Fractal

✩ Νέες εκδόσεις: 12 καινούργια βιβλία

Επιμέλεια: Ελένη Γκίκα //

 

 

 

 

Ελληνική πεζογραφία:

 

Δέσποινα Καϊτατζή –Χουλιούμη «Ο τόπος μέσα μας», εκδ. Αρμός, σελ. 258

Πενήντα αφηγήσεις που εκτυλίσσονται στο σήμερα με αναδρομές στο παρελθόν. Μέσα από ιστορίες έρωτα κι αποχωρισμού αναδύονται οι εσωτερικές συγκρούσεις των ηρώων στην προσπάθεια αυτοσυνείδησης, αυτοπροσδιορισμού, αναζήτησης συνοχής και συνέχειας, αίσθησης του ανήκειν κι αυτοπραγμάτωσης. Οι ήρωες κινούνται σε τόπους κλειστών κοινωνιών και σύγχρονων μητροπόλεων, το τοπικό συνδιαλέγεται με το οικουμενικό, η στιγμή με τη διάρκεια. Ανακαλούν στη μνήμη γεγονότα και δρουν ανάμεσα στο τώρα και στο πριν, στο εδώ και στο αλλού, σε έναν ασταθή ή εχθρικό κόσμο, παλεύοντας να συρράψουν ρέλια βιωμάτων για το υφαντό της κατακερματισμένης ιστορίας τους, να προσδιορίσουν τον τόπο τους, να ορίσουν στο μέτρο του δυνατού τη ζωή τους. Φαίνεται δύσκολο, μα όλα είναι δρόμος… Με τις διαδρομές τους αγγίζουν τον αναγνώστη αναμοχλεύοντας δικές του μνήμες, βιώματα, συναισθήματα, ιδέες και στάσεις για τον ξεριζωμό και την προσφυγιά, τη μοναξιά και την παραβίαση ατομικού χώρου, την ετερότητα και την αλληλεγγύη, τη βία και τη συμπόνια, την αίσθηση του Εγώ, του Εμείς, του Άλλου, στο εδώ και το τώρα.

 

Ανθούλα Δανιήλ «Ψηφιδωτό των πάντων», εκδ. Νίκας, σελ. 304

Τα κείμενα αυτού του τόμου, όπως και όλα όσα κείμενα γράφω, έχουν τον τρόπο τους να με καθοδηγούν και, μέσα από παρακαμπτήριους δρόμους, να με παρασύρουν, ανεξαρτήτως της αφορμής της σύνθεσής τους, αν και καλύτερα θα ήταν να ομολογήσω πως η αφορμή είναι μία. Και πρέπει να ομολογήσω ακόμη ότι δεν ξέρω τι βαραίνει στη ζυγαριά, η αφορμή ή ο τρόπος. Το δορυφορικό κεφάλι μου, σαν τεράστιος αχινός, κοιτάζει ένα γύρω για να συλλάβει ό,τι κινείται στην περιφέρεια με άπειρα μάτια στους άσχετους κύκλους του Δημόκριτου. Και, αν η τύχη σταθεί ευνοϊκή και τα μη αναμενόμενα συναντηθούν, το σύννεφο, αραιό και διασκορπισμένο, ίσως με όλες τις αισθήσεις διυλισμένο και από όλες διανθισμένο, θα πυκνώσει, θα λάβει σχήμα και μορφή, στον κεντρικό νευρώνα. Το δεξιό ημισφαίριο επιβάλλεται στο αριστερό και το χέρι αναλαμβάνει δράση, να εκτελέσει ό,τι αυτό προστάζει, ό,τι η καρδιά επέβαλλε. […] (Από την εισαγωγή της έκδοσης)

 

Γιώργος Γιαλούρης «Η πλεύση ενός απόντος πράγματος», εκδ. Ενύπνιο, σελ. 156

Τα διηγήματα αρμολογούνται από όλα εκείνα τα πράγματα, που, ενώ δεν μπορούμε να τα ονομάσουμε, τ’ αναζητούμε για να εξηγήσουμε και να κατανοήσουμε τις αιτίες της απουσίας τους· πράγματα, που όσο να τ’ αναζητούμε, μας διαφεύγουν και εμφανίζονται μπροστά μας μόνο όταν καθίσουμε για λίγο παράμερα για να παρατηρήσουμε όχι τα μεγάλα και τα σπουδαία, αλλά τα μικρά και τα όμορφα, όπως τον ήρεμο κυματισμό της θάλασσας μια βραδιά του καλοκαιριού, το βουητό της μέλισσας πάνω απ’ το θυμάρι ή τις μυρωδιές της άνοιξης στο ξεκίνημα μιας καινούργιας ημέρας.
“Έτσι όπως την κοιτούσε, φοβήθηκε ότι γυρνώντας θα τον καταλάβαινε, ένιωθε πολύ χαζός, σαν πιτσιρικάς, που δεν μπορεί να ξεκολλήσει τα μάτια του από το κορίτσι στο μπροστινό θρανίο, όμως του ήταν αδύνατον να πάψει να την κοιτάζει, τα πάντα γίνονταν τόσο γρήγορα και όταν γύρισε, τα βλέμματά τους συναντήθηκαν κι εκείνη τη στιγμή, μεταξύ του πριν και του μετά, αισθάνθηκε ότι δεν υπάρχει παρόν, αλλά μόνο μία αίσθηση του παρόντος, αφού τίποτα δεν ήταν ικανό να περιγράφει ένα συναίσθημα μέσα του που εκτεινόταν πολύ πιο πέρα και πολύ πιο ψηλά από ό,τι θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στα ασφυκτικά όρια ενός καθημερινού, τετριμμένου παρόντος.” (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

Κωνσταντίνα Δούκα «Το σπίτι στην άκρη της πόλης», εκδ. Βεργίνα, σελ. 192

…Μέχρι που να βγει στη δημοσιά, η αδελφή της, η Θεανώ, έτρεχε ξοπίσω της φωνάζοντας:
“Σε παράτησε ο αβάφτιστος! Πήρες χαμπάρι;”
Κι η Αιμιλία αποκρίθηκε:
“Σαν θα γυρίσω, θα ξέρω την αλήθεια. Από το στόμα του άντρα μου”.
Τι είπανε οι δυο τους, η Αιμιλία κι ο Στρατής, κανείς δεν έμαθε. Εκείνη γύρισε αργά στο σπίτι της, άσπρη σαν τον τοίχο. Μόλις που μπόρεσε να σπρώξει την πόρτα και να περάσει μέσα.
Ύστερα από λίγο μαζεύτηκε κόσμος από τη γειτονιά. Είδαν φως στις κάμαρες. Φώναξαν και τον κοινοτάρχη, που μόλις είχε έρθει από το κυνήγι, να μάθουν όλοι τι έγινε μ’ αυτή την υπόθεση, μιας κι από νωρίς στο καφενείο οι άντρες βάζανε στοιχήματα για το αν θα γυρίσει ο Στρατής ή όχι.
Δίχως να χτυπήσουνε την πόρτα, οι γυναίκες μπήκανε πρώτες στο σπίτι της Αιμιλίας. Φωνάξανε πολλές φορές τ’ όνομά της, αλλά δεν πήρανε απάντηση. Η πίσω πόρτα που έβγαζε στον δρομίσκο προς το ποτάμι πηγαινοερχότανε με τον αέρα.
Αργότερα μάθανε πως, η Αιμιλία κουβάλησε το νυφικό της από το σπίτι ίσαμε το ποτάμι, μισή ώρα δρόμο, και το πέταξε μέσα στα κρύα νερά. Την είδε ο Δήμος, ο γείτονας, και του κόπηκε η ανάσα. Κάτω από το φως του φεγγαριού όλα τα είδε καθαρά… (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

Δήμητρα Παπαδήμα «Βίος Βίας», εκδ. Ελληνικά Γράμματα, σελ. 288

Ξύπνησα ξημερώματα «δαρμένη» από τα ίδια παράξενα όνειρα! Κουκουλώθηκα με το πάπλωμα! Να κρυφτώ! Να ξεφύγω! Από τα όνειρα; Ή από την πραγματικότητα; Έσφιξα τα δόντια! Έπρεπε να τελειώνω με το χρόνιο παραμύθιασμα! Με λίγα λόγια, απαίτησα από τον εαυτό μου να δώσει τίτλο στη μέχρι τώρα ζωή μου! Στον Βίο μου… «τι βίο έχω ζήσει μέχρι τώρα;» «ΒΙΑΣ», ούρλιαξε εκείνη η φωνή μέσα μου που συνεχώς τη διατάζω να βγάλει τον σκασμό!
ΒΙΟΣ ΒΙΑΣ! Ναι! Έτσι είναι! Ένα τσεκούρι, ένα μαχαίρι ή μια μονοκοντυλιά, κι ο ΒΙΟΣ γίνεται ΒΙΑΣ!
Ξεκίνησα το γράψιμο… Εδώ μέσα είμαι σε αυτές τις γραμμές, σε αυτές τις σελίδες… Ένας σύνθετος άνθρωπος που σπάει εύκολα αλλά και τα σπάει εύκολα!
Εδώ μέσα είμαι, μια απλή γυναίκα με κοινή, απλή λογική που δεν τη διαπραγματεύομαι!
Μια γυναίκα έτοιμη για όλα! Είναι δύσκολο να το δεχτείς, το παραδέχομαι και με δέχομαι!

 

 

Ξένη πεζογραφία:

 

Annie Ernaux «Μια γυναίκα», Μετάφραση: Ρίτα Κολαίτη, εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 112

H Annie Ernaux προσπαθεί να ανακαλύψει τα διαφορετικά πρόσωπα της μητέρας της, που πέθανε εξασθενημένη από την αρρώστια που κατέστρεψε τη μνήμη της και της στέρησε τη σωματική και πνευματική της ακεραιότητα. Επιχειρεί να ανασυνθέσει τη ζωή αυτής της γυναίκας που υπήρξε η μητέρα της, μιας γυναίκας δραστήριας και ανοιχτής απέναντι στον κόσμο, που δούλεψε ως εργάτρια πριν ανοίξει το δικό της κατάστημα, που αγωνιούσε να διατηρήσει τη θέση της στην κοινωνία, που ήταν μανιώδης αναγνώστρια και πίστευε ότι “για να ανελιχθείς πρέπει πρώτα να μάθεις”. Καλείται όμως να αντιμετωπίσει και τα αντιφατικά αισθήματα που πολλές φορές νιώθει μια κόρη για τη μητέρα της: αγάπη και μίσος, ενοχή, τρυφερότητα, ενόχληση, αλλά κι αυτή τη σπλαχνική και σιωπηλή προσκόλληση απέναντι σ’ αυτή την ηλικιωμένη γυναίκα που δεν ζει πια.
Η γραφή της Ernaux, ακριβής και σαφής, επαναφέρει με τρόπο σαρωτικό αυτή τη μητέρα που ήταν για την κόρη της η προσωποποίηση του Χρόνου και της κοινωνικής συνθήκης της καταγωγής: “Έχασα τον τελευταίο δεσμό που είχα με έναν κόσμο στον οποίο δεν ανήκω πια”. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
“Ένα δυνατό και λιτό βιβλίο – με την ηρεμία και την ειλικρίνεια που ακολουθούν τη μεγάλη θλίψη”. (BOOKLIST)
“Τίποτα λιγότερο από μια μινιμαλιστική αποκάλυψη, ένα γραπτό τόσο αιχμηρό που φτάνει κατευθείαν στην καρδιά με χειρουργική ακρίβεια”. (LOS ANGELES READER)

 

Charlotte McConaghy «Πριν χαθούν τα πουλιά», Μετάφραση: Κλαίρη Παπαμιχαήλ, εκδ Μεταίχμιο, σελ. 392

Η Φράνι Στόουν ανέκαθεν ήταν ικανή να αγαπήσει αλλά ανίκανη να μείνει. Αφήνοντας πίσω της τα πάντα εκτός από τον ερευνητικό εξοπλισμό της, φτάνει στη Γροιλανδία με έναν και μοναδικό σκοπό: να ακολουθήσει τα τελευταία αρκτικά γλαρόνια που έχουν απομείνει στον κόσμο, στην τελευταία τους, ίσως, αποδημία στην Ανταρκτική. Η Φράνι πείθει το πλήρωμα ενός αλιευτικού σκάφους να την πάρει μαζί του και έτσι σαλπάρουν ενώ απομακρύνονται όλο και περισσότερο από τη στεριά και την ασφάλεια. Καθώς όμως η ιστορία της Φράνι αρχίζει να ξετυλίγεται –ένας παθιασμένος έρωτας, μια απούσα οικογένεια, ένα ολέθριο έγκλημα– γίνεται ξεκάθαρο ότι κυνηγάει πολλά περισσότερα από τα πουλιά. Όταν τα σκοτεινά μυστικά της Φράνι αποκαλύπτονται, θα κληθεί να αποφασίσει τι είναι διατεθειμένη να ρισκάρει για μια ακόμα ευκαιρία εξιλέωσης.
Επικό και βαθύ, σπαρακτικό και λυτρωτικό, το “Πριν χαθούν τα πουλιά” είναι μια ωδή στους άγριους τόπους και σε έναν κόσμο που χάνεται, αλλά και μια ιστορία για τη δυνατότητα της ελπίδας ενάντια σε όλες τις πιθανότητες, που κόβει την ανάσα.

 

Guillaum Musso «Η μυστική ζωή των συγγραφέων», Μετάφραση: Εύη Γεροκώστα, εκδ. Διόπτρα, σελ. 280

«Όλοι έχουν τρεις ζωές: μία δημόσια, μία ιδιωτική και μία μυστική…» (Gabriel Garcia Marquez)
1999
Έπειτα από την έκδοση τριών εμβληματικών μυθιστορημάτων, ο διάσημος συγγραφέας Νατάν Φολ ανακοινώνει το τέλος της συγγραφικής του καριέρας και αποσύρεται στο Μπομόν, ένα παρθένο και όμορφο νησί της Μεσογείου.
Φθινόπωρο 2018
Τα τελευταία είκοσι χρόνια ο Φολ δεν έχει δώσει ούτε μία συνέντευξη. Καθώς όμως τα μυθιστορήματά του εξακολουθούν να συναρπάζουν τους αναγνώστες, η νεαρή Ελβετίδα δημοσιογράφος Ματίλντ Μονέ καταφτάνει στο απομονωμένο νησί, αποφασισμένη να ξεκλειδώσει τα μυστικά του μοναχικού συγγραφέα. Την ίδια μέρα, ανακαλύπτεται στην παραλία το πτώμα μιας γυναίκας και οι Αρχές αποκλείουν το νησί. Κι έτσι ξεκινάει μια επικίνδυνη αναμέτρηση ανάμεσα στη Ματίλντ και στον Φολ, όπου αλήθειες χρόνια θαμμένες συγκρούονται με απροκάλυπτα ψέματα, ενώ έρωτας και φόβος συνυφαίνονται σε ένα διαβολικό παιχνίδι…
Η συγκλονιστική αλήθεια δεν θα αποκαλυφθεί παρά μόνο όταν θα μπει και το τελευταίο κομμάτι του παζλ στη θέση του… (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

 

Αστυνομικό μυθιστόρημα:

 

Stuart Neville «Λόγια νεκρών», Μετάφραση: Βάσια Τζανακάρη, εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 368

Η Σερίνα Φλάναγκαν, αρχιεπιθεωρήτρια της αστυνομίας, αναλαμβάνει την υπόθεση αυτοκτονίας ενός επιχειρηματία της περιοχής με βαριά αναπηρία. Προσπαθώντας να κλείσει την υπόθεση πιάνει τον εαυτό της να ζηλεύει την άνετη ζωή της χήρας του επιχειρηματία και τον φαινομενικά ευτυχισμένο γάμο τους. Ώσπου η στενή σχέση της χήρας με τον εφημέριο της ενορίας τους αρχίζει να τη βάζει σε υποψίες. Πώς όμως θα μπορούσε να αποδείξει όσα υποψιάζεται, με μια σκηνή εγκλήματος χωρίς ευρήματα και κανένα αποδεικτικό στοιχείο στη διάθεσή της; Μήπως αυτή τη φορά το ένστικτό της την έχει παραπλανήσει; Την ώρα που ο σύζυγός της πασχίζει να ξεπεράσει τις συνέπειες μιας επίθεσης που παραλίγο να του κοστίσει τη ζωή, και τα παιδιά της είναι δυστυχισμένα, η επιμονή της Σερίνα να ξεκλειδώσει το μυστήριο και να ανακαλύψει τι πραγματικά συνέβη μέσα σε εκείνο το σπίτι μπορεί να της στοιχίσει όχι μόνο τη δουλειά της, αλλά και την οικογένειά της. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
«Μια περίπλοκη και γεμάτη συμπόνια μελέτη της ανθρώπινης φύσης». (Publishers Weekly)
«Ο Neville γίνεται όλο και καλύτερος από βιβλίο σε βιβλίο, παραδίδοντάς μας μια ηρωίδα με τα προτερήματα και τα ελαττώματά της, που διατηρεί όμως την ανθρωπιά της μέσα στο σκοτεινό, ζοφερό τοπίο που την περιβάλλει». (Daily Mail)
«Μια πανέξυπνη πλοκή. Η Φλάναγκαν είναι ένα εξαιρετικό δημιούργημα, μια από τις πιο πειστικές ηρωίδες που υπάρχουν». (The Times)
«Ένα δυνατό ψυχολογικό θρίλερ… Εξαιρετικό!» (Gumshoe Review)

 

Manuel Vazquez Montalban «Ο σέντερ φορ δολοφονήθηκε το σούρουπο», Μετάφραση Βέρα Δαμόφλη, εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 320

Στα γραφεία του πλουσιότερου ποδοσφαιρικού συλλόγου όλου του κόσμου φτάνει μία ανώνυμη επιστολή. Κάποιοι απειλούν ότι θα δολοφονηθεί ο διάσημος σέντερ φορ Τζακ Μόρτιμερ, που υπέγραψε πρόσφατα συμβόλαιο με την ομάδα. Οι επικεφαλής του συλλόγου αναθέτουν τις έρευνες στον ντετέκτιβ Πέπε Καρβάλιο, αλλά τον παρουσιάζουν ως ψυχολόγο της ομάδας ώστε να μπορεί να κινείται άνετα μέσα στον κόσμο του αθλητισμού δίχως να κινεί τις υποψίες του Τύπου. Τα ίχνη οδηγούν σε μια υπόθεση κερδοσκοπίας με τις τιμές των οικοπέδων, στην οποία εμπλέκονται ο πρόεδρος ενός συνοικιακού ποδοσφαιρικού συλλόγου στην περιφέρεια της Βαρκελώνης και εν αγνοία του ο σέντερ φορ της ομάδας, μια παλιά δόξα που έχει πια ξεπέσει. Όλες αυτές οι συμπτώσεις περιπλέκουν ακόμα περισσότερο τις έρευνες για τον εντοπισμό του αποστολέα των απειλητικών επιστολών. Ποδόσφαιρο, θεμιτή και αθέμιτη οικοδομική δραστηριότητα, στη Βαρκελώνη που ετοιμάζεται για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
«Ένας εμβληματικός ντετέκτιβ, οι πολιτικές ίντριγκες, ο αέρας της Βαρκελώνης και οι γεύσεις της καταλανικής κουζίνας, συνθέτουν ένα απολαυστικό ανάγνωσμα». (Venue)
«O Montalban γράφει με τη σιγουριά της αυθεντίας, αλλά και με συμπόνια -με μια θλίψη στο ύφος του Le Carre» (Publishers Weekly)
«Ένας οξύνους παρατηρητής των πάντων» (Detectives Beyond Borders)
«Ο Πέπε Καρβάλιο είναι ένας φλεγματικός ιδιωτικός ερευνητής. Το φαγητό είναι το μεγαλύτερο ενδιαφέρον του, αλλά όταν δεν ασχολείται με αυτό, έχει την ικανότητα να λύνει τα πιο πολύπλοκα μυστήρια» (Sunday Times)

 

Katherine Beville «Το στοίχημα», Μετάφραση: Χριστιάννα Ελ Σακελλαροπούλου, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, σελ. 472

Έρωτας και χρήμα
– Σαν Φρανσίσκο, Νέα Υόρκη, αιγαιοπελαγίτικα νησιά –Μηχανορραφίες, μυστικές συμφωνίες, διεφθαρμένοι τραπεζίτες, αδίστακτοι χρηματομεσίτες.
Όταν το αφεντικό της απορρίπτει την τελευταία της πρόταση, η Βέριτι Μπανκς, υψηλόβαθμο στέλεχος της Τράπεζας του Κόσμου, καταστρώνει την έσχατη επιχειρηματική εκδίκηση: να παραβιάσει τα μηχανογραφημένα συστήματα ασφαλείας και να κρύψει μερικά χρήματα κάπου όπου δεν θα μπορεί κανείς να τα εντοπίσει, για να καταδείξει στην ανώτατη διοίκηση πόσο εύκολη είναι ουσιαστικά η υπεξαίρεση μεγάλων κεφαλαίων. Αλλά τότε ο άσος στα οικονομικά δόκτωρ Ζόλταν Τορ, πρώην μέντορας της Βέριτι, ανεβάζει ακόμα ψηλότερα τον πήχη. Της προτείνει να κλέψουν από ένα δισεκατομμύριο δολάρια, να τα επενδύσουν με στόχο να κερδίσουν τριάντα εκατομμύρια μέσα σε λίγους μήνες και να ξαναβάλουν το αρχικό ποσό στη θέση του πριν αντιληφθεί κανείς ότι λείπει. Και, για να γίνει πιο ενδιαφέρουσα η πρόκληση, προσθέτουν το στοιχείο του μεταξύ τους ανταγωνισμού – με τον δόκτορα Τορ να παραχωρεί ένα πλεονέκτημα στη χαρισματική μαθητευόμενή του: εκείνη μπορεί να διαπράξει τη ληστεία μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή, ενώ αυτός όχι…

 

Volker Kutscher «Το βρεγμένο ψάρι», Μετάφραση: Τάσος Ψηλογιαννόπουλος, εκδ. Διόπτρα, σελ. 736

ΒΕΡΟΛΙΝΟ 1929
Στη βερολινέζικη αστυνομική αργκό, «βρεγμένο ψάρι» σημαίνει «ανεξιχνίαστη υπόθεση». Ο φιλόδοξος αστυνόμος Γκέρεον Ρατ μόλις έχει έρθει στο Βερολίνο και βρίσκεται αντιμέτωπος με μια μεγαλούπολη σε έκσταση, γεμάτη πολιτικές και κοινωνικές αναταραχές. Ένας νεκρός που δεν μπορεί να ταυτοποιηθεί και φέρει ίχνη απάνθρωπων βασανιστηρίων παραμένει αίνιγμα για το Εγκληματολογικό της Αστυνομίας. Στον Ρατ πετάνε το βρεγμένο ψάρι και σύντομα η έρευνά του τον οδηγεί σε μια ομάδα εξόριστων Σοβιετικών αντιφρονούντων που έχουν πολύ χρυσό προκειμένου να αγοράσουν πολλά όπλα.
Ο Ρατ, ζαλισμένος από τους ρυθμούς της υπόθεσης, εισέρχεται σε κύκλους παραστρατιωτικών και παρασύρεται στη δίνη των δολοπλοκιών του Μεσοπολέμου. Οι κομμουνιστικές κινητοποιήσεις έρχονται σε σύγκρουση με τη ραγδαία άνοδο του ναζισμού και όλα συνθέτουν ένα βερολινέζικο ντελιριακό πάνθεον χαρακτήρων οι οποίοι θα γίνουν μάρτυρες της αρχής του τέλους της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης.
Αυτό είναι το πρώτο βιβλίο με ήρωα τον αστυνόμο Γκέρεον Ρατ, πάνω στο οποίο έχει βασιστεί η δημοφιλής τηλεοπτική σειρά Babylon Berlin.
Ο Kutscher δεν δημιουργεί μόνο εξαίσια αστυνομική λογοτεχνία, αλλά αποτυπώνει με δεξιοτεχνία τη ζωή του Βερολίνου λίγο πριν κατακλυσμιαία γεγονότα αλλάξουν τον κόσμο. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top