Fractal

Ταυτότητες που ξεθωριάζουν

Γράφει η Τζένη Μανάκη //

 

 

 

Robert Penn Warren «Αγριότοπος», Μετάφραση: Άννα Μαραγκάκη, Εκδόσεις ΠΟΛΙΣ

 

“Ένιωσε την ταυτότητά του να ξεθωριάζει. Μα μήπως ο κάθε άνθρωπος, μεσ’ στην απλή του ανθρωπινότητα, δεν ήταν για τους άλλους τίποτα παραπάνω από ανεπαίσθητο θρόισμα, φωνή ή παφλασμός στο σκοτάδι;”

 

Όταν στην Ευρώπη είχε φουντώσει η λαχτάρα για την ελευθερία των καταπιεσμένων, μαύρων σκλάβων του αμερικανικού νότου, ο νεαρός εβραίος Άνταμ Ρόζεντσβάϊγκ αποφασίζει το 1863, μεσούντος του αμερικανικού εμφυλίου, να εγκαταλείψει το γκέτο της Βαυαρίας για την Αμερική, για να πολεμήσει στο πλευρό των Βορείων.

 

 

Ο Αμερικάνικος Εμφύλιος

 

Ο Αμερικάνικος εμφύλιος πόλεμος ξεκίνησε τις 12 Απρίλη του 1861, και υπήρξε ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα που καθόρισαν την ιστορία των ΗΠΑ.

Ήταν η πιο σημαντική επανάσταση του 19ου αιώνα και η τελευταία μεγάλη αστική επανάσταση με μεγάλη ιστορική σημασία, και πολύτιμα διδάγματα για όσους θέλουν να κατανοήσουν την ιστορία του ρατσισμού.

Η ρατσιστική ιδεολογία αναπτύχθηκε με σκοπό να δικαιολογήσει το διατλαντικό δουλεμπόριο, το οποίο βέβαια έδωσε ώθηση στη βιομηχανική επανάσταση.

Η διαμάχη μεταξύ των υπέρμαχων και των αντίπαλων της δουλείας, είναι μια μάχη ζωής και θανάτου.

Ο Αμερικανικός Νότος δεν θα μπορούσε να υπάρξει χωρίς την Αφρικάνικη δουλεία.

Στα τέλη του 18ου αιώνα η δουλεία δεν έπαιζε πια δεσπόζοντα ρόλο στην αμερικάνικη οικονομία. Πολλοί αντίπαλοί της στις γραμμές των ανώτερων τάξεων πίστευαν πως από τη στιγμή που το Κογκρέσο απαγόρευσε την εισαγωγή σκλάβων το 1808, η δουλεία θα πέθαινε με έναν φυσικό τρόπο στο Νότο όπως είχε συμβεί στο Βορρά. Όμως καθώς οι φυτείες βαμβακιού στο Νότο ξεκίνησαν να αναπτύσσονται και να αποκτούν αξιόλογο μέγεθος,  πολλαπλασιάστηκε η παραγωγική ικανότητα τους, δίνοντας στη δουλεία μια παράταση ζωής.

Η απαγόρευση της εισαγωγής σκλάβων από την Αφρική έδωσε ώθηση στην πρακτική της αναπαραγωγής σκλάβων για την αγορά και έσπρωξε την τιμή τους προς τα επάνω. Σε όλη την μέχρι τότε ανθρώπινη ιστορία, η αναπαραγωγή ανθρωπίνων όντων προς πώληση, ήταν εξαιρετικά σπάνια ή εντελώς άγνωστη.

Παρότι έγινε εξαιρετικά δύσκολο για τους σκλάβους να εξεγερθούν, πολλοί από αυτούς προχωρούσαν σε επικίνδυνες απόπειρες απόδρασης. Σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα, υπήρχε ένα δίκτυο μυστικών διαδρομών και ασφαλών καταφυγίων, που έμεινε γνωστό ως “Υπόγειος Σιδηρόδρομος”.

Στην πορεία προς τον Εμφύλιο Πόλεμο η ζωή των πρώην σκλάβων στο Βορρά γίνονταν όλο και πιο δύσκολη. Με βάση το Νόμο Περί Φυγάδων Σκλάβων, που μπήκε σε ισχύ το 1850, κάθε μαύρος στο Βορρά μπορούσε να πέσει θύμα απαγωγής από κάποιον λευκό και να μεταφερθεί στο Νότο, ενώ κάθε Βόρειος λευκός ήταν υποχρεωμένος να βοηθήσει στη σύλληψη ύποπτου για φυγή.

Η ανερχόμενη αστική τάξη του Βορρά αγωνιζόταν για την πολιτική υπεροχή από τις αρχές του 19ου αιώνα, ελπίζοντας να καταργήσει το σύστημα της δουλείας με ταξικό συμβιβασμό και ειρηνικά συνταγματικά μέσα.

Οι δυνάμεις του Βορρά ήρθαν αντιμέτωπες με αναρίθμητες ήττες κατά τη διάρκεια του 1862, γεγονός που χαροποιούσε τους Ευρωπαίους μονάρχες. Οι ΗΠΑ εκείνη την περίοδο ήταν το πιο προηγμένο κράτος παγκοσμίως όσον αφορά τα δημοκρατικά δικαιώματα.

Ο Ναπολέων ο Γ’ της Γαλλίας ήθελε να αναγνωρίσει επισήμως τη Συνομοσπονδία (Νότιοι), αλλά συγκρατήθηκε για να περιμένει πρώτα να δει τι στάση θα κρατούσε η Βρετανία. Πολλά μέλη του Βρετανικού Κοινοβουλίου πίεζαν για αναγνώριση της Συνομοσπονδίας, κάτι που θα τόνωνε το ηθικό των Νότιων και θα ενθάρρυνε τις ξένες επενδύσεις στις Πολιτείες που ήταν μέλη της Συνομοσπονδίας.

Ο βασιλιάς Λεοπόλδος του Βελγίου, όπως και ο γαλλικός και ο βρετανικός τύπος αποτέλεσαν το επίκεντρο μιας εκστρατείας που καλούσε σε στρατιωτική επέμβαση.

Μια νίκη της Συνομοσπονδίας, που σε εκείνη τη φάση ήταν σίγουρα πιθανή, θα ήταν επίσης νίκη για τους μοναρχικούς διεθνώς, που θα έβγαιναν ενδυναμωμένοι στην προσπάθεια τους να καταστείλουν τα μαζικά κινήματα στις χώρες τους.

Ο Λίνκολν ήταν πάντα κατά του θεσμού της δουλείας, αλλά οι προτάσεις του μέχρι και τις αρχές του 1862 ήταν για σταδιακή απελευθέρωση των σκλάβων, με αποζημίωση στους δουλοκτήτες και αναγκαστική απέλαση, ώστε να ενθαρρυνθούν να μεταναστεύσουν στην Αφρική ή την Καραϊβική, επειδή, κατά τους ισχυρισμούς του δε θα μπορούσαν να πετύχουν την ισότητα σε μια κοινωνία τόσο ρατσιστική όσο οι ΗΠΑ. Άρχισε εν συνεχεία να συνειδητοποιεί πως προκειμένου να κερδίσει τον πόλεμο δεν αρκούσε το να απελευθερώνει τους σκλάβους, οι οποίοι θα περνούσαν σε περιοχές που ελέγχονταν από τον Βορρά, αλλά έπρεπε και να τους ενσωματώσει στις δυνάμεις του στρατού.

Με τη Διακήρυξη της Χειραφέτησης της 1ης Ιανουαρίου του 1863, θεσπίστηκε η άμεση απελευθέρωση όλων των σκλάβων από τους δουλοκτήτες χωρίς αποζημίωση.

Ο νέος χαρακτήρας που πήρε ο πόλεμος είχε διεθνή αντίκτυπο. Γέμισε με επαναστατικό ζήλο τις γραμμές του στρατού των ΗΠΑ, γεγονός που άλλαξε την ισορροπία υπέρ τους, στη μάχη του Γκέτισμπεργκ τον Ιούλιο του 1863. Κέρδισαν τις περισσότερες μεγάλες μάχες μετά από αυτό.

“…Καμία ανθρώπινη δύναμη δε μπορεί να υποτάξει την εξέγερση των Νοτίων χωρίς να χρησιμοποιήσει τον μοχλό της Χειραφέτησης όπως έκανα εγώ”, δήλωνε ο Λίνκολν, που δικαιώθηκε με την επανεκλογή του το 1864, αφού πρωτύτερα  πραγματοποίησε εκστρατεία δεσμευόμενος να αγωνιστεί για τροποποίηση του Συντάγματος που θα καταργούσε τη δουλεία.

 

Robert Penn Warren

 

Δυο μήνες αργότερα, οι δυνάμεις της Ένωσης, έμπαιναν στην πόλη Ρίτζμοντ της Βιρτζίνια, πρωτεύουσα της Συνομοσπονδίας. Οι Αφροαμερικάνοι κάτοικοι της πόλης πλημμύρισαν τους δρόμους, φωνάζοντας και τραγουδώντας.

Το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου ήρθε μία εβδομάδα αργότερα, με την παράδοση του στρατού της Βόρειας Βιρτζίνια στο στρατό της Ένωσης.

Ο Λίνκολν στην τελευταία του ομιλία στις 11 Απρίλη του 1865 πρότεινε την ιδέα να δοθεί δικαίωμα ψήφου στους μαύρους άνδρες. Τρεις μέρες αργότερα δολοφονήθηκε.  *

 

Ο Άνταμ είχε επηρεαστεί από τον επαναστατικό ιδεαλισμό του πατέρα του, που του είχε εμφυσήσει την ιδέα πως δεν υπάρχει ευγενέστερο πεπρωμένο από το να ζεις και να πεθαίνεις για την ελευθερία. Με τον διακαή πόθο να εργαστεί για την ημέρα που θα επικρατήσει η δικαιοσύνη στον κόσμο, ο Άνταμ πραγματοποιεί το σχέδιό του, μετά τον θάνατο του πατέρα του.

Παρακάμπτοντας το φυσικό μειονέκτημά του βρίσκεται στο πλοίο με πρόθεση να καταταγεί στο στρατό, γιατί το πιο βαθύ μας όνειρο είναι αυτό που είμαστε, και αν μας το πάρουν, θα μπορούσε ποτέ τίποτ’ άλλο να ‘ναι αληθινό;  

Η αποκάλυψη της αναπηρίας του την οποία φρόντιζε με κάποιο ειδικό παπούτσι να κρύβει, τον αποκλείει από το στράτευμα.

Με κάποιον τρόπο που του υπέδειξε ένας ναυτικός καταφέρνει μέσα στην αναμπουμπούλα να ξεφύγει από τον έλεγχο των αποβιβαζόμενων από το πλοίο και να βρεθεί στη Νέα Υόρκη, φυλάγοντας πάντα το πουγκί με τη διεύθυνση κάποιου συγγενή που του είχε δώσει ο θείος του. Εκεί το κρεμασμένο πτώμα ενός νέγρου τον ταράζει.

Μέσα στη φρίκη των ταραχών που ταλανίζουν την πόλη, βρίσκεται εγκλωβισμένος μαζί με άλλους σ’ ένα υπόγειο, όπου το νερό απειλεί να τον πνίξει. Κάποια χέρια τον σηκώνουν και τον σώζουν. Τα ίδια χέρια μετά την πάροδο της απειλής τον εναποθέτουν λιπόθυμο στα σκαλιά του συγγενή. Πρόκειται για τον φίλο του θείου του, Μπιλ Μπλαουστάιν, που είχε ήδη ειδοποιηθεί για την άφιξη του Άνταμ. Ο Μπιλ πολύ πλούσιος ήδη από τις εμπορικές του δραστηριότητες βλέπει στον Άνταμ τον αντικαταστάτη του σκοτωμένου στον πόλεμο γιου του. Τον εκλιπαρεί να μείνει μαζί του, αλλά ο Άνταμ εμμένει στις ιδέες του και αρνείται.

Βρίσκει θέση ως βοηθός τροφοδοσίας του στρατεύματος, ώστε να γευτεί την πραγματικότητα του πολέμου εκ του σύνεγγυς. κοντά στον Τζεντίν Χόκσγουορθ, έναν κακότροπο άντρα, που όμως κάποτε είχε τη γενναιότητα να υπερασπιστεί στο δικαστήριο έναν μαύρο σκλάβο. Ο Τζεντίν είχε μαζί του, ως βοηθό, τον πρώην μαύρο σκλάβο Μόουζ Τάλμποτ. Ο ρατσισμός είναι διάχυτος τόσο στο Νότιο, όσο και στο Βόρειο στρατόπεδο όπου είχαν συγκροτηθεί ακόμη και συντάγματα μαύρων ως βοηθητικά.  Αναγκαστικά βρίσκεται σε στενή επαφή με διάφορους περιθωριακούς τύπους, μαύρους και λευκούς απατεώνες, αρνητές στράτευσης, καιροσκόπους, κατακερματισμένους ανθρώπους, γυναίκες απελπισμένες που έχασαν παιδιά και άντρες, γυναίκες που εκδίδονταν, ανάμεσά τους και η Μόλι η γλεντζού.

Όταν στο δάσος της Βιρτζίνια συναντούν μια γυναίκα με μωρό, ο Άνταμ επισκέπτεται στο σπίτι της τον λαβωμένο Γερμανό σύζυγό της, βοηθά τη γυναίκα να σταθεί στα πόδια της, δεχόμενος τα ειρωνικά σχόλια του Μόουζ. Ο Τζεντίν απειλεί τον μαύρο βοηθό του, ωστόσο και οι δυο χασκογελούν εις βάρος του. Αν ο  Μόουζ δεν του είχε πει εκείνα τα λόγια, ίσως ο Άνταμ δεν θα τους ακολουθούσε…

Οι μεγάλες μάχες εκτυλίσσονται σε δύσβατες και επικίνδυνες περιοχές ο θάνατος παραμονεύει παντού, αντάρτες και κακοποιοί επιτίθενται σε όποιον συναντούν.

Ο Άνταμ μέσα σ’ αυτόν τον ανθρώπινο συρφετό βασανίζεται από διαρκείς αναρωτήσεις γιατί ήθελε να κάνει αυτό το επικίνδυνο ταξίδι, που τον γεμίζει τρόμο και τον κάνει καθημερινά να διαπιστώνει πως οι αξίες στις οποίες είχε πιστέψει χάνονται, πως δικαιοσύνη δεν υπάρχει, κι ωστόσο προσπαθεί να ανακαλύψει ποια είναι η δική του θέση σ’ αυτόν τον κόσμο, όπου όλοι οι κανόνες καταλύονται.

Η σκηνή όπου μαστιγώνουν δημόσια τα οπίσθια της πόρνης Μόλι δημιουργεί τραύμα στην ψυχή του Άνταμ. Ακούγοντας την κραυγή του πόνου της σκέφτεται πως μόνο οι αδιανόητα αθώοι έχουν τη δύναμη ν’ αντικρίζουν κατά πρόσωπο τον κόσμο αυτό.

Η γυναίκα ήταν γονατιστή, γερμένη πάνω από ένα κούτσουρο. Πίσω από τα γόνατά της είχαν σφηνώσει ένα ραβδί, με τις άκρες του δεμένες σε δύο πασσάλους δεξιά αριστερά. Με αυτόν τον τρόπο η γυναίκα δεν μπορούσε να σηκωθεί, 

απολύτως καμία κίνηση δεν μπορούσε να κάνει.[…] Της είχαν σηκώσει τα ρούχα μέχρι πάνω από το κεφάλι σχεδόν.[…] Άκουσε άξαφνα το σφύριγμα και το κροτάλισμα του βούρδουλα. Θαρρούσε πως θα πέθαινε από ασφυξία προτού βγει η κραυγή. Μα στο τέλος βγήκε.”

      

Ένας βαριά λαβωμένος υπολοχαγός, σε άλλη σκηνή, αρνιόταν να σωθεί από έναν νέγρο. Ο μαύρος Μόουζ που δεν ένιωθε πια πόνο, θα ήθελε να είναι στη θέση εκείνου του λαβωμένου υπολοχαγού για να μπορούσε να πολεμήσει όπως οι λευκοί, γιατί τους μαύρους τους είχαν μόνο για να ανοίγουν λάκκους για αποχωρητήρια… Ο Άνταμ αντικρίζοντας τον υπολοχαγό αναρωτιόταν πως είναι να αιμορραγείς καθώς παραδίνεσαι σ’ έναν όλο και πιο σκοτεινό ύπνο…

Ο Άνταμ βλέποντας πως ο μαύρος σάρκαζε για τις διαρκείς προσβολές που του έκανε ο Τζεντίν, παρά τον κλονισμό των αντιλήψεών του για ισότητα και ίσα δικαιώματα, και την λιγότερη συμπόνια που είχε αρχίσει να αισθάνεται για τους μαύρους, όταν αποκαλύφθηκε η πραγματική του ταυτότητα του Μόουζ, επανέφερε στη μνήμη του τη συμπεριφορά του μαύρου φίλου του που τον έσωσε κάποτε από βέβαιο πνιγμό, γιατί στον Μόουζ ανήκαν εκείνα τα χέρια, κι άρχισε να αισθάνεται μια τρυφερότητα για εκείνον. Σκέφτηκε ότι δεν έπρεπε ο Μόουζ να ζητήσει συγνώμη από κανέναν, η Ιστορία έπρεπε να του ζητήσει συγνώμη.

Ωστόσο, η εκδικητικότητα καραδοκεί, ο πρώην σκλάβος γίνεται μαύρος φυγάδας και πληρώνει με το ίδιο νόμισμα.

Με την ενσυναίσθησή του στο κόκκινο προσπαθεί να ανακαλύψει τη θέση του σ’ αυτόν τον κόσμο αλλά και τους κανόνες ενός κόσμου που καταλύονται από την αγριότητα του πολέμου και καταλήγουν στο αλλάξουν και τις δικές του προτεραιότητες. Ο φιλήσυχος και ιδεαλιστής Άνταμ κακοποιημένος και ξυπόλητος στις όχθες ενός ποταμού του Αγριότοπου σκοτώνει έναν λιποτάκτη που φορούσε κλεμμένες μπότες των στρατιωτών της Ένωσης. Η πράξη του αυτή τον κάνει να συνειδητοποιήσει οριστικά τι σημαίνει πόλεμος και αποφασίζει να αποδράσει.

Όπως και στο ”Όλοι άνθρωποι του Βασιλιά”, του ίδιου συγγραφέα, η αντίστιξη μεταξύ ιδεατού και πραγματικότητας, χαρακτηρίζει τη συμπεριφορά του ήρωά του.

Ο πόλεμος αιτία να αποκαλυφθεί όλο το σκοτάδι της ανθρώπινης ψυχής που φωλιάζει και στο πιο αθώο ανθρώπινο ον. Μοναδικός στόχος του Άνταμ πλέον είναι να παραμείνει ζωντανός.

“Τίποτα δεν στάθηκε ικανό να τον σταματήσει, σκέφτηκε. Ένιωσε ένα κύμα περηφάνιας με τούτη τη σκέψη, μια ανδροπρέπεια. Σκέφτηκε: Στο τέλος κάνουμε πάντα ό,τι εξαρχής σκοπεύαμε να κάνουμε.[…] Ό,τι έκανα, σκέφτηκε, το ‘κανα για την ελευθερία. Θα ‘δινα και τη ζωή μου ακόμα για την ελευθερία”

 

Το βιβλίο του Robert Penn Warren ”Αγριότοπος” που έτυχε μιας εξαιρετικής μετάφρασης από την Άννα Μαραγκάκη είναι ένα βιβλίο με βαθιές ψυχικές και ιδεολογικές αναζητήσεις, ένα βιβλίο μαθητείας μιας άφθαρτης ανθρώπινης συνείδησης σ’ έναν κόσμο που βρίθει μίσους, αναξιοπιστίας, κατάλυσης κάθε ιδεατού. Ο Αγριότοπος δεν είναι μόνο συμβολικός προσδιορισμός του τόπου αλλά και πραγματικός δεδομένου ότι στη διάρκεια του πολέμου πολλές περιοχές του Νότου είχαν υποστεί πλήρη καταστροφή, ερήμωση.

Οι ήρωές του άνθρωποι ανήσυχοι, κατακερματισμένοι, ευάλωτοι, στο μεταίχμιο μιας αναγκαστικής αδυσώπητης πτώσης, δεδομένου ότι η παραβίαση κάθε ηθικής στη διάρκεια του πολέμου είναι μία σταθερή διαχρονικά απαξία, γίνονται αφορμή για μια βαθιά ενδοσκόπηση από μέρους του συγγραφέα.

Ο Warren, με βαθιά ενσυναίσθηση, πέρα από την καταβύθιση στον εσώτερο κόσμο των ηρώων του σχολιάζει με ειρωνεία και χιούμορ κάθε κίνηση και συμπεριφορά τους, αποτυπώνει κάθε αντίδραση του προσώπου τους, φωτογραφίζει κάθε γκριμάτσα, ακόμη και την παραμικρή ρυτίδα που σχηματίζεται για να εκφράσουν μια εσωτερική σκέψη ή μια φανερή πικρία, χαρά, δυσαρέσκεια, απαξίωση. Ο λυρισμός που αφορά κυρίως τη φύση, συμπλέει με την ειρωνεία, ο πλούτος της γλώσσας με τα βαθιά νοήματα, η αφήγηση σαγηνεύει τον αναγνώστη, παρά τον σκληρό ρεαλισμό και την τραχύτητα των γεγονότων. Με φοβερή μαεστρία ο συγγραφέας μεταπηδά από τον λιτό πεζό λόγο στην ποίηση για να βουτήξει μέχρι το βάθος της κυνικότητας και να αναδυθεί με λεπταίσθητο λυρισμό. Η πλοκή σφιχτή, πειστική, εκπληρώνει απόλυτα τη συνθήκη της κλασικής μεγάλης αφήγησης που εμπεριέχει ρεαλισμό.

 

 

* Επιλογή από δημοσιεύματα στο ”Ξεκίνημα” σχετικά με τον Αμερικανικό Εμφύλιο πόλεμο.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top