Fractal

Πόσο άγρια είναι τελικά η ανθρώπινη αγκορτσιά; Δοκιμιακή προσέγγιση στην ταινία του Νουρί Μπιλγκέ Τσεϊλάν «Η Άγρια Αχλαδιά»

Γράφει ο Γιώργος Ρούσκας // *

 

Είσαι νέος, μόλις πήρες το πτυχίο σου στα παιδαγωγικά και ονειρεύεσαι το μέλλον. Εσύ και ο Χρόνος. Τα όνειρα και ο Χρόνος. Εσύ και τα Όνειρα. Ιδού ένα τριπλό κλειδί του έργου. Πώς η φτώχια, η ανεργία, ο φόβος, η ασυνεννοησία, το κατεστημένο, οι πεποιθήσεις και γενικότερα οι κρατούσες αντιλήψεις δηλητηριάζουν τα όνειρά σου, τα φρενάρουν και σε προσγειώνουν στη θλιβερή (φτιαγμένη από άλλους) πραγματικότητα! Πώς οδηγούν στη φανέρωση της τραγικότητας της ύπαρξής σου, η οποία αρνείται να προσαρμοστεί σε όλα τούτα τα ξένα προς αυτήν και λαχταρά φρέσκο αέρα λευτεριάς και δημιουργίας! Από πού να πιαστείς…

Από την οικογένεια; Τετραμελής, σε στηρίζει με όσα μέσα διαθέτει μα συνάμα σε πνίγει με τα προκαθορισμένα όρια μέσα στα οποία κινείται, αφού φέρει καταγεγραμμένη στα κύτταρά της τη βαθιά πεποίθηση ότι μόνο μέσα σε αυτά μπορεί να σταθεί. Το πρώτο μέλος; Σε στηρίζει, σε παρακινεί, σε τροφοδοτεί με αγάπη και προσδοκίες και σε στεριώνει ώσπου να πετάξεις. Το δεύτερο; Έχει προσηλωθεί στο δικό του κόσμο και στο στοχευμένο αγώνα του να πετύχει πάση θυσία όλα τα προαπαιτούμενα ώστε να μπορέσει να αλλάξει κάποτε περιβάλλον. Πνίγεται και αυτό. Μόνο που έχει το προνόμιο να μπορεί να μιλάει ανοιχτά με το πρώτο μέλος, εξαιτίας του κοινού τους φύλου. Και το τρίτο μέλος; Φαινομενικά απέναντί σου αλλά και ξένο μέσα στο ίδιο του το σπίτι. Εκπαιδευτικός (στο Δημοτικό) μα επιρρεπές σε πάθη που στερούν από τη φαμίλια όχι μόνο χρήματα αλλά και αξιοπρέπεια. Άσε που κάθε του κίνηση φαίνεται πως σε υποτιμά. Ονειροπόλο, τιμά τη φυσιολατρία και την ειρήνη, δεν θέλει να προξενήσει πουθενά κακό. Μεριμνά ως και για τα βατράχια και τα μυρμήγκια. Γιατί άραγε δεν μεριμνά για σένα που είσαι αίμα του;

Από τον μεγάλο σου έρωτα; Της έδωσες ρισκάροντας ό,τι πολυτιμότερο μπορούσες να της δώσεις, ειδικά σε ένα θεοκρατικό και ασφυκτικά επιτηρούμενο κράτος: βιβλία, γνώση, πληροφορίες. Για να μπορεί να ταξιδεύει, να μπορεί να ανοίγει ορίζοντες, να μπορέσει την κρίσιμη ώρα να δει καθαρότερα και να επιλέξει. Έστω, όσο μπορεί να επιλέξει κανείς όταν είναι γυναίκα σε μια κοινωνία που φτιάχτηκε στα μέτρα των αντρών και της θρησκείας (κι αυτή, η θρησκεία, πάλι προσαρμοσμένη στα μέτρα των αντρών). Θα τα καταφέρει; Ή θα μαγευτεί από τα καπιταλιστικά πρότυπα και θα θυσιάσει τα πάντα, ακόμα και το ίδιο της το σώμα, προκειμένου να δει τα φώτα της μεγάλης πολιτείας, τους πολυσύχναστους δρόμους, τα καράβια να πλέουν στη θάλασσα και να βιώνει την ψευδαίσθηση πως είναι και κείνη μέρος από όλα τούτα; Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Της λες πως τα είδες τόσα χρόνια στην πόλη που ήταν το Πανεπιστήμιο. Τα γνώρισες και είναι άνοστα, κούφια, πεζά. Εκείνη; Πνίγεται. Θέλει να διαμορφώσει άποψη από «πρώτο χέρι». Και επιλέγει, με τα δικά της κριτήρια, με τα δικά της μέτρα και σταθμά, αφήνοντας για πάντα διπλό σημάδι εντός σου: την πίκρα στην ψυχή και μια απρόσμενη όσο και όψιμη απόπειρα να γευτεί το αίμα σου. Οι επιλογές της δεν την αφήνουν να γευτεί τίποτε άλλο από εσένα. Μία τελευταία μεταλαβή για τον μελλοθάνατο παλιό της εαυτό; Ένα προκαταβολικό μνημόσυνο για τα περασμένα ή ένα βουλοκέρι μνήμης; Ή μήπως μία επίδειξη της άγριας δύναμης που κρύβει η νεαρή γυναικεία της φύση; Αποκλείεται να ήταν ένα τελεσίγραφο στον άντρα με χαρτί το ίδιο του το σώμα και μελάνι το ίδιο του το αίμα όπου με την πένα των χειλιών της έγραψε: «πάρε με τώρα μαζί σου, έλα να φύγουμε, ή τώρα ή ποτέ»;

Από το μεγάλο σου όνειρο, το να γίνεις συγγραφέας; Έχεις γράψει ήδη το βιβλίο σου και χτυπάς μάταια πόρτες καλά σφαλισμένες, κάτω από το υπέρθυρο μιας πασιφανέστατα προσποιητής ευγένειας. Από τους πολιτικούς ως τον εύπορο επιχειρηματία-χορηγό της περιοχής, με πλάγιο τρόπο «τρως πόρτα» (όπως θα έλεγε ένας δεκαπεντάχρονος σήμερα) και αισθάνεσαι πάλι μόνος. Αβοήθητος. Εσύ, τα όνειρά σου, το βιβλίο σου, ένα τρίγωνο που αρνείται να στρογγυλέψει τις γωνίες του για να κυλήσει και επιμένει οξυγώνιο και σκαληνό.

Από τη διακαή σου θέληση να εκδώσεις; Σε ένα βιβλιοπωλείο, πέφτεις κατά τύχη πάνω σε μία φημισμένη προσωπικότητα και συνομιλείς μαζί της, χωρίς να μπορέσεις να κρατήσεις το θυμό σου, τη ζήλια σου αλλά και την αίσθηση αδικίας που σε ταλανίζει, μιας και τα κείμενά σου ξέρεις ότι έχουν αξία. Άλλα όμως είναι τα ευπώλητα και τα γνωστά, εκείνα διαφημίζονται κι ας καταπιάνονται με θέματα ανώδυνα. Ο διάλογος είναι αποκαλυπτικός, ρεαλιστικός και συνάμα τόσο ανθρώπινος. Εσύ μπορεί να βάζεις τη συγγραφή πάνω από όλα, εκείνος όμως έχει να λύσει άλλα προβλήματα που τον ταλανίζουν και θεωρεί την υγεία (την έλλειψη πόνου) πρώτη προτεραιότητα. Κι όμως συνεχίζει να γράφει, να εκδίδει (να εκδίδεται;), να πουλά.

Από τη μεγάλη σου προσπάθεια; Το να συμβιώσεις με ανθρώπους με τους οποίους περισσότερα σε χωρίζουν παρά σε ενώνουν. Να επιβιώσεις; Πώς; Μένοντας εδώ εγκλωβισμένος και χαραμίζοντας τα νιάτα σου; Διοριζόμενος κάπου στα βάθη της Ανατολής, σε μια άλλη «πίσω από τον πολιτισμό» πατρίδα, όπου πάλι θα χαραμίσεις τη ζωή σου;

 

 

Από το μεγάλο σου άνοιγμα; Μέσα από μια έξοχη συνομιλία με δύο δημόσια πρόσωπα, βγαίνουν πολλά στη φόρα. Το ένα της παλιάς σχολής, πλήρως υποταγμένο και πειθήνιο, εκμεταλλεύεται ωστόσο κάθε ευκαιρία για ίδιο όφελος. Το άλλο νεωτεριστικό, αναθεωρητικό, σύγχρονο, ανοιχτό μυαλό. Πόσο μακριά είσαι και από τα δυο. Πόσο μακριά είσαι από το δήθεν πολιτισμένο πρόσωπο της χώρας σου αλλά και πόσο από το άκαμπτο, το παραδοσιακό! Πόσο υπέροχα ξεκινάει ένας μακρύς διάλογος μεταξύ τους με το ένα πρόσωπο ως όφι πάνω σε μια μηλιά, όπου και οι τρεις γεύονται τα νόστιμα μήλα, απαγορευμένα κάποτε στον κήπο της Εδέμ!

Από τη μεγάλη σου απόφαση, το να μην κάνεις πίσω; Το να βρεις τρόπο να δεις το βιβλίο σου τυπωμένο; Ονειρεύεσαι να το πιάσεις στα χέρια σου. Μόνο έτσι θα μπορέσουν να το διαβάσουν πολλοί, να το σχολιάσουν, να κυκλοφορήσουν οι ιδέες σου, οι απόψεις σου. Το πρώτο σου βιβλίο! Εκμεταλλεύεσαι κάθε τι. Παραβιάζεις οικογενειακές σταθερές, κλέβεις και πουλάς, κάνεις ό,τι μπορείς και στο τέλος καταφέρνεις να το εκδώσεις.

Ω! η μεγάλη σου στιγμή! Με μια τσάντα τυπωμένα βιβλία γυρίζεις στο πατρικό σου. Αποπειράσαι να δώσεις το πρώτο αντίτυπο στο μέλος που νομίζεις ότι είναι απέναντί σου, ως γέφυρα επικοινωνίας. Οι συνθήκες σε αποτρέπουν και ματαιώνεις την επιθυμία σου. Το πρώτο μέλος τελικά παίρνει το πρώτο σου βιβλίο, με την πρώτη και ίσως τη μοναδική αφιέρωση που θα γράψεις. Σε αυτό το μέλος οφείλεις την έκδοση και το γράφεις. Συγκινείται. Το πρώτο μέλος. Όχι το τρίτο που μια ζωή σε αμφισβητεί. Όχι το εκκεντρικό τρίτο μέλος που μια ζωή μπελάδες δημιουργεί στο σπίτι.

Καιρός για τη μεγάλη σου θυσία στην πατρίδα. Το στρατιωτικό. Υπακούς, υπηρετείς, προσφέρεις, παρόλο που θεωρείται υποχρέωση και αυτονόητη η θυσία του χρόνου και της ζωής σου. Έξω, η άλλη ζωή συνεχίζεται. Οι φίλοι σου, με πανεπιστημιακή μόρφωση, καταλήγουν γκαρσόνια ή ένστολοι στις ειδικές δυνάμεις της αστυνομίας όπου και ο μισθός είναι καλύτερος (από αυτόν του δασκάλου ή του καθηγητή) και η πρόσληψη είναι άμεση. Αποκόπτεσαι από τη γενέτειρά σου. Σαν κάτι να αλλάζει μέσα σου…

Κάποτε γυρίζεις στο σπίτι. Καινούργιο ψυγείο με το εφάπαξ της σύνταξης, νέα επίπλωση, μα όλα τα άλλα ίδια. Συναντάς τα δύο πρώτα μέλη και τα βρίσκεις ικανοποιημένα με τούτες τις υλικές αλλαγές. Το δόλωμα έπιασε.

Διάλογος με το πρώτο μέλος. Εκπλήσσεσαι όταν σου δηλώνει πως παρά τα λάθη του τρίτου μέλους, παρόλα τα πάθη και τα κουσούρια του, παρόλη τη ζημιογόνα για την οικογένεια συμπεριφορά, το ερωτεύτηκε γιατί «μιλούσε ωραία». Ανατριχιαστική η δήλωση ότι αν ξανάρχιζε από την αρχή, πάλι το ίδιο πρόσωπο θα διάλεγε! Ω, το μεγαλείο του έρωτα! Ω, το μεγαλείο της Αγάπης! Ω, το μεγαλείο της ανθρώπινης ψυχής!

Όμως τι είναι αυτό; Βλέπεις τα βιβλία σου σε μια γωνιά μουχλιασμένα από την υγρασία μετά από μια ζημιά που έπαθε το σπίτι. Απογοητεύεσαι. Έχει και συνέχεια. Δυο (;) χρόνια πέρασαν και το αγαπημένο σου πρώτο μέλος «δεν πρόλαβε» να διαβάσει το βιβλίο σου. Ούτε το δεύτερο, αφού «διαβάζει για το σχολείο»… Ας είναι. Από το βιβλιοπωλείο μαθαίνεις ότι εν τω μεταξύ δεν έχει πουληθεί ούτε ένα αντίτυπο.

Κάτι σε σπρώχνει να δεις το τρίτο μέλος. Έχει μετακομίσει στο πατρικό του αποφασισμένος να μείνει στην εξοχή βόσκοντας πρόβατα. Δύσκολο το πρώτο βήμα. Δυσκολότερη η πρώτη προσέγγιση. Αριστουργηματικός ο διάλογος και η φωτογραφία. Μέσα από αυτό, βλέπεις επιτέλους μέρος της αλήθειάς σου και μέρος της δικής του.

Ο μόνος άνθρωπος που διάβασε το βιβλίο σου; Το τρίτο μέλος. Το μόνο που το έχει μόνιμη συντροφιά του και το θεωρεί ως «τον καλύτερό του φίλο». Εκείνο που θα στοιχημάτιζες τα πάντα πως αποκλείεται να ασχοληθεί μαζί σου.

Εδώ έρχονται οι μεγάλες συνειδητοποιήσεις. Οι μεγάλες αποκαλύψεις. Οι απρόσμενες ανατροπές. Το τρίτο μέλος είναι αυτό που σου ενέπνευσε την ιδέα για το θέμα του βιβλίου σου. Εκείνο έπιασε στοργικά τα φτερά της ψυχής σου όταν ήσουν μικρός και σου τα άνοιξε. Του το ομολογείς εσύ ο ίδιος. Και τώρα εκείνο σου ανοίγει επιτέλους τα χαρτιά του. Πάντα σε καμάρωνε. Πάντα πίστευε σε σένα. Απλά δεν ήξερε πώς να στο δείξει. Το πάθος του; Αντανακλαστική αντίδραση στον κάλπικο κόσμο στον οποίο εκλήθη να ζήσει. Πόσο μοιάζετε τελικά!

Εκείνο, όπως εσύ, όπως και οι περισσότεροι άνθρωποι –αν όχι όλοι–, ίσως να είστε καθένας από μια άγρια αχλαδιά. «Δύσμορφη», με «δύσμορφους καρπούς», δείχνει την τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης όπου ο άνθρωπος-δέντρο φυτρώνει κάπου και καλείται να επιβιώσει. Μόνος. Κόντρα στο βοριά, στο χιόνι, στην ανομβρία, στα αδηφάγα στόματα των κατσικιών. Δύσμορφο αλλά ανθεκτικό δέντρο. Στη χώρα μας καλείται και αγκορτσιά. Μόνο αν κεντρωθεί γίνεται ήμερη αχλαδιά, ανθεκτικότατη στον χρόνο και στις επιθέσεις των μυκήτων και των σκουληκιών. Μα απαιτείται ένα έμπειρο γέρικο χέρι για να γίνει αυτό ή ίσως και το χέρι του Θεού, που στη συγκεκριμένη περίπτωση αδράνησε και αδρανεί.

 

 

Καταλαβαίνεις ότι δεν είσαι ούτε μόνος ούτε ο μόνος. Δύο άγριες αχλαδιές, δύο μέλη μιας οικογένειας, η μία δίπλα στην άλλη, μπορούν να πορεύονται καλύτερα μαζί απ’ ότι μόνες. Στην ίδια πλαγιά, στο ίδιο βραχώδες έδαφος, στις ίδιες αντίξοες συνθήκες. Τα τσακάλια ουρλιάζουν από μακριά. Μα δεν μπορούν πλέον να σε βλάψουν. Γιατί; Τώρα είδες, τώρα μίλησες, τώρα ξέρεις. Τώρα, φοβάσαι λιγότερο.

Κι αποφασίζεις να στηρίξεις εσύ τώρα τη γέρικη αγριοαχλαδιά που σε στήριζε αφανώς ενώ νόμιζες ότι σε κλωτσούσε. Στηρίζεις το όνειρό της, αυτό εξαιτίας του οποίου όλοι την θεωρούσαν τρελή. Κι εδώ έρχεται μια σοκαριστική σκηνή να ανατρέψει εκ νέου το σκηνικό. Πάνω που ελπίζεις ότι επιτέλους όλα θα διορθωθούν, βλέπεις κάποιον να αιωρείται κρεμασμένος στην κατασκευή που είχε φτιάξει το τρίτο μέλος προσπαθώντας να υλοποιήσει το όνειρό του! Αρχίζει να εμπεδώνεται η απογοήτευση και ο πόνος του θανάτου. Πενθείς. Χάθηκαν όλα; Ίσως.

Όχι! Ο κρεμασμένος κινείται, είναι ολοζώντανος! Συνεχίζει την προσπάθεια του τρίτου μέλους να βρει το όνειρό του. Τα χέρια του μιλάνε: «εγώ σε πιστεύω. Εσύ πίστεψες σε μένα και εγώ τώρα σε εσένα. Εγώ θα είμαι πλάι σου στο εξής».

Κι ο κρεμασμένος; Όνειρο; Μελλοντική προβολή; Επίτηδες σκοτάδι για να λάμψει στη συνέχεια εντονότερα το φως; Για μένα κυρίως κάτι άλλο. Ήταν ο μέχρι τώρα εαυτός του ανθρώπου που κρεμάστηκε, ο άκαμπτος, ο αρνούμενος, ο απόλυτος, αυτός που δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί του…

Αφήνεται έτσι μια γεύση συνέχειας, ανοίγματος, αποδοχής, αγκαλιάς. Αμβλύνεται το οπτικό πεδίο, δίνεται αξία στην ίδια τη ζωή –όπως κι αν αυτή βιώνεται– και στον χρόνο που πατάμε σε τούτη τη γη. Τα περιθώρια για αποφάσεις, για δράση, για νέα πορεία; Όλα ανοιχτά.

Το τριπλό κλειδί «Εγώ-Όνειρα-Χρόνος» πέφτει στη γη σαν καρπός άγριας αχλαδιάς και αρχίζει να ριζώνει…

Πρωταγωνιστές της ταινίας εκτός από τον νεαρό συγγραφέα είναι ο αέρας, τα δέντρα, η φύση, η λεπτομέρεια. Η φωτογραφία στα όρια της εικαστικής τελειότητας. Οι διάλογοι συχνά μεγάλοι αλλά πλήρεις νοήματος και ουσίας. Οι δευτερεύουσες σκηνές συμμετέχουν στην όλη πλοκή και στη συνολική αίσθηση με πρωτεύουσα συμβολή. Η μουσική; Από ανύπαρκτη έως άκρως διακριτική, συμπληρώνει άψογα την τρίωρη ταινία, με κορυφαία στιγμή τη συναυλία με τα θροΐσματα των φύλλων. Η μεταφορά στον τόπο και στον χρόνο άμεση και απόλυτα λειτουργική. Οι μεγάλες έννοιες και τα μεγάλα προβλήματα διαρκώς στο προσκήνιο. Η πάλη μεταξύ της παραλιακής «αναπτυγμένης» Τουρκίας και της «καθυστερημένης πολιτισμικά ενδοχώρας» εμφανής σε πολλές περιπτώσεις, όπως άλλωστε και η πάλη μεταξύ της νεολαίας και της βολεμένης κατεστημένης αστικής τάξης, όπως η πάλη μεταξύ μορφωμένων και μη, μεταξύ θρησκόληπτων και ισορροπημένων, μεταξύ αναχρονισμού και φρεσκάδας.

Τα παγκόσμια ζητήματα και εδώ ζωντανά. Ένα μεγάλο χωριό η γη. Ο γέρος που συλλογιέται πόσα χρήματα χρειάζονται για να πληρώσει το κομμένο ρεύμα, η μάνα που προσέχει παιδιά για να συμπληρώσει το εισόδημα της οικογένειας, η τουριστική εκμετάλλευση των αρχαιοτήτων, ο δανεισμός, η τοκογλυφία, ο τζόγος, οι προκαταλήψεις, το στυγνό κέρδος, η απαξίωση της ανθρώπινης ζωής, παρόντα και εδώ όπως παντού.

Όλα πίσω από τον ολοζώντανο και ευαίσθητο φακό ενός χαρισματικού σκηνοθέτη ο οποίος άφησε στην άκρη το Πτυχίο του από το Πολυτεχνείο για να ακολουθήσει το μεγάλο του πάθος: τη σκηνοθεσία.

Κοινωνικό δράμα; Κοινωνικός ρεαλισμός; Πολιτικό μανιφέστο; Ιστορική αποτύπωση; Λαογραφικό ντοκουμέντο; Πολιτισμική μαρτυρία; Όλα τούτα και κάτι ακόμη: Κινηματογραφικό Ποίημα. Ήτοι κινηματογραφικό αριστούργημα.

 

 

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

  • Σκηνοθεσία: Νουρί Μπιλγκέ Τσεϊλάν
  • Ηθοποιοί: Ντογκού Ντεμιρκόλ, Μουράτ Τσεμσίρ, Μπενού Γιλντιριμλάρ
  • Είδος: Δράμα
  • Χώρα Παραγωγής: Τουρκία
  • Γλώσσα: Τουρκικά
  • Έτος Παραγωγής: 2018
  • Διάρκεια: 188’

 

 

 

 

O Γιώργος Ρούσκας είναι ποιητής

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top