Fractal

Δύο ανέκδοτα πεζά για την περιπέτεια της γραφής

Γράφει η Διώνη Δημητριάδου //

 

 

photo credit @ Matthew Brookes

 

 

 

 

Κεφαλαιώδη ζητήματα

Η σπασμένη αλληλουχία των λέξεων, των φράσεων που επιμένουν να ξεκινούν κάθε στίχο με κεφαλαίο. Κεφαλαιώδες ζήτημα, λοιπόν, η συνέχεια, όσο κι αν αυτή διασπάται, έτσι όπως ταχύτατα τραίνα διασχίζουν σταθμούς ζωής. Ζωή που μοιράζεται σε ηλικίες – σταθμούς, αδιαφορώντας για τους επιβάτες που καθυστερούν να ανέβουν στα βαγόνια. Κι είναι κι εκείνο το ξεχασμένο παιδί που τολμά ακόμη να κοιτάζει κατάματα τα φώτα αγνοώντας το επερχόμενο τούνελ. Με τα μπαγκάζια του αφημένα δίπλα, λες και πρόκειται να φύγει. Ποιος είναι, επομένως, αυτός που φεύγει; Μπορεί κανείς να ξεφύγει από το παιδί που καταχώνιασε σε κάποιο σταθμό σημαδιακό της ηλικίας του; Τέλος, είναι και η ωριμότητα. Ποτέ δεν ήταν περισσότερο αμφισβητούμενη. Αλλά και απολύτως σχετική και ευθέως ανάλογη με τις αποσκευές που κουβαλάει κανείς από σταθμό σε σταθμό. Ίσως ακόμη να μετράει και η ταχύτητα των τραίνων. Κανείς δεν συνειδητοποιεί τις αλλαγές μέσα του, αν δεν συμφιλιωθεί με τις παραμέτρους του βάρους και της ταχύτητας. Και πάλι, μετέωρο το ζήτημα μπορεί να είναι, αν σκεφτούμε το υπέρβαρο του όλου θέματος. Πόσο ζυγίζει ένα παιδί;

 

 

Επαναστατημένες λέξεις μέσα μου

Και τι να είναι άραγε η γραφή, και η λογοτεχνία και επιτέλους η ποίηση, κυρίως αυτή, τι είναι; Λέξεις που ακροβατώντας ισορροπούν στο εδώ και στο πιο πέρα της συνείδησης, κρεμιούνται απ’ το ταβάνι, αιωρούνται πάνω απ’ το κεφάλι μου, κατακρημνίζονται έπειτα, αδύναμες να σώσουν το κεφάλι τους, περιγελούν την άγνοιά μου –δεν σας γνωρίζω, δεν ξέρω πού με πάτε– κρύβομαι να μη με δουν μα αυτές με ξετρυπώνουν πάντα –δεν έχω βρει άλλη κρυψώνα απ’ τη ντουλάπα μου– πού να τις ξεγελάσω, πάντα θα με φέρνουν στη επιφάνεια του εδώ και τώρα να μιλήσω, κι ας μην έχω πάντα κάτι περίτεχνο να πω. Μίλα απλά, προστάζουν κι εγώ διαλύομαι, δεν ξέρω να ισορροπώ ούτε ποτέ μου τα κατάφερα να μάθω το ποδήλατο – πάντα θα πέφτω ακόμα κι από τους δέκα πόντους, μα η γραφή έχει απαιτήσεις, λεπτές ακροβασίες και ίλιγγο πολύ. Μάθε να πέφτεις, ψιθυρίζουν μέσα μου, φοβάσαι; Ο φόβος της γραφής, από τους πιο βαθιά κρυμμένους, με αντοχές πολλές, με επιχειρήματα κυρίως λογικά – αυτά ακόμα πιο πολύ σκοτώνουν την ψευδαίσθηση και ύστερα θρυμματίζουν τους καθρέφτες που επιμένουν να δείχνουν παραμορφωτικά τα είδωλα. Και λες να αφήσεις λοιπόν παράθυρα ανοιχτά, οι λέξεις να αναπνεύσουν, να φύγουν να χαθούν, να μη σε βασανίζουν. Και τότε αντί να εξαφανιστούν, λες και αυτό περίμεναν, ορμάνε μόνες στο χαρτί, σε κάνουν πέρα και χωρίς ανάσα γράφουν και γράφουν ασυνάρτητα. Έτσι νομίζεις. Αλίμονο. Το πιο ανυπόφορο είναι που βλέπεις αποτυπωμένη τη ζωή σου, τη αγωνία σου, τους φόβους σου γραμμένους πια. Και τότε ησυχάζουν, ηρεμούν οι λέξεις μέσα σου, βυθίζονται σε κώμα άγρυπνο. Να λες πως πέθαναν κι αυτές να αναπνέουν. Ως να έρθει πάλι η ώρα του ξεσηκωμού, της ανταρσίας η ώρα, η δική τους. Ατέλειωτη πορεία σωστική για τούτες και για σένα.

 

 

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top