Fractal

☆ Λόγος Ύπαρξης. Τι σημαίνει να είσαι γυναίκα;  | Γυναίκα και υστερία. Αλήθειες και μύθοι

Επιμέλεια: Χρύσα Φάντη //

 

 

 

Γυναίκα και υστερία. Αλήθειες και μύθοι

Γιατί η υστερία εμφανίζεται διαχρονικά ως κατ’ εξοχήν γυναικεία σωματική και συναισθηματική διαταραχή;

 

Α) Υστερικά ονομάζονταν αρχικά τα πάθη της μήτρας «μόνον υστερικόν έστι γυνή των άλλων ζώων» (Ιπποκρ. Προρρ. 77 και Αριστοτέλης).

Β) Η υστερία προσβάλλει πολύ περισσότερο τις γυναίκες απ’ τους άντρες, γιατί η δική τους σύσταση είναι πιο λεπτή, λιγότερο στέρεη, η ζωή που κάνουν είναι πιο μαλθακή, είναι μαθημένες στις απολαύσεις και τις ανέσεις της ζωής, στην αποφυγή της ταλαιπωρίας.[…] Όταν οι γυναίκες μού ζητούν συμβουλή για κάποια αρρώστια που δεν μπορώ να προσδιορίσω τη φύση της, τότε τις ρωτώ αν ο πόνος τις πιάνει όταν στενοχωριούνται… Αν το ομολογήσουν, είμαι βέβαιος ότι η αρρώστια τους είναι υστερικής φύσης. [Μισέλ Φουκό, Η ιστορία της τρέλας, κεφάλαιο 6ο, Μορφές τις τρέλας, εκδ. Ηριδανός, μετ. Φραγκίσκη Αμπατζόγλου (από την έκδοση Plon, 1964),  σελ. 156, Thomas Sydenham: Μedecine pratique,   Paris, 1784, (σελ. 394)]

Γ) Αυτή η τυραννική ευαισθησία έχει ως αντιστάθμισμα ζώνες αναισθησίας, που είναι σαν κοιμισμένες κατά κανόνα οι υστερικοί παρουσιάζουν μεγαλύτερη εσωτερική ευαισθησία, ενώ οι υποχονδριακοί έχουν σχετικά λιγότερη. Και, φυσικά, στην πρώτη κατηγορία ανήκουν οι γυναίκες: η μήτρα είναι το όργανο που, μαζί με τον εγκέφαλο, παρουσιάζει τη μεγαλύτερη συμπάθεια προς το σύνολο του οργανισμού. Αρκεί να αναφέρουμε μονάχα κείμενα όπως: «ο εμετός κατά κανόνα συνοδεύει τη φλόγωση της μήτρας οι ναυτίες, η ακατάσχετη όρεξη που συνοδεύει τη σύλληψη η σύσφιγξη του διαφράγματος κατά των μυών της κοιλιάς σ’ όλη τη διάρκεια του τοκετού ο πονοκέφαλος η έξαψη και ο πόνος στα πλευρά οι κωλικοί των εντέρων που γίνονται αισθητοί όταν πλησιάζουν οι μέρες της έμμηνου ρήσεως […] Το σύστημα του οργανισμού της γυναίκας που εξακτινώνεται σ’ ολόκληρο το σώμα της, την καταδικάζει σ’ εκείνες τις παθήσεις των νεύρων, που ονομάζουν τα υστερικά.  [Μισέλ Φουκό, οπ. πρ. σελ. 159-160, Robert Whytt, Traite des maladies nerveuses, Paris 1770, σελ. 23-24, 50-51)].

Πόση αλήθεια και πόσο ψέμα κρύβεται πίσω από αυτές τις  προστάσεις;

Στην παρούσα στήλη, το θέμα της γυναικείας ταυτότητας αλλά και του τρόπου με τον οποίο μια γυναίκα άλλοτε αναγκάζεται να την αποποιηθεί κι άλλοτε οικειοθελώς την εγκαταλείπει ή αφήνει τους άλλους να τη διαμορφώσουν  για λογαριασμό της,  φωτίζουν με τον δικό τους τρόπο:

Η  Χαρά Νικολακοπούλου με μία εισαγωγή και ένα απόσπασμα από τη μελέτη της για το εμβληματικό βιβλίο της Έμιλυ Μπροντέ «Ωδή στο Κακό, μικρή μελέτη για τα Ανεμοδαρμένα Ύψη της ΄Εμιλυ Μπροντέ», εκδ. ΑΩ 2022∙

ο Σπύρος Βρεττός, με το «Ο άνθρωπος είναι γυναίκα» από το ποιητικό βιβλίο του Διαπραγματεύσεις, Γαβριηλίδης, 2019∙

η Κατερίνα Καριζώνη με το ανέκδοτο ποίημα της «Τα Λούσα»∙

η Ελένη Μπουκαούρη με δύο ποιήματα, το ποίημα «Κοριτσάκια» και το ανέκδοτο «Μέρα που είναι»∙

η Σοφία Τριανταφυλλίδη με τα ανέκδοτα ποιήματα «Ανοιχτή αγκαλιά» και «Η μωβ ομπρέλα»

και η Ευαγγελία Τάτση με το ποίημα «Φυλολογίες» και το ανέκδοτο  «Μέδουσα».

 

 

 

Χαρά Νικολακοπούλου

 

Α.

Εισαγωγή*

Το μυθιστόρημα Ωδή στο Κακό, μικρή μελέτη για τα Ανεμοδαρμένα Ύψη της ΄Εμιλυ Μπροντέ, αυτό το αλλόκοτο μυθιστόρημα που  προβάλλει στα μάτια  μας, τόσα χρόνια μετά τη δημοσίευσή του, σαν ένα μαγευτικό καλειδοσκόπιο που αλλάζει διαρκώς σχήματα και προοπτική, αναλόγως πώς το προσλαμβάνει κανείς, είναι μια εκμαυλιστική πρόκληση απέναντι στην επάρκειά μας ως αναγνώστες, καθώς εκεί που πιστεύει κανείς πως έχει κατακτήσει τα κλειδιά για την αποκωδικοποίησή του, αμέσως προκύπτει ένα καινούριο αίνιγμα. Δικαίως προβλημάτισε την κριτική γραφίδα και απέδειξε για μιαν ακόμα φορά ότι τα σπουδαία έργα δεν υπόκεινται στους κανόνες του χωροχρόνου και ασκούν καταλυτική επίδραση όχι μόνον σε όσους επιχειρήσουν να διερευνήσουν τα βαθύτερα στρώματα της γένεσης τους αλλά και στο ευρύτερο κοινό.

Ανιχνεύοντας προσεκτικά τα ίχνη που άφησε πίσω του και ψηλαφώντας σε όλο και μεγαλύτερο βάθος την εκρηκτική σύστασή του, αντιλαμβάνεται κανείς πως δεν πρόκειται απλώς για ένα αποκύημα οργιώδους φαντασίας, ούτε βέβαια για μια καλοστημένη νοητική σύλληψη, παρ’ όλο που η αριστοτεχνική δομή του στηρίζεται σε στέρεα και άρτια υλικά. Πρόκειται, όσο κι αν ακούγεται μεγαλόστομο, για ένα έργο μεταφυσικής ορμής που σαρώνει όλες τις συμβάσεις και ξεγυμνώνει την ανθρώπινη ύπαρξη μέχρι τον πυρήνα της ανάγοντας τη δημιουργό του σε ύψος δυσθεώρητο για τα ανθρώπινα μέτρα. Συμβολικά μιλώντας, ίσως αυτή να ήταν τελικά η «ύβρις» για την οποία η Έμιλυ Μπροντέ κατέθεσε την ίδια τη ζωή της. Καθώς το έργο προσφέρεται για πολλαπλές προσεγγίσεις, από τις ποικίλες και συχνά αντικρουόμενες απόψεις παρατίθενται εδώ οι πιο αντιπροσωπευτικές.

Από τις πρώτες σελίδες η σφοδρότητα των ανέμων του πεπρωμένου είναι ικανή να παρασύρει στη δίνη της και τον πιο αποστασιοποιημένο αναγνώστη.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Το μνημειώδες και κλασικό πια έργο της Έμιλυ Μπροντέ Ανεμοδαρμένα Ύψη[1] είναι το μοναδικό μυθιστόρημα της συγγραφέως και εκδόθηκε το 1847. Πρόκειται για μιαν ιστορία με εξαιρετική δύναμη φαντασίας, που υφαίνεται γύρω από μίση και πάθη και τοποθετείται στην περιοχή των βάλτων του Γιόρκσαιρ. Το μυθιστόρημα κινείται στην εκπνοή του κινήματος του ρομαντισμού, αν σκεφτούμε ότι το 1840 ήδη το κίνημα του ρομαντισμού, στο οποίο αφιέρωσαν το πληθωρικό τους ταλέντο οι Μπάυρον, Σέλλευ, Κητς, Φόσκολο, Πούσκιν και τόσοι άλλοι, είχε παραδώσει πια τη σκυτάλη, «η δυναμική του είχε διαλυθεί, ο ιδεαλισμός του αποτελούσε πλέον πολυτέλεια μέσα σ’ ένα νέο πολιτιστικό κλίμα που αξιολογούσε την επιστήμη ψηλότερα από την τέχνη, την πραγματικότητα ψηλότερα από τη φαντασία, το κατεστημένο υψηλότερα από την υπέρβαση∙ με λίγα λόγια τον Ρεαλισμό υψηλότερα από τον Ρομαντισμό».[2] Το έργο αποτελεί λοιπόν το ώριμο και όψιμο τέκνο μιας γόνιμης αν και παρελθούσης εποχής, το πιο μεστό δημιούργημά της.

 

 

 

 

Το πορτρέτο πιστεύεται πως ανήκει στην EmilyBrontë (1818-48). Αρχικά αγοράστηκε από έναν καθηγητή λογοτεχνίας, και αργότερα βγήκε σε δημοπρασία.

*Χαρά Νικολακοπούλου, Εισαγωγή στη μελέτη Ωδή στο Κακό, μικρή μελέτη για τα Ανεμοδαρμένα Ύψη της ΄Εμιλυ Μπροντέ.

 

 

 

Β.

Κατερίνα, ο αγώνας για την αυτοπραγμάτωση**

«Βέβαια κι αυτή είχε κάτι φερσίματα, που δεν τα’ χω ξαναδεί σε άλλο κορίτσι… Ένα άγριο, πονηρό βρομοθήλυκο ήτανε, μα είχε τα πιο όμορφα μάτια και το πιο γλυκό χαμόγελο και το πιο ανάλαφρο περπάτημα σ’ όλη την περιοχή».  (σελ. 41)

Με αυτά τα λόγια περιγράφει η οικονόμος Νέλλυ Ντην την Κατερίνα Έρνσω. Και βέβαια δεν θα περιμέναμε να βρούμε σε αυτή την ιστορία ένα γλυκό κοριτσάκι με ξανθές μπούκλες καθισμένο ήσυχα δίπλα στο τζάκι. Η Κατερίνα γίνεται από την αρχή η ψυχή της ιστορίας και η αξεχώριστη παρέα του Χήθκλιφ σε όλες τις διαβολεμένες αταξίες που οργανώνουν μαζί και που φέρνουν σε απόγνωση τους ενήλικες.

Η αγάπη της για αυτόν αρθρώνεται μεστά και σπαραχτικά σε μια αλησμόνητη εξομολόγηση. «Η αγάπη μου για τον Λίντον είναι σαν τις φυλλωσιές στο δάσος θα αλλάξει με τον καιρό όπως αλλάζουν και τα δέντρα το χειμώνα. Μα η αγάπη μου για τον Χήθκλιφ είναι σαν τους αιώνιους βράχους που ένα κομμάτι τους μοναχά βλέπεις παν’ απ’ τη γη- όλο το άλλο αδιόρατο, βαθιά ριζωμένο, μα τόσο πιο στερεό… Νέλλυ, ο Χήθκλιφ είμαι εγώ! Βρίσκεται πάντα στο μυαλό μου, όχι σαν ευχαρίστηση μα σαν το ίδιο μου το είναι. Μη μιλάς λοιπόν για χωρισμό. Είναι κάτι ακατόρθωτο, κάτι που δεν μπορεί ποτέ να γίνει…». ( 77)

Αδύνατον να μην ανακαλέσω εδώ τη σπαρακτική ομολογία μιας άλλης εξίσου τραγικής φιγούρας του παγκόσμιου ρεπερτορίου δια χειρός Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα: «Ο γιος σου ήταν το δροσερό νερό που θα μου ‘φερνε παιδιά, υγεία. Μα ο άλλος ήταν το σκοτεινό ποτάμι που κυλάει κάτω απ’ τις φυλλωσιές …. Έτρεχα στο γιο σου που ήταν κρύος, κρύος σαν ένα μικρό παιδάκι από νερό. Κι ό άλλος έστελνε ξωπίσω μου χιλιάδες πουλιά που μ’ εμπόδιζαν να προχωρήσω[3].

Παρόμοια παραφορά, ίδιος ο πόνος και η εγκατάλειψη στις προσταγές τού πεπρωμένου και αξιοσημείωτη η απουσία προσωπικής ευχαρίστησης από την διάπραξη της απιστίας. Και βέβαια η Κατερίνα δεν μπορεί παρά να είναι αυτή που είναι. Ένα αγοροκόριτσο, ατίθασο αγρίμι που τρέχει ξυπόλητη στα λιβάδια, μουσκεύει στη βροχή μέχρι το κόκαλο τη νύχτα που φεύγει ο Χήθκλιφ, αψηφά τις καταιγίδες, μένει με τα βρεγμένα μέχρι να αρπάξει άσχημο κρυολόγημα και εισβάλλει απρόσκλητη στη γειτονική αγροικία όπου παλεύει με τα σκυλιά που την τραυματίζουν.

Τις τελευταίες της ώρες κάθεται μπροστά στο ανοιχτό παράθυρο «ήσυχη, έπαιρνε μιαν άλλη ομορφιά, θα την έλεγα υπερκόσμια.» Προσβλέπει στη φύση σαν καταφύγιο ηρεμίας, σοφίας αλλά και ίασης. Βέβαια η σοκαριστική αποκάλυψη προκύπτει για τον αναγνώστη όταν υπολογίσει την ηλικία της. Η Κατερίνα γνωρίζει τον Χήφκλιφ στα παιδικά της χρόνια, είναι 16 χρονών όταν εκείνος φεύγει και εκείνη παντρεύεται τον Λίντον, και τρία μόλις χρόνια μετά πεθαίνει έχοντας γεννήσει ένα κοριτσάκι. Είναι μόλις 19 χρονών όταν συμβαίνουν τα μοιραία και τραγικά γεγονότα, και ο Χήθκλιφ είναι λίγο παραπάνω, στα 20.

 

 

 

Χαρά Νικολακοπούλου, Ωδή στο Κακό, μικρή μελέτη για τα Ανεμοδαρμένα Ύψη της ΄Εμιλυ Μπροντέ, εκδ. ΑΩ., 2022.

 

Η Κατερίνα αντιπροσωπεύει λοιπόν μια γυναικεία φιγούρα από αυτές που δεν τις έχουμε συνηθίσει, αντισυμβατική, ανατρεπτική, απρόβλεπτη, αλαζονική, υπεροπτική, με θανατηφόρο πείσμα. Θέση δεν έχουν εδώ οι λεπτεπίλεπτες, άψογα προσαρμοσμένες κοινωνικά θηλυκές υπάρξεις που με παιχνιδιάρικη διάθεση ψηλαφούν ανώδυνα τους κανόνες της καθεστηκυίας τάξης κινούμενες μέσα στα αυστηρά περιφραγμένα σύνορα της ενδεδειγμένης ηθικής, τις οποίες περιέγραψε λίγα χρόνια νωρίτερα η άλλη μεγάλη κυρία της αγγλικής λογοτεχνίας, η Τζέιν Όστεν. (βλ. Περηφάνια και Προκατάληψη).

Στην ιδιοσυγκρασία της Κατερίνας Έρνσω όλα τα παραπάνω δεδομένα τινάζονται κυριολεκτικά στον αέρα. Κι αυτό δεν είναι παράξενο αν αναλογιστούμε ότι «οι απαρχές της ρομαντικής λογοτεχνίας είναι συνυφασμένες με το ‘είμαι’, την κατηγορηματική τούτη διατύπωση της προσωπικής ταυτότητας που υπερασπίζεται τη μοναδικότητα του εαυτού και τη μη υπαγωγή της προσωπικότητας σε ηθικές και κοινωνικές συμβάσεις[4]

Δεν θα ήταν άτοπο εδώ να υποστηρίξουμε ότι η προσωπικότητα της Κατερίνας αποτελεί έναν προάγγελο του φεμινιστικού κινήματος, το οποίο τότε ήταν μάλλον ανύπαρκτο[5], που έλκει αναλογίες από τις ανυπότακτες ηρωίδες αλλά και από την ίδια την αντισυμβατική ζωή της Γεωργίας Σάνδη. Αποτελεί ακόμα έναν μακρινό απόηχο της πανάρχαιης παγανιστικής λατρείας του Θηλυκού. Κι αυτό προκύπτει εύλογα αν κοιτάξουμε άλλη μια φορά τη ζωή της. Ανδρική φιγούρα δεν υπάρχει που να έχει τη δύναμη να την υποτάξει.

Ο Χήθκλιφ τη λατρεύει μέχρι θανάτου και ακόμα πιο πέρα. Ο σύζυγός της επίσης. Πατέρας δεν υπάρχει για να της επιβληθεί, και ο αδελφός της αδιαφορεί παραδομένος στη μέθη και στην ασωτία. Είναι μόνη της, υπόλογη μόνον στον εαυτό της και κινούμενη μέσα στα περιορισμένα πλαίσια του περίγυρού της, απόλυτα ελεύθερη. Ελεύθερη να διαπράξει τα μοιραία εκείνα λάθη που θα την καταστρέψουν και τα οποία θα υποστηρίξει με σθένος μέχρι τέλους.

«Ο αρχετυπικός μύθος των Ανεμοδαρμένων Υψών αφορά λοιπόν μια Αρχική Μητέρα (την Κάθριν), θυγατέρα της Φύσης που εξέπεσε και διασπάστηκε σε τέσσερις υποστάσεις -δύο μείζονες και στοιχειακές (Κάθριν, Χήθκλιφ) και δύο ελάσσονες, ηπιότερες (Κάθριν ΙΙ και Έρτον). Οι άγριες πρωταρχικές υποστάσεις γύρισαν πίσω και χάθηκαν στη φύση. Οι άλλες, που ήσαν επιδεκτικότερες στη μάθηση, έμαθαν να γράφουν και να διαβάζουν».[6]

Σίγουρα επίσης αντλεί την ιδιομορφία της από την πλούσια παρακαταθήκη που έχει καταθέσει η ρομαντική γραφίδα και αποτυπώνει με τρόπο ανυπέρβλητο την εσωτερική ευαισθησία, τη δύναμη του πνεύματος, τη διάθεση για εξέγερση και την ασίγαστη λαχτάρα για αυτοσυνειδησία, αυτονομία και αυτοπραγμάτωση μπολιασμένη με ένα δυνατό ένστικτο απόρριψης κάθε κοινωνικής συμβατικότητας και κάθε παραδεδεγμένης ηθικής τάξης των πραγμάτων. Μετά τον θάνατο του Χήθκλιφ, ενώνεται μαζί του σε μιαν άλλη μυστική διάσταση, αξεχώριστοι, όπως το είχε προβλέψει, στο πάνθεον των αιώνιων καταραμένων εραστών της παγκόσμιας μυθολογίας.

«Κι όμως αυτός ο γέρος που βλέπετε τώρα καθισμένο στη φωτιά, ο Ιωσήφ, ο παλιός μας φίλος, βεβαιώνει πως μια νύχτα βροχερή, κοιτώντας από το παράθυρο, τους είδε και τους δυο να περπατούν αγκαλιασμένοι…» ( σελ. 293)

** Απόσπασμα από το βιβλίο της Χαράς Νικολακοπούλου, Ωδή στο Κακό μικρή μελέτη για τα Ανεμοδαρμένα Ύψη της ΄Εμιλυ Μπροντέ, εκδ. ΑΩ 2022).

 

Η Χαρά Νικολακοπούλου είναι φιλόλογος με  μεταπτυχιακό δίπλωμα στη Δημιουργική Γραφή από το Πανεπιστήμιο Δυτ. Μακεδονίας. Zει στην Καλαμάτα και εργάζεται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους Μεσσηνίας. Εργογραφία: Η δημιουργική γραφή στο Γυμνάσιο, εκδ. Μιχάλη Σιδέρη 2014, Μέλισσες ιέρειες: δύο νουβέλες, εκδ. Γαβριηλίδης 2015, 41 and a half kisses from Mr Leroi, 2016 (κυκλοφορεί στο Amazon), Γιάνννης Σκαρίμπας, Παραδοξολογίες και γλωσσικές ακροβασίες στο πεζογραφικό έργο του, εκδ. Poema , 2016, Μια τρυφερή καρδιά στο βάθος και άλλες ιστορίες, εκδ. Θράκα 2018, Μπαμ! (μαύρη κωμωδία), εκδ. ΑΩ 2020. Ωδή στο κακό, μικρή μελέτη για τα Ανεμοδαρμένα Ύψη της ΄Εμιλυ Μπροντέ, εκδ. ΑΩ 2022

 

 

 

Σπύρος Λ. Βρεττός

Ο άνθρωπος είναι γυναίκα 

 

Γίνεται καμιά φορά το τοπίο όπου προχωράς άνθρωπος που σε κοιτά. Ο άνθρωπος είναι γυναίκα. Καταλαμβάνει όλη την οροσειρά στο βάθος. Διαπιστώνεις πως βουνό δεν υπάρχει και η γυναίκα είναι η οροσειρά. Αυτή είναι το τοπίο ολόκληρο. Μπροστά της, εκεί που κανονικά θα έπρεπε να είσαι εσύ, τίποτα δεν υπάρχει. Και τότε ποια είναι αυτή που κατάπιε το τοπίο και ποιος είσαι εσύ που φαντάστηκες τη γυναίκα στο ανύπαρκτο βάθος; Οπισθοχωρείς μέσα στο τίποτα. Γυρίζεις και κοιτάς προς τα πίσω, εκεί όπου είναι ο μεγάλος καθρέφτης. Αυτός απ’ τον οποίο βγήκες. Στον καθρέφτη βλέπεις τη γυναίκα και δεν αμφιβάλλεις για την αλήθεια της.

Γιατί με έστειλες να σε βρω; της λες.

Γιατί δεν ξέρω εάν υπάρχω, σου απαντάει.

Τότε βεβαιώνεσαι πως ο καθρέφτης είναι από την άλλη μεριά.

 

 

 

(από το βιβλίο του Σπύρου Βρεττού,  «Διαπραγματεύσεις» εκδ. Γαβριηλίδης, 2019)

 

Ο Σπύρος Λ. Βρεττός γεννήθηκε στη Λευκάδα το 1960. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα. Ζει και εργάζεται ως δικηγόρος στην Πάτρα. Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων. Έχει εκδώσει επτά ποιητικές συλλογές, δοκίμια για τον ποιητή Καρυωτάκη και μία συλλογή με διηγήματα. Έργα του έχουν μεταφραστεί από τον Φίλιπ Ραμπ στα αγγλικά (“Collected Poems”, Shoestring Press 2000) ενώ ανθολογία ποιημάτων του εκδόθηκε στην Ιταλία σε μετάφραση Μάσιμο Κατσούλο (“Il postscriptum della storia”, Atelier 2005.

 

 

 

 

 

Κατερίνα Καριζώνη

 

Τα λούσα

 

Κάθε φορά που αγοράζω ένα φόρεμα,

μανούλα, σε θυμάμαι

σου άρεζαν τα λούσα και μου έμαθες

να φορώ πάντα φορέματα χρωματιστά

που μοιάζουν με σημαίες,

σα να πηγαίνω σε πόλεμο ή σε γιορτή

έφερνες μάλιστα στο σπίτι μια μοδίστρα

που είχε φυτείες με καρυδιές, όπως μας έλεγε

μες στα καρύδια κρύβονταν βασιλικά φουστάνια

άμαξες χρυσαφένιες με ξανθόμαλλους ιππείς

που σ’ έπαιρναν μαζί τους σε παλάτια…

Μ’ αυτά τα ψέματα περνούσε ο καιρός

ράβαμε σιωπηλές, σκυμμένες στο βελόνι

δίπλα σε καπνισμένες λάμπες που τρεμόσβηναν

κι ένα σταματημένο ρολόι

που έδειχνε πάντα μεσάνυχτα

όταν τέλειωνε το λάδι

κι έσβηνε το φως απ’ τις ψυχές

η μοδίστρα έβγαζε απ’ το στόμα της

κάτι γυαλιστερές καρφίτσες

και τις κάρφωνε στο δέρμα

για να στερεωθούν καλύτερα τα ρούχα

να μην σκορπίζουν μες στους άσπλαχνους καιρούς

που φυσούσαν απ’ το μέλλον και μας πάγωναν

ύστερα καβαλούσε τη μαύρη ραπτομηχανή της

και χανόταν.

 

(ανέκδοτο)

Η  Κατερίνα Καριζώνη  γεννήθηκε  στη  Θεσσαλονίκη. Τέλειωσε  τη Γερμανική Σχολή Θεσσαλονίκης και  σπούδασε  οικονομικά στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Είναι διδάκτορας των οικονομικών επιστημών. Έχει εκδώσει 28 βιβλία: ποίηση, μυθιστορήματα, διηγήματα, παραμύθια, ιστορικά δοκίμια. Μέρος του έργου της έχει μεταφραστεί στο εξωτερικό. Βαλς στην Ομίχλη, ρεσάλτο, Μεγάλο Αλγέρι, το τραγούδι του Ευνούχου κ. α. είναι μερικά από τα βιβλία της.

 

 

 

Ευαγγελία Τάτση

 

Φυλολογίες

 

Κάποτε

ένας καλλιτέχνης μου είπε

η τέχνη είναι αντρική δουλειά

οι γυναίκες δεν την χρειάζονται

γιατί οι γυναίκες γεννάνε

 

θύμωσα

-όπως θυμώνεις

για τα δικαιώματα των άλλων-

και με λίγο πείσμα παραπάνω

συνέχισα να γράφω τους στίχους μου

 

και τους στίχους μου τους γράφω

[όπως μια γυναίκα γεννάει]

ποτέ εύκολα

[όπως μια γυναίκα γεννάει]

ποτέ δύσκολα

-οι γυναίκες γεννούν

όπου κι αν είν’ ο θάνατος

μετά-

 

για τέχνη

δεν μπορώ τώρα να σας μιλήσω

γιατί τα μωρά μου κλαίνε

 

-αυτό είναι αντρική δουλειά.-

 

(Από τη συλλογή, «φυτά εσωτερικού χώρου». Πρώτη δημοσίευση στην ιστοσελίδα το τρένο της ποίησης 7/11/2021)

 

 

” εικόνα από σχέδιο της Γεωργίας Συριοπούλου”

 

 

 

Μέδουσα

Η τσούχτρα είμαι
[ένα έμβλημα σε χρυσά παντελόνια
το τέρας του δελτίου που μισήθηκε
για πέντε δευτερόλεπτα
η κομπάρσα στην ταινία του Σορεντίνο]

η τσούχτρα που δεν τσίμπησε κανέναν
-γιατί εγώ είμαι νερό
οι άλλοι όλοι είναι πέτρα.-

Πάνω απ’ τα εδώλια της Επιδαύρου
κι απ’ τους αμμόλοφους του Καζακστάν
πάνω απ’ τις πέτρες της Τανζανίας

η φωνή μου.

 

Πετώντας μ’ έναν Πήγασο
δεν απαγγέλω
-γιατί εγώ είμαι νερό-

οι πέτρες όμως
τραγουδούν με την φωνή μου.

 

(αδημοσίευτο)

Η Ευαγγελία Τάτση γεννήθηκε το 1967 στο Περιστέρι. Σπούδασε στο τμήμα Χημείας του Πανεπιστήμιου Πατρών. Εργάζεται σε φαρμακευτική εταιρεία στο τμήμα ιατρικής ενημέρωσης. Η πρώτη της ποιητική συλλογή ακακίες στη σαβάνα, εκδόσεις Βακχικόν, 2020 συμπεριλήφθηκε στη βραχεία λίστα για το βραβείο Γιάννης Βαρβέρης 2021. Ποιήματά της έχουν δημοσιευτεί σε ποιητικές ανθολογίες και λογοτεχνικά ιστολόγια. Τα Φυτά εσωτερικού χώρου, η δεύτερη ποιητική της συλλογή, θα κυκλοφορήσει επίσης απ’ τις εκδόσεις Βακχικόν.

 

 

 

 

 

Ελένη Mπουκαούρη

 

Κοριτσάκια 

Υπάρχει μια ντροπή για όλους
Ένα κομμάτι σώμα εύκολα μαθαίνει
Κι η κλειτορίδα του φεγγίζει μυστικά

Είμαι μια στοιχειώδης θεότητα
Σ’ έναν κόσμο γεμάτο σπασμένα χεράκια
Δεν επιτρέπεται το φύλο μου

Νύφη με φόρεμα φωτιά
Το φονικό φωνάζει
Φέρε την κουβαρίστρα
Φόρα τη δαχτυλήθρα
Με τη βελόνα
Ράψε τη σιωπή
Σε τέσσερις τοίχους μέσα

Ακέφαλο πνεύμα γυναίκας
βρέθηκε σε σκουπιδότοπο

Τίποτα δεν ρώτησα
Ποτέ

(Από την ποιητική συλλογή «Η Γυναίκα με τα Κομμένα Χέρια»,  Γαβριηλίδης, 2006).

 

 

Μέρα που είναι…

 

… καμιά φορά χρειάζεσαι ένα φρέσκο λουλούδι στο παράθυρο της κουζίνας, όταν το σώμα σου μαλακώνει, σκληραίνει, στενεύει, ξεχειλώνει, ανοιγοκλείνει, αναβοσβήνει, στη λεκανίτσα φρέσκα λεμόνια να μυρώσεις τα χέρια σου, να ξύσεις τα νύχια σου σαν τον αδέσποτο γάτο στο κορμί της λεύκας όταν φυσάει νεκρά φύλλα και ο δρόμος μαυρίζει στη βροχή

φθινόπωρο

καμιά φορά χρειάζεσαι ένα άλλο σώμα, όταν το δικό σου φοράει το σώμα της μάνας σου κι όμως παρ’ όλα αυτά (ποια αυτά;) επιμένει να περιφέρει

την κοριτσάδα του

την κοριτσοσύνη του

την κοριτσότητά του

 

(ανέκδοτο)

 

 

Η Ελένη Μπουκαούρη γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε  γαλλική Λογοτεχνία, Γλωσσολογία και Ιστορία, στο Στρασβούργο. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος στο περιοδικό ΓΥΝΑΙΚΑ, στο ΑΠΕ και στον Ραδιοσταθμό ΦΛΑΣ, στον τομέα των Διεθνών Ειδήσεων. Έχει εκδώσει τρεις ποιητικές συλλογές στις εκδ. ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, μία συλλογή διηγημάτων, με τίτλο “Οχτωμισάρια”, εκδ. ΚΕΔΡΟΣ κι ένα μυθιστόρημα με τίτλο “Άθελά μας”, εκδ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ.

 

 

 

 

Σοφία Τριανταφυλλίδου

 

Ανοιχτή αγκαλιά

 

Εκείνη την ώρα που γλίστρησα από τη ζεστή μήτρα ενός σώματος σκοτεινού και βρέθηκα αναπάντεχα στο δυνατό φως, ακούστηκε μια δισταχτική φωνή.

-Κορίτσι.

Ένα άλλο σώμα που θα το φώναζα πατέρα, όταν θα μεγάλωνα, κούνησε συγκαταβατικά το κεφάλι και σιωπηλά με αποδέχθηκε.

Σε πέντε λεπτά ξεμύτισε στο φως , και ένα άλλο πλασματάκι.

-Αγόρι!  φώναξαν όλοι και ο πατέρας  πήδηξε μέχρι το ταβάνι!

Με τον δίδυμο αδελφό μου, ήμασταν  συνέχεια μαζί.

Μα εκείνον δεν τον μαλώνανε σχεδόν ποτέ, δεν έπρεπε να κλαίει, χωρίς να μου εξηγούν το γιατί. Μα και στο φαγητό, τον τάιζαν περισσότερο.

Τα βράδια όταν όλοι κοιμόντουσαν πήγαινα στο ψυγείο και κατάπινα βιαστικά όλα αυτά που μου στερούσαν.

Όλοι με φώναζαν χοντρή και εγώ, τάιζα κρυφά το νέο μου όνομα.

Αγαπώ το σώμα μου και ας με κοιτούν όλοι παράξενα.

Δεν με νοιάζει ούτε για το πεσμένο στήθος μου, ούτε για την τεράστια κιλότα μου και στον καθρέπτη εγώ βλέπω το μικρό μωρό που ποτέ δεν αποδέχθηκαν.

Μόνο το ψυγείο ανοίγει την αγκαλιά του και μ’ αφήνει να βυζαίνω, δίχως να με μαλώνει.

Είναι η μάνα που πάντα ήθελα!

 

(ανέκδοτο)

 

 

 

Η μώβ ομπρέλα

 

Ένα λιοντάρι

βρυχάται

στο στομάχι

ενός ποντικού.

Ένας

αετός

ξεψυχά,

έντομα

ρουφούν

το περήφανο

σώμα του.

Και εκείνη

η κοπέλα

σ’ ένα πάρκο

στο Χάρκοβο,

που περπατά

αμέριμνη

κρατώντας

μια ομπρέλα

με μωβ μαργαρίτες,

σκάει

σαν μανιτάρι

όταν ξεσπά βροχή

ο πόλεμος.

Έχω και εγώ,

μια ίδια ομπρέλα.

 

(ανέκδοτο)

 

Η Σοφία Τιανταφυλλίδη σπούδασε Τεχνολογία Τροφίμων. Είναι συνταξιούχος τραπεζικός υπάλληλος, παντρεμένη και μητέρα δύο παιδιών. Συμμετείχε στην συλλογή διηγημάτων: Ένας κήπος, ένα γεύμα και ένας έρωτας (εκδ. Ελκυστής 2019) και στην συλλογή ποιημάτων και πεζών: Φλέβες γραφής (εκδ. Ρώμη 2019). Δημοσιεύσεις στα λογοτεχνικά περιοδικά: Χάρτης, Φρέαρ, Φράκταλ, Περί ου, Παρέμβαση, Θευθ, Εμβόλιμον, exitirion.

 

 

 

_____________________

[1]  WutheringHeights: η λέξη από την ντόπια διάλεκτο του Γιορκσάιρ, δεν απαντάται σε λεξικά και σημαίνει τον άγριο, τον εκτεθειμένο στους ανέμους, τον ανεμόδαρτο.

[2] M. Travers, Εισαγωγή στη νεότερη ευρωπαϊκή λογοτεχνία, από τα ρομαντισμό ωςτο μεταμοντέρνο, Αθήνα 2005, 59.

[3] Φ.Γκ. Λόρκα, Ματωμένος Γάμος εκδ. Βιβλιοθήκη για όλους, Πρόλογος- μεταφρ. Κ. Κοτζιά, χ.τ., χ.χ.

[4] M. Travers, ό.π., 65.

[5]Ο φεμινισμός ξεκινά με την μητέρα της Μαίρη Σέλλεϊ, την Μαίρη Γουολστονκραφτ, καθώς και άλλες γυναίκες όπως η ΤζούντιθΜάρρεϊ, ήδη από την εποχή των επαναστάσεων, στα τέλη του 19ου αιώνα. Ως οργανωμένο κίνημα, θα αργήσει όμως ακόμη να εμφανιστεί. Οι σουφραζέτες εμφανίζονται μόλις στις αρχές του 20ου αιώνα (1903). (σημ. του επιμελητή)

[6]  Άρης Μπερλής (μετ. και εισ.) BronteEmilyΑνεμοδαρμένα Ύψη, ό.π., 39.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top