Fractal

Ποίηση fractal: Εννέα ποιήματα

Του Γιώργου Φρέρη // *
  

 

 

Περιήγηση στην Ινδοκίνα

 

I

 

Στο μυθικό της νιότης σου, Ανόι

Έφτασες ένα πρωινό κι ανακάλυψες έκπληκτος ένα βούρκο

-λίμνη την αποκαλούσαν-

Με μαγαζιά κάθε λογής εμπόρευμα

Γέματα πραμάτεια και λίγδα

 

Απ’ ένα ποδήλατο-ταξί που σε περιφέρει

Συνειδητοποιείς τη διαδρομή που έκανε

Ένας περήφανος λαός

Που τώρα κυνηγά και προσκυνά το χρήμα

Κι ας υποκριτικά παριστάνει πως αγαπά

Το κουκλοθέατρο στο νερό

 

Στους απέραντους προεδρικούς κήπους

Την προπαγάνδα υπομένεις

Τη μούμια ενός ηγέτη αδιάφορα αντικρίζεις

Την εμφανή διαφθορά διαπιστώνεις σιωπηλά

Μέσω μιας ήττας αθλητικής.

 

Συλλογιέσαι τα θύματα που πρόσφεραν ζωή και αίμα

Για απογόνους που αποβλέπουν στη χλιδή

Χωρίς ιδανικά άμυνας

Εξαγάγουν ιδεολογία ψεύτικη

Σε λαούς γειτονικούς που δεν έτυχε

Τόσα λάφυρα πολεμικά να συγκεντρώσουν

 

Τώρα ένα έθνος ισχυρό

Που ξόδεψε απλά όσα όπλα του περίσσευαν

Αφαιρώντας ζωές αντιφρονούντων ή αδαών

Συνωστίζεται στους δρόμους

Ασκώντας μια άλλη μορφή βίας

Εξίσου ανυπόφορης

Στην ήρεμη νωχελική ζωή

Που τώρα μάταια νοσταλγείς.

 

Ανόι, 26-01-2018

 

 

 

ΙΙ

 

Βράχοι ακλόνητοι σκληροί

Τον χρόνο δεν μετράτε

Και τη δήθεν φθορά του υποτιμάτε

Πιστοί στα ιδανικά που η φύση σας προίκισε

Κι ας μένετε ολημερίς ακίνητοι

Στην ομίχλη και στον άνεμο

Στα θηριώδη κύματα που κάποτε γλείφουν τα πόδια σας

Εσείς σταθεροί με το βλέμμα ατάραχο

Από κάθε φύσης ενοχλήσεις

Προσμένετε γαλήνια τί

 

Το ξαφνικό τέλος

 

Παρά τη σταθερή φθορά

Που η αλμύρα η βροχή κι ο άνεμος

Συνεχώς σας καταβάλλουν

Σταθεροί σε ό,τι πιστεύετε

Και χωρίς περιττές κινήσεις

Πέφτετε και χάνεστε

Όπως δημιουργηθήκατε.

 

Χα Λουόνγκ, 27-01-2018

 

 

 

ΙΙΙ

 

Ήσουν αέρινη

Σαν διέσχιζες τα δρομάκια του Χόι Αν

Ανάμεσα σε χρυσοστολισμένους ναούς

Με άνθη εξωτικά και τάματα απλών ψαράδων

 

Ήσουν χαρούμενη

Σαν αντίκριζες τα ήρεμα νερά του Θου Μπον

Κάτω από περίεργα τοξωτά γεφύρια να κυλά

Με δράκους ανίκητους να προσμένουν ακίνητοι

Στην αιωνιότητα

Μια δράση μυθική που ποτέ δεν επαναλαμβάνεται

 

Ήσουν χαμογελαστή

Στο φως των χίλιων μύριων φαναριών

Αλλάζοντας όψη συνεχώς

Σαν αναζήτησα στο βλέμμα σου

Τη χαρά να συλλάβω τον έρωτα την αγάπη

Κείνο το δειλινό

Βλέποντας τον ταπεινό εστιάτορα να προσεύχεται

Δίπλα μας

Ανενόχλητος

Αδιαφορώντας για την παραγγελία μας

Αναζητώντας την εύνοια

Του αόρατου Βούδα

Που η νιρβάνα είχε εξατμίσει

Στον ορίζοντα

 

Χόι Αν, 30-01-2018

 

 

 

ΙV

  

Ψιλόβρεχε

Σαν φτάσαμε στις όχθες του Σονγκ Χουόνγκ ποταμού

Κι ανηφορήσαμε για το Παλάτι της Χουέ

Όπου ένα πύρινο λάβαρο της νέας κατάστασης

Νωχελικά κυμάτιζε χωρίς ρυθμό

Σαν να ήταν ανίκανο το παρελθόν να διαγράψει

 

Κι εκεί σε είδα πεντάμορφη

Ανάμεσα σε ανθισμένες μεγαλοπρεπείς αυλές

Που ο χρόνος δεν αλλοίωσε

Να περπατάς αμέριμνα καμαρωτή ξένοιαστη

Παρά τη βροχή

Λίγο συλλογισμένη

Σε διαδρόμους δαιδαλώδεις και σοκάκια αυτοκρατορικά

Ανάλαφρη από ζωή και ένταση

Ναούς απαγορευμένους να διαβαίνεις και πύλες άβατες

Άλλοτε ερμητικά κλειστές να προσπερνάς

 

Εκεί στο περίφημο γκρεμισμένο Κάστρο της Χουέ

Κάτω από το μονότονο διαρκές ψιλοβρόχι

Αισθάνθηκα τη λάμψη σου

Ένιωσα τη θέρμη του βλέμματός σου

Καθώς ατάραχη παρακολουθούσες μια ξενάγηση περίεργη

Από Βιετναμέζο ξεναγό

Που κοιτούσε αμήχανα στον ιστό

Τη σημαία της εξέγερσης

Και τη θαλπωρή των ερειπίων

Μιας διεφθαρμένης εποχής ν’ αντιστέκονται

Σιωπηλά στη βροχή

Στις όχθες του Σονγκ Χουόνγκ

Στην αγωνία του χρόνου

 

Χουέ, 31-01-2018

 

 

 

V

 

Ω ! Σαϊγκόν μαγευτική

Όπου στις όχθες σου υψώνονται

Πολυτελείς ουρανοξύστες

Αφήνοντας έναν πόλεμο

Πέρα από τις φυτείες των καουτσόδεντρων

Δίπλα στο δαιδαλώδες δέλτα του Μενκόνγκ

 

Ζεις καθημερινά μια πολύβουη ζωή

Προσπαθώντας να ενταχθείς σε νέες τάσεις

Μιλώντας άλλη γλώσσα

Που ξένοι προς τη νοοτροπία σου επέβαλαν

 

Κι ολημερίς κοιτάζεις

Πουλώντας εικόνες ενός γενναίου πόλεμου

Που τον εμπορεύεσαι όσο μπορείς

Στο όνομα μιας ανόρθωσης

Που δεν έρχεται

Κι έχεις λησμονήσει τις νύχτες τις νωχελικές

Σαν ήσουν πηγή μιας άλλης αντίληψης ζωής

 

Τώρα κάτω από το ατάραχο βλέμμα ενός νέου Θεού

Άλλαξες όνομα κι επιχειρείς

Μάταια

Να πείσεις ότι ζεις μια ευτυχία προσωρινή

Που σε σκλαβώνει καθημερινά

Γιατί πια κατάντησες ασήμαντη πόλη

Όπου ο έρωτας κάθε φύσης εραστών

Παρά τις προβλεπόμενες ηθικές οδηγίες

Ξεπερνά.

 

Σαϊγκόν, 02-02-2018

 

 

 

VI

  

Αγέρωχο στεκόταν το Ανγκόρ

Με τους επιβλητικούς περήφανους ναούς του

Που στήριζαν δέντρα αειθαλή πανύψηλα

Στην ακινησία του χρόνου

Μεγαλείο λαμπρό που βιώνεις εσωτερικά

Μακριά από τις εφήμερες πόζες των τουριστών

Ή τις άσκοπες περιπλανήσεις βουδιστών μοναχών

Που δίχως ίχνος πνευματικότητας

Χαζεύουν και φωτογραφίζονται για μερικά ψηλά

Αναζητώντας την εφήμερη τροφή κι όχι τη Νιρβάνα.

 

Εκεί στην καρδιά των Χμερ

Στο παλάτι του Σουριαβαρμάν

Που οι Τσάμπα εποφθαλμιούσαν

Χωρίς να ικετεύουν τον Βισνού

Τις νίκες των Τζαγιαβαρμάν και Σριντραβαρμάν αναπωλούσες

Το νόημα της φθοράς να καταλάβεις προσπαθούσες

Πότε την υπέροχη φύση κοίταζες

Πότε τον ουρανό

Και πότε τις μαϊμούδες χάζευες

Που αντί για τους περήφανους ελέφαντες

Κατάντησαν ατραξιόν ενός άγνωστου παρελθόντος

Αδυνατώντας να εξηγήσεις

Πως ένα μεγαλείο έγινε σκόνη σιωπηλή και λήθη

 

Στα μπαρ της Σιέμ Ριέπ

Με τις απομιμήσεις χορών βουδιστικών

Να ηρεμήσεις επιχείρησες

Ταραγμένη

Από το βλέμμα αθώων παιδιών

Που σου πωλούσαν την πραμάτεια τους

Για να επιζήσουν

 

Σιέμ Ριέπ, 04-02-2018

 

 

 

VII

 

Στην αμαρτωλή χρυσοστόλιστη Πνομ Πνέχ

Στις όχθες του θηριώδους Μενκόνγκ

Κάτω από το ατάραχο βλέμμα του Βούδα

Περιφέρομαι μεταξύ παλατιού κι ασημένιων παγόδων

Αδυνατώντας να συλλάβει ο νους

Μια ακόμη άσκοπη γενοκτονία

Στο όνομα κάποιων σάπιων ιδανικών

 

Περιφέρομαι κι η σκέψη μου

Τη συνείδηση βασανίζει

Γιατί να μη συμβιώνουν ηθική κι εξουσία

 

Ατενίζω ειρωνικά το γεμάτο μα ψεύτικο χρυσό παλάτι

Θαυμάζω τις υπέροχες διαχρονικές φάσεις

Ενός απόμακρου απ’ την βοή της πόλης μικρού μουσείου

Κλείνω τα μάτια στις αίθουσες ενός σχολείου κολαστήριου

Μη αντέχοντας άλλες διηγήσεις πόνου

Κι αδιαφορώ για κάτι μεγαλοπρεπείς κενές στούπες ηγεμόνων

 

Ατενίζω τους ουρανοξύστες της Πνομ Πνέχ

Που φυτρώνουν σαν μανιτάρια

Ελπίζοντας να ξαναβρεί

Απελευθερωμένη από προκαταλήψεις ιδεολογικές

Την ουσία της ζωής

Τη χαμένη τέχνη κάποιων προγόνων Χμερ.

 

Πνομ Πνέχ, 05-02-2018

 

 

 

VIII

 

Θυμίζει επαρχιώτικη ζωή

Ο βίος στο άλλοτε βασίλειο

Με τον τρικέφαλο ελέφαντα σαν έμβλημα

Σήμερα το στρογγυλό κενό στη δημοκρατική του σημαία

Την έλλειψη μιας πίστης να υπονοεί;

Τα νέα επαναστατικά σύμβολα

Αδυνατούν τις αθρόες επενδύσεις

Των ιδεολογικών αντιπάλων να αντικαταστήσουν

 

Προχωρώ στις όχθες του Μενκόνγκ

Ατενίζοντας τη χώρα των Ταϊ απέναντι

Κι έχοντας την αίσθηση της ακινητοποίησης του χρόνου

Στις έρημες φαρδιές λεωφόρους της Βιενσιάν

Με αρωγή μιας μορφής τέχνης σε κάθε γωνιά

Τον ήρεμο τρόπο ζωής απολαμβάνω

 

Κι εσύ παζαρεύοντας στις αγορές

Διακρίνεις μια ευτυχία καμουφλαρισμένη

Κι ας γεύεσαι καρπούς γευστικούς

Δίπλα σε μεγαλοπρεπείς ναούς βουδιστικούς

 

Την εύθραυστη ειρήνη παντού οσμίζεσαι

Και πόσο δύσκολα χωρίς παιδεία κι ελευθερία

Η υποσχόμενη ανάπτυξη επιχειρεί ν’ ανθίσει

 

Βιενσιάν, 07-02-2018

 

 

 

IX

 

Στη Λιούνγκ Πραμπάνκγ ήσουν ευδιάθετη

Ακόμη και σαν έμαθες την ιστορία

Του Σισαβάν Βατάνα του μονάρχη

Χαμογελούσες αμέριμνη σαν τους Βούδες-τάματα του Πακ Ού

Κι ήθελες στους πολυεπίπεδους καταρράκτες του Χουάνγκ Σι

Να βουτήξεις

Παρακαλώντας να μην τελειώσει η βόλτα στον Μεκόνγκ ποταμό

Κι ας μην είδες το ηλιοβασίλεμα από το λόφο του Φου Σί

 

Το βλέμμα σου φωτογράφιζε τα πάντα

Τόσο στην πρωινή αγορά

Όπου ανάμεσα στα συνηθισμένα χορταρικά

Πουλούσαν μεταξοσκώληκες και ποντικούς στη σχάρα

Όσο και το βράδυ

Στον ήρεμο δρόμο της μικρής πολιτείας

Που κάθε χάραμα φιλοξενούσε

Ξυπόλυτους κουρεμένους μοναχούς κάθε λογής και ηλικίας

Που πρόσφεραν και δέχονταν μια χούφτα ρύζι

 

Τις χρυσοποίκιλτες παγόδες θαύμαζες

Γοητευμένη από το παλαιό ανάκτορο μουσείο

Κι ήταν φυσικό να μελαγχολήσεις

Σαν άφησες πίσω σου τη χώρα ενός λαού μικρού

Που χωρίς τυμπανοκρουσίες δουλεύει σκληρά

Σαν τα μερμήγκια

 

Τώρα αναπωλείς όσα έζησες

Και στους αιθέρες επιστρέφοντας μένεις άγρυπνη

Να διατηρήσεις σε ψυχή και μνήμη επιθυμείς

Τη μυστικοπαθή Ασία

Που βίωσες κάποτε σαν όνειρο

 

Λιούνγκ Πραμπάνγκ, 09-2-2018

 

 

 

* Ο Γιώργος Φρέρης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη όπου ζει κι έχει δημοσιεύσει επτά ποιητικές συλλογές:

  • Λυσίπονοι ρυθμοί, 1984
  • Χροναξία, 1987 
  • Ουλές Ονείρων, 1997
  • Ιριδισμοί υπομονής, 2002
  • Επιπεδόκυρτα, 2006
  • Μεταστάσεις στην κοίτη του έρωτα, 2008
  • Διαθήκη, 2015

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top