Fractal

Ερωτική επιθυμία και πείνα ακόρεστη

Γράφει η Νότα Σεφερλή // *

 

 

Για μια ταινία «Ερωτική επιθυμία» του Γουόνγκ Καρ Γουάι

Και ένα βιβλίο «Έρως ο γλυκόπικρος» της Αν Κάρσον

 

 

 

Ερωτική επιθυμία. Έτσι αποδίδεται στα ελληνικά η ταινία του Γουόνγκ Καρ Γουάι (Wong Kar-wai) Fa Yeung Nin Wah, που σημαίνει «Η εποχή των λουλουδιών»1. Ευρέως γνωστή με τον αγγλικό της τίτλο In the Mood for Love, στον οποίο προφανώς στηρίχτηκε η ελληνική απόδοση. Φέτος το καλοκαίρι την είδα ξανά σε ψηφιακή κόπια – προϊόν επεξεργασίας από τον ίδιο τον σκηνοθέτη. Εκείνο που με εντυπωσίασε και δεν είχα προσέξει σε προηγούμενη προβολή ήταν το γεγονός ότι πολλές από τις σκηνές της διαδραματίζονται στην κουζίνα ή γύρω από ένα τραπέζι. Ήδη στην αρχική σκηνή, προτού ο φακός εστιάσει στο πρόσωπο της πρωταγωνίστριας κυρίας Τσαν, ακούμε τη φωνή της μέλλουσας σπιτονοικοκυράς της: «Φάτε, το ψάρι είναι ολόφρεσκο». Αργότερα, οι τυχαίες συναντήσεις της κυρίας Τσαν και του κυρίου Τσόου, ένοικου στο διπλανό δωμάτιο, διαδραματίζονται στις σκάλες ενός υπόγειου μαγειρείου. Εκείνη ανεβαίνει λικνίζοντας χορευτικά στον ρυθμό ενός υποβλητικού σάουντρακ το θερμός με τα νουντλς, εκείνος κατεβαίνει για ένα ακόμα μοναχικό δείπνο. Στο τραπέζι ενός εστιατορίου θα ανακαλύψουν οι δυο τους πως οι νόμιμοι παρτενέρ τους διατηρούν παράνομη σχέση, ο σύζυγος της κυρίας με τη σύζυγο του κυρίου… Προσπαθώντας να καταλάβουν πώς ξεκίνησε όλο αυτό, θα ενώσουν τις μοναξιές τους πάντοτε μπροστά σε μισοφαγωμένα πιάτα και μισοάδεια πακέτα. Σε αυτή την ταινία η πείνα μοιάζει ακόρεστη.

 

 

Στις κριτικές, χωρίς βέβαια να προβώ σε εξαντλητική αναζήτηση, δεν εντόπισα κάποια σχετική παρατήρηση. Όλες εκθειάζουν την ευαισθησία –και τη μαγεία– με την οποία προσεγγίζεται το θέμα της ερωτικής επιθυμίας× τα πλάνα, τα χρώματα, τις κινήσεις της κάμερας, τους ήχους, τη μουσική, την υποβλητικότητα των σκηνών, τα πρόσωπα, τα βλέμματα, τα αγγίγματα, τις σιωπές, τα ανείπωτα μυστικά… Μια ταινία με θέμα τον έρωτα που φαίνεται, ωστόσο, να παραχωρεί σημαίνοντα ρόλο στο ζήτημα του φαγητού. Γιατί; Ο έρωτας περνάει από το στομάχι – ιδού μια πρόχειρη απάντηση. Ναι, αλλά εδώ ο έρωτας παραμένει αχόρταγος. Γιατί;

Η απάντηση ήρθε απρόσμενα, όπως συνήθως έρχονται οι απαντήσεις, και μάλιστα από άλλη κατεύθυνση. Από ένα βιβλίο. Στη δική μου αναγνωστική ιστορία τα βιβλία που θα γίνουν αγαπημένα έρχονται και με βρίσκουν, σχεδόν πάντα, με χρονική καθυστέρηση. Έτσι και το δοκίμιο της Αν Κάρσον Έρως ο γλυκόπικρος, μολονότι κυκλοφόρησε σε ελληνική μετάφραση πριν δύο χρόνια2, μου έγνεψε μόλις φέτος το καλοκαίρι από τον πάγκο του φιλόξενου βιβλιοπωλείου «Σηματολόγιον» στο Κάστρο της Σικίνου. Μου έγνεψε και με συνεπήρε. Και μου έδωσε την απάντηση. Ανάμεσα στην ταινία του Γουόνγκ Καρ Γουάι και στο δοκίμιο της Αν Κάρσον κρέμεται ένα μήλο, στο πιο ψηλό κλαδί, που οι εν δυνάμει εραστές δεν μπόρεσαν –ή δεν θέλησαν– να το φτάσουν.

Είναι το μήλο της Σαπφούς. Κόκκινο, ποθητό και αφάγωτο:

 

οἶον τὸ γλυκύμαλον ἐρεύθεται ἄκρωι ἐπ᾽ ὔσδωι,

ἄκρον ἐπ᾽ ἀκροτάτωι, λελάθοντο δὲ μαλοδρόπηες,

οὐ μὰν ἐκλελάθοντ᾽, ἀλλ᾽ οὐκ ἐδύναντ᾽ ἐπίκεσθαι.3

 

Όπως το μήλο το γλυκό κοκκινίζει στου κλαδιού την άκρη,

στην άκρη του πιο ψηλού κλαδιού, κι οι μηλοτρυγητάδες το ξέχασαν,

μα όχι, δεν το ξέχασαν, δεν μπόρεσαν να το φτάσουν.

 

 

Η Αν Κάρσον, με σπουδές στην κλασική φιλολογία, είναι και η ίδια ποιήτρια. Στο κεφάλαιο με τίτλο «Η προσπάθεια» καταθέτει μια εξαιρετική, και ποιητικότατη, ερμηνεία του σαπφικού αποσπάσματος. Οι λέξεις και η διάταξή τους στους στίχους, οι ρηματικοί χρόνοι, οι φθόγγοι, τα μετρικά φαινόμενα της βράχυνσης και της έκθλιψης, οι προθέσεις, όλα περιγράφονται και ερμηνεύονται με τρόπο ώστε να ακούμε το θρόισμα των φύλλων, να βλέπουμε το μήλο το λαχταριστό, τα χέρια που υψώνονται να το πιάσουν, τις αλλεπάλληλες προσπάθειες, τη ματαίωση… Για την Κάρσον, αναπαρίσταται εδώ ο χώρος της επιθυμίας – «μια μικρή, τέλεια φωτογραφία του ερωτικού διλήμματος» που «ξεκινάει με ένα γλυκό μήλο και τελειώνει με μια πείνα ακόρεστη»4.

Οι στίχοι της Σαπφούς και η ανάγνωση της Κάρσον περιγράφουν, σκέφτομαι, με τον πιο εύγλωττο τρόπο το δίλημμα και την «πείνα» των πρωταγωνιστών –των μηλοτρυγητάδων– της ταινίας. Το μήλο παραμένει ανέγγιχτο και οι λόγοι, σύμφωνα με τις κριτικές, πολλοί: ο ηθικός τους κώδικας που δεν τους επιτρέπει να επαναλάβουν τη μοιχεία των συντρόφων τους, η φυσική τους συστολή, τα αδιάκριτα βλέμματα των άλλων, η κλειστή κοινωνία και τα συντηρητικά ήθη της εποχής, η ασιατική κουλτούρα που αντιστέκεται στη βουλιμία της Δύσης. Εκλογικεύσεις που τελικά δεν καταφέρνουν να λύσουν τον γρίφο. Στις ανθρώπινες πράξεις υπάρχει πάντα κάτι το δυσεξήγητο και το αταξινόμητο× γόνιμο έδαφος για να καρποφορήσει η Τέχνη5.

Η δομή της επιθυμίας είναι τριγωνική, διαπιστώνει η Κάρσον, εξετάζοντας ένα άλλο πολυσυζητημένο απόσπασμα της Σαπφούς6. Έτσι ορίζεται η γεωμετρία της επιθυμίας. Στη μία γωνία του τριγώνου βρίσκεται το υποκείμενο της επιθυμίας, στην άλλη το αντικείμενο, στην τρίτη το όριο – αυτό που τοποθετείται ανάμεσά τους. Ποιο είναι αυτό; Μπορεί να πάρει διάφορες μορφές: άλλοτε τη μορφή της απόστασης (του πιο ψηλού κλαδιού), άλλοτε τη μορφή ενός ανταγωνιστή (ενός άνδρα ή μιας γυναίκας), άλλοτε τη μορφή της αιδούς, τη μορφή ενός πέπλου, ενός μανδύα ή ενός ξίφους. Σε όλες τις περιπτώσεις ο στόχος είναι κοινός: «να παρουσιαστεί ο έρωτας ως ανεκπλήρωτος, ματαιωμένος, εμποδισμένος, πεινασμένος, οργανωμένος γύρω από μια ακτινοβόλα απουσία – να παρουσιαστεί ο έρωτας σαν έλλειψη»7. Υπάρχουν πολλοί τέτοιοι τριγωνισμοί στην ταινία που διατηρούν την έλλειψη, το κύκλωμα της επιθυμίας. «Γιατί σε τούτο τον χώρο οι άνθρωποι δεν κινούνται. Η επιθυμία κινείται. Ο έρωτας είναι ρήμα»8.

Σε αυτά τα στενά και υγρά μισοφωτισμένα δωμάτια, στους διαδρόμους και στις σκάλες, στο αδιάκοπο πηγαινέλα των πρωταγωνιστών, αυτό που ουσιαστικά κινείται είναι η επιθυμία τους. Όπως τα βολτ ενός ηλεκτρικού κυκλώματος. Ο έρωτας είναι ρήμα – τι ωραία που το συλλαμβάνει η Κάρσον! Με σημείο εκκίνησης τους Έλληνες λυρικούς της αρχαϊκής περιόδου, που πρώτοι στη δυτική παράδοση κατέγραψαν το βίωμα του έρωτα, η συγγραφέας εξερευνά το παράδοξο και τις αντιφάσεις της ερωτικής επιθυμίας. Στη δική της διαδρομή οι στίχοι των λυρικών διασταυρώνονται με το έπος, την τραγωδία και την κωμωδία, τους διαλόγους του Πλάτωνα, την Παλατινή Ανθολογία, το ελληνιστικό μυθιστόρημα, τον Βιργίλιο και τον Κάτουλλο, τον Πετράρχη, τον Ντον και τη Ντίκινσον, τον Σταντάλ, τον Τολστόι και τη Γουλφ, τον Φρόυντ, τον Μπαρτ, τον Σαρτρ, τον Φουκώ, τον Λακάν… Ο διάλογος που εγκαινίασαν εκείνοι οι αρχαϊκοί ποιητές παραμένει ανοιχτός και αχόρταγος. Σαν την επιθυμία. Γιατί, όπως μας λέει η Έμιλυ Ντίκινσον:

 

[…] so I found

That hunger was a way

Of persons outside windows,

The entering takes away.9

 

Ας κρατήσουμε αυτή την εικόνα. Την εικόνα των πεινασμένων εραστών έξω από τα παράθυρα. Γιατί αν μπουν μέσα και την πείνα τους χορτάσουν, ποιο ποίημα και ποια Τέχνη θα γεννηθεί;

 

 

 

  • 1. Παραγωγής του 2000, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Γουόνγκ Καρ Γουάι.
  • 2. Αν Κάρσον, Έρως ο γλυκόπικρος, μτφρ Ανδρονίκη Μελετλίδου, Αθήνα: Δώμα (2019).
  • 3. Πρόκειται για το απόσπασμα 105a στη συλλογή των Lobel & Page (ed), Poetarum Lesbiorum Fragmenta, Oxford University Press (1955).
  • 4. Κάρσον, ό.π., σ. 44-47.
  • 5. Ας θυμηθούμε, στο σημείο αυτό, τα όσα γράφει ο Κούντερα για την τέχνη του μυθιστορήματος με αφορμή ένα μικρό επεισόδιο που παρεμβάλλει ο Τολστόι στην Άννα Καρένινα, το οποίο ταιριάζει γάντι στην υπόθεση της ταινίας. Είναι το επεισόδιο ενός άνδρα και μιας γυναίκας που επιθυμούν ο ένας τον άλλο, μα, όταν τους δίνεται η ευκαιρία να εκφράσουν την επιθυμία τους, η συζήτηση, «εξαιτίας μιας αναπάντεχης παρόρμησης», ξεστρατίζει στα μανιτάρια. Μοιάζει παράλογο να χαθεί έτσι αναίτια μια αγάπη. Όμως η αποκάλυψη του αν-αίτιου, του μη λογικού, επιμένει ο Κούντερα, αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις του μυθιστορήματος: Μίλαν Κούντερα, Η τέχνη του μυθιστορήματος, μτφρ Φίλιππος Δρακονταειδής, Αθήνα: Εστία (19893), σ. 68-71.
  • 6. Ο λόγος για το περίφημο απόσπασμα 31 (Lobel & Page, ό.π.), το οποίο η Κάρσον διαβάζει με τον μοναδικό της τρόπο στο κεφ. «Το τέχνασμα» (ό.π., σ. 27-33).
  • 7. Κάρσον, ό.π., σ. 34.
  • 8. Ό.π., σ. 33.
  • 9. Thomas Johnson (ed), The Complete Poems of Emily Dickinson, Boston: Little, Brown and Company (1960), p. 283.

 

 

 

* Η Νότα Σεφερλή είναι φιλόλογος και κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στη δημιουργική γραφή. Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Συρτάρι» η νουβέλα της Τερετίσματα. Έχει επίσης συμμετάσχει σε συλλογικούς τόμους με διηγήματα και δοκίμια.

 

 

 

Ετικέτες: ,
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top