Fractal

Για το “Κουρδιστό Πορτοκάλι”

Γράφει ο Ιωάννης Θ. Θέμελης // *

 

 

Κουρδιστό Πορτοκάλι (UK, 1971)

Director: Stanley Kubrick

Writers: Stanley Kubrick (screenplay), Anthony Burgess (novel)

Stars: Malcolm McDowell, Patrick Magee, Michael Bates

 

 

Μια συμμορία νεαρών κακοποιών με αρχηγό τον Alex σε μια ζοφερή φουτουριστική δυστοπική Αγγλία καθημερινά επιδίδεται σε πράξεις ωμής βίας και βανδαλισμών, χαμένη σε ένα κόσμο ναρκωτικών, βίαιων ενστίκτων και πλήξης. Ωστόσο, μετά από προδοσία των «φίλων» του, ο Alex, αφού συλλαμβάνεται και τιμωρείται με ποινή πολλών ετών αποφασίζει να συμμετάσχει σε ένα μυστικό κρατικό πείραμα σωφρονισμού με το οποίο η «επανένταξη» στην κοινωνία θα γίνει ταχύτατα. Ουσιαστικά μέσω του ιδιότυπου αυτού πειράματος θα κερδίσει την ελευθερία του, αλλά θα απωλέσει την ικανότητά του να εκτελεί βίαιες πράξεις από μια κυβέρνηση που αφαιρεί την ελευθερία και την πρωτοβουλία από τον λαό της με παραπλανητικά τεχνάσματα.

Tαινία σήμα-κατατεθέν μιας σπουδαίας κινηματογραφικά εποχής (δεκαετία των 70’s) aπό έναν τεράστιο δημιουργό, τον Στάνλεϊ Κούμπρικ. Το Clockwork Orange ήταν για την εποχή της μια πρωτοποριακή και αναμφίβολα μελλοντολογικά ακριβέστατη, άσχετα αν είναι ίσως λίγο ξεπερασμένη εικαστικά για την εποχή μας.

Όπως και να ‘χει αυτό δεν αλλάζει το αριστούργημα του Κιούμπρικ, ο οποίος σκέφτηκε κάτι το ανεπανάληπτο για εκείνη την (συντηρητική) εποχή. Αντί για την εύκολη λύση, δηλαδή την φυλακή ή την θανατική ποινή (που έτεινε να γίνει της μόδας τότε, άσχετα αν προκαλούσε πολλές αντιδράσεις), να υπάρχει η επιλογή του σωφρονισμού του κακοποιού και την καταπολέμηση της βίαιης και ακραίας συμπεριφοράς του με το ίδιο του το «όπλο», δηλαδή την βία με σκοπό την ομαλότερη ένταξη του στην κοινωνία.

 

 

Εξ’ ου και ο τίτλος Κουρδιστό Πορτοκάλι, δηλαδή Κουρδιστός άνθρωπος με λίγα λόγια. Και εκεί ποντάρει ο Κούμπρικ, ο οποίος δεν το κάνει με διδακτικό τρόπο και με ηθικολογίες, αλλά με ειρωνεία και χιούμορ για το ίδιο το σύστημα και το πως η βία (όχι μόνο σωματική) μπορεί να διαφθείρει τον άνθρωπο και εκεί που την θεωρεί διασκεδαστική να αλλάξει εντελώς γνώμη, όταν έρθει η σειρά του να «γευτεί» το ίδιο του το δηλητήριο. Στις σκηνές βίας αντί να είναι δραματουργικά ισχυρές με έντονη μουσική, αντίθετα υπάρχει μια προσπάθεια διακωμώδησης τους με την χρήση της κλασικής μουσικής.

Όλα είναι μαεστρικά φτιαγμένα σε αυτή την ταινία με αμέτρητες αλληγορίες και σημειολογικές απόψεις για το μέλλον (ακόμα και για την τωρινή εποχή) και σίγουρα η ερμηνεία του Μάλκομ ΜακΝτάουελ είναι μια από τις πιο συγκλονιστικές στην ιστορία του κινηματογράφου. Σε κρατάει «καρφωμένο» στην οθόνη με τον δυναμισμό της, το psycho βλέμμα του είναι αδύνατον να μην τρομάξει τον θεατή και φυσικά η ηθοποιϊα του και η αφήγηση του, δίνουν μια ακόμα μεγαλύτερη διάσταση στο όλο εξαιρετικό εγχείρημα.

Αλλά και σήμερα τα πράγματα δεν είναι διαφορετικά. Όταν λοιπόν τα ΜΜΕ εστιάζουν επιλεκτικά σε ένα απεχθές έγκλημα, για να αυξήσουν τα έσοδα από τις διαφημίσεις, γινόμαστε συνεχώς μάρτυρες του ίδιου έργου. Του ίδιου θεάτρου του παραλόγου. Ο ουρανός ανοίγει και αρχίζει να ρίχνει καλαπόδια από χυδαίο, τυφλό συναισθηματισμό, την ίδια στιγμή που το κασετόφωνο ξεκινάει να παίζει τον φαγωμένο από σαράκι ξύλινο λόγο εντελώς απολιθωμένων ιδεολογιών (φασισμός, κομμουνισμός, αναρχισμός, σοσιαλισμός, νεοφιλελευθερισμός κτλ.), που λειτουργούν ως ζεστά, βρομερά μαντριά στα οποία ζέχνει η λογική της αγέλης και όπου καταφεύγουν όλοι όσοι αναζητούν πάντα το πρόβλημα στους άλλους και στην κοινωνία, και όχι στους ίδιους τους εαυτούς τους. Έτσι, όταν το ηφαίστειο της βίας ξεσπάει, και το πυρακτωμένο μάγμα καταπίνει όποιον σταθεί εμπόδιο στο πέρασμά του, πάντα συλλογίζομαι το Κουρδιστό Πορτοκάλι του Στάνλεϊ Κιούμπρικ, μία διαχρονική και τόσο επίκαιρη διατριβή πάνω στη βία και στο αναφαίρετο δικαίωμα της ελευθερίας βουλήσεως του ανθρώπου. Ακόμα και αν αυτή η ελευθερία τον οδηγεί στο έγκλημα.

 

 

Ποιος είναι όμως ο Άλεξ ; Ένας στυγνός εγκληματίας ; Ή ένα πιόνι του κοινωνικοπολιτικού συστήματος ; Ουσιαστικά οι γιατροί πήραν έναν στυγνό εγκληματία και τον αναπρογραμμάτισαν για να τον προσαρμόσουν στην κοινωνία. Υπάρχει όμως και μια επιπλέον εκδοχή. Η βιαιότητα του, η πωρωμένη του συνείδηση, όλη του η συμπεριφορά δηλαδή, γιατί αποτελούν φυσική του επιλογή; Δηλαδή έτσι γεννήθηκε; Από κάπου διαμορφώθηκε ο χαρακτήρας του. Η ταινία όμως δεν μας εξηγεί από που προέρχεται η συμπεριφορά αυτή. Απλώς αναφέρει από το στόμα του συγγραφέα πως ο Άλεξ αποτελεί θύμα της εποχής του. Και η εποχή του μάλλον τον επηρέασε άσχημα και οριστικά, γιατί αυτός και η παρέα του δεν επιδίδονταν στις βαναυσότητες τους μόνο λόγω lifestyle, αλλά διασκέδαζαν πραγματικά με ό,τι έκαναν. Κάπου στο βάθος μπορεί να κρύβεται και η προσπάθεια διαφυγής από την ανία. Το ίδιο θύματα της εποχής τους ήταν και οι άτυχοι που βρίσκονταν στον δρόμο της παρέας. Η ταινία αυτή δυστυχώς πάντα θα είναι επίκαιρη καθώς βασίζεται στην σύγχρονη ζωή. Βέβαια η πραγματικότητα δεν είναι τόσο τραβηγμένη, αλλά υπάρχει κάπου κρυμμένη μια αλήθεια. Βασικός στόχος είναι η προσπάθεια επίδειξης ισχύος. Γι αυτό και η βία είναι τόσο διαδεδομένη. Αν κάποιες καταστροφές και βιαιοπραγίες δεν γίνονται στην πραγματικότητα με την πρόφαση της διασκέδασης, όπως είναι στην ταινία, θα γίνονται με την πρόφαση της επιβολής μιας γνώμης, της κλοπής κλπ. Κάτι άλλο που έχει ενδιαφέρον στην ταινία, είναι η επιλογή αστείας μουσικής σε βίαιες σκηνές. Στο μυαλό του σκηνοθέτη δεν μπορούμε να μπούμε, αλλά δυο είναι οι πιο πιθανές εκδοχές. Μπορεί να ήθελε να μας περάσει τις σκηνές αυτές από την οπτική γωνία του πρωταγωνιστή. Όλα ήταν γι` αυτόν διασκεδαστικά. Μπορεί από την άλλη να ήθελε να δείξει την βιαιότητα απαλλαγμένη από την επιπλέον συναισθηματική φόρτιση που δίνει η μουσική. Έτσι η επιλογή της αστείας μουσικής ουσιαστικά είναι για μια πιο τίμια προσέγγιση των βίαιων σκηνών.

Σε κάποια φάση έρχεται και η θεραπεία. Από το λόγο και μόνο που ο Άλεξ επέλεξε τη θεραπεία, δηλαδή να βγει από τη φυλακή και όχι να γίνει φυσιολογικός άνθρωπος θα έπρεπε να περιμένουμε πως η θεραπεία θα αποτύγχανε σε κάποια στιγμή. Γιατί όπως είπε και ο ιερέας οι πράξεις του δεν ήταν δική του επιλογή, αλλά του είχαν επιβληθεί κατά κάποιον τρόπο. Αργά ή γρήγορα θα ξεπερνούσε την τρομοκρατία που του έδινε η θεραπεία, θα έσπαζε τις ασφαλιστικές δικλείδες και θα επανερχόταν στα παλιά. Έτσι έγινε καλά και βγήκε. Αφού βγει όμως οι ρόλοι αντιστρέφονται. Από θύτης γίνεται θύμα έστω και για λίγο και πιθανότατα βρίσκει πως κανένας δεν τον θέλει η δεν τον χρειάζεται. Μετά την ύβρη έρχεται η νέμεση. Ακόμα και οι γονείς του τον διώχνουν με την αδιαφορία τους. Όλοι τον εκδικούνται. Είναι που δεν υπάρχει καλοσύνη; Είναι το αίσθημα της αυτοδικίας; Είναι το ένστικτο της εκδίκησης που είναι ριζωμένο μέσα μας; Τι να πει και ο κακόμοιρος ο συγγραφέας; Λόγω του Άλεξ έμεινε παράλυτος και πέθανε η γυναίκα του. Στο τέλος όμως έρχονται τα μεγάλα μέσα που θα τον σώσουν. Η ίδια η κυβέρνηση που πιθανότατα αντιπροσωπεύει την κοινωνία. Ο Άλεξ είναι μέρος του συστήματος. Αφού δεν μπορούν να τον εξοντώσουν θα τον πάρουν με το μέρος τους για να το ενισχύσουν. Από την αρχή της ζωής του ως το τέλος της ο Άλεξ θα είναι ένα αντικείμενο.

 

 

ΑΓΝΩΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ: Πριν ο Κιούμπρικ αναλάβει την προσαρμογή του «Κουρδιστού Πορτοκαλιού», υπήρχαν φήμες ότι ο Μικ Τζάγκερ των Ρόλινγκ Στόουνς θα έπαιζε τον Άλεξ, με άλλα μέλη του συγκροτήματος να ενσαρκώνουν τα υπόλοιπα μέλη της συμμορίας. Όταν όμως ο γνωστός σκηνοθέτης βρέθηκε στην καρέκλα του σκηνοθέτη, ζήτησε έναν και μόνο έναν άνθρωπο για να υποδυθεί τον Άλεξ: το Malcolm McDowell.

Ο Κιούμπρικ είχε δει τον ηθοποιό στο ντεμπούτο του στην ταινία «Εάν…», στην οποία υποδύονταν έναν επαναστάτη και βίαιο νέο. Ο McDowell, μάλιστα, δεν χρειάστηκε ποτέ να περάσει από οντισιόν! Σύμφωνα, τέλος, με μια φήμη που είχε ακουστεί, εάν ο McDowell αρνούνταν το ρόλο, ο Κιούμπρικ θα παρατούσε το φιλμ

Γενικά, ότι και να γραφτεί για το Κουρδιστό Πορτοκάλι, αν δεν την δεί κάποιος αυτή την πολυεπίπεδη ταινία δεν μπορεί να καταλάβει περι τίνος πρόκειται. Μια ταινία-σταθμός για τον Παγκόσμιο κινηματογράφο, που πρέπει να δούν οι πάντες και σίγουρα θα κάνει κάποιους να αναθεωρήσουν τις απόψεις τους για πολλά σύγχρονα γεγονότα.

 

 

 

* Ο Γιάννης Θέμελης γεννήθηκε στο Ηράκλειο (Κρήτης) το 1975. Σπούδασε Νομικά στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και εν συνεχεία πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές Ευρωπαϊκού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Λιέγης (Ulg) στο Βέλγιο. Αποτέλεσε μέλος του Εργαστηρίου Εγκληματολογικών Ερευνών του ΔΠΘ με συμετοχές σε σεμινάρια στην Ελλάδα και το Εξωτερικό. Μέλος της Κινηματογραφικής Ομάδας του Πανεπιστημίου Κομοτηνής, Κρήτης και της ερασιτεχνικής Ομάδας Κινηματογράφου Sight Club από το 2006. Αρθρογραφεί στο προσωπικό του blog »Μέρες Αδέσποτες» και στο ταξιδιωτικό site, «Alternatrips» !

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top