Fractal

«Να θάψουμε ό,τι απέμεινε από τους δικούς μας»

Γράφει ο Γιώργος Ρούσκας // *

 

Δοκιμή Προσέγγισης της Κινηματογραφικής Ταινίας του σκηνοθέτη Φερέντς Τούρουκ (Ferenc Török) «1945» (Ουγγαρία)

 

Η ταινία αρχίζει με ένα τρένο που έρχεται σε ένα μικρό χωριό. Κατεβαίνουν δύο πονεμένες ψυχές. Η τοπική κοινωνία πανικοβάλλεται. Βγαίνουν από μόνα τους τόσα πολλά στη φόρα, που ώρες μετά αναρωτιέσαι ακόμα για πολλά.

 

Πώς μπορεί μια κοινότητα ανθρώπων να σταθεί πάνω στο ψέμα; Πάνω στην αδικία, στην εκμετάλλευση, στην υφαρπαγή; Πώς μπορεί ένα χαρτί με σφραγίδες να επισημοποιήσει την κλοπή; Πώς γίνεται όλοι να είναι συνένοχοι και να συνεχίζουν τη ζωή τους σαν να μην συμβαίνει τίποτε; Πώς τα ανείπωτα καταγράφονται και περιμένουν –μπορεί και χρόνια– την κατάλληλη στιγμή για να ειπωθούν; Πόσα νόθα παιδιά υπάρχουν στο χωριό; Πόσοι βιασμοί; Πόσες ανήθικες δράσεις; Πόση καταπίεση; Πόσα σκυμμένα κεφάλια; Πόσες κρυφές συναλλαγές; Πόση υποκρισία μπορεί να κρύβεται κάτω από μια φαινομενική ευταξία; Τι είναι διατεθειμένος κάποιος να θυσιάσει ώστε να διατηρήσει την οικονομική και κοινωνική του θέση (status); Πόσο εύκολο είναι να πουλιέσαι καθημερινά για να εξασφαλίσεις το δικαίωμα στην επιβίωση; Πόσο δικαιολογημένο είναι; Πώς μπορείς να έχεις το δικράνι στο χέρι έτοιμος να σκοτώσεις και λίγο αργότερα να είσαι στην εκκλησία κάνοντας τον σταυρό σου, δοξολογώντας τον Ύψιστο, σαν να είναι το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο;

 

Πόσο αρνητικός είσαι απέναντι στην ετερότητα;

Γιατί με δυσκολία δέχεσαι –συγκαταβατικά εν τέλει αν δεχθείς– το δικαίωμα στον άλλο να θάψει ό,τι απέμεινε από τους δικούς του; Πόσο ο ρατσισμός έχει παγιωθεί μέσα στον άνθρωπο; Όχι μόνο ο φυλετικός ή ο θρησκευτικός (Εβραίοι) μα και ο οικονομικός (πλούσιοι – φτωχοί), ο πολιτικός (δικοί μας – δικοί τους), ο κοινωνικός – διαρθρωτικός (κοινοτάρχης – πολίτες), ο εξουσιαστικός (όργανα τάξης – απλοί δημότες), ο εθνικός (εντόπιοι – ξένοι), του φύλου (άντρες – γυναίκες), της ομορφιάς (όμορφος – άσχημος) και τόσοι άλλοι; Τι έχει αλλάξει από τότε ως σήμερα;

 

Πώς οι τύψεις βγαίνουν στην επιφάνεια με το παραμικρό βότσαλο που πέφτει στην επιφάνεια της λίμνης της υποκριτικής αταραξίας, εκεί όπου δεν υποψιαζόσουν καν τη λάσπη που βασιλεύει στο βυθό της;

 

 

Πόσα είσαι ικανός να κάνεις προκειμένου να επιβιώσεις εσύ και η οικογένειά σου; Μπορείς να φτάσεις και στο να εξαφανίσεις άλλες οικογένειες προκειμένου να ζήσει η δικιά σου; Να καταδώσεις; Νομιμοποιείται η δολοφονία, η προδοσία, η ρουφιανιά; Μπορείς να εκμεταλλεύεσαι τον άλλο οικονομικά, σεξουαλικά, ψυχολογικά; Στο όνομα τίνος;

Πόσες περιουσίες Εβραίων – και όχι μόνο – ανά την υφήλιο αρπάχτηκαν με το έτσι θέλω και δόθηκαν σε πιστούς του κρατούντος συστήματος;

 

Τι είναι πατρίδα; Τι είναι άνθρωπος; Πώς ορίζεται το μεγαλείο της ψυχής; Πώς μπορείς να διακηρύσσεις τη μετάνοια, την ανθρωπιά, την αλληλεγγύη όταν εσύ ο ίδιος στην πραγματικότητα δεν τα εφαρμόζεις, αφού δεν τα πιστεύεις;

Τι εξουσία έχει ο άντρας πάνω στη γυναίκα; Ο γονιός πάνω στο παιδί; Ο προϊστάμενος στον υφιστάμενο;

Ποια η σχέση πατέρα και γιού; Τρία ηχηρότατα παραδείγματα στην ταινία. Ποια η σχέση μάνας και γιού; Δίνεται έξοχα στο έργο. Μάνας και κόρης; Απαράλλαχτη ως τα σήμερα, αποτυπώνεται άψογα. Πεθεράς και μέλλουσας νύφης; Ουγγαρία – Ελλάδα, τότε και τώρα, και στα δύο «σημειώσατε Χι»

 

Πού στηρίζονται οι περισσότεροι γάμοι; Γιατί άλλον θέλεις και άλλον παντρεύεσαι;

Πώς ένας απλός αγωγιάτης μπορεί να αποδειχθεί καλός Σαμαρείτης; Πόση σοφία μπορεί να κρύβει η απλότητα; Η ολιγάρκεια; Η σιωπή;

Πώς η εμφάνιση και μόνο του εξαπατημένου μπορεί να ξυπνήσει το φόβο και να τα ανατρέψει όλα;

Σβήνει ποτέ το μίσος; Εξαλείφονται τα ποθημένα από την ανθρώπινη ψυχή; Η δίψα για εκδίκηση; Η λαχτάρα για τιμωρία;

Νομιμοποιείσαι να αυτοδικείς; Σου παρέχουν οι υλικές απολαύσεις γαλήνη και ισορροπία;

Όλα τούτα και πολλά ακόμη γεννιούνται και συνδιαλέγονται εντός σου με το που βλέπεις το έργο.

 

 

Καλογυρισμένο σε ασπρόμαυρο φίλμ, με πάρα πολύ καλές (πειστικότατες)   ερμηνείες σε μοιρασμένους ρόλους όπου όλοι είναι συμπρωταγωνιστές, με εξαιρετική φωτογραφία, άψογη σκηνοθεσία και άφθονες υπαινικτικές ή άμεσες σημειολογικές αναφορές, δεν θα αφήσει αδιάφορο κανέναν. Η επιλογή των προσώπων (casting) δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερη. Φυσιογνωμίες που ταιριάζουν απόλυτα με το πρόσωπο που καλούνται να υποδυθούν, φέρουν επάνω τους ευκρινώς διακριτή τη φθορά του χρόνου, τη δουλικότητα ή την αρχομανία, την επιπολαιότητα, την καλοπέραση ή τη σκληρότητα του μεροκάματου, τον πόνο, τον καθωσπρεπισμό, τη λαχτάρα για ζωή,…

Υπάρχουν και εδώ γέρο λαδάδες, σουλτανίσκοι, μπέηδες, αδικούντες, αδικημένοι, συνένοχοι και φυσικά «ο Χριστός ξανασταυρώνεται», με τη διαφορά πως εδώ οι Σταυροί είναι περισσότεροι.

 

Δεν είναι εύπεπτο έργο. Δεν απευθύνεται σε όσους θέλουν να δουν κάτι για να περάσει η ώρα. Δεν είναι ούτε βαρύ, δεν σε «πλακώνει». Έχει ροή, πλοκή και πάνω από όλα, έχει πολλούς διαλόγους, οι οποίοι διαρθρώνονται σε τρία επίπεδα: στης σιωπής, στου «λακωνίζειν» ή στης απολύτως αναγκαίας χρήσης του λόγου.

 

Τοποθετείται χρονικά σε μια συγκεκριμένη περίοδο –αυτή που λέει και ο τίτλος του– στην Ουγγαρία της εποχής εκείνης, με τρόπο που να σε παραπέμπει σαφώς και στην Ουγγαρία του σήμερα με τον ακροδεξιό τιμονιέρη της. Βασικό ερώτημα: Πόσα έχουν αλλάξει εκεί από τότε ως τώρα; Πόσα έχουν αλλάξει εδώ από τότε ως τώρα; Στον κόσμο;

 

 

Τελειώνοντας, ένα μαύρο πάλι τρένο φεύγει έχοντας μαζί του τους δυο που είχαν έρθει, ξαλαφρωμένους κάπως από τον αρχικό τους πόνο αλλά και εντελώς από  αποσκευές. Επιβιβάζεται ακόμη ένας πονεμένος νέος, ο οποίος τόλμησε να πάρει τη ζωή στα χέρια του, βαδίζοντας πλέον με τις αξίες του στο άγνωστο αύριο, μόνος μεταξύ αγνώστων.

Ο μαύρος καπνός της αμαξοστοιχίας στον ουρανό, διαλύεται μέσα στην απεραντοσύνη, έτσι όπως διαλύονται τελικά όλες οι ανθρώπινες συμπεριφορές στην κλίμακα του πεπερασμένου, έτσι όπως διαλύεται από το σύστημα η ιστορική μνήμη (η ταινία προσφέρει, αντιδρά, κρούει κώδωνες, εμείς τι κάνουμε γι αυτό;) και εν τέλει έτσι όπως απορροφάται μέχρι εξαφανίσεως ο χρόνος. Ναι, όλα σε συνάρτηση του χρόνου, όπως και ο χρονολογημένος τίτλος της ταινίας.

 

Η επαναλαμβανόμενη δις σκηνή (μια στην αρχή του έργου και μια στο τέλος) με το μεταλλικό σταυρό κάτω αριστερά στο κάδρο, το θλιβερό δρόμο ανάμεσα στα θερισμένα χωράφια και τις δυο μαυροντυμένες ανθρώπινες μορφές να περπατούν με αξιοπρέπεια και πόνο έχοντας στους ώμους τους όλο το βάρος της ύπαρξης μα και την ευθύνη της ίδιας τους της συνέχειας είναι τόσο αριστουργηματικά αποτυπωμένη, που με στοίχειωσε για πάντα. Η έλευση του πόνου με καλοκαιρία, η αναχώρηση ενός άλλου πόνου με βροχή, καθόλου τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί.

 

 

Η ροή συνειρμών, σκέψεων και συσχετισμών που προκλήθηκε πολλές φορές χωρίς τη χρήση λέξεων, δείχνει την ποιότητα της σκηνοθεσίας και την αρμονία της συνεργασίας της με τη φωτογραφία.

 

Επιγραμματικά, η ταινία διαπραγματεύεται τη θεμελιώδη αρχαία ελληνική φιλοσοφική θεώρηση: «ὓβρις – ἂτη – νέμεσις – τίσις».

 

Από τα καλύτερα έργα της χρονιάς ως τώρα· ποίηση στη μεγάλη οθόνη με υψηλό επίπεδο συμπόρευσης ρεαλισμού και λυρισμού, το συνιστώ ανεπιφύλακτα και ως ταινία, και ως ιστορική καταγραφή αλλά και ως δοκίμιο με τίτλο «πού ήμασταν, πού είμαστε και πού πάμε».

Πρώτη κίνηση για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε μπροστά; Ίσως να θάψουμε ό,τι απέμεινε από τους δικούς μας (ανθρώπους, σχέσεις, πόνους, σαράκια, …), φυλάσσοντας στη μνήμη την ιστορία τους – που είναι και «μας»  – και μεταδίδοντάς την. Την Ιστορία αυτή που δεν γράφουν εύκολα τα βιβλία· αυτή που γράφουν οι μικροί, ασήμαντοι για το σύστημα, μα τόσο σημαντικοί για την ανθρωπότητα καθημερινοί άνθρωποι.

 

 

 

* Ο Γιώργος Ρούσκας είναι ποιητής

 

 

 

Πληροφορίες

Σκηνοθεσία: Ferenc Török

Σενάριο: Gábor T. Szántó & Ferenc Török

Διεύθυνση φωτογραφίας: Elemér Ragályi

Μοντάζ: Béla Barsi

Ήχος: Tamás Zányi

Μουσική: Tibor Szemző

Ηθοποιοί: Péter Rudolf, Bence Tasnádi, Tamás Szabó Kimmel

Παραγωγή: Katapult Film

Παραγωγός/Παραγωγοί: Iván Angelusz, Péter Reich, Ferenc Török

Καλλιτεχνική διεύθυνση: László Rajk

Κοστούμια: Sosa Juristovszky

Μακιγιάζ: Anna Tesner

Φορμάτ: DCP

Χρώμα: Ασπρόμαυρο

Χώρα Παραγωγής: Ουγγαρία

Έτος Παραγωγής: 2017

Διάρκεια: 91΄

Βραβεία/Διακρίσεις: Βραβείο Κοινού – 2017 Miami Jewish Film Festival, ΗΠΑ

Βραβείο Κοινού – 2017 Budapest Titanic IFF, Ουγγαρία

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top