Fractal

Είδαμε: «Άνθρωπος στη σοφίτα» του Τίμοθι Ντέϊλι στο Αγγέλων Βήμα

Από τη Μαριλιάνα Ρηγοπούλου // *

 

Το θέατρο «Αγγέλων Βήμα» ανοίγει αυλαία με μια ανατρεπτική και ρηξικέλευθη διάθεση στα θεατρικά δρώμενα, κάνοντας πρεμιέρα με το έργο του Αυστραλού συγγραφέα Τίμοθι Ντέϊλι «Άνθρωπος στη σοφίτα» σε σκηνοθεσία Γλύκας Στόιου, το οποίο ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα.

 

 

Στόχος του θεάτρου φέτος, είναι να παρουσιάζονται έργα στο θεατρόφιλο κοινό τα οποία είναι άγνωστα στην ελληνική σκηνή που θα προέρχονται από μια συγκεκριμένη χώρα, που θα αποτελεί στην ουσία και το τιμώμενο πρόσωπο, ή  έργα τα οποία θα ασχολούνται με αυτή τη χώρα.

Η τιμώμενη για φέτος λοιπόν χώρα είναι η Αυστραλία και φυσικά το έργο: « Άνθρωπος στη σοφίτα» του Τίμοθι Ντέϊλι.

Παρότι ο Τίμοθι Ντέιλι στο εξωτερικό είναι ευρέως γνωστός και ιδιαίτερα πολυπαιγμένος Αυστραλός θεατρικός συγγραφέας, στην Ελλάδα είναι σχεδόν άγνωστος καθώς ποτέ δεν έχει ανέβει δικό του έργο.

Το έργο «Άνθρωπος στη σοφίτα» είχε δύο άκρως επιτυχημένες σεζόν στο Φεστιβάλ Αβινιόν και σε άλλα θέατρα της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Αυστραλίας και της Αλάσκας, ενώ παράλληλα βραβεύθηκε ως το καλύτερο πρωτοεμφανιζόμενο έργο με το έγκυρο Patrick White Playwrights’Award.

Επίσης το έργο του «Derrida in love» γράφτηκε αποκλειστικά για την υποψήφια για  Όσκαρ το 2011 και το 2013 Τζάκι Γουίβερ κάνοντας sold-out παραστάσεις στο Σίδνεϋ, ενώ το έργο: «Kafka Dances» μετεφρασμένο στα Ελληνικά από τη Γλύκα Στόιου έχει κερδίσει δεκάδες εθνικά και διεθνή βραβεία κι έχει κάνει τις περισσότερες διεθνείς παραγωγές από Αυστραλό συγγραφέα.

Το έργο « Άνθρωπος στη σοφίτα» είναι βασισμένο σε αληθινό γεγονός.

Η υπόθεση διαδραματίζεται κατά τους τελευταίους μήνες του Β’ Παγκοσμίου πολέμου και τους πρώτους της Αμερικανικής κατοχής, από τον Απρίλιο ως το Νοέμβριο του 1945, στο Έλμσχορν της ναζιστικής Γερμανίας, μια μικρή πόλη στα βόρεια μεταξύ Βρέμης και Αμβούργου όπου ένα παντρεμένο ζευγάρι δίνει καταφύγιο σ’ έναν Εβραίο, τον οποίο κρύβουν στη σοφίτα, σαφώς και με δικό τους κίνδυνο.

Ο Εβραίος είχε δραπετεύσει μαζί με τον αδελφό του, τους κυνήγησαν, έφτασαν ως το δάσος, εκεί αναγκάστηκαν να χωριστούν κι έτσι έχασε τα ίχνη του αδερφού του Μάξ και αυτός βρέθηκε στη σοφίτα του σπιτιού του ζευγαριού που τον έσωσε.

Ο ίδιος χρυσοχόος, τα χέρια του πιάνουν κι όχι μόνο στην κατασκευή κοσμημάτων αλλά σε πάρα πολλά πράγματα, άρα τους ήταν χρήσιμος πια και καθόλου επιζήμιος όπως φάνταζε εξ αρχής, καθώς επιδιόρθωνε διάφορα αντικείμενα τα οποία ο σύζυγος πουλούσε και εξασφάλιζαν τα προς το ζείν.

Γι’ αυτό ακόμα κι όταν ο πόλεμος τελείωσε, το ζευγάρι δεν του αποκαλύπτει την αλήθεια, διότι έχει ανάγκη από την οικονομική του στήριξη που τους παρέχει.

Χωρίς να γνωρίζει ο Εβραίος για τη λήξη του πολέμου καθώς στη σοφίτα είναι απολύτως αποκομμένος από τον κόσμο και ευγνώμων που τον περιέθαλψαν, μένει κλεισμένος εκεί από τον Απρίλιο μέχρι και τον Νοέμβριο του 1945 και κατά τη διάρκεια αυτού του χρόνου, ένας υποβόσκων πλατωνικός έρωτας αναπτύσσεται ανάμεσα σ’ αυτόν και τη Γερμανίδα που του έσωσε τη ζωή.

Στην παγκόσμια δραματουργία ο ρόλος του Εβραίου κατείχε πάντοτε ένα αρνητικό στερεοτυπικό πρότυπο του τσιφούτη, του σπαγκοραμμένου, του τοκογλύφου, του δειλού.

Ακόμα κι εδώ όταν ο σύζυγος μιλά με τη γυναίκα του λέει: « Έχει περισσότερα λεφτά. Αυτοί πάντα έχουν».

Όπως και στην Ελληνική δραματουργία, μην ξεχνάμε τους δειλούς υπηρέτες Αβραμή και Μανασή στο έργο του Ξενόπουλου « Ραχήλ», όπως και στο « Βασιλικό» του Μάτεση ο στερεοτυπικός ρόλος της « Οβρίας» η οποία αρχικά έχει αρνητική χροιά και απλά διαφοροποιείται η εικόνα της όταν περιγράφει λεπτομερώς τη βιαιότητα και τις απάνθρωπες συνθήκες που βίωσε η Εβραϊκή κοινότητα της Ζακύνθου, τότε αναδεικνύεται η θετική της όψη έχουμε να κάνουμε μ’ έναν πληγωμένο και πονεμένο άνθρωπο κυρίως απ’ τις κοινωνικές αδικίες και προκαταλήψεις.

Εδώ η σκηνοθέτης Γλύκα Στόιου με την εξαιρετικά διεισδυτική σκηνοθετική της ματιά, κατορθώνει να προσεγγίσει σε βάθος το έργο του Τίμοθι Ντέϊλι, το οποίο βρίθει σημειολογικών αναφορών.

Ο Εβραίος δεν είναι ο κακός, ο τσιγκούνης, ο δειλός, ο ύπουλος, αντιθέτως είναι ένας ευαίσθητος, συνεσταλμένος ταλαπείριος άνθρωπος.

Κατορθώνει να προβάλλει τη θετική του όψη χωρίς ίχνος αντισημιτικής δομής του ρόλου του, αντιθέτως μάλιστα είναι η πιο τελέσφορη λύση για το ζευγάρι των Γερμανών ο Εβραίος, αφού με το ταλέντο και την εργατικότητά του, τους εξασφαλίζει καθημερινά τον επιούσιο, αποτελεί τη Λυδία λίθο στη στιγμή της απόλυτης απόγνωσής τους.

Έτσι η φυλετική του ιδιότητα στην ουσία, είναι ένα καθαρά λειτουργικό ιστορικό στοιχείο και τίποτε περισσότερο.

Η προσέγγιση όμως της σκηνοθέτου Γλύκας Στόιου, δεν περιορίζεται μόνο σε ότι αφορά τη μορφολογία του Εβραίου και την εικόνα του ευρύτερα μέσα σε μια κοινωνία, αλλά εκτείνεται και σε άλλες διαστάσεις.

Όπως της σκληρότητας του πολέμου και πόσο αυτή ως άλλη Άελλα εξαφανίζει τους ανθρώπους, τις ευαισθησίες τους, την ανθρωπιά τους, κάθε ίχνος συμπόνιας και ηθικής μεταμορφώνοντάς τους σε τέρατα που κατασπαράζουν ανελέητα τις σάρκες τους και όλα αυτά στο όνομα της επιβίωσης.

Αλλά κατορθώνει να προβάλλει και την άλλη όψη του νομίσματος, το πόσο δηλαδή ένας άνθρωπος,  μπορεί να συνεχίσει να ονειρεύεται και να ελπίζει ακόμα και κάτω από τις πιο τραχείς συνθήκες διαβίωσης και να γίνεται γοητευτικός και ερωτεύσιμος, όταν τα πάντα γύρω πεθαίνουν και τίποτα δεν αναγεννάτε παρά μόνο η ευτέλεια.

Εξαιρετικά διειδής η ματιά της σκηνοθέτιδας Γλύκας Στόιου, ανέδειξε όχι μόνο το θεατρικό κείμενο του Τίμοθι Ντέϊλι, καθώς η ίδια είχε κάνει και τη μετάφραση, αλλά αποκάλυψε τόσες πτυχές που καθιστούν την παράσταση συγκλονιστική απ’ την αρχή ως το τέλος, χωρίς ίχνος επιβράδυνσης της ροής επί σκηνής.

Ωστόσο θα πρέπει να αποδοθούν τα εύσημα και στον Περικλή Λιανό που υποδυόταν τον Εβραίο.

Στο ρόλο του Εβραίου ο Περικλής Λιανός είχε μια καθηλωτική ερμηνεία, τόσο άμεσος, τόσο γοητευτικά ακραιφνής, με απόλυτη ευελιξία των εκφραστικών του μέσων, με κινησιολογική αρτιότητα, κινείται επιτυχώς επί ξηρού ακμής, καθώς βρίσκεται συνεχώς στο μεταίχμιο του κλαυσίγελου, χωρίς να παραπαίει, αντιθέτως εξασφαλίζοντας την ισορροπία με μοναδική μαεστρία και χειρουργική ακρίβεια.

Κατορθώνει να ξεδιπλώσει όλες τις όψεις του ρόλου του, ενός ανθρώπου τρυφερού, ευαίσθητου που δεν σταματά μέσα από το όνειρο να αγωνίζεται, να μάχεται και να ελπίζει.

Ενός ταλαπείριου, αλλά συνάμα ονειροπόλου, που η σοφίτα δεν έγινε η φυλακή του, αλλά κατόρθωσε να τη μετατρέψει στη δημιουργική του κρυψώνα που μέσα σ’ αυτή δίνει ζωή σε παλιά, φθαρμένα και κατεστραμμένα αντικείμενα και παίρνει κι ο ίδιος ζωή, όπως και η Γερμανίδα σωτήρας του.

Κι εδώ ο έρωτας, ένας έρωτας αμφίδρομος που πηγάζει απ’ την ανάγκη και των δυό τους για λίγη ζεστασιά, συντροφικότητα, μοίρασμα ψυχής και πνεύματος, για μια γλυκιά μελωδία του Σούμπερτ.

 

 

Ο Περικλής Λιανός διαμορφώνει το ρόλο και δεν διαμορφώνεται από αυτόν, διαμορφώνει την ηθική υπόσταση αυτού του ανθρώπου με τρόπο συγκλονιστικό επί σκηνής.

Στο ρόλο της Γερμανίδας της Φράου Μόλερ, βρίσκεται η Μαρία Μαλταμπέ.

Η Μαρία Μαλταμπέ αναδεικνύει πλήρως τη φυσιογνωμία της καλλιεργημένης, με αρχές, ευαίσθητης γυναίκας, μιας δασκάλας, που οι συνθήκες, οι περιστάσεις την ανάγκασαν να παραβεί τις αρχές της, όμως παραμένει ένας άνθρωπος λεπτός, διακριτικός, μια φυσιογνωμία που αναζητά λίγη αγάπη και τρυφερότητα μέσα στη φρίκη του πολέμου.

Μοιάζει εύθραυστη, μα είναι δυνατή, αναδεικνύει εντυπωσιακά την κατά τα άλλα χαμηλών τόνων προσωπικότητά της, δεν λέει στον Εβραίο την αλήθεια ότι ο πόλεμος τελείωσε όχι για να μην στερηθεί το φαγητό, αλλά για να μην στερηθεί την ανθρώπινη επαφή και επικοινωνία.

Η Μαρία Μαλταμπέ επί σκηνής αναδεικνύει πλήρως την τραγική υπόσταση του χαρακτήρα που ενσαρκώνει, με τρόπο λεπτό και ουσιαστικό.

Στο ρόλο του συζύγου ο Μίλτος Σαμαράς, αναδεικνύει την κυνική φιγούρα του ανθρώπου που οι σκληρές συνθήκες του πολέμου, τον μεταμόρφωσαν σ’ ένα στυγνό εγκληματία, χωρίς ίχνος ευαισθησίας και αγάπης για τίποτα και κανέναν.

Προβάλλει τον αποτροπιασμό του πολέμου, στον οποίο έχει απολύτως προσαρμοστεί, ενταχθεί, αρκεί που ζει καλά με όποιο τρόπο, με όποιο μέσο του εξασφαλίζονται τα αγαθά, ακόμα και οι σεξουαλικές ηδονές όπως αυτές παρέχονται απ’ την εξίσου αδίστακτη και ραδιούργα γειτόνισσα την Νίκη Μαυροειδή όταν του λέει: « Είσαι ο πιο άπληστος άντρας που ξέρω. Και είσαι ακόμα ζωντανός».

Η Νίκη Μαυροειδή υποδυόμενη τη γειτόνισσα φωτίζει όλη τη διάσταση της φρίκης του πολέμου, που αλλάζει τα πάντα, μα κυρίως τους ανθρώπους κι αυτό είναι το χειρότερο.

Ξετυλίγει το κουβάρι της προσωπικότητάς της αριστοτεχνικά, με άνεση, κινησιολογική ευφράδεια και εκφραστική αμεσότητα.

Το αισθητικό αποτέλεσμα της παράστασης ολοκληρώνουν οι άλλοτε ψυχροί κι άλλοτε ατμοσφαιρικοί φωτισμοί, ανάλογα με τις επιταγές κάθε σκηνής, του Βαγγέλη Μούντριχα.

Πρόκειται για μια δυναμικά συμβολική παράσταση, όπου κάθε ρόλος βιώνει το δικό του δράμα, το δράμα του πολέμου, το προσωπικό τους δράμα της ζωής τους κι ο κοπετός τους φτάνει στις δικές μας ψυχές, στις αλήθειες του σήμερα και στις αγωνίες του αύριο, μέσα απ’ την αισιόδοξη ματιά του Εβραίου για τη ζωή, για το μέλλον.

Ακούστε…………………..

Γυναίκα: Θέλεις κάτι ιδιαίτερο; Να ακούσεις εννοώ. Για τελευταία φορά;

Εβραίος: Θα ήθελα… οτιδήποτε θα κάλυπτε τον ήχο ενός άντρα που βγαίνει έξω σ’έναν κόσμο που δεν ξέρει τίποτα γι’αυτόν.

Γυναίκα: Αντίο Χερ Μπλίκμαν.

Εβραίος: Θ’ανέβω πάνω. Για το τηλεσκόπιο.

Γυναίκα: Ναι…… Δεν πρέπει να το ξεχάσεις.

Εβραίος: Αντίο σε όλα τ’αστέρια! Από έναν άντρα, μόνο, πάνω σε έναν κουρασμένο, λυπημένο πλανήτη!

Εβραίος: Φίλοι μου! Νιώθω σαν να σας ξέρω όλα! Το καθένα ξεχωριστά!

ΞΕΡΩ ΟΛΑ ΤΑ ΑΣΤΕΡΙΑ!

 

 

 

* Η Μαριλιάνα Ρηγοπούλου είναι εκπαιδευτικός, σοπράνο, κριτικός θεάτρου

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top