Fractal

Το εργαστήρι του συγγραφέα: Ανδρέας Μήτσου

AndreasMitsou_cover“Η εξαίσια γυναίκα και τα ψάρια”,
Εκδόσεις Καστανιώτη, 2014

Πρόκειται για είκοσι διηγήσεις, είκοσι εκδοχές της ίδιας ιστορίας. Ενός ηλικιωμένου άντρα που πέφτει σε αργοπορημένο έρωτα με γυναίκα η οποία έχει τα μισά του, σχεδόν, χρόνια. Το απόσταγμα αυτής της ασύνετης εμπλοκής του, η ήττα του και η συνακόλουθη θλίψη. Μια θλίψη, ωστόσο, διυλισμένη και διακριτική, αποτύπωση της μοναδικής παρηγοριάς και της ομορφιάς που είχε λάβει από εκείνον τον έρωτα. Για ένα απροσδιόριστο διάστημα ο ηλικιωμένος άντρας είχε δικαιώσει και κατακυρώσει τον χρόνο του, είχε διαγράψει την προοπτική του θανάτου, είχε ξανανιώσει.
Στις διαφορετικές ιστορήσεις του ο αφηγητής, αυτό ακριβώς επιχειρεί να ορίσει και να υπολογίσει. Την διάρκεια αυτού του ανταποδοτικού χρόνου, του χρόνου που ο έρωτας ανταμείβει. Πόσο κρατάει.
Ιχνηλατώντας στο βυθό της συνείδησης, ψηλαφώντας ακόμα το κορμί του, ανασύρει μνήμες ζέουσες. Μ’ αυτές επιχειρεί να εξορκίσει τώρα το κακό και να δικαιολογήσει την παρουσία του. Κατά τη γνώμη του αφηγητή ο έρωτας είναι η μόνη δύναμη που ωθεί το πλοίο της ζωής, ο αποκλειστικός ίσως, λόγος για να κωπηλατεί κανείς στο πέλαγος της καθημερινής πλήξης και να μην αφεθεί να πνιγεί.
Η μνήμη παραμένει βέβαια ζωντανή, αφού «vivit sup pectore vulnus», «ανοιχτή θα μένει η πληγή κάτω από το στήθος», όπως επιμένει ο Βιργίλιος. Γιατί υπάρχουν όσοι έχουν μνήμη, όσοι ζουν συνειδητά, όσοι εγγράφουν μέσα τους, εκείνοι που δεν απωθούν τα γεγονότα, άρα και τα πρόσωπα –αφού χωρίς πρόσωπα δεν υπάρχουν γεγονότα– υπάρχει και ο άνθρωπος ο «λάθε βιώσας». Αυτός τρέχει όλη την ώρα, να γλυτώσει, να αποφύγει την συνάντηση με τον εαυτό του.
Όλες τις διηγήσεις τις χαρακτηρίζει μια εύλογη, κατά τη θεώρηση του συγγραφέα, υπερβολή. Όμως όλα τα αληθινά, υφίστανται στην υπερβολή τους, αλλιώς δεν υπάρχει λόγος να αποτυπώνονται. Τότε δεν είναι αληθινά, είναι μέτρια, άρα σχετικά και ψεύτικα.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, στο πρώτο αφήγημα, ο μεσήλικας άντρας αναγκάζεται να βοσκήσει τα λουλούδια που κρατάει στα χέρια του, αφού η κοπέλα που περιμένει τον «στήνει» και δεν έρχεται στο ραντεβού. Σε άλλα διηγήματα ο «ήρωας» φτάνει ως την παράκρουση, θυσιάζοντας ζώα που του ξυπνούν μνήμες, ή επιχειρώντας ακόμη να αυτοχειριαστεί, αλλού βαδίζει στην επικράτεια του ονειρικού και βιώνει την πραγματικότητα με υπερβατικούς τρόπους και την αλήθεια του με ποιητική ενατένιση. Η πλοκή των ιστοριών που παρουσιάζονται ως πραγματικά και φυσικά, ως ρεαλιστικά συμβάντα, αποτελούν προφάσεις, για να δηλωθεί υπαινικτικά η κεκρυμμένη ιστορία και ο άσβεστος καημός. Με όλα τα άδηλα και τα αφανή του.
Οι δεκαέξι διηγήσεις, εκδοχές της απόλυτης ήττας του ηλικιωμένου άντρα, συμπληρώνουν η μία τη άλλη, αναπτύσσουν και εκθέτουν ευδιάκριτα την περιπέτειά του.
Οι υπόλοιπες τέσσερις, επιχειρούν μια σύνοψη, έναν απολογισμό, της μέχρι τώρα ζωής του, υπό αυτό το πρίσμα, της ερωτικής απώλειας. Ο συναισθηματικός τόνος ωστόσο, δεν εκπίπτει σε αισθηματολογία, η λύπη είναι ρωμαλέα, αξιοπρεπής και ταυτόχρονα διακριτική. Η απεγνωσμένη απόπειρα να φωτίσει «τις αιτίες που μ’ αφήνουνε μισό», όπως λέει ο Σαββόπουλος, οι αιτίες που κομίζουν την ήττα και τη φθορά, ελπίζεται να δικαιώνεται, εν τέλει, αφού η αφήγηση κυλάει πάνω στις ράγες μιας γλώσσας πυκνής, με ρυθμό και κομψότητα, κατά «το εικός και το αναγκαίο» της αλήθειας αυτής.
Σαν ψάρι πηδάει ψηλά από τα νερά ο ήρωας των αφηγήσεων για να τον δει, για μια μόνο στιγμή, η γυναίκα, για να προλάβει να τον δει. Έτσι επιδεικνύεται, και μ’ αυτόν τον τρόπο επιχειρεί να γοητεύσει. Όμως σ’ όλες τις διηγήσεις, οι γυναίκες κοιτάζουν αλλού και δεν βλέπουν τα θαύματα που συντελούνται στην επιφάνεια των νερών. Στην προφάνεια της ζωής τους. Αφού οι γυναίκες που αγαπούμε, όπως διατείνεται ο αφηγητής, και στο διήγημα «το πιο βολικό ψέμμα», είναι τυφλές.
Ο συγγραφέας παρακολουθεί τον αφηγητή του με κατανόηση και συμπάθεια, στην προσπάθειά του να δικαιολογήσει αυτή τη φυσική φορά και τάξη των πραγμάτων.

 

AndreasMitsou_photoΑνδρέας Μήτσου, ένα μικρό βιογραφικό.
Κατάγεται από την Aμφιλοχία. Έχει σπουδάσει αγγλική λογοτεχνία, ελληνική φιλολογία και είναι διδάκτωρ Φιλοσοφίας. Έχει εκδώσει εννιά συλλογές διηγημάτων, τέσσερα μυθιστορήματα και μία νουβέλα. Tο μυθιστόρημά του «Tα ανίσχυρα ψεύδη του Oρέστη Xαλκιόπουλου» τιμήθηκε το 1996 με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος. H συλλογή διηγημάτων του «Σφήκες» απέσπασε το Bραβείο Γραμμάτων Κώστα Ουράνη της Aκαδημίας Aθηνών το 2002. Tο 2007 η νουβέλα του «O κύριος Eπισκοπάκης» τιμήθηκε με το Bραβείο Aναγνωστών (EKEBI – EPT), ενώ την επόμενη χρονιά διασκευάστηκε για το θέατρο από τον ίδιο τον συγγραφέα και ανέβηκε στο «104 Kέντρο Λόγου και Tέχνης» σε σκηνοθεσία του Στέλιου Mάινα. Έργα του έχουν ανθολογηθεί και μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες. Εργάστηκε ως φιλόλογος στη δημόσια εκπαίδευση και ως σχολικός σύμβουλος φιλολόγων στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση Αθήνας.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top