Fractal

☆ «Είμαστε παράξενοι άνθρωποι, από τη μια μας τρομάζουν τα φαντάσματα κι από την άλλη δεν αντέχουμε να μην μας κυνηγάνε»

Γράφει ο Κωνσταντίνος Βασιλείου //

 

 

«Ανεμοδαρμένα ύψη» της Έμιλυ Μπροντέ

 

Στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά ανέβηκε η παράσταση «Ανεμοδαρμένα ύψη» σε σκηνοθεσία Γιάννη Καλαβριανού, στηριγμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Αγγλίδας Έμιλυ Μπροντέ (1818-1848), γραμμένο το 1847, που ήταν το μοναδικό της έργο.

 

 

Η συγγραφέας του μυθιστορήματος εξέδωσε το έργο της με αντρικό όνομα Έλλις Μπέλ, γεγονός ενδεικτικό της ήσσονος θέσης των γυναικών στην βικτωριανή συντηρητική κοινωνία του 18ου αιώνα. Αυτή η παρατήρηση εισάγει μια προβληματική για την σύνθεση της υπόθεσης, κυρίως όμως των χαρακτήρων, ήτοι ερμηνεύει εν πολλοίς τις ιδιοτυπίες και τη σκληρότητα των εμπλεκομένων προσώπων· προβάλλει επιπλέον την εσωτερική δύναμη γραφής της Εμ.Μπροντέ, που ανέδειξε με εμφανή δεξιοτεχνία την ατμόσφαιρα ενός τραγικού αδιεξόδου, στο οποίο βυθίζονται οι αδύναμοι θνητοί.

Πρόκειται για μια δημιουργία που αντανακλά τα ήθη της εποχής, πριν από διακόσια χρόνια και ενώ θα φαινόταν πως θα έχανε την αρχική φρεσκάδα της με την πάροδο του χρόνου, τελικά παραμένει ολοζώντανη και έντονα επιδραστική, λόγω των ιδεωδών χαρακτήρων και την ενάργεια της πλοκής, που υπηρετεί άψογα την εισχώρηση στα άδυτα της ψυχής και των συνειδήσεων. Εν ολίγοις, το μυθιστόρημα αυτό είναι διαχρονικό, δηλαδή κλασσικό. Συνδυάζονται στον μύθο, οι προκαταλήψεις, ο κομφορμισμός, οι απόπειρες ανατροπής των κανόνων, ο αγνός έρωτας, που δεν γνωρίζει κοινωνικές διακρίσεις, αλλά συντρίβεται από τα οικογενειακά ταμπού, οι ελπίδες ελευθέρωσης από την οπισθοδρόμηση, η αντιπαλότητα των ειλικρινών συναισθημάτων με τους στυγνούς απάνθρωπους κανόνες, τα αδιέξοδα των νέων και η υποχώρηση μπροστά στους εκβιασμούς, η λύτρωση που δεν έρχεται ποτέ, τα υπαρξιακά αδιέξοδα, η αλλοτρίωση, η ερεβώδης απώλεια, η αυτομαστίγωση των προσώπων, η εξαφάνιση του νηφάλιου λόγου, η απόρριψη του αδύναμου, τα οδυνηρά διλήμματα, η εξιδανίκευση της νοσταλγίας, ο κυνισμός του αποδιωγμένου, οι ρεαλιστικές αυταπάτες, η αδιέξοδη ματαιοδοξία, η αυταρέσκεια του ισχυρού, η κυριαρχία των ενστίκτων, η νεωτερική ερήμωση, η διαλεκτική των προκαταλήψεων, η ανάφλεξη των παθών, η συντριβή των ειδώλων, η εκδικητική σκλήρυνση, η απελπισία της ουτοπίας, η υποβόσκουσα οργή, η εξουθένωση του είναι, η αμετροέπεια των ισχυρών, η μικροψυχία, η ύστατη αναλαμπή του θριάμβου, η βίαιη παλινόστηση, η ένδεια της ανάνηψης, ο παραλογισμός του θανάτου, ο χλευασμός της αθωότητας, η παρωδία της τραγικότητας, η απαξίωση της αυθεντίας, η συντριβή των στερεότυπων, ο ηθικός αφοπλισμός των απογυμνωμένων, οι αντιφάσεις του αυτοοικτιρμού, η μισανθρωπία ως ερμηνεία, η απομυθοποίηση των πάντων, η αδήριτη απώλεια, η απαξίωση της προπέτειας, ο θρίαμβος της μοχθηρίας, η ηθική κατάπτωση του αδικημένου, το παραλήρημα του κλονισμού, ο θάνατος ως σημασία, η γιγάντωση της τυφλότητας, η μελαγχολία της κυριαρχίας.

Η Έμιλυ Μπροντέ πλέκει ένα κουβάρι χαρακτήρων και φέρει στην επιφάνεια της αντιφάσεις των θνητών· είναι ιδιαίτερα παραστατική, ως εάν να είχε ζήσει τα επεισόδια της διήγησης. Περιπαίζει την κοινωνική υποκρισία· ενώ κινείται μέσα σε μυθικό περίγραμμα περιγράφει αφοριστικές ρεαλιστικές στιγμές· εισάγει τον θάνατο στα δρώμενα ως εάν είναι ζωντανό όν, ισορροπώντας ανάμεσα στο ήσσον και το μείζον· κοχλάζουν τα αισθήματα απογυμνώνοντας την αλήθεια.

 

Εν ολίγοις η υπόθεση του έργου έχει ως εξής: Η Κάθριν Έρνσο ερωτεύθηκε τον υιοθετημένο αδελφό της Χίθκλιφ, αγνώστων φυσικών γονέων. Όλο το ιστόρημα περιστρέφεται γύρω από αυτή την αδιέξοδη σχέση, αφού οι κοινωνικοί κανόνες της εποχής απαγόρευαν γάμους μεταξύ ατόμων διαφορετικών κοινωνικών τάξεων. Ο αδελφός της Χίντλυ και η σύζυγος του Φράνσις δεν φέρθηκαν καλά στον Χίθκλιφ, ο οποίος εξαφανίσθηκε και η Κάθριν παντρεύθηκε τον Έντγκαρ Λίντον, γιο μιας επιφανούς γειτονικής οικογένειας. Ο πληγωμένος Χίθκλιφ πλούτισε και επέστρεψε ισχυρός στα Ανεμοδαρμένα Ύψη, όχι όμως, ο αγνός νέος του παρελθόντος, αλλά ένας βίαιος, σκληρός, κακός, εκδικητικός άντρας. Μισούσε τους πάντες, εξαρτημένος νοερά από την παλιά του σχέση με την Κάθριν· παντρεύτηκε την αδελφή του Έντγκαρ, Ισαβέλλα, η οποία δεν τον άντεξε και έφυγε με το παιδί που είχε εν τω μεταξύ γεννήσει. Ακολούθησε ο θάνατος της Κάθριν και ο αδίστακτος Χίθκλιφ απέκτησε τα Ανεμοδαρμένα Ύψη και το όμορο αρχοντικό των Λίντον· η θυγατέρα της Κάθριν και του Έντγκαρ, Κάθι, παντρεύτηκε τους εξαδέλφους της, πρώτα τον Λίντον (γιο του Χίθκλιφ και της Ισαβέλλας) και αργότερα τον Χέρτον (γιο του Χίντλέϋ και της Φράνσις). Ο Χίθκλιφ επισκεπτόταν συχνά τον τάφο της Κάθριν, της μόνης του αγάπης.

 

Όμως τί ακριβώς είναι τα «Ανεμοδαρμένα Ύψη»; Ειδικότερα, ακριβολόγησε η θεατρική της αναπαράσταση; Η σκηνική φαντασία υπηρέτησε τον μύθο; Οι αιφνιδιαστικές μεταπτώσεις των χαρακτήρων φόρτισαν τα αντανακλαστικά των θεατών; Οι ψυχικές ανατροπές των ηρώων ανταποκρίθηκαν σε λογικά δρώμενα και εισήγαγαν αυταπάτες, εξωπραγματικά άλματα, ονειρικά πετάγματα, αβαθή κλισέ, κακόηχους λόγους, απλοϊκά υποκριτικά τεχνάσματα, ευφυείς ψευδαισθήσεις, έντεχνη σπονδυλωτή διαδοχή επεισοδίων, κραυγαλέα συλλογιστική απορρύθμιση, ανεπεξέργαστη λειτουργικότητα του θέματος, αδυναμία σύμπτυξης σε θεατρικό συμβάν εκτεταμένων από τη φύση τους αφηγημάτων; Οι παραισθήσεις του νου συνέβαλαν στον εικονικό ρεαλισμό; Οι υποφώσκοντες κώδικες έπαιζαν θετικό ρόλο στην επικοινωνία με το κοινό; Η ανάφλεξη των ατομικών πληγών επέτυχε τον στόχο της δραματοποίησης; Οι προσωπικές συγκρούσεις ανέδυσαν με συνέπεια τον ψυχισμό των εμπλεκομένων προσώπων; Η σώρευση μεγάλου αριθμού επεισοδίων επιβάρυνε την απαιτούμενη ροή; Η εμφανής μανία του αδικημένου μήπως συνιστούσε αναληθή βάση των συμβάντων; Ήταν πειστικά εν τέλει τα απανωτά αντισυμβατικά πεπραγμένα; Ήταν κατάλληλα επεξεργασμένη η ηθογράφηση;

 

Ο Γιάννης Καλαβριανός, επηρεασμένος από τη μελέτη ενός λαμπρού ψυχογραφήματος, υπεισήλθε στα άδυτα της γοτθικής ατμόσφαιρας του 18ου αιώνα όπου κρατούσαν σκιές, σκοτάδια, κτυπήματα της μοίρας, ανεμοβρόχια, φαντάσματα, μνήμες, βαλτοτόπια του βρετανικού Γιορκσάιρ, ανθρώπινα πάθη, ανεκπλήρωτος έρωτας και σ υ ν έ θ ε σ ε μια δική του ανάπλαση, ένα θεατρικό πλέγμα, μια ουτοπική ελεγεία συντετριμμένων πρωταγωνιστών, έναν αληθή ύμνο στο αληθές παλίμψηστο ψυχών της Έμιλυ Μπροντέ.

Παραλλήλισε εύστοχα τον δαιμονικό ανεκπλήρωτο έρωτα Κάθριν-Χίθκλιφ, με τα πάθη που ανέβλυσαν, ως τιμωροί-ερινύες στα πρόσωπα της Μήδειας ή της Φαίδρας· σε όλη τη διάρκεια της παράστασης επικρατούσε απόλυτη σιγή και μόνον οι ηθοποιοί αντάλλασσαν φωνήματα, κραυγές, ήχους, μέσα σε ελεγχόμενα στάδια δράσης, σκληρότητας, αναμνήσεων, απώλειας, συντριβής, εκκωφαντικής μανίας, πάθους, διαστροφής, διαδοχικών θανάτων, εκδίκησης (Σημειώνεται, ότι ο Λουίς Μπουνιουέλ, στην κινηματογραφική μεταφορά του -το 1954- του μυθιστορήματος «Ανεμοδαρμένα ύψη», δίδαξε πως ο αποδιωγμένος θετός γιός Χίθκλιφ έγινε πλούσιος επειδή συμφώνησε με τον Σατανά!)

Επί σκηνής, στο φιλόξενο Πειραϊκό μέγαρο, αποτυπώθηκε εύστοχα η εποχή που γράφηκε το έργο· η τεχνητή ομίχλη, το κυρίαρχο μαύρο, οι ενδυμασίες, τα minimal έπιπλα και τα ασημικά στο αριστερό άκρο, ήταν οι μνήμες μιας αλλόκοτης εποχής. Επιπλέον, η άκρως συγκινησιακή υμνωδία των ηθοποιών, στην αρχή και στο τέλος της παράστασης, δίκην αρχαιοελληνικού χορού, προσέθεσαν ενάργεια και ηθικά προτάγματα προς εξαγνισμόν των ανενημέρωτων εραστών της θεατρικής τέχνης.

Προτέρημα της θεατρικής παράστασης ήταν η αφοσίωση του σκηνοθέτη στα συμβάντα του μυθιστορήματος, χωρίς να επιχειρήσει σύνδεση με σύγχρονες παραλληλίες· η ιχνογράφηση των χαρακτήρων αρκούσε για τον πρέποντα έλεον και φόβον. Αναδείχθηκε ιδανικά η τραγικότητα του βίαιου και αντιθετικού μείγματος έρωτα και μίσους που επεξεργάσθηκε τέλεια η συγγραφέας.

Στην επιτυχία της παράστασης συνέδραμαν η σκηνογραφία της Μαρίας Καραθάνου, τα κοστούμια της Αλεξάνδρας Μπουσουλέγκα και Ράνιας Υφαντίδου, η υποβλητική μουσική του Άγγελου Τριανταφύλλου, όπως και οι ακριβείς φωτισμοί της Εβίνας Βασιλακοπούλου.

Ο Γιώργος Γλάστρας πειραματίστηκε με την παράλογη διάσταση του εαυτού χωρίς ενδοιασμούς, βυθισμένος στο καθηλωτικό αφήγημα της Εμ. Μπροντέ. Ο αβυσσαλέος πόνος που κατέτρωγε τις σάρκες ενός παρία, όταν εύρισκε χώρο προς εκδίκηση, ήταν έργο ενός ικανού υποκριτή, με ξεχωριστή ιδιοφυΐα, διαίσθηση, προσαρμογή, υπέρβαση· η ερμηνεία του αντανακλούσε έναν συνεπή δραματουργό σαιξπηρικό, εξωπραγματικό, τερατώδη, μισητό, ισχυρογνώμονα· ήταν αξιομνημόνευτη η ενσάρκωση μέχρι μυελού του Χίθκλιφ, ενός αυτομαστιγούμενου απόμακρου θλιβερού προσωπείου και μάλιστα κινούμενου μέσα σε κοινωνικές νοοτροπίες, όχι εντελώς ξένες με τα σημερινά status. Ο εξέχων αυτός ηθοποιός συνεπαρμένος από τα πάθη του, έπειθε με παράδοξη δυσερμήνευτη μέθοδο, ότι τα επεισόδια της παράστασης, θα μπορούσαν να συμβούν και σήμερα. Η συντριπτικός έρωτας με την Κάθριν, που δεν εκπληρώθηκε, βρήκε επί τέλους κορύφωση, όταν ασπάστηκε τη νεκρή ερωμένη του πάνω στον τάφο της. Τα πρόσωπα, που αποτελούσαν τον περίγυρο έπαιξαν δευτερεύοντα ρόλο, αφού κυρίαρχα πρόσωπα ήταν ο Χίθκλιφ και η Κάθριν. Μέσα σε αυτό το θυελλώδες δράμα ο Γ. Γλάστρας έφερε εις πέρας την αποστολή του, ως λαμπρός και εξέχων πρωταγωνιστής.

Η Ιωάννα Κολιοπούλου, ως Κάθριν, είχε να αντιμετωπίσει τη συμβατική ζωή μιας παντρεμένης γυναίκας με έναν άντρα της τάξης της, και παράλληλα τον βαθύ έρωτά της με τον άσημο Χίθκλιφ («Η αγάπη μου για τον Έντγκαρ είναι σαν το φύλλωμα του δάσους, ο χρόνος θα την αλλάξει όπως ο χειμώνας αλλάζει τα δέντρα. Η αγάπη μου για τον Χίθκλιφ είναι σαν τα αιώνια βράχια αποκάτω. Λίγη ευχαρίστηση μου δίνει αλλά αναγκαία. Τον αγαπάω όχι επειδή είναι όμορφος, αλλά επειδή είναι ο εαυτός μου περισσότερο από όσο είμαι εγώ η ίδια»). Ήταν έξοχη στα νεανικά παιγνιδίσματα με τον Χίθκλιφ και στην εξαναγκαστική προσαρμογή της στη σκληρή πραγματικότητα. η ξαφνική επανεμφάνιση του Χίθκλιφ την αναστάτωσε. Η ευσυνείδητη ηθοποιός έφερε εις πέρας μια δύσβατη πορεία εσωτερικών συγκρούσεων με ιδιαίτερη δεξιοτεχνία, χωρίς μελοδραματισμούς ή παθιασμένες αντιδράσεις. Είχε υπεισέλθει στον ρόλο της και δεν χρειάστηκε να υψώσει παράταιρα το ανάστημά της για να αναδειχθεί αντάξια μιας πληγωμένης γυναίκας.

Η Αγγελική Λεμονή, ως αφηγήτρια Νέλυ, εξιστορούσε, όσο έπρεπε τα συμβάντα, συνδράμοντας θετικά στην κατανόηση της υπόθεσης· θετικό ρόλο είχε ο Γιώργος Μπινιάρης ως θρησκόληπτος Τζότζεφ, με τις χαριτωμένες παρεμβάσεις του· ο Δημήτρης Πάσας ως Έντγκαρ Λίντον, ήταν έκτακτος και αληθινός στον δύσκολο ρόλο του απαξιωμένου συζύγου· η Χριστίνα Μαξούρη ως Ισαβέλλα σύζυγος του Χίφκλιφ, η Μαρία Κωνσταντά ως Φράνσις, ο Γιώργος Μακρής ως Έρτον, η Λυγερή Μητροπούλου ως Κάθυ, ο Άγγελος Μπούρας ως Χίντλεϋ, και ο Γιώργος Μπένος, ως Λίντον, απέδωσαν ευσυνείδητα τους ρόλους που είχαν επωμισθεί, προσθέτοντας θετική αύρα στο περιβάλλον του Γιορκσάιρ.

Τα «Ανεμοδαρμένα Ύψη» εισέφεραν αίγλη στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιώς.

 

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top