Fractal

Eίναι δικαίωμα ο πολιτισμός ή όχι;

από τη Μικέλα Χαρτουλάρη //

Ομιλία στη Γερμανική Ακαδημία Τεχνών

Πηγή: chronosmag.eu

Οι συνέπειες των πολιτικών και των στρατηγικών της κρίσης στην πολιτισμική πολιτική, στην πολιτιστική ζωή και στην ελληνική κουλτούρα. Η ευρωπαϊκή προοπτική και το παράδειγμα του χώρου του βιβλίου.

 

culture

 

Θα ήθελα να ξεκινήσω με μια λογοτεχνική περιγραφή του κλίματος που κυρίευσε την ελληνική κοινωνία από το 2010 κι έπειτα. Είναι ένα απόσπασμα του 45χρονου συγγραφέα Χρήστου Οικονόμου, από το καινούργιο βιβλίο του που κυκλοφόρησε το 2014.1

«Είναι τρομακτικό να πολεμάς να ξαναστήσεις τη ζωή σου απ’ την αρχή παλεύοντας να διώξεις τον μεγαλύτερο απ’ όλους τους φόβους, που δεν είναι ο φόβος του θανάτου αλλά ο φόβος της ζωής, ο φόβος να ζήσεις, ο φόβος να ζήσεις μια ζωή μέσα στον φόβο, αυτός ο φόβος της ζωής που μας κάνει να πεθαίνουμε κάθε μέρα κι από λίγο. […] Και κάπως έτσι βρίσκεσαι σκαλωμένος ανάμεσα στον φόβο που γεννά η φωτιά και τον φόβο που γεννά το σκοτάδι, και δεν ξέρεις ποιον απ’ τους δυο φόβους να διαλέξεις. Και τότε σε πιάνει ένας άλλος φόβος, πιο μεγάλος, γιατί καταλαβαίνεις πόσο τρομακτικό είναι που έχεις αρχίσει να αντιδράς όχι σαν άνθρωπος αλλά σαν κάτι άλλο, γιατί κανείς άνθρωπος δεν θ’ αναρωτιόταν ποτέ αν το φως είναι χειρότερο απ’ το σκοτάδι. Κι αυτό που σε τρομάζει πιο πολύ είναι που δεν ξέρεις τι είναι αυτό το κάτι άλλο που έχεις αρχίσει να γίνεσαι…»

Ο παράγοντας του υπαρξιακού φόβου λοιπόν, το αίσθημα του αδιεξόδου, σημάδεψε την καθημερινότητα των Ελλήνων και των Ελληνίδων σε αυτά τα χρόνια που τους επιβλήθηκαν τα πιο σκληρά νεοφιλελεύθερα μέτρα. Απορρύθμισε την καθημερινότητά μας αλλά ταυτόχρονα μας υποχρέωσε να σκεφτούμε πώς θέλουμε να ζούμε.

Το πρώτο θύμα των πολιτικών της κρίσης ήταν –το ξέρουμε διότι το έχουμε δει παντού στην Ευρωπαϊκή Ένωση– το κοινωνικό κράτος. Και επίσης ξέρουμε ότι η κατάργηση του κοινωνικού κράτους δημιουργεί κοινωνικές και πολιτικές ανισότητες που με τη σειρά τους δημιουργούν πολιτισμικές ανισότητες, πολιτισμικές διακρίσεις και πολιτισμικούς αποκλεισμούς.

Στην Ελλάδα ειδικότερα, μετά τα στρατηγικά μέτρα που εφάρμοσαν οι κυβερνήσεις Παπανδρέου, Παπαδήμου και Σαμαρά είχαμε πλήρη ανατροπή του πολιτισμικού χάρτη αλλά και μια δυναμική έκρηξη της δημιουργικής έκφρασης.

Εδώ και έναν μήνα όμως υπάρχει άλλος ένας παράγοντας που επηρεάζει τη σφαίρα της κουλτούρας:2 είναι ο νέος άνεμος που πνέει μετά την εκλογή της κυβέρνησης Τσίπρα. Με αυτή την έννοια, τα ντιμπέιτ της Γερμανικής Ακαδημίας για τη Γλώσσα και τη Λογοτεχνία παρακολουθούν τις εξελίξεις της Ιστορίας του παρόντος! Ήδη λοιπόν είδαμε να γίνεται μια θεμελιακή αλλαγή πλεύσης σε σχέση με την πολιτισμική πολιτική των τελευταίων χρόνων: είναι ο «γάμος» του Υπουργείου Παιδείας με το Υπουργείο Πολιτισμού (με επικεφαλής μάλιστα καταξιωμένους διανοούμενους). Μια καινοτομία που υπογραμμίζει ότι ο πολιτισμός δεν είναι πολυτέλεια αλλά δημόσιο αγαθό. Αγαθό βασικό για τη διαμόρφωση του πολίτη. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτό είναι το πρώτο βήμα μιας αλλαγής παραδείγματος στο μεγάλο πρόβλημα της σχέσης ανάμεσα στην Κουλτούρα και τη Δημοκρατία.

Αυτή η σχέση όπως επισήμαναν πολλοί συμμετέχοντες στο ντιμπέιτ της Αθήνας (3, 4.12.2014), δεν είναι μονάχα ελληνικό πρόβλημα αλλά είναι και ευρωπαϊκό.

 

Η αμφισβήτηση των στρατηγικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Σε τούτα τα χρόνια της παγκόσμιας κρίσης, το ιδανικό της Ενωμένης Ευρώπης «απογυμνώθηκε σταδιακά από την έννοια του ανθρωπισμού». Αυτό επισήμαναν στην Αθήνα οι συγγραφείς Χρήστος Αστερίου και Χρήστος Χρυσόπουλος όπως και η καθηγήτρια Διπλωματικής Ιστορίας και συγγραφέας Λένα Διβάνη. Φάνηκε, είπαν, ότι «στον βωμό της οικονομικής εξυγίανσης και της λιτότητας θυσιάστηκαν κάποιες βασικές ευρωπαϊκές κατακτήσεις», και αυτό έχει προκαλέσει στις ευρωπαϊκές κοινωνίες μια αμφισβήτηση των πολιτικών στρατηγικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για παράδειγμα, το γεγονός ότι το κράτος πρόνοιας βρίσκεται έξω από την ατζέντα των Ευρωπαίων τεχνοκρατών έχει ως αποτέλεσμα μεταξύ άλλων να παραμερίζονται ή και να καταργούνται οι ίσες ευκαιρίες κοινωνικής κινητικότητας και πρόσβασης στην εκπαίδευση και την κουλτούρα. Όλες αυτές οι πολιτικές και οι στρατηγικές δηλητηριάζουν τον δημοκρατικό πολιτισμό της Ευρώπης και υπονομεύουν την ευρωπαϊκή ταυτότητα όπως την ξέραμε. Παράλληλα, όλα αυτά τρέφουν ή και δημιουργούν στην πολύγλωσση, πολυπολιτισμική και πολυφυλετική Ευρώπη όχι μόνο διακρίσεις αλλά και φαινόμενα διαλυτικά όπως ο νεοναζισμός, ο ρατσισμός, η ξενοφοβία, η ισλαμοφοβία, η ομοφοβία κ.ά.3

Πώς λοιπόν θα λειτουργήσει ενοποιητικά η Ευρωπαϊκή Ένωση; Πώς θα αντιμετωπιστεί η πολιτισμική περιθωριοποίηση των ευάλωτων ομάδων η οποία χαρακτηρίζει την καθημερινότητα των τελευταίων πέντε χρόνων; Μήπως η Ε.Ε. πρέπει να αναλάβει έναν ρόλο ευθύνης και να ενισχύσει το κοινωνικό πρόσημο στο πολιτισμικό γίγνεσθαι; Μήπως χρειάζεται να επαναπροσδιοριστεί η ευρωπαϊκή ταυτότητα;

 

Οι δυναμικοί νεομαικήνες και η ενδοτική στάση της Πολιτείας 

Στην Ελλάδα όλα αρχίζουν λίγο νωρίτερα από το 2010, με την απαξίωση του πολιτισμού από τις κυβερνήσεις που ανέλαβαν τα ηνία της χώρας μετά το… πάρτι των Ολυμπιακών Αγώνων το 2004. Έτσι, το 2009, όταν υπουργός Πολιτισμού ήταν ο Αντώνης Σαμαράς –ο πρωθυπουργός που καταψηφίστηκε στις 25.1.2015–, το ελληνικό Δημόσιο υπογράφει μια σύμβαση δωρεάς με το Κοινωφελές Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, το οποίο αναλαμβάνει να παραδώσει στο τέλος του 2015 –φέτος– ένα νέο κτίριο υπερσύγχρονης Εθνικής Βιβλιοθήκης (22.000 τ.μ.), ένα νέο κτίριο Όπερας και ένα μεγάλο πάρκο σε μια δημόσια έκταση υψηλής αξίας, δίπλα στη θάλασσα, στο φαληρικό δέλτα.

Από τότε αρχίζει να αναπτύσσεται ένα διπλό φαινόμενο που γιγαντώθηκε με την οικονομική κρίση,4 και έχει φέρει τις σημαντικότερες αλλαγές στη σφαίρα του πολιτισμού, όπως το επισημάναμε στο ντιμπέιτ της Αθήνας, ο Χρήστος Αστερίου και εγώ. Είναι ένα μοντέλο «αμερικανικό» που εξαπλώνεται στην πολιτισμική πολιτική και άλλων ευρωπαϊκών χωρών όπως η Γαλλία, η Αγγλία αλλά και η Γερμανία, όπως το επιβεβαίωσε μιλώντας στην Αθήνα και η Nike Wagner, διευθύντρια του Φεστιβάλ Μπετόβεν της Βόννης. Πιο αναλυτικά για την Ελλάδα:

1) Το μεγάλο ιδιωτικό κεφάλαιο μπαίνει δυναμικά στην αγορά/market και στην Αγορά/Agora της Κουλτούρας μέσω Ιδρυμάτων Μη Κερδοσκοπικού χαρακτήρα.5 Αυτοίείναι οι νεομαικήνες, οι Δαναοί, που αναβαθμίζουν την πολιτιστική ζωή διότι αναδεικνύουν τη σύγχρονη πνευματική και καλλιτεχνική δημιουργία και εκσυγχρονίζουν τις πολιτιστικές υποδομές. Αλλά με επιλεκτικές πολιτισμικές παρεμβάσεις. Αυτοί, π.χ., αγοράζουν το Αρχείο Καβάφη (Ίδρυμα Ωνάση), οργανώνουν την κορυφαία δανειστική βιβλιοθήκη της Αθήνας, εκσυγχρονίζουν ορισμένες δημόσιες και δημοτικές βιβλιοθήκες, χρηματοδοτούν τη μετάφραση των έργων του Αριστοτέλη (Ίδρυμα Νιάρχου), καθιερώνουν θεατρικούς συγγραφείς, συνθέτες, ζωγράφους, αρχιτέκτονες οργανώνοντας ρετροσπεκτίβες κ.λπ. (Ιδρύματα Ωνάση και ΝΕΟΝ Δασκαλόπουλου). Έτσι προκαλούν και την αναδιαμόρφωση του πολιτισμικού κανόνακαι του πολιτισμικού χάρτη.6

2) Ταυτόχρονα, το Δημόσιο αποποιείται τον ρόλο του πάτρονα (το «γαλλικό» δηλαδή μοντέλο πολιτισμικής πολιτικής) και αποσύρεται από το τοπίο. Από το 2010, και έπειτα από τη συρρίκνωση των διευθύνσεων του Υπουργείου Πολιτισμού στο όνομα της λιτότητας, το Δημόσιο κρατά τα ηνία της πολιτισμικής πολιτικής μονάχα στα ζητήματα της πολιτισμικής κληρονομιάς. Στην πράξη αυτό μεταφράζεται στην ιδεολογική ή βιοπολιτική εκμετάλλευση της αρχαιότητας από τις μνημονιακές κυβερνήσεις που σιωπηρά παραχώρησαν το στρατηγικό κομμάτι της σύγχρονης κουλτούρας στους ιδιώτες νεομαικήνες.7

Προκύπτει λοιπόν, όπως είχε τονίσει στην Αθήνα ο Αστερίου, ένα κρίσιμο ερώτημα: «Ποιος διαμορφώνει εντέλει το πολιτιστικό masterplan στην Ελλάδα της κρίσης, που παρά τις αντίξοες συνθήκες θέλει –και πρέπει– να παράγει πολιτισμό;». Εγώ θα το τραβούσα περισσότερο: Μήπως εντέλει οι πολιτικές της λιτότητας ανοίγουν τον δρόμο προς τον αποικισμό του πολιτισμού από τους επιχειρηματικούς κύκλους; Στη σχέση της με τους Δαναούς, μέχρι τώρα η ελληνική Πολιτεία δεν κράτησε για τον εαυτό της κανέναν ρυθμιστικό ρόλο. Τι θα σημαίνει για την κοινωνία των Ελλήνων και των μεταναστών η ηγεμονία της κουλτούρας των Ιδρυμάτων; Με βάση ποια πρότυπα θα διαμορφωθεί η πολιτισμική ταυτότητα της σύγχρονης Ελλάδας: με τα «από πάνω» (top down) ή τα «από κάτω» (bottom up);8

Εντέλει, είναι ή όχι Δικαίωμα ο πολιτισμός; Αυτό το ερώτημα που μένει ανοιχτό στην Ελλάδα είναι νομίζω ένα ερώτημα στο οποίο θα πρέπει να απαντήσει και η Ευρωπαϊκή Ένωση.

 

Το βιβλίο δεν είναι πια πολιτιστικό αγαθό

Θα σας δώσω ένα παράδειγμα –που είναι ο χώρος του βιβλίου– όπου αποτυπώνονται χαρακτηριστικά οι συνέπειες, οικονομικές και ποιοτικές, των πολιτικών της κρίσης και των κυβερνητικών στρατηγικών, τις οποίες είχαν αναλύσει στην Αθήνα (Ινστιτούτο Γκαίτε, Δεκέμβριος 2014) και οι επικεφαλής δύο μεγάλων εκδοτικών οίκων, η Εύα Καραϊτίδη (Εστία) και ο Αργύρης Καστανιώτης (Καστανιώτης), ο συγγραφέας Χρήστος Αστερίου και η μεταφράστρια Αλεξάνδρα Παύλου.

Από το 2011 κι έπειτα, σφραγίστηκαν 700 σχολικές βιβλιοθήκες, καταργήθηκε το Ευρωπαϊκό Κέντρο Λογοτεχνικής Μετάφρασης, ακυρώθηκε όλη η δραστηριότητα του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου,9 έκλεισε το Artists’ Residence στην Πάρο, η Εθνική Βιβλιοθήκη αφέθηκε χωρίς εθνική βιβλιογραφία, χωρίς ψηφιοποίηση, χωρίς προσωπικό, και παράλληλα ο Φ.Π.Α. του βιβλίου διπλασιάστηκε. Και στο τέλος, με πρόταση και του Ο.Ο.Σ.Α., καταργήθηκε και η Ενιαία Τιμή Βιβλίου με το πρόσχημα ότι έτσι θα τονωθεί η αγορά.

Αντ’ αυτού η αγορά απορρυθμίστηκε, ο συνολικός κύκλος εργασιών στον κλάδο του βιβλίου έπεσε κατά 50%(!) και το βιβλίο έπαψε να αντιμετωπίζεται από την Πολιτεία ως πολιτιστικό αγαθό. Κάτι πολύ κρίσιμο σε μια χώρα όπως η Ελλάδα όπου το αναγνωστικό κοινό είναι πολύ μικρό.10

Έτσι, δεν έχουμε πια κρατικές υποδομές στον χώρο του βιβλίου. Τα εκπτωτικά μπαζάρ βιβλίων έχουν πολλαπλασιαστεί, άρα τα μικρά βιβλιοπωλεία δυσκολεύονται να επιβιώσουν, οι μεγάλες αλυσίδες βιβλιοπωλείων έκλεισαν ή συρρικνώθηκαν,11 οι βιβλιοπώλες δεν έχουν ρευστότητα για να πληρώσουν τους εκδότες, οι οποίοι με τη σειρά τους δυσκολεύονται να πληρώσουν μεταφραστές, διορθωτές και επιμελητές. Ένας ολόκληρος κλάδος βασίζεται στο πάθος, στην αυτοθυσία και στον εθελοντισμό των ανθρώπων που ασχολούνται με το βιβλίο (οι περισσότεροι εκδοτικοί οίκοι είναι οικογενειακές επιχειρήσεις). Όμως η άλλη συνέπεια αυτού είναι ότι όλο και λιγότεροι εκδότες παίρνουν το ρίσκο –όλο και λιγότερο ρίσκο– να προτείνουν το «καινούριο», το «δύσκολο», το «άγνωστο». Έτσι η αγορά του βιβλίου, η εμπορική αγορά όσο και η αγορά των ιδεών, κάνει ποιοτική στροφή: οδηγείται να υποκύψει στα εμπορικά κριτήρια.

Ωστόσο, ενώ το τοπίο είναι σκοτεινό, και το μικρό αναγνωστικό κοινό έχει χάσει την όποια αγοραστική δύναμή του, παρ’ όλα αυτά η πνευματική ζωή είναι ζωηρή. Εκδίδεται ένας μεγάλος αριθμός απαιτητικών βιβλίων ελληνικών και μεταφρασμένων, μεγάλου ειδικού βάρους (σε μικρό αριθμό αντιτύπων), και γίνονται πολλές συζητήσεις γύρω από βιβλία που τροφοδοτούν ουσιαστικά τον δημόσιο πολιτικό και κοινωνικό διάλογο.

 

Μια νέα γραμματική για μια πολιτισμική δημοκρατία στην Ευρώπη 

Τι μπορεί να γίνει από εδώ και πέρα; Νομίζω πως χρειάζεται να αλλάξουμε παράδειγμα και αυτό πιστεύω πως θα πρέπει να συζητήσουμε.

Το δικό μου συμπέρασμα είναι ότι η σύνδεση της Κουλτούρας με τη Δημοκρατία έπαψε πια να είναι αυτονόητη στα κράτη της Ευρώπης. Οι διακρίσεις έγιναν ο κανόνας. Και το πνεύμα του Διαφωτισμού έχει δεχθεί ένα θανάσιμο πλήγμα.

Βλέπουμε ωστόσο ότι παρ’ όλα αυτά υπάρχει μια πολιτιστική άνοιξη που έρχεται από νέους δρόμους, χρησιμοποιεί μια νέα γραμματική, διεκδικεί μια μεγαλύτερη αυτονομία και δίνει βήμα στο «Άλλο». Εάν λοιπόν πιστεύουμε στη δημοκρατία, ίσως θα πρέπει να βρούμε νέους κώδικες συνύπαρξης και διαλόγου. Να αφήσουμε στην άκρη την ελιτίστικη και φιλόδοξη αντίληψη του εκδημοκρατισμού και να καλλιεργήσουμε την Πολιτισμική Δημοκρατία (όπως την έχει ορίσει η Μυρσίνη Ζορμπά12), που είναι πιο ευρύχωρη: αγκαλιάζει το διαφορετικό και προτείνει μια νέα ιεράρχηση των κοινωνικών προτεραιοτήτων και των κοινωνικών αξιών.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* Η ομιλία έγινε στις 27 Φεβρουαρίου στο πλαίσιο της σειράς συζητήσεων με θέμα «Ευρώπη;» που διοργάνωσε η Γερμανική Ακαδημία για τη Γλώσσα και την Ποίηση στο Βερολίνο, στην έδρα της Ακαδημίας Τεχνών. Στο ντιμπέιτ που ακολούθησε συνομίλησαν ο Αργύρης Καστανιώτης και η Μικέλα Χαρτουλάρη με συντονιστή τον ελληνοαυστριακής καταγωγής συγγραφέα, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης και αντιπρόεδρο της Ακαδημίας για τη Γλώσσα Άρη Φιορέτο. Βασικό μέρος της ομιλίας δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Der Tagesspiegel (2.3.2015).

1. Το καλό θα ’ρθει από τη θάλασσα, Πόλις, Αθήνα 2014.

2. Η έννοια της «κουλτούρας» συμπεριλαμβάνει τις νοοτροπίες και τον πολιτισμό της καθημερινότητας.

3. «Από τα διάφορα ευρωπαϊκά προγράμματα, το μοναδικό πρόγραμμα που πραγματικά δούλεψε 100% για το δυνάμωμα και τον εμπλουτισμό της ευρωπαϊκής ταυτότητας είναι το πρόγραμμα Erasmus», σχολίασε η Διβάνη. Ωστόσο τόνισε ότι πλέον και αυτά ακόμα τα παιδιά που το αξιοποίησαν, είναι αντιμέτωπα με την εργασιακή επισφάλεια. Ειδικότερα από την Ελλάδα έχουν φύγει περίπου 200.000 νέοι επιστήμονες που βρέθηκαν σε αδιέξοδο. Από την πλευρά του, ο 46χρονος Χρυσόπουλος είχε πει ευθέως στο ντιμπέιτ της Αθήνας ότι χρειάζεται «επαναπροσδιορισμός της ευρωπαϊκής ταυτότητας» και «επανίδρυση του κράτους προνοίας».

4. Εννοούμε τις πολιτικές της λιτότητας, της μείωσης των ελλειμμάτων, της προστασίας των τραπεζικών συμφερόντων, της ροής του πλούτου προς το ευρωπαϊκό κέντρο και εντέλει της απορρύθμισης των κοινωνικών δικαιωμάτων – και τον τρόπο με τον οποίο εφαρμόστηκαν ως στρατηγική των ελληνικών κυβερνήσεων.

5. The Non Profit Foundations, Niarchos, Onassis, Daskalopoulos (NEON), Bodossakis, Theoharakis, Kakoyannis e.t.c.

6. Είναι χαρακτηριστικό, π.χ., ότι από το νέο τοπίο παραμερίζονται οι παλιές ελίτ, κορυφαία παραδείγματα το Μουσείο Μπενάκη ή το Μέγαρο Μουσικής που ανέβαζαν το ποιοτικό επίπεδο της πολιτισμικής ζωής αλλά έπαιρναν υπερβολικά γενναιόδωρες κρατικές επιχορηγήσεις.

7. Οι νεομαικήνες δεν συναποφασίζουν με τον υπουργό Πολιτισμού κανέναν από τους άξονες της δράσης τους. Κρατούν μόνοι τους το τιμόνι, δεν ζητούν οικονομικά κεφάλαια από το κράτος, αυξάνουν όμως το δικό τους συμβολικό κεφάλαιο. Και αποκτούν εξουσία, την οποία χρησιμοποιούν ως μοχλό πίεσης στις επιχειρηματικές δραστηριότητές τους. Το παράδειγμα του project Rethink Athens είναι χαρακτηριστικό.

8. Ο νέος επικεφαλής του Υπουργείου Πολιτισμού Νίκος Ξυδάκης υποσχέθηκε την ανάδειξη των νέων δυνάμεων της Ελλάδας, αλλά πώς θα παραβγεί στα Κοινωφελή Ιδρύματα του μεγάλου κεφαλαίου;

9. Τo E.KE.BI. (National Book Centre) που υπήρχε από το 1994 και υλοποιούσε μια εθνική στρατηγική για την προώθηση της φιλαναγνωσίας, την ανάπτυξη σχέσεων με το εξωτερικό, την επίλυση κλαδικών ζητημάτων, τη συσπείρωση εκδοτών και συγγραφέων, τη δημιουργία μιας βάσης δεδομένων (biblionet.gr) της βιβλιοπαραγωγής και των πρωταγωνιστών της κ.ο.κ.

10. Μόνο 8,5% Έλληνες διαβάζουν πάνω από 10 βιβλία τον χρόνο, τα 3/4 του πληθυσμού δεν διαβάζουν καθόλου.

11. Η FNAC εγκατέλειψε την Ελλάδα, και από τα 2.000 βιβλιοχαρτοπωλεία του 2007 έχουν μείνει 700, από τα οποία μόνο 100 είναι υψηλής ποιότητας.

12. Πολιτική του πολιτισμού, Πατάκης, Αθήνα 2014.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top