Fractal

Ρόδακας με καμπύλες ζεν

Γράφει ο Γιώργος Ρούσκας //

 

Γιώργος Βέης, “Βράχια”, εκδόσεις ύψιλον/βιβλία, 2020

 

Ξενίζει τον ανυποψίαστο αναγνώστη τούτη η ποιητική παρουσία. Μέσα σε προσδιορισμένο περιβάλλον, αναπτύσσεται και λειτουργεί η χλωρίδα και η πανίδα. Ποίηση φυσιολατρική; Οικολογική; Ή όλα τούτα είναι το σκηνικό, όπου παίζεται το θεατρικό (δράμα άραγε ή κωμωδία);

Ας δούμε προσεκτικότερα:

  • Περιβάλλον-τόποι: Πάρνηθα, σύννεφα, Αρκαδία, Χάρτφορντ Κονέκτικατ, Κίνα, χάος, 19ος αι.: Μεσόγεια Αττικής – Αττική – Κέρκυρα – Μέγαρα, Αιάντειο Σαλαμίνας – Θεσσαλία, Σάμος: Καρλόβασι – Κουμέικα – Ηραίον, βότσαλα, ακτές, μαύρα νερά, ιδεόγραμμα σύννεφο, Έβρος, αυλή, μνήμη του αέρα, Μικρολίμανο, Καστέλα, Βέροια, Βέρμιο, Τριπόταμος, Αρμενία, Χελιδονόκαστρο, η πλευρά του Ταΰγετου βράχοι της παραλίας.
  • Χλωρίδα: έλατο, κήπος, φιλόξενα κλαδιά, μη με λησμόνει, κρανιές, λιόπρινα, γυμνή σημύδα, δέντρα, φυτά, βρύα, ξινομηλιές, γλυσίνα, χλόη, κοραλλόδεντρα, γέρικη φτελιά, πορτοκαλιές, λιβάδι, θημωνιές, ξεριζωμένη ιτιά, σιτάρι, βρύα, βουκαμβίλια, αρμυρίκι, συκομουριά, υάκινθος, φύκια, νεραντζιά, φυλλωσιές, κυκλάμινο, φραγκοσταφυλιά, ευκάλυπτος.
  • Πανίδα: σκίουρος, κρασοπούλι, κάστορας, κοράκι, μύγα, φλύαρη κίσσα, τσίχλες, συκοφάγοι, σκύλος, χελώνα, γλάρος, σουσουράδα, περιστέρι, κάμπιες, πουλιά, κοχλιοί, ψαραετοί, κοτσύφι, χταπόδι, κήτη, σπουργίτι.

 

Τι λείπει; Ο Χρόνος. Δεν λείπει. Παρών διαρκώς. Αιώνιος αρραβωνιαστικός της Ύπαρξης:

 

ΤΑ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙΑ ΤΩΝ ΑΡΡΑΒΩΝΩΝ

δεν θα τα φορέσουμε ποτέ

λέει ο αέρας στο ψηλότερο έλατο

στην κορυφή της Πάρνηθας /…/

θα έρχομαι

για να σε πάρω στο τέλος μαζί μου

στον κόσμο.

 

 

Εξαγωνική θεώρηση του κόσμου, προκύπτουσα από τη επικάλυψη δύο τριγώνων, συνθέτουσα τελικά μια έλικα, μια λεκτική-διανοητική προπέλα. Το ένα έχει κορυφές τον Αέρα, το  Έλατο, την Πάρνηθα, το άλλο τον Χρόνο, την Ύπαρξη, τον Χώρο, συνεπώς οι κορυφές του εξαγώνου είναι οι : Αέρας, Χρόνος, Έλατο, Ύπαρξη, Πάρνηθα, Χώρος, με ενωμένες ισχυρά τις διπολικές πλευρές: Αέρας-Χρόνος / Έλατο-Ύπαρξη / Πάρνηθα-Χώρος, των οποίων οι μεσοκάθετοι καταλήγουν στο κέντρο, στον άξονα κίνησης, ήτοι στο à ΕΝ, στο ΠΑΝ.

 

Η πορεία προς το ΠΑΝ, δεν ξεκινά στον Βέη από το Ελιοτικό τοπίο (δίπολο απουσία φωτός-γη) αλλά από το Ελυτικό (δίπολο φως-θάλασσα):

 

κι όλα είναι τονισμένα μέσα σ’ ένα δυνατό

αλλά ιδιαίτερα φιλικό φως.

 

Τη θεώρησή μου αυτή (για το νερό και για το φως), εκτός των άλλων ενισχύουν τα περισσότερα από τα βιβλία του ποιητή, με τελευταίο αυτό του υπέροχου Ινδικοπλεύστη1.

Το φως άλλωστε, είναι κύματα, ενέργεια κυματική. Κύματα ίσον θάλασσα, νερό:

 

Αυτό το μειλίχιο φως /…/

αυτό ειδικά το φως /…/

κυματίζει σαν στοργή /…/

θέλει απλώς να σε φέρει /…/ στο παν.

 

Δεν χρειάζεται περισσότερη ανάλυση η διαδοχή (ταύτιση;): φως-κυματισμός-παν-εν.  Η ανθρώπινη διάσταση, συμμετέχει κάθε φορά με μοναδικό τρόπο, έχει δε κατά την ανατολική φιλοσοφία σε σύμπλευση με την ελληνική (αφού από τους πρώτους οι αρχαίοι Έλληνες ως λαός της Μεσογείου –βλ. από την εποχή του χαλκού ως τον Ηρόδοτο και τον Θουκυδίδη και στη συνέχεια ως τον Φερνάντ Μπρωντέλ2–  είχαν συλλάβει) το προνόμιο (ή την κατάρα) της μετενσάρκωσης, ομολογημένης εδώ

είτε έμμεσα:

 

ήμουν από έναν άλλον κόσμο

 

είτε άμεσα:

 

… το κρασοπούλι

από την προηγούμενη ζωή του

όταν ήταν ρυάκι.

 

 

ΕΝ = ΠΑΝ = ΟΝ, με τις αλλεπάλληλες μετενσαρκώσεις του. Προκύπτει έτσι μια άλλη θεώρηση του θανάτου, ο οποίος ποιητικά εκφέρεται με έναν σαφή υπαινιγμό για την αθανασία:

 

Γεννιέσαι άλλη μια φορά / δίπλα στα βαρύτιμα φύκια /

Η δυνατότητα… / η ευκαιρία… /…/ ό,τι θέλησες να γίνεις / κι ύστερα // αλάτι.

 

Οι δύο όψεις κάθε αισθητικής πρόσληψης, είτε στον ίδιο άνθρωπο είτε σε διαφορετικούς, δεν είναι παρά ένα ακόμη επιχείρημα υπέρ της διττής υπόστασης απάντων των πραγμάτων-ενεργειών:

 

ψελλίζει απειλή, αλλά ακούγεται ωσαννά

 

συμπεριλαμβανομένου του συνειδητού και του υποσυνειδήτου. Μέσα στο ΠΑΝ, μέσα στην Παγκόσμια ή ακριβέστερα στην Υπερκόσμια Αρμονία, ο άνθρωπος αρχίζει να αποκτά συνείδηση της Φύσης και του Χρόνου και ο ποιητής, με τις κεραίες του σε εγρήγορση, δείχνει τη λειτουργία (άρα και την ύπαρξη) μιας εσωτερικής νομοτέλειας , ορατής όχι σε όλους, η οποία κινεί αενάως την έλικα, όσο και αν αυτή φαίνεται ακίνητη:

 

Στάζει από λαχτάρα τώρα το ξημέρωμα

δεν νοιάζεται βέβαια καθόλου για μας

απλώς τα τριζόνια να τα φιλέψει σκέπη

στέργει.

 

Το λυρικό στοιχείο δρα επικυρωτικά ενεργοποιώντας το θυμικό και προετοιμάζει τον αναγνώστη για ακόμη μεγαλύτερα βήματα, όπως αυτό της χρονικής διακύμανσης στο ΠΑΝ, όπου το “τώρα” μπορεί κάλλιστα να είναι χθες:

 

Ανοίγει το παράθυρο κι είναι χθες

 

το οποίο με τη χάρι (η Χάρις, όχι η χάρη, η εξυπηρέτηση) του φωτός, επιστρέφει στο παρόν προσδοκώντας να γίνει μέλλον:

 

το χθες να επιστρέφει ανανεωμένο /…/ … του δόθηκε όλο το φως.

 

Ποιητικά πρόκειται για μετενσαρκώσεις του Χρόνου. Η μύηση είναι προϋπόθεση συμμετοχής:

 

διδασκαλία σωτηρίας και διαφυγής / θα είναι και πάλι ο τρόπος.

 

 

Όλα είναι εδώ και δεν είναι, όλα φαινομενικά ανεξάρτητα μα τόσο εξαρτημένα, όλα κολυμπούν στον Χρόνο απαρτίζοντάς τον ταυτόχρονα, όλα μαζεμένα στη συμπύκνωση του ρόδακα, ισχυροτάτου σχήματος, αθανάτου καρπού Τέχνης Υψηλής:

 

η αγορά, η θέα,

η αγωνία του χρήματος,

η μυσταγωγία του θέρους

η σύγχυση που λέγεται ζωή

στεγάζονται εδώ

αδελφωμένα τα ενάντια

να τα μαζεύει όλα κοντά στην πείρα

ο ρόδακας.

 

Θα σταθώ στο ποίημα ΞΕΚΑΘΑΡΙΣΜΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ, το οποίο σε πρώτη ανάγνωση ρέει αβίαστα και χαίρεσαι με τον εύληπτο τρόπο με τον οποίο οι στοχασμοί το συνθέτουν:

 

Πρέπει ν αντέξω όπως ο κάστορας

την ορμή του ποταμού

να ξεπεράσω όπως το κοράκι το ξεφτισμένο του σκιάχτρο

να εξαντλήσω όπως η μύγα

όλες τις εκδοχές της εισβολής στη ζάχαρη

να ανεχτώ όλες τις ύβρεις

όπως ο εκ γενετής ζητιάνος έχει μάθει να ανέχεται

και μετά να πετάξω πάνω από τα χαλάσματα του κόσμου

ένα καλαθάκι

αερόστατο

κήρυκας χωρίς καν λέξεις.

 

Γιώργος Βέης

 

Κάτω από την επιφάνειά του, μέσα δηλαδή στον όγκο του ποιητικού του νερού, κροκάλες τεράστιες παρασύρονται και μιλάνε στίχο-στίχο:

 

  • Πρέπει ν’ αντέξω όπως ο κάστορας / την ορμή του ποταμού

χτίσιμο φράγματος για δημιουργία ήπιας ροής και λιμένος, Ηρακλείτεια φιλοσοφία, θέληση για ζωή, αγώνας καθημερινός που καταλήγει στην αγκαλιά του χρόνου, της μνήμης, της θάλασσας δηλαδή, ή δια μελάνης πρωτομάστορα Ματσούο Μπασό3:

«Την καυτή διαδρομή μιας μέρας / τη ρίχνει στη θάλασσα / ο ποταμός Μογκάμι»

 

  • {να ξεπεράσω όπως το κοράκι το ξεφτισμένο του σκιάχτρο}

τις παγίδες, τις μάσκες, τις απειλές, την ψευτιά, τις αντιξοότητες, τις πλάνες και τις απόπειρες χειραγώγησης, το αλλοτριωμένο είδωλό μου στον παραμορφωτικό καθρέφτη που υψώνεται στον αγρό των σπαρμένων υβριδίων του εγώ (εμού και των άλλων), παραπομπή υπόγεια στο κοράκι του Πόε αλλά και ακόμη ισχυρότερη στον μύθο του Αισώπου «Η αλεπού κι ο κόρακας», να γίνω από κοράκι καταιγίδα, με τις λέξεις του Κορικάβα Κυορόκου4: «ξεκίνησε / ρίχνοντας καταγής τα σκιάχτρα / η καταιγίδα»

 

  • {να εξαντλήσω όπως η μύγα / όλες τις εκδοχές της εισβολής στη ζάχαρη}

να γευτώ την ηδονή με κάθε τρόπο, με κάθε μέσο, να εισβάλλω εν ανάγκη στα απαγορευμένα ή στα καλά φυλαγμένα της ζωής, να γνωρίσω και να βιώσω το σώμα που μου δόθηκε σε κάθε δυνατή διάσταση του γήινου πεδίου. Όσο για τις επιθυμίες της σάρκας, μην τις συνθλίβεις, ή δια στόματος του κορυφαίου Κομπαγιάσι Ίσσα5:

«Μη λειώνεις τη μύγα! / Συστρέφοντας τα χέρια της, τα πόδια / σε ικετεύει»

 

  • {να ανεχτώ όλες τις ύβρεις / όπως ο εκ γενετής ζητιάνος έχει μάθει να ανέχεται}

αφού γνωρίζω από εμπειρία πως δεδομένη ανθρώπινη η ύβρις και η άτη, αλλά υπάρχει και η νέμεσις και η τίσις, πέραν αυτού δε, ο ζητιάνος που ζητά πόρους συντήρησης του υλικού του σώματος, έχει επίγνωση του μεγαλείου του να ζεις. Κάθε ήχος από το νόμισμα που πέφτει στο καπέλο του, είναι και μία επιβεβαίωση του ότι είναι ζωντανός, άρα μια πρόσθετη αφορμή χαράς. Θυμήθηκα το ζεν ποίημα ΚΟΥΝΟΥΠΙ, του Κο Ουν6:

«Μ’ έφαγε ένα κουνούπι. / Ένα εκατομμύριο ευχαριστώ. / Γιατί είμαι στ’ αλήθεια ζωντανός. / Χρατς, χρατς».

Ο ζητιάνος, ως άλλος φιλοσοφημένος Σίσυφος (βλ. και Αλ. Καμύ), μπορεί να έχει συνειδητοποιήσει το πόσο πλεονεκτεί σε σχέση με τους ονομαζόμενους «κανονικούς» ανθρώπους, αφού όχι μόνο είναι απαλλαγμένος από τον παραλογισμό της μέριμνας για τα προς το ζην και τα προς το (επι)-κοινωνείν, αλλά διαθέτει συχνά έναν πλούτο που ακόμα και οι πλουσιότεροι άνθρωποι δυσκολεύονται έστω και ένα μέρος του να αποκτήσουν: χρόνο. Χρόνο να σκέφτεται, να φαντάζεται, να επιθυμεί, να ονειρεύεται

 

  • {και μετά να πετάξω πάνω από τα χαλάσματα του κόσμου / ένα καλαθάκι / αερόστατο / κήρυκας χωρίς καν λέξεις}

 

να προχωρήσω δηλαδή στο επόμενο στάδιο, να σταθώ υπεράνω των εγκοσμίων ως παρατηρητής, εννοείται εν σιωπή, χωρίς λέξεις, γιατί εκεί ψηλά, η νόηση, τα συναισθήματα, η σιωπή, οι λέξεις, το όν και το μη ον, είναι εν, είναι την ώρα που δεν είναι.

Κατάκτηση της χάριτος; Όχι, είσοδος στη Χάρι, ενσωμάτωση σε αυτήν και πτήση στον αιθέρα της, ως μόριο αποστάγματος σε συμπαντική φιάλη, απαλλαγμένος από λογική, αισθήσεις, λειτουργίες, όπως η πεταλούδα του Γεράσιμου Κουβαρά7:

«Πετά με χάρι / χωρίς αυτογνωσία / η πεταλούδα».

 

 

Κατάσταση;  Διαλογισμού. Επίπεδο; Φώτισης. Μονολεκτικά; Ζεν. Γιατί αυτό είναι η ποίηση Βράχια του Γιώργου Βέη: Τρόπος ΖΕΝ. Μαθήματα φυσικής ιστορίας, Γεωγραφίας (η απαράμιλλη τέχνη του στις Μαρτυρίες δεν θα μπορούσε να μην υπάρχει και στην ποίησή του, όπως άλλωστε δεν απουσιάζει ο ποιητικός του τρόπος από τις έξοχες φιλοσοφικές-ταξιδιωτικές-στοχαστικές-δοκιμιακές-λογοτεχνικές-συγκριτολογικές Μαρτυρίες του), μαθήματα Ιστορίας, μονολογικού dna Διάλογοι με τη Φύση και τα εν αυτή, Μνήμες, Εμπειρίες, Συνειρμοί, Προσωπικές Διαδρομές, Προσωποποιήσεις, Μεταφορές, εκπληκτικές –καθόλου πληκτικές– Διασυνδέσεις, άλλης φιλοσοφίας Οπτικές, Ποιητικοί Προβληματισμοί και Εξομολογήσεις, υπάρχουν στα Βράχια μεμονωμένα ή ανά ομάδες σαφώς, αλλά μέσα στο πεδίο του Ζεν, το οποίο εμπεριέχει μεταξύ άλλων και αυτά και όσα δεν χώρεσαν σε τούτο τον διαλογισμό.

 

Κανένα από αυτά δεν μπορεί να σταθεί από μόνο του ως χαρακτηρισμός του βιβλίου, παρά μόνο ως μέρος υποτίτλου. Γιατί τι είναι τα Βράχια παρά υπομνήσεις Ζεν; Ακινησία σε βάθος δεκαετιών. Κίνηση σε βάθος χιλιετιών. Λειάνσεις συνυπάρχουσες με οξύτατες αιχμές. Μεταβολές συνεχείς καταστάσεων ή πραγμάτων φαινομενικά αμετάβλητων. Μεταίχμιο συνειδητού και ασυνειδήτου. Φαινομενική απλότητα, στην οποία υπάρχει αρρήκτως η ενδελέχεια, η πολυπλοκότητα ως το αισθητηριακά προσλαμβανόμενο ––φαινομενικά απλό— αποτέλεσμα της σύνθεσης.

Είναι ποιητική συλλογή; Είναι ποιητική σύνθεση; Και ναι, και όχι. Είναι Ζεν.

 

Η Ποίηση αποδεικνύει για πολλοστή φορά ότι:

 

Χιροσίμα η γλώσσα μας

 

και ο γνήσιος Ποιητής έχει συναίσθηση του χρέους του:

 

ο πλούσιος του λόγου

εκατομμυριούχος στο παραλήρημα είναι

παίρνει φωτιά για ένα και μόνο σύμφωνο

για ένα βολικό φωνήεν ψωμί

τα έχει ανάγκη όλα τα γράμματα

την κάθε στιγμή

 

προσμένοντας την έμπνευση, την ιδανική σμίλευση του στίχου, όπως περιμένει τον μεγάλο του έρωτα ή τη γλυκιά μνήμη, πάντα με την ελπίδα να σιγοκαίει, ακόμα και στην απόλυτη μοναξιά της γραφής ή της ζωής. Γι αυτό και δύο φορές η φράση (σελ. 38 και σελ. 55)

μήπως κι έρχεσαι.

 

 

Προσμένει πάντοτε εκείνο το αεράκι, αφού δεν πρόκειται απλώς για αέρα, αλλά για δύναμη γενεσιουργό, τιμώντας τη Σάρκα και το Πνεύμα ως Εν. Συμφωνώντας με τον Γιάννη Πατίλη8

«Ως κι ο αέρας / στο κορμί σου φυσώντας / σπούδασε γλύπτης»

 

ο ποιητής επιμένει στην «αερική» μας προέλευση και υπόσταση:

 

γιατί τα καλοδουλεμένα γλυπτά του αέρα

είμαστε εντέλει εμείς.

 

Εμείς, οι άνθρωποι:

 

Αγρός, όπως άνθρωπος δηλαδή.

 

Αγρός (επιδεχόμενος καλλιέργεια, φύτευση).

Άγω (κίνηση εμπρός, εξέλιξη).

Άγριος (τόσο ώστε να επιβιώσω χωρίς να υποκύψω, ελεύθερος, αδούλωτος).

Άγρα (κυνήγι, χρόνου, λέξεων, ηδονής, γνώσης, αρετής, …)

 

Όπως άνθρωπος δηλαδή.

 

 

 

Αναφορές

  1. Γιώργος Βέης, [Ινδικοπλεύστης \ Μαρτυρίες, Παρεμβάσεις], εκδόσεις Κέδρος, 2017
  2. Φερνάντ Μπρωντέλ, Φίλιππο Κοαρέλλι, Μωρίς Αϊμάρ, [Η ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ], μετάφραση Έφη Αβδελά και Μπενβενίστε Ρίκα, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 1990
  3. Ματσούο Μπασό, άτιτλο, [ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΕΠΟΧΕΣ], απόδοση: Βασίλης Λαλιώτης, εκδόσεις Bibliotheque, 2016, σελ. 30
  4. Κορικάβα Κυορόκου, άτιτλο, [ΧΑΪΚΟΥ] , Ανθολογία, μετάφραση Δημήτρης Χορόσκελης, εκδόσεις βιβλιο…ΒΑΡΔΙΑ, 2008, σελ. 50
  5. Κομπαγιάσι Ίσσα, άτιτλο, [Χαϊκού και Σένριου \ Γιαπωνέζικα τρίστιχα], μετάφραση-πρόλογος-σημειώσεις: Σωκράτης Λ. Σκαρτσής, εκδόσεις Καστανιώτη, 1988, σελ. 51
  6. Κο Ουν, ΚΟΥΝΟΥΠΙ, [Τί; \ 108 ΖΕΝ ΠΟΙΗΜΑΤΑ], μετάφραση Αργυρώ Κασωτάκη-Γατοπούλου, εκδόσεις Περισπωμένη, 2014, σελ. 99
  7. Γεράσιμος Κουβαράς, άτιτλο, [ΚΗΛΙΔΕΣ ΗΛΙΟΥ \ ΧΑΪΚΟΥ], εκδόσεις Λιτρίβι, 2015, μεμονωμένα φύλλα άνευ σελιδαρίθμησης
  8. Γιάννης Πατίλης, άτιτλο, [ΧΑΪΚΟΥ \ “τα φύλλα στο δέντρο ξανά” \ Παγκόσμια Ανθολογία], Γενική επιμέλεια-πρόλογος-εισαγωγή Ζωή Σαβίνα, δίγλωσση έκδοση, μετάφραση Δανάη Στρατηγοπούλου, Βασίλης Χριστόπουλος, Ζωή Σαβίνα, Αθηνά Κοντογιάννη, Κούλα Ασπιώτου, Αγάπη Νταϊφά, Heidi Fotou, Ματίνα Σπετσιώτη, Richard Witt, εκδόσεις 5+6, σελ. 186

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top