Fractal

Μπορεί η Τεχνολογία να Αλλάξει τη Μάθηση;

Γράφει ο Χρήστος Δούκας //

 

 

Ας δοκιμάσουμε ένα «νοητικό πείραμα»  από τις εκπαιδευτικές εμπειρίες των ημερών της πανδημίας: Εγγράφουμε σε ένα βίντεο μια  διδασκαλία στην τάξη, παρουσιάζουμε ένα φαινόμενο ή ένα νόμο σε ψηφιακό περιβάλλον, αντικαθιστούμε τα σχολικά εγχειρίδια με e-εγχειρίδια, χρησιμοποιούμε ψηφιακές, αυτοματοποιημένες  πλατφόρμες ερωτο-απαντήσεων και συστήματα διαχείρισης μάθησης..Συγκρίνουμε τώρα το νέο με το παραδοσιακό εκπαιδευτικό περιβάλλον. Τί διαφορά εντοπίζουμε;

 

Είναι σίγουρα ένα διαφορετικό περιβάλλον, μια διδασκαλία on demand, ελκυστικότερη παρουσίαση, κίνηση-προσομοιώσεις, διαδραστικά παιχνίδια, ερωτήματα τύπου κουίζ και άλλα παρόμοια  Σίγουρα διαφορετικό, αλλά πόσο διαφορετικό;

Επί της ουσίας λίγα πράγματα αλλάζουν. Άλλαξε το περίβλημα αλλά δεν άλλαξαν οι ελλειμματικές διδακτικές-παιδαγωγικές σχέσεις, η μεταδοτική αντίληψη, η απομνημονευτική λειτουργία, η αδύναμη συμμετοχική διαδικασία, η εκμάθηση του ενός αποκλειστικού εγχειριδίου και λοιπά και λοιπά. Τα σχολεία εξακολουθούν να είναι καταναλωτές αντί παραγωγοί-δημιουργοί μάθησης. Γεννώνται ερωτήματα: Τί μπορούν να κάνουν τα νέα μέσα στην εκπαίδευση και  πώς μπορούν να την υποστηρίξουν;..Τί προκλήσεις όταν οι παιδαγωγικές-πολιτισμικές ανταλλαγές πραγματοποιούνται στον εικονικό χώρο;

Ας δοκιμάσουμε κάτι διαφορετικό. Αντί να θεωρήσουμε την τεχνολογία ως πανάκεια, προωθητή-οδηγό για κάθε χρήση στη λογική «η τεχνολογία για την τεχνολογία», να την εκλάβουμε αλλιώς, ως ένα «εργαλείο», «σκαλωσιά», κάτι συμπληρωματικό που συνδέεται με συγκεκριμένες μαθησιακές πλευρές που μπορούν να βελτιώσουν.

Όπως ξέρουμε ιστορικά, η τεχνολογία απέβη επιτυχής, όταν συνδέθηκε με καταστάσεις που βελτίωσαν την ανθρώπινη-κοινωνική ζωή. Δε χρειάζεται να πάμε πολύ μακριά για να διαπιστώσουμε προβληματικές πλευρές στην εκπαίδευση. Είναι γνωστές και επανερχόμενες οι αδυναμίες σε θεμελιώδη  θέματα με επίκεντρο την ισότητα ευκαιριών και πτυχές την αξιοποίηση των εμπειριών των μαθητών, την προσωποποιημένη μάθηση σε συνεργατικά περιβάλλοντα, τους εγγραμματισμούς κατανόησης, ερμηνείας στους αναδυόμενους πολυτροπικούς κόσμους της εργασίας, της δημόσιας και προσωπικής ζωής. Πόσο μπορούν να συμβάλλουν σε αυτά οι εξελισσόμενες, διαδικτυακές  τεχνολογίες  διαχείρισης δεδομένων, μεθόδων  αυτοματοποιημένης μετάβασης ανοικτού τύπου, αξιοποίησης πολλαπλών δεδομένων και άλλα παρόμοια;

Ας αναρωτηθούμε:

Γιατί οι μαθητές να μην στηριχτούν σε μια ποικιλία διαθέσιμων πηγών ψηφιακής πρόσβασης σε πληροφορίες και τρόπους αξιοποίησης στην εκπαιδευτική πράξη; Χωρίς περιορισμούς χώρου-χρόνου;

Γιατί καθένας μαθητής να μην μπορεί να ακολουθήσει τον δρόμο  των κλίσεων και ενδιαφερόντων του ως προσωπική διαφοροποιημένη πορεία, σαν αντίδοτο στη σχολική αποτυχία;

Και πως η προσωποποιημένη μάθηση στα διανεμημένα συστήματα γνώσεων,  μπορεί να γίνει μέρος μια συνεργατικής παιδαγωγικής που είναι πάντα η πεμπτουσία των σχολείων;

Γιατί όχι η αξιοποίηση ψηφιακών συνεργατικών ομάδων, ομαδικά πρότζεκτ, δικτυακά φόρουμ, πορτοφόλιο εργασίας, συστήματα πληροφόρησης μαθητών με ποικιλία δεδομένων, πληροφοριοποιήσεις αλληλεπιδράσεων και άλλα παρόμοια εργαλεία;

Γιατί οι εκπαιδευτικοί να μην αναπτύξουν τις ικανότητες σχεδιασμού σε διαφορετικά περιβάλλοντα αξιοποιώντας παραδοσιακά και νέα τεχνολογικά εργαλεία; Και τα σχολεία από ιμάντες μεταβίβασης κεντρικών εντολών σε κοινότητες δημιουργικής μάθησης;

Μπορείτε να επεκταθείτε και σε άλλα ανάλογα εκπαιδευτικά ερωτήματα, σε θέματα όπως πρόγραμμα σπουδών, σχολικά βιβλία, ρόλος εκπαιδευτικών, επιμόρφωση κ.α. Θα διαπιστώσετε ότι η τεχνολογία μπορεί να αλλάξει τα πράγματα, αλλά όχι πάντα προς το  καλύτερο. Είναι δισυπόστατη. Μπορεί ανάλογα ή να ενισχύσει-μηχανοποιήσει αναχρονιστικές μορφές ή να αποτελέσει παράγοντα μετασχηματισμού της εκπαίδευσης σε ανώτερα επίπεδα προσφοράς.

Όσες φορές και να δοκιμάσει κανείς με οποιαδήποτε εκπαιδευτικά προβλήματα, το συμπέρασμα είναι το ίδιο: Δεν μπορούν τα νέα μέσα να εισαχθούν χωρίς παιδαγωγικές αλλαγές στα σχολεία που ανοίγουν ακόμα ευρύτερα θέματα για την φιλοσοφία της εκπαίδευσης και τους σκοπούς της.

Αλλά τα ερωτήματα  δεν περιορίζονται  στην παιδαγωγική πλευρά της τεχνολογίας. Στη βάση τους βρίσκεται η επιβεβαίωση, σε ψηφιακό περιβάλλον, μιας μακράς ιδεολογικής-φιλοσοφικής διαπάλης για την εκπαίδευση. Γιατί είναι βασικό θέμα το πως βλέπει κανείς την εκπαίδευση. Είναι διαφορετικό αν βασίζεται στην αντίληψη ότι «κάθε μαθητής μπορεί να μάθει» ή βασίζεται απλά και μόνο στη «διαπίστωση της ικανότητας για  μάθηση», την οποία κάποιοι «προκαταβολικά» δεν μπορούν να αποκτήσουν- αντίληψη των διακρίσεων, των κοινωνικο-φυσικών διαχωρισμών … Η τεχνολογία μπορεί να ενισχύσει τη μια ή την άλλη αντίληψη, δεν είναι ουδέτερη.

Δεν γνωρίζουμε με  ποιες συνθήκες μπορούν οι άνθρωποι  να συσχετισθούν  στο μέλλον, ποιες κοινωνικο-πολιτισμικές μορφές θα αναδειχτούν, αλλά δεν μπορεί κανείς παρά να αναγνωρίσει τις κοινωνικές πραγματικότητες της πολυφωνίας, τις στρατηγικές ένταξης και συνοχής χωρίς προκαταλήψεις σε μια χειραφετητική  αντίληψη, όπου σκοπός είναι η μάθηση και η ολιστική ανάπτυξη των μαθητών-τί άλλο είναι τα σχολεία από αυτή την κοινωνικότητα προσωποποιημένων σχέσεων μάθησης; Αυτή είναι η ουσία.

Οι ψηφιακοί μετασχηματισμοί, μας ωθούν να σκεφτούμε τους βασικούς σκοπούς της εκπαίδευσης. Πώς μια ανανεωμένη εικόνα της  θα συμβάλει στην ανάπτυξη δημοκρατικών και δίκαιων κοινωνιών.

Στο πλαίσιο του αέναου διαλόγου ανθρώπινων-εκπαιδευτικών-κοινωνικών σχέσεων και τεχνολογικών εργαλείων, μπορούν οι διαδικτυακές υποδομές-αρχιτεκτονικές να αναδειχτούν σε απαραίτητο συμπλήρωμα της πρόσωπο με πρόσωπο στις τάξεις,  όταν μπορούν να κάνουν πράγματα που εκείνη (η πρόσωπο με πρόσωπο) δεν μπορεί να κάνει.

Τότε η διαδικτυακή μάθηση σε πραγματικό χρόνο (on-line learning), γίνεται εξίσου χρήσιμη τόσο στην εξ αποστάσεως όσο και στην πρόσωπο με πρόσωπο επικοινωνία και οι δυο μορφές έρχονται πολύ κοντά σε μια αμοιβαία αλληλοτροφοδότηση.

Η πανδημία δεν δημιούργησε, αλλά έφερε στην επιφάνεια τα προβλήματα αυτά.

Από μια ιστορική ανάγνωση, αυτές οι περίοδοι κρίσεων μπορεί να προσφερθούν για αλλαγές ουσίας των εκπαιδευτικών συστημάτων, αν  διεκδικηθούν  εναλλακτικές προτάσεις-σχέδια. Αυτό είναι μια πρόκληση που βρίσκεται μπροστά στους κυβερνητικούς και  θεσμικούς παράγοντες της πολιτείας και αν δεν υπάρχουν σαφή δείγματα ανταπόκρισής τους μέχρι τώρα, είναι οι εκπαιδευτικοί-καταλύτες που μπορούν να σκεφτούν ξανά τις πρακτικές εμπειρίες μάθησης, τα  παιδαγωγικά μοντέλα, τους βασικούς σκοπούς της εκπαίδευσης, μπροστά στις συνθήκες ανασφάλειας, κινδύνων και συνεχούς αλλαγής.

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top