Fractal

“Πορτρέτο μιας γυναίκας που φλέγεται” – Ομοιοκαταληκτώντας στην κατάφαση

Γράφει η Μαριάννα Πλιάκου //

 

« – Ça fait des années que je rêvais de faire ça.

– Mourir?

– Courir!»

 

 

Το ποίημα της Σελίν Σιαμά. Και, μαζί, ταμπλό βιβάν. Λέξεις και εικόνες, που γράφουν μία ιστορία απογειωμένου, αισθητικά και νοηματικά, περιεχομένου.

Η κατάφαση στη ζωή – η Ελοΐζ που θέλει να τρέξει, η Μαριάν που θέλει να ζωγραφίσει, αλλά και η Σοφί που θέλει να συνεχίσει, παρά την έκτρωση. Οι τρεις γυναίκες, ομοιοκαταληκτούν στην κατάφασή τους. Το ίδιο και ο έρωτας της Ελοΐζ και της Μαριάν. Απαντά με την ίδια θετική δύναμη ζωής, μακριά από τον παθολογικό ρομαντισμό που συχνά χαρακτηρίζει «απαγορευμένους έρωτες».

 

 

Διότι δεν είναι (έστω, μόνο) μια ταινία για τον έρωτα. Ούτε, μόνο, για την καταπίεση των γυναικών. Θα την αδικούσαμε αν την περιορίζαμε εκεί. Είναι μία ταινία για τη γενναία απόφαση να ζήσεις, παρά τη σκιά, τους περιορισμούς, τον έλεγχο υπό τον οποίο υποχρεώνεσαι να λειτουργήσεις. Να συνεχίσεις, κρατώντας ζωντανό τον εαυτό σου, με στωική δύναμη και αλύγιστη αποφασιστικότητα, στο χάος και το βάρος μίας ανελέητης συστημικής κοινωνικής ανισότητας. Την οποία ανισότητα συντηρούν, για ωφελιμιστικούς λόγους, και μέλη της ίδιας της καταπιεσμένης ομάδας – εδώ, η μητέρα που θέλει να παντρέψει την κόρη της με ένα Μιλανέζο για να πάει και η ίδια στο Μιλάνο. Είναι γνωστό, οι σκληρότεροι «επιστάτες» είναι αυτοί που ανήκουν στην ομάδα που επιστατούν.

Η αισθητική λιτότητα – οι εσωτερικοί χώροι μοιάζουν περισσότερο με θεατρικό σκηνικό παρά με κινηματογραφική αναπαράσταση – επιτείνει το αποτέλεσμα. Το ίδιο καταφέρνει ο αργός ρυθμός (επιτέλους, μία αναπνοή από τη σημερινή βιασύνη). Όλα συμβαίνουν στο χρόνο τους, χωρίς εκβιασμό. Χωρίς εκβιασμό και καθοδήγηση, όμως, και το συναίσθημα του θεατή, μέσα από την απουσία μουσικής. Τα δύο κομμάτια που ακούγονται, η μουσική του Βιβάλντι και το τραγούδι των γυναικών γύρω από τη φωτιά, είναι διηγητικά, αποτελούν μέρος της αφήγησης και την εξυπηρετούν.

Η ταινία της Σιαμά προσφέρει άπλετη αισθητική απόλαυση. Οι νυχτερινές εικόνες στο τζάκι, με το φως των κεριών να φωτίζει τα πρόσωπα των γυναικών, παραπέμπουν στον μυστικισμό των εικόνων του ντε λα Τουρ, ενώ οι εικόνες, εσωτερικά, την ημέρα φαίνεται να αντηχούν την εικονοποιία του Βερμέερ. Εξωτερικά, οι σκηνές της θάλασσας και των ορμητικών κυμάτων παραπέμπουν στον Τέρνερ. Και όλα αυτά, και όχι μόνο.

Απόλαυση, όμως, και η λεπτή σημειολογία. Ο έρωτας – άφθαρτος από το αδιέξοδό του, συνεχίζει στον Βιβάλντι, στον Ορφέα και την Ευριδίκη, στην σελίδα είκοσι οκτώ.

Η σελίδα είκοσι οκτώ, πόση ευφυία – ένας αριθμός να αντηχεί το ad infinitum.

 

 

Guernsey, Απρίλης 2020

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top