Fractal

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Προς εαυτόν

Γράφει η Διώνη Δημητριάδου //

 

Τζούλια Γκανάσου: “Γόνιμες μέρες”, νουβέλα, εκδόσεις Γκοβόστης

 

Με μια γραφή σαν απανωτά κλικ μηχανής και αστραπές σαν φλας, η Τζούλια Γκανάσου επιχειρεί μια κατάδυση στα εσώτερα του νου, εκεί που οι νευρώνες του εγκεφάλου με τις πολλαπλές συνδέσεις τους  επεξεργάζονται τις πληροφορίες, παλαιές και νέες. Αρκεί το μυαλό να παραμένει ζωντανό και εναργές στα ερεθίσματα. Ο ήρωας της νουβέλας βρίσκεται σε μια κατάσταση ανάμεσα στην εγρήγορση και την καταστολή, στην παρουσία και την απουσία ταυτόχρονα. Φαίνεται να μην αντιδρά, με τις σωματικές του λειτουργίες υποστηριζόμενες μηχανικά, ωστόσο με το μυαλό του σε διαρκή κίνηση να κατανοήσει τα πρόσφατα γεγονότα που τον οδήγησαν στο νοσοκομείο αλλά, κυρίως, τα παλαιότερα, τα χαμένα στη μνήμη του, που ίσως αποτελούν το κλειδί για να ερμηνεύσει τα πάντα. Ζωντανός μεν αλλά με την επιβίωσή του υπό αίρεση. Μια υπόθεση λαθρεμπορίας που πρέπει να στηθεί ξανά από την αρχή στο μυαλό του, κυρίως ο ρόλος του σ’ αυτήν, καθώς βρέθηκε να κρατά ένα μαχαίρι πάνω από έναν νεκρό άντρα.

Υπάρχει μνήμη πριν από την ηλικία των πέντε χρόνων; Όσο κι αν τα ίχνη χάνονται πίσω στον χρόνο, αυτός πρέπει να ακολουθήσει τη δύσκολη πορεία που τον οδηγεί σε παιδικά τραύματα. Τόσο τη μία, την πρόσφατη ιστορία, όσο και την παλαιότερ, θα αναγκαστεί να τις ανασυνθέσει με την προσωπική του εκδοχή (ποια η αλήθεια και ποια η επινόηση;), ενώπιος ενωπίω με τον εαυτό του, ακόμη κι αν όσα αποκαταστήσει, μαζί με τη δική του ενοχή ή την αθώωσή του (είναι θύτης ή θύμα;) θα έχουν μοναδικό αποδέκτη αυτόν. Την ίδια ώρα ακούμε, και ακούει και αυτός, όσα οι άλλοι πάνω από το κεφάλι του (αγνοώντας τι ο ίδιος προσπαθεί να θυμηθεί) συζητούν για τα γεγονότα – ποια είναι η αληθινή όμως εκδοχή;

Το πλέον ενδιαφέρον στην ιστορία που, συχνά με ασθμαίνοντα ρυθμό  και με μια εξαιρετική επεξεργασία γλώσσας αλλά και άξια μνείας εναλλαγή των αφηγηματικών φωνών, γράφει εδώ η Γκανάσου, δεν είναι τόσο η αποκάλυψη (αν θα έρθει τελικά) των αληθινών γεγονότων, όσο κυρίως η αρχική συγγραφική πρόθεση, αν μπορούμε να την εικάσουμε, που αφορά το προσωπικό ταξίδι του ήρωα και κατ’ επέκταση του καθενός (όσο το μπορεί και το αντέχει) προκειμένου να αποκαλύψει την εξέλιξή του μέσα στον χρόνο, από τη μακρινή και συχνά ωραιοποιημένη παιδικότητα ως τη δύσκολη ενηλικίωσή του – ένα θέμα άλλωστε που με περίτεχνο τρόπο την απασχόλησε και στη  νουβέλα της Γονυπετείς (Γκοβόστης, 2017). Και αν απαιτείται για την επίτευξη αυτού του στόχου μια ακραία συνθήκη, όπως αυτή στην επινοημένη ιστορία της Γκανάσου, ας δεχθούμε πως η λογοτεχνική γραφή επιλέγει την υπερβολή προκειμένου να αποδώσει όσα με μια ρεαλιστική, καθημερινή πεζότητα αδυνατεί. Μια ιστορία, όπου αναμειγνύονται επιδέξια τα ονειρικά στοιχεία, η φαντασία και ο ρεαλισμός των γεγονότων, εκεί που όλα μοιάζει να είναι μια προσωπική πορεία σε αχαρτογράφητο πεδίο, εκεί που όσα κατακτήσεις θα είναι ένα κορυφαίο επίτευγμα – ακόμα κι αν περικλείονται σε μια και μόνη αλήθεια: τα μικρά αναδεικνύονται σπουδαία, τα μεγάλα φθίνουν και χάνονται.

Μια πολύ σημαντική παρουσία στην  πεζογραφία μας, με δική της φωνή και έναν προσωπικό τρόπο επεξεργασίας του υλικού της.

Εξαιρετική η ρηγματώδης εικόνα του εξωφύλλου, έργο της Ρένας Τσαγγαίου.

 

Τζούλια Γκανάσου

 

 

Απόσπασμα

 

Πώς θα αποδείξουμε  ότι υπήρξαμε εντέλει; Πώς θα αποδείξουμε ότι ζούμε σε αυτή τη χώρα, τη συγκεκριμένη εποχή, με την έννοια της δολοφονίας ως αρνητική, με το πρότυπο της φιλοδοξίας, της ιδιοκτησίας, της κοινωνικής ανέλιξης ως θεμιτό, με την επέμβαση του Θεού ως αμφιλεγόμενη και όχι, σε κάποιο άλλο μέρος του σύμπαντος την ίδια στιγμή; Τα πιάτα μας φτιάχνονται όλα στην Κίνα. Τα διακοσμητικά γλυπτά στο σαλόνι μας κατασκευάζονται στο Βιετνάμ. Τα ενδύματά μας είναι από την  Ινδία ή το Νεπάλ. Είναι ίδια ή πανομοιότυπα σε αμέτρητες γωνιές του πλανήτη. Όπως οι σκέψεις, οι κατάρες, οι ιδέες μας. Δεν έχω αμφορείς. Δεν υπάρχουν κενές θέσεις τάφων, δεν χωράνε κτερίσματα. Οι οικίες μας δεν διαθέτουν διακριτό χαρακτηριστικό έναντι άλλων της εποχής. Οι επιγραφές μα είναι νάιλον, άυλες, διαδικτυακές. Δεν υπάρχουν φρούρια, τείχη, οχυρώσεις. Τα σύνορα έπεσαν. Τα ναυάγια έχουν εξερευνηθεί. Οι ανθρώπινοι κλώνοι ποια μάνα θα έχουν; (σελ. 88)

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top