Fractal

Γκρίζο Βλέμμα: Η ιερότητα της Άνω Πόλης

Του Πάνου Ιωαννίδη // 

 

 

 

 

Παρκάρω λίγο πιο πάνω από το γήπεδο του Β.Α.Ο., επί της Παναγιώτη Αφαλή, που συνήθως έχει χώρο. Διώχνω την παρόρμηση να σκαρφαλώσω από τα σκουριασμένα σκαλιά και να βρεθώ στα καλντερίμια της Πολιτιστικής Γειτονιάς της Νεάπολης-Συκεών ακολουθώντας ότι απέμεινε από τoν Πύργο του Μανουήλ Παλαιολόγου, για να καταλήξω πέριξ της αγαπημένης μου Τσαμαδού. Επιτρέπω το μυαλό να κυριαρχήσει της καρδιάς και βάζω πλώρη για τη λιμνοθάλασσα της Άνω Πόλης.

Είναι Τετάρτη, ένα μεσημέρι της ύστερης Άνοιξης και όλα είναι ήσυχα στην περιοχή. Οι παλμοί μου χτυπάνε δυνατά ακολουθώντας τα ρίγη της συγκίνησης που νοιώθω κάθε φορά που φτάνω εδώ και, λειτουργώ άνευ προγράμματος. Φτάνω στην Δημητρίου Πολιορκητού, μια από τις πιο ξακουστές οδούς της Άνω Πόλης και θυμάμαι την βραχύβια κατάληψη της Μαύρης Γάτας που λειτούργησε εδώ πέρα, γύρω στα είκοσι χρόνια πριν. Ίσως να είναι η θύμηση που κυριεύει τα βήματα μου τα οποία με βγάζουν στην Πηλέως, κάνοντας με για μια ακόμα φορά να λησμονήσω μια επίσκεψη στο Αρχείο Χαρτογραφικής Κληρονομιάς. Ίσως γιατί ακόμη νοσταλγώ και δυσκολεύομαι να μάθω.

Οι  μεζονέτες κτισμένες στον ρυθμό της παραδοσιακής μακεδονίτικης αρχιτεκτονικής δέχονται το πορώδες μεσημέρι στα σπλάχνα τους. Επικρατεί ησυχία. Ακούγονται μόνο λίγες δεκαοχτούρες να μοιρολογούν, το τυχαίο μαρσάρισμα του κούριερ που έφερε την παραγγελία και το τίναγμα κάπου τραπεζομάντηλου από τα ψίχουλα του μεσημεριανού.

Σε λίγα λεπτά βρίσκομαι στην πλατεία Τερψιθέας και θωρώ το ταφικό μνημείο που κυριαρχεί, τον Τουρμπέ του Μούσα Μπαμπά. Ο μπαμπά του τάγματος των Μπεκτασήδων δερβίσηδων, θάφτηκε εκεί όπου κάποτε βρισκόταν ο τεκές του. Διαβάζω ότι το μνημείο χρονολογείται από τον 16ο αιώνα. Γυροφέρνω το οκταγωνικό μικρό κλειδωμένο κτίριο, που θυμίζει φάρο που έχει αιώνες να φέξει.

Και ανοίγω το βήμα μου για να προλάβω ανοιχτή την μικροσκοπική Μονή του Λατόμου ή ναό του Οσίου Δαυίδ του Λατόμου που βρίσκεται λίγο πιο πάνω, και είναι κυριολεκτικά κτισμένη μέσα στον βράχο. Δημιουργήθηκε περισσότερα από χίλια πεντακόσια πριν, με χορηγία της κόρης του αυτοκράτορα Μαξιμιανού Θεοδώρας, η οποία είχε ασπαστεί τον χριστιανισμό. Από τον αυλόγυρο της μονής μπορεί κάποιος να θαυμάσει την εντυπωσιακή θέα που εκτείνεται από την Περαία μέχρι τον Όλυμπο, με άξονα τον κεντρικό πυρήνα της πόλης.

Καθώς προσεγγίζω την κατηφόρα της Επιμενίδου, θυμάμαι αυτό που γράφει ο Ορχάν Παμούκ στο Μαύρο Βιβλίο, αναφερόμενος στην Κωνσταντινούπολη, ότι υπάρχει μια ακόμα πόλη μέσα στην πόλη. Εντυπωσιασμένος από τα καλντερίμια, τα παραδοσιακά σπίτια και κυρίως την ατμόσφαιρα που αποπνέει η περιοχή στο σύνολο της θέτω το ίδιο ερώτημα στον εαυτό μου. Και εν τέλει ποια είναι τα σημάδια αυτής της άφατης πόλης; Που βρίσκονται; Ποια σινιάλα μας στέλνουν και τι θέλουν να μας πουν; Είναι φορές που μπαίνουμε σε αυτή την κρυφή πόλη, αλλά δεν το καταλαβαίνουμε;

Περνώντας έξω από το Κουλέ Καφέ και ακούγοντας γέροντες που ήρθαν νωρίς νωρίς να πιουν τον απογεματινό τους καφέ, να κουβεντιάζουν για την ακρίβεια, συνειδητοποιώ ότι οι δυνητικές απαντήσεις καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της συγγραφικής μου έρευνας. Με την πρώτη ευκαιρία περιφέρομαι στη Θεσσαλονίκη, προσπαθώντας να θέσω τις σωστές ερωτήσεις, ώστε να γυρέψω τις απαντήσεις που με βοηθάνε να καταλάβω.

Με επίκεντρο πάντα την ιερότητα που διέπει την Άνω Πόλη, ίσως γιατί εδώ σε αυτή την αστική λιμνοθάλασσα φυσούνε πάντα οι αγέρηδες που δείχνουν ότι αυτή η πόλη έχει υπάρξει κάποτε χωνευτήρι λαών διαφορετικής προέλευσης και, πολιτισμών πολλαπλής υπόστασης. Η ειρηνική συνύπαρξη τους, με το όποιο καθεστώς που οι τότε ιστορικές συνθήκες επέβαλλαν, δεικνύει ότι η αποδοχή της ετερότητας, ακόμη και στην ελάχιστη υπόσταση της, συνιστά ίσως ένα από τα σινιάλα που δείχνουν τον δρόμο της ανάπτυξης στον οποίο η πόλη χρειάζεται να εισέλθει.

Με αυτά και με εκείνα, διασχίζοντας τα αγαπημένα μου σοκάκια της Αιόλου και της Αμφιτρύωνος, εκεί που πλέον τοποθετείται σύμφωνα με τον μύθο η νέα κατοικία του ιδιωτικού ντετέκτιβ Πέτρου Ριβέρη, φτάνω στον Άγιο Νικόλα τον Ορφανό. Μια εκκλησία που πολύ μου αρέσει, που πολύ με ηρεμεί. Χτισμένη τον 14ο αιώνα, η εκκλησία συνιστά μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς με τις γνώμες να διίστανται για την πηγή του ονόματος της: η πρώτη ερμηνεία αναφέρει ότι ο Άγιος Νικόλας εκτός από προστάτης των θαλασσινών ήταν και προστάτης των ορφανών, ενώ η δεύτερη υποστηρίζει ότι κάποτε στον χώρο της εκκλησίας είχε λειτουργήσει ένα ορφανοτροφείο. Σε κάθε περίπτωση όμως είναι από τα ομορφότερα σημεία της περιοχής και ένας ιδανικός τόπος για απομόνωση και περισυλλογή.

Καθώς κατηφορίζω την Ηροδότου και πλησιάζω το Ροσινιόλ συνειδητοποιώ ότι κάπου εδώ τελειώνει, η επικράτηση της αισθητικής των αρχιτεκτόνων και ξεκινά η νίκη της αντιπαροχής των εργολάβων. Αναρωτιέμαι για μια ακόμα φορά αν πήρα όσα ήθελα από μια ακόμα βόλτα στην Άνω Πόλη. Δυστυχώς για την ώρα ξέρω την απάντηση που είναι αρνητική. Και που με κάνει να λαχταρώ την επόμενη μου επίσκεψη στην Άνω Πόλη της Θεσσαλονίκης..

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top