Fractal

Λάππα, η τρυφερή ζωγράφος

Γράφει ο Απόστολος Ζιώγας // *

 

 

«Δεν ξέρω κάθε πότε δίνεται η ευκαιρία

για μια δόση ουρανού. Σ ’ έναν

κόσμο που έχει βουβαθεί μπορεί η βοήθεια να δίνεται

μόνον από όσους δεν είναι πλέον ικανοί

για να σωπάσουν;»

Γιώργος Βέλτσος

(ΑΝΑΠΟΔΑ ΟΔΕΥΕΙ Ο ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ, εκδ.Καστανιώτη-Διάττων)

 

 

 

 

Υπάρχουν καλλιτέχνες που δεν επινοούν τίποτα, παρά μόνο καταγράφουν τις αισθήσεις τους βιωματικά. Σε αυτό τον κύκλο καλλιτεχνών ανήκει η Χριστίνα Λάππα. Οι ανθεκτικές στο χρόνο εντυπώσεις που μεταφέρει πάνω στον καμβά συνιστούν, αναμφίβολα, ξεχείλισμα ζωής. Βλέπουμε στους πίνακες της έντονα χρώματα σε συνεχή παροξυσμό ενόσω αναδεικνύουν μια ομορφιά τροπικού τύπου, γεμάτη φως και αντιθέσεις. Ξέρει καλά – όπως ο Ντα Βίντσι – ότι τα πιο ευχάριστα χρώματα είναι εκείνα ανάμεσα στα οποία υπάρχει χρωματισμός ανταγωνισμός.

 

 

 

Μια πιο προσεκτική ματιά αποκαλύπτει το εξής: είναι σαν να παραχωρείται το ουσιώδες νόημα του κάθε πίνακα στη φαντασία για να το ολοκληρώσει. Γι ’ αυτό και τα έργα της στερούνται κάθε εννοιολογικής διαστρέβλωσης, ακολουθώντας πιστά τον ποιητή που λέει ότι η μνήμη από το χρωματιστό εκείνο μαντίλι, και το ύφος της πλώρης ετούτου του καραβιού, αυτά είναι που μπορούν και πρέπει να ενδιαφέρουν ένα ζωγράφο.

Ως προς τα θέματα που απεικονίζει, εύκολα διαπιστώνουμε μια ορθή αντιστοιχία φυσικού και νοητού κόσμου, καθότι αυτό που δίνει διαρκή αξία στους πίνακες της αφορά τη φύση της σχέσης τους με στοιχεία εμπειρίας που δεν μεταβάλλονται ή που μεταβάλλονται με πολύ αργό ρυθμό. Κάθε πίνακας, τόσο στο σύνολο όσο και στις λεπτομέρειές του, παρουσιάζει αφενός καθαρότητα μα και απλωσιά, αφετέρου μια διαφάνεια λάμψεων, κατεργασμένη με υπομονετική προσήλωση: σε κάθε πίνακα διακρίνεται μία σφριγηλότητα κι ένας πυρετός του ευφάνταστου ̇ εικόνες δηλαδή που θέτουν τις αισθήσεις μας σε αδοκίμαστες μεταξύ τους σχέσεις. Επομένως, η περιγραφική δύναμη που καταθέτει γίνεται ικανή να μας κάνει να νιώσουμε το κατά πόσο διψά η ίδια για πραγματικότητα.

 

 

 

Είναι προφανές ότι για την Λάππα οι έννοιες προϋποθέτουν εμπειρίες, διότι η στερεότητά τους είναι τα συμβάντα, όχι οι αναφορές: συμβάντα και εμπειρίες, λοιπόν, επιθυμεί να μας μεταδώσει. Ως εκ τούτου, οι πίνακες τείνουν να προσδώσουν στο μάτι του θεατή μια ιδιάζουσα ισχύ. Ισχύς η οποία μεταφράζεται σε μια παλμικότητα ίχνους, όσον αφορά το ανέμελο ύφος με το οποίο σχεδιάζει. Η ρυθμικότητα που κυριαρχεί στις φιγούρες μαρτυρά εξάπαντος έναν υποδόριο νατουραλισμό.

Αφουγκραζόμενη την τέχνη ως κάτι που εμπνέει τάξη και αρμονία, φιλοδοξεί να στήσει μια χορογραφία του αθώου. Το να περιγράψεις την τέχνη της Λάππα ισοδυναμεί με “εισβολή στο άναρθρο με σκουριασμένα όπλα” (από τα Τέσσερα Κουαρτέτα του Έλιοτ). Το να θες να βγάλεις μέσα από το απελπιστικά εφήμερο, κάτι αληθινά υπαρκτό, οριοθετεί μια τρυφερότητα που είναι δύσκολο να της βρεις άλλο όνομα. Ως καλλιτέχνιδα, αισθάνεται και αντιδρά με έναν ορισμένο δικό της τρόπο όπου, όσο προχωρά το σχέδιο τόσο συγκεκριμενοποιείται το χρώμα: αυτός είναι ο ρυθμός με τον οποίο η Λάππα δημιουργεί. Σε οτιδήποτε ρίχνει το βλέμμα της, σπεύδει να το γεμίσει με δυνατότητες. Είναι η ηρεμία, άλλωστε, των μορφών της που χαλιναγωγεί τα όποια έντονα συναισθήματα. Πάντως, «οι αισθητές στην αφή αξίες (tactile values) απαιτούν την ικανότητα να αξιοποιείται απαρέγκλιτα το γούστο και η αισθητηριακή επίγνωση σε σχέση με το καλλιτεχνικό αντικείμενο, τόσο στην ελάχιστη λεπτομέρεια του όσο και στη συνολική εντύπωση που προκαλεί» (George Steiner, Περί Λόγου, Τέχνης και Ζωής, εκδ. Πατάκη). Έτσι, τα έργα της Λάππα πολεμούν να αγκιστρωθούν στη ζεστή πυκνότητα του πραγματικού, αφήνοντας τη συναισθηματική τους δύναμη να πιαστεί στα δίχτυα μιας φορμαλιστικής σιγουριάς, την οποία άκοπα εμείς γευόμαστε. Δεν βολιδοσκοπεί σε καμία ιερότητα του ελάχιστου επιμέρους, όπως κάνουν άλλοι καλλιτέχνες. Ωστόσο, η Λάππα απαλά προσθέτει στην επίγνωσή μας (ως θεατές) μια δική της χορδή ευαισθησίας.

 

 

Η φρεσκάδα που αποπνέουν τα έργα της, σκιαγραφεί την τεχνική ενός ανεπαίσθητου βηματισμού με την οποία εκφράζεται σε προσωπικό τόνο. Το απελευθερωτικό βλέμμα της Λάππα δομεί κόσμους που είναι αλλιώς. « Δεν είναι απίθανο μια μέρα ν’ αποδειχτεί ένα ρόδο ανθεκτικότερο από την πιο σκληρή πέτρα. Συνήθως τότε νομίζουμε ότι φταίει ο αέρας που κακοφύσηξε πάνω στους ανοιξιάτικους κήπους, ενώ απλά και μόνο αγνοούμε ότι η δύναμη που χρειάστηκε για να τελειωθεί ένα ρόδο ξεπερνάει κατά πολύ την ισχύ του πλέον λυσσαλέου ανέμου» (Οδυσσέας Ελύτης, ΑΝΟΙΧΤΑ ΧΑΡΤΙΑ, εκδ. Ίκαρος). Αφού το πεδίο πάνω στο οποίο στοχάζεται αφορά τις διακυμάνσεις του εγώ και της εμπειρίας, με το να παραθέτει ασύνδετες μεταξύ τους εικόνες, είναι σαν να παραδίδει ο χρόνος τη θέση του σε χώρο. Αυτό ισχύει εφόσον μια εικόνα – για την Λάππα – συνεπάγεται την παρουσίαση ενός διανοητικού και συναισθηματικού συνδυασμού σε μια δεδομένη χρονική στιγμή. Προκειμένου να αποτυπώσει επαρκέστερα τα πράγματα, κλιμακώνει πάνω στον καμβά την υπεροχή του υπάρχοντος, σχεδιάζοντας όμως λεπτεπίλεπτα.

 

 

Ζωγραφική, με άλλα λόγια, σεμνή και αθόρυβη. Πώς αντιλαμβάνεται, άραγε, η Λάππα τη ζωή και εν γένει την πραγματικότητα ; Κάποιες φορές συλλαμβάνοντάς την ακαριαία, κι άλλες φορές ανακαλύπτοντάς την ξανά και ξανά. Ο εξωτερικός μας κόσμος δεν δύει, δύουν οι άνθρωποι, αυτοί είναι που σκοτεινιάζουν ̇ η αίσθηση φωτεινότητας που βιώνουμε στις εικόνες το επιβεβαιώνουν: το φως στη Λάππα δεν είναι αγγελικό και μαύρο, είναι έγχρωμο. Παραδίδει αναμνήσεις καθαρές, αναμνήσεις αυθόρμητες, των οποίων ο ρεαλισμός φαίνεται να ανταποκρίνεται στην παρούσα πραγματικότητα ή και να την ξεπερνά, λειτουργώντας ίσως ανεξάρτητα από τη θέληση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, να κάνει προσιτό σε μας έναν κόσμο που βρίσκεται έξω από τον δικό μας.

 

 

[Ιούνιος 2020]

 

 

* Ο Απόστολος Ζιώγας είναι Βιολόγος

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top