Σαΐτα, Καβάλα 2012· Μελέτες (2004-2017), Αθήνα 2019, (1η ανάρτηση: 24grammata.com, σειρά: «εν καινώ»)· Ένας νεανικός χρόνος, (θεατρικό έργο), Αθήνα 22019, (1η ανάρτηση: ebooks4greeks.gr).

Τα Σύνεργα, η Ενέδρα, η Λαβή και ο Αφανισμός αποτελούν τα τέσσερα μέρη της τετραλογίας με τον τίτλο Το Τυχαίο.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top