Fractal

“Ένα παιχνίδι στο ξέφωτο του χρόνου”

Γράφει ο Ανδρέας Καρακόκκινος //

 

Νίκη Ροδοπούλου: “Χα!”, Εκδόσεις Τύρφη, 2019

 

Πρώτη παρουσία της Νίκης Ροδοπούλου στο χώρο της ποίησης με το βιβλίο της  Χα! που μέσα από τα 45 ποιήματα της συλλογής μας μεταφέρει τις σκέψεις και τα συναισθήματα της όπως αυτά γεννιούνται μέσα στη σημερινή καθημερινότητα της κοινωνίας  που όλοι μας ζούμε. Σκέψεις, συναισθήματα και ευαισθησίες της ποιήτριας μας που γίνονται ποίηση πότε ειρωνική και πότε αυτοσαρκαστική. Είναι όμως ευαίσθητη και τρυφερή ιδιαίτερα  όταν μιλά για μια αγάπη της ζωής της, το γιο της Νικόλα που του αφιερώνει όπως δηλώνει στην αρχή,  τρία από τα ποιήματα της συλλογής.

Η γραφή της είναι πηγαία, αληθινή, γεμάτη εικόνες και σε πολλά ποιήματα είναι αλληγορική,  με διακριτό το  φιλολογικό-φιλοσοφικό της βάθος.  Ο ποιητικός της λόγος είναι μια συνομιλία, όχι μόνο με τον εαυτό της αλλά και με το κάθε αναγνώστη, με το κάθε άνθρωπο  μέσα στο ταξίδι της ζωής στον αιώνα μας. Ένα ταξίδι που για τη ποιήτρια μας είναι «Το παιγνίδι του κόσμου» όπως και ο τίτλος του τελευταίου ποιήματος της συλλογής. Γράφει:

 

«Ένα παιχνίδι ξεκίνησα να παίζω/παιδί ακόμη όταν ήμουν/

να βρω το άνοιγμα/στο ξέφωτο του χρόνου»

 

για να κλείσει λέγοντας μας:

 

«Ενήλικας όντας τώρα/αναρωτιέμαι εγώ παίζω ακόμη/

ή είμαι εγώ το ίδιο το παιχνίδι»

 

Ξεκινώντας λοιπόν αυτό το ταξίδι-παιγνίδι  με τη ποιητική ματιά και λόγο της ποιήτριας, μας λέει μεταξύ άλλων στις «Αντικαταστάσεις», ένα από τα πρώτα ποιήματα της συλλογής:

 

Αεροπλάνα πήρα/αντί για πινέζες

Λουλούδια πήρα/αντί για χρώματα

Ανθρώπους πήρα/αντί για σπίρτα

έβαλα φωτιά στους φόβους/Κι όλα αυτά/γιατί ήθελα απλά

ο ουρανός να υποκλίνεται μπροστά μου/

και η γη να παραδίνεται στα χέρια μου/

όταν εγώ την περπατώ

 

Τι ζητά η ποιήτρια, τι ζητάμε όλοι μας σ΄ αυτό το ταξίδι της ζωής; Ποια είναι αυτά τα απλά πράγματα που την ομορφαίνουν και που όταν τα γευτούμε τα αναζητάμε για μια ακόμα φορά; Η απάντηση της ποιήτριας στο ποίημα «Η πρόσθεση» είναι πιστεύω, κοιτάζοντας τη ψυχή μας, η ίδια στο κάθε άνθρωπο.

 

«Μια φορά ακόμα/ να κυλήσω την ξεγνοιασιά μου στο γρασίδι/

να εκπνεύσω τα διλήμματα/να χορέψω με τα χρώματα/

με άλλα αγκαλιά με άλλα από μακριά/να εισπνεύσω εκπλήξεις/

ν’ ανέβω στις στέγες των συναισθημάτων/

να μου κοπεί η ανάσα από τη θέα/

να προσθέσω στις φορές/και να βγει ένα άθροισμα για πάντα.»

 

Αυτό το άθροισμα είναι που θα δώσει υπόσταση στη ζωή που μας δόθηκε.

Όπως έγραψε και ο Γιώργος Σεφέρης «Το σπουδαίο δεν είναι ν’ αλλάξουμε τη ζωή μας, ονειροπολώντας μιαν «άλλη», αλλά να κάνουμε να λαλήσει τούτη η ζωή, όπως μας δόθηκε, την καθημερινή, την ταπεινή, την ανθρώπινη, όπου το καθετί που μπορούσε να γυρέψουμε πρέπει να υπάρχει.»

 

Και στο ποίημα «Γραμμές» με μια δόση αυτοσαρκασμού και ειρωνείας μιλώντας για αυτά που θέλει να γράψει σε λίγες γραμμές και σαν από άλλο πλανήτη προερχόμενη, μας λέει:

 

« Και σκεφτόμουν τις γραμμές εκείνες τις άδειες του τετραδίου/που περιμένουν ένα χέρι να στηρίξει επάνω τους ένα νόημα/και οι γραμμές γίνονται οντότητες αντικρίζοντας/για πρώτη φορά αυτό που λέτε εσείς οι γήινοι ζωή»

 

Και σκέφτεται ακόμα  «τις γραμμές που αφήνουν τα  αεροπλάνα», «τις γραμμές στους δείκτες του ρολογιού/που μας δείχνουν κατακερματισμένη τη ζωή μας» και τις  γραμμές που έγιναν κουκίδες  «περνώντας από κλειδαρότρυπες όπως/η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων.»

 

Και καταλήγει λέγοντας:

 

«Και τότε θυμήθηκα τις γραμμές που χάραξα στον τοίχο/για να μετράω τις ημέρες εκείνες τις ανέλπιδες/και σκεφτόμουν πως μετά από χιλιετίες/ίσως ερχόταν ένας αρχαιολόγος και/ίσως προσπαθούσε να εξηγήσει/την δυσνόητη τοιχογραφία/και σαν τον Δίσκο της Φαιστού το νόημα/των γραμμών μου θα έμενε/για πάντα ακατάληπτο»

 

Εκτός από την Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων, η ποιήτρια κάνει χρήση και άλλων  προσώπων μέσα από μύθους και παραμύθια για να μας πει τις σκέψεις της. Σε ένα εξαιρετικό ποίημα, το «Νανούρισμα», γράφει: «Είδα βροχές που/πότισαν το νου μου/και φύτρωσαν παραμύθια/να λέω στις σταγόνες καθώς/πέφτουν από τον ουρανό/στη γη για ύπνο» και συνεχίζει σε άλλα ποιήματα   όπως ο μάγος Μέρλιν που την έμαθε ένα κόλπο να εξαφανίζει τις απαιτητικές φιγούρες στο ποίημα «Μαγικά!,  ο «Ξυλοπόδαρος» που ξεγελά τα δέντρα και   «H Χιονάτη και oi επτά νάνοi» όπου φορώντας μια κουκούλα θα εξαφανίζεται μέσα στους νάνους.

 

Νίκη Ροδοπούλου

 

Όπως ανάφερα στην αρχή τρία ποιήματα είναι αφιερωμένα στο γιο της Νικόλα. Στο ποίημα «Εσύ αγάπη μου» γράφει μεταξύ άλλων:

 

«Το σ’ αγαπώ είναι λίγο τόσο λίγο/όταν είσαι διψασμένος/

εσύ αγάπη μου/ξάστερος ουρανός

με πουλιά αστέρια στολισμένος

 

Και στο ποίημα Άμστερνταμ δηλώνει:

 

«όλα τα πλάσματα από κάθε γωνιά της γης

και όλους τους πολιτισμούς/ξεκίνησαν να ‘ρθουν

να δουν από κοντά/τι πάει να πει/αγάπη»

 

Και τα συναισθήματα της ποιήτριας- μητέρας, στο τρίτο ποίημα για το γιο της απογειώνονται πολύ πιο πάνω από τα σύννεφα λέγοντας μας στο ποίημα  «Αστροναύτης»:

 

«Έτσι βαδίζω χαρούμενη/ στους δρόμους, /

σαν τον Armstrong/που πάτησε πρώτος στη σελήνη,/

ντυμένη αστροναύτης»

 

Το λεξιλόγιο στη ποίηση της Νίκης Ροδοπούλου ενώ είναι απλό και καθημερινό, ακολουθεί μια δικιά της φόρμα μετατρέποντας το σε ποιητικό και χτίζει τη ποίηση της πάνω σε μεταφορές και αλληγορίες που κάνει τον αναγνώστη να αναζητήσει τη βαθύτερη σκέψη της.

Αναφέρω μερικούς στίχους:

 

«Σε δείπνο κάλεσα/το Άλφα και το Ωμέγα/ αρχή και τέλος/
να κάνουν μια ανακωχή» [«Το δείπνο»]

 

«Τα χέρια μου ήταν κλαδιά/που κάθισαν πουλιά να ξαποστάσουν/

τα πόδια μου βολβοί με ρίζες/που διέσχισαν βαθιά τη γη»
[«Ταυτότητα»]

 

«Ψάχνω έναν εθελοντή/να στείλω πίσω στον χρόνο/εγώ φοβάμαι/

να πάει να βρει/εκείνες τις υποχθόνιες ώρες» [«Εθελοντής»]

 

«Ακούω τις σκέψεις/ανεβαίνουν τα σκαλοπάτια/οι ερωτήσεις ετοιμάζονται/να χτυπήσουν το κουδούνι/τους υποδέχτηκα»

[«Ομόφωνη απόφαση»]

 

Ένα άλλο ξεχωριστό χαρακτηριστικό της ποίησης της Ροδοπούλου είναι ότι οι στίχοι είναι γεμάτοι εικόνες, και ο ρυθμός του ποιήματος ακολουθεί τη κίνηση των εικόνων, κάνοντας έτσι τη ποιητική αφήγηση, κινηματογραφική.

Ενδεικτικό παράδειγμα το εμβληματικό κατά την άποψη μου ποίημα «Στο πάρτυ του  Jean Cocteau»

 

«Οι ταπετσαρίες στους τοίχους/έχουν πιάσει συζήτηση

με τις λάμπες/οι καναπέδες χορεύουν/με τις κουρτίνες

η βιβλιοθήκη αλλάζει/δίσκους στο πικάπ

εγώ στο μπαλκόνι/απλώνω ψηλά το χέρι

τα νέφη παίρνω/τα ρίχνω στο ποτό μου

και τα πίνω μονομιάς»

 

Οι εικόνες μέσα στο ποιητικό της λόγο είναι τρυφερές όπως στο ποίημα CL0SER

 

Κάθε μέρα λίγο πιο κοντά/με τις χειρονομίες που θέλω να γνωρίσω/

-και να τις πάρω βόλτα από το χέρι/ένα κυριακάτικο πρωινό/Έτσι έρχομαι λίγο πιο κοντά/κάνοντας κουτσό πηδώντας/μερικά πλακάκια

 

το ίδιο τρυφερές και στο ποίημα   Η ΠΑΣΧΑΛΙΤΣΑ

 

«Η πασχαλίτσα που κρατούσαμε/στην παλάμη όταν ήμασταν παιδιά/

ήρθε και με επισκέφθηκε/περπάτησε στο χέρι μου για λίγο/σαν και τότε και μετά άνοιξε/τα φτερά και έφυγε/»

 

Αλλού οι στίχοι δείχνουν το θυμό της ποιήτριας όπως στο ποίημα

«DESTINATION FINALE»

 

«Να σκοτώσω με μαχαίρι τέτοιο/που να μην φαίνεται στη λάμα/

ο αντικατοπτρισμός»

 

Και αλλού ο στίχος είναι ερωτικός όπως στο ποίημα  SEX

 

«μια γνωστή φωνή ακούγεται/από το δωμάτιο «come on baby light my fire»/αριστερά να τραγουδά»

 

Όλες αυτές οι εικόνες ξεπετάγονται στη γραφή της ποιήτριας μας όχι μονάχα από την ευαισθησία της αλλά και από το στοχασμό της για την  ζωή.

Γράφει στο ποίημα  «Οι ώρες»

 

«Το πρωί το χάραμα όταν ξυπνάω/και βγαίνω μόνη στο μπαλκόνι/

αυτές οι ώρες/είναι οι δικές μου»

 

Και όταν οι ώρες γίνονται χρόνια τότε όπως μας λέει στο «Μόνο για σήμερα»

 

«Δεκαπέντε χρόνια/κοντεύουν να περάσουν/

και τρόμαξα μόλις κατάλαβα/την απόσταση που άφησα/

πίσω μου να με κυνηγά/Μνήμες ξαφνικά εμφανίζονται/

επιδειξίες  στο κεφάλι μου»

 

Και αναλογίζεται τη ζωή του χτες, του σήμερα, του αύριο

 

«Σαν εκείνη την ελπίδα/που φέρνει κάθε νέο ξημέρωμα/

με καινούργιες ιστορίες εικόνες και ανθρώπους/

που θες και δεν θες να γνωρίσεις/

Σαν εκείνη την ευτυχία που ένιωσες κάποιες στιγμές/

και φώναξες δυνατά ναι! Η ζωή είναι ωραία!»

 

Και μιλά σε πρώτο πρόσωπο γιατί τα λόγια της, οι στίχοι της είναι ένα κομμάτι από το κάθε άνθρωπο, βλέπει με τα μάτια όλων μας τα δεινά της ανθρωπότητας και όπως μας λέει χαμογελώντας στο ποίημα Χα μια και αυτή είναι μια εξωγήινη που ήρθε να πει   σε μας  τους γήινους ότι

 

« θα φωνάξω/από το στόμα μου θα γεννηθούν πατρίδες/

χωρίς σύνορα και φυλακές»

 

Αν κοιτάξουμε όλοι μας το κόσμο από ανατολή σε δύση , από βορρά και νότο

ο άνθρωπος ανάβει παντού φωτιές, με πολέμους, με πρόσφυγες που αναζητούν καινούργια πατρίδα, με καταστροφές του περιβάλλοντος που μοιραία μας οδηγούν στην αυτοκαταστροφή γιατί αυτό το παιγνίδι έχουν επιβάλει. Και η ποιήτρια μας να αναρωτιέται στο τελευταίο ποίημα της συλλογής «Το παιγνίδι του κόσμου»

 

«αναρωτιέμαι/καθώς πλησιάζω/σε μια στιγμή/

σε ένα άνοιγμα/το παιχνίδι του κόσμου»

 

Η Νίκη Ροδοπούλου κάνει τη πρώτη της εμφάνιση στα ποιητικά δρώμενα με ξεχωριστή γραφή, και μια ευαίσθητη ματιά , με μια ποίηση που υπόσχεται μια δυναμική συνέχεια.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top