Fractal

Τρίτοι από της Αληθείας: Όψεις και απόψεις

Γράφει ο Γεώργιος Ν. Λεοντσίνης // *

 

Μία ανάγνωση του ποιητικού βιβλίου της Αναστασίας Ν. Μαργέτη, Τρίτοι από της Αληθείας, εκδ. ΑΩ, Νοέμβριος 2015, 92 σ.

 

Στην πρώτη ποιητική συλλογή της Αναστασίας Ν. Μαργέτη Τρίτοι από της Αληθείας διαγράφεται το οδοιπορικό μίας αγωνιώδους εσωτερικής αναζήτησης προς την αφύπνιση της ανθρώπινης συνείδησης. Η ποιητική της εκκινεί από την πραγματικότητα της κρίσης και τα τρέχοντα αδιέξοδα του ανθρώπινου βίου και ανάγεται σε φιλοσοφικό στοχασμό, ο οποίος αναβλύζει γήινος από τα ποιήματά της. Από την «ΑΠΟΡΙΑ» που διατυπώνεται στο πρώτο μέρος της συλλογής μέχρι το τελευταίο, «…ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ ΚΟΣΜΟΥ», στο πέμπτο μέρος, αποτυπώνεται η ποιητική της ευαισθησία αλλά και οι υπαρξιακές και φιλοσοφικές της ανησυχίες με τρόπο που ταιριάζει «σε ένα άνθος ποιητικόν», όπως εύστοχα χαρακτηρίζει τη δημιουργό στον πρόλογο του βιβλίου ο Βασίλειος Κύρκος. Θα χαρακτήριζα, με τη σειρά μου, την ποίησή της ως μια εντελεχειακή διαδρομή προς τον δικό της σκοπό.

Την επώδυνη πορεία του ατόμου ανάμεσα στις επιδράσεις του εξωτερικού του περιβάλλοντος αφενός και τις αντιδράσεις του θυμικού του αφετέρου, ιχνηλατούν οι στίχοι της και, ως εκ τούτου, βρίσκονται «Τρίτοι από της Αληθείας». Η σύγκρουση της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας της κρίσης με τις ενστικτώδεις ορμές και τα πάθη των υποκειμένων, συνιστά το δικό της έργο τέχνης και καλλιτεχνεί τη δική της αίσθηση περί του αληθούς. Η ποιήτρια καταθέτει την υποκειμενική της ανάγνωση για τον διάλογο αυτό και εγκιβωτίζει στους στίχους της συναισθηματικά φορτισμένες εικόνες από βιωμένες εμπειρίες, ιδέες και σκέψεις.

Αξίζει να επισημανθεί ότι τη γραφή της Μαργέτη γονιμοποιεί ποιητικά, δηλαδή συναισθηματικά, η επαφή της με τη φιλοσοφία. Επιπροσθέτως στη στιχουργική της τα αγωνιώδη συναισθήματα και τα βιώματά της συνυφαίνονται με στοιχεία από την αρχαιοελληνική γραμματεία και παράδοση, την αρχαιολογία, την ιστορία τέχνης, την επιστημολογία καθώς και με στοιχεία θεωριών ψυχολογίας. Η ποιήτρια μεταφέρει στα καθ’ ημάς –δίχως να  μιμείται– ιδέες αλλά και θεωρίες στοχαστών, κυρίως αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων, και αποπειράται να συνδιαλεχθεί μαζί τους, ενώ ταυτόχρονα ανατέμνει σε βάθος  καταστάσεις της σύγχρονης καθημερινότητας. Με τον τρόπο αυτό συμμετέχει και συνεχίζει τον διάλογο που διαμείβεται στον χώρο του πνεύματος στο διηνεκές. Με λογοτεχνική μαεστρία κατορθώνει να μετουσιώσει τη σκέψη και την ιδέα σε συναίσθημα, και το συναίσθημα σε λόγο ποιητικό, πράγμα που αναδεικνύει τον συναισθηματικό και ιδεολογικό της κόσμο αλλά και τη φιλοσοφική της παιδεία και ευρυμάθεια. Η ποιητική της προκαλεί έντονη συγκίνηση και παρωθεί τον αναγνώστη να παρακολουθήσει τους λανθάνοντες στοχασμούς της, που δένουν με την αισθητική των λέξεων.

Τα ζητήματα με τα οποία η ποιήτρια καταπιάνεται είναι πανανθρώπινα και φλέγοντα: οι σχέσεις  με τον εαυτό και τον κόσμο, με το Άλλον και τον Άλλον ως  ετερότητα, με τον χρόνο, τον φόβο, τη μνήμη, τον θάνατο, τον έρωτα, τη μοναξιά. Εν τούτοις σε εποχές κρίσης, όπως η δική μας, τα ίδια ζητήματα μετατρέπονται σε αδιέξοδα και οδηγούν άτομα ή και ολόκληρες κοινωνικές ομάδες σε αποκλεισμό και απελπισία. Η αλλαγή προβάλλει ως ιστορική αναγκαιότητα. Ίσως γι’ αυτό η Μαργέτη να εμπνέεται στην ποίησή της, εκτός των άλλων και από τις επιστήμες του ανθρώπου. Η φιλοσοφία και η ψυχολογία, όπως και η ποίηση, μπορούν από διαφορετικές αφετηρίες να προτείνουν ιδέες για ολιστικές θεωρήσεις του βίου, διότι «πρέπει να λογαριάσουμε πώς προχωρούμε …πρέπει να λογαριάσουμε κατά πού προχωρούμε…», όπως προτρέπει και ο Γιώργος Σεφέρης στο ποίημά του «Ένας γέροντας στην ακροποταμιά». Η ποίηση, εξάλλου, δικαιούται να μεταδώσει το συναισθηματικό αντίστοιχο –«emotional correlative»– μιας ιδέας, διατείνεται ο  T. S. Eliot.

Η σκέψη της ποιήτριας οιστρηλατείται από τη σύγχρονη πραγματικότητα της κρίσης. Την αγγίζουν και την προβληματίζουν οι «πιστοποιήσεις αδιεξόδων καθημερινά» (ΑΠΟΡΙΑ). Βλέπει ότι είναι «ο καιρός κατακερματισμένος» και πως είναι «…κακοφορμισμένες ήδη πάγιων πεποιθήσεων οι πληγές…» (ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ). Όλα όσα έως τώρα θεωρούνταν αληθή, μετατρέπονται σε «αντανάκλαση» και «είδωλα» που προβάλλονται σε «κάτοπτρα» και «καθρέφτες», τα οποία πρέπει να σπάσουν (ΣΥΜΠΛΗΓΑΔΕΣ, ΤΗΣ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΤΙΚΗΣ). Γύρω της αντικρίζει «σώματα και ψυχές παραδομένα στου αποτρόπαιου τον εθισμό»(ΑΠΟΡΙΑ) και «τοπία προσδοκιών που ματαιώθηκαν» (ΜΝΗΜΕΣ ΑΝΑΓΛΥΦΕΣ). Γι’ αυτό και στην ποίησή της θέτει σύγχρονα ερωτήματα. Με τον λόγο της ακουμπά τα προβλήματα της εποχής και επιχειρεί να συνδιαλεχθεί μαζί τους με δύναμη, θάρρος, ευαισθησία και ενσυναίσθηση. Σε μία πορεία προς την επίγνωση και την αλλαγή, αποδομεί εσφαλμένες βεβαιότητες του παρελθόντος με τρόπο συγκρουσιακό, για να οικοδομήσει νέες  γνωστικές  εικόνες υπερβαίνοντας τα στενά όρια των αισθήσεων και του νου. Έχει, προφανώς, η Αναστασία βιώσει το αίσθημα  της κενότητας και της απελπισίας, το πεπερασμένο της ανθρώπινης ύπαρξης «στου χρόνου την αδιάκοπη φθορά» (ΔΙΑΙΡΕΣΗ) αλλά και τον εσωτερικό σπαραγμό των συναισθηματικών συγκρούσεων. Επιλέγει εν τούτοις να εκφράζει την επίμονη θέλησή της για «απόδραση από του Εγώ τη νοσηρότητα» (ΤΑBLUES), για ενεργοποίηση της συνείδησης, για έναν εσωτερικό επαναπροσδιορισμό της ταυτότητας με της ποίησης το μέσον. Και προτείνει: «Στην επικράτεια του Εμείς με σωφροσύνη πολιτεύεσαι..» (ΠΡΑΚΤΙΚΑ) «…τη γλυπτική του μέτρου εφευρίσκοντας» (ΡΥΘΜΟΣ ΑΡΜΟΝΙΑΣ).

 

Αναστασία Μαργέτη

 

Σε πέντε ενότητες-μέρη είναι επιμερισμένη με θαυμαστή δεξιοτεχνία η συλλογή Τρίτοι από της Αληθείας με πέντε αντίστοιχα επισημειωμένους αλληλένδετους κρίκους (υπότιτλους), που ορίζουν τη συνοχή της δημιουργικής σκέψης και του συναισθηματικού κόσμου της Μαργέτη: «Διαγνώσεως αίσθηση», «Καλλιτεχνίας αίσθημα», «Χρόνου και πόνου συναίσθηση», «Θεωρίες ανεπαίσθητες» και «Επιγνώσεως διαίσθηση». Παρόλο που κάθε ποίημα λειτουργεί και αυτόνομα, η συλλογή διακρίνεται για τη θαυμαστή κλιμάκωση των νοημάτων των ποιημάτων της. Τα τριάντα τρία ποιήματα που την απαρτίζουν, συνδέονται αρμονικά μεταξύ τους δημιουργώντας ένα ευρύτερο σύνολο που γοητεύει. Ο τίτλος του βιβλίου και των ποιημάτων, οι υπότιτλοι των ενοτήτων, καθώς και τα μότο που παρατίθενται, σηματοδοτούν μία διαδρομή και προσκαλούν τον αναγνώστη να νοηματοδοτήσει τα κείμενα με τη δική του πρόσληψη. Προμετωπίδα κάθε ενότητας ένα εξαιρετικά επινοημένο εικαστικό σχέδιο της Λίτας Μαυρογένη ανοίγει το δρόμο. Άλογα και αναβάτες διατηρώντας αμείωτο ρυθμό προτρέπουν τον αναγνώστη να καλπάσει από τη μία ενότητα προς την επόμενη κι ύστερα προς την άλλη και την άλλη. Έτσι τον κάνουν συμμέτοχο στο «ποιητικῶς ὁρᾶν» αλλά και σε προβληματισμούς που εκφράζονται έμμεσα. Ταυτόχρονα με τον ίδιο ρυθμό προβάλλουν και ανακυκλώνονται «απειράριθμες ομόκεντρες ζωές, αδέσποτες στον τρόμο του κενού γύρω μας και εντός μας». Στο σημείο εκείνο η Μαργέτη παρατηρεί πως «έτσι ταξιδεύουν, σε γαλαξίες βελούδινης σιωπής έναστρες λέξεις ποιητικές για μυστικά τοπία του τίποτα…» και διατυπώνει την προτροπή: «ας πληρωθούν… ας ξαναρχίσει ο Λόγος…» (…ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ ΚΟΣΜΟΥ). Ο πραγματικός κόσμος εισβάλλει στα κείμενα με λόγο σαφή και συμπυκνωμένο, ποιητικές εικόνες έντονες και ύφος εκλεπτυσμένου μα συγκρατημένου λυρισμού.

Η Αναστασία Μαργέτη μοιράζεται μαζί μας την ίδια καθημερινότητα, στην οποία με επαγγελματικά ανεπτυγμένη συνείδηση στην εκπαίδευση, δραστηριοποιείται. Με τον ποιητικό της λόγο δεν απομονώνεται ούτε διαφεύγει από την καθημερινότητα αυτή. Αντιθέτως εισχωρεί κάτω από τα φαινόμενα, επεξεργάζεται κομμάτια της πραγματικής ζωής, τα μετασχηματίζει σε συγκινησιακό παράγοντα και έτσι μας προτρέπει έμμεσα να επικοινωνήσουμε με τον ψυχισμό μας. Αντιλαμβάνεται την πολυπλοκότητα του σήμερα και, δίχως να απογοητεύεται από την εμπειρία της ζωής, τολμά να πολιτεύεται προτάσσοντας εγχειρήματα πάλης με τα σύγχρονα αδιέξοδα. Μέσα από την ποιητική της διαδρομή καταγράφει τη δική της αλήθεια και ποιεί, δηλαδή δημιουργεί, νέες εικόνες για τον εαυτό, τον κόσμο και τις μεταξύ τους σχέσεις. Οι απόψεις που καταθέτει αποτελούν αιτήματα της καθημερινής μας ζωής και της κοινωνίας μας. Με τον ποιητικό της λόγο η Μαργέτη τολμά ένα νέο εγχείρημα: εισηγείται δρόμους που γεφυρώνουν κόσμους: τον κόσμο της ποίησης με τον κόσμο της φιλοσοφίας, το συναίσθημα με τον ορθό λόγο, την ποιητική ενόραση με τη λογική. Οι δρόμοι της διευρύνουν τον ανθρώπινο ορίζοντα και οδηγούν το βλέμμα σε προσανατολισμό μέλλοντος και όχι σε αρρωστημένη νοσταλγία παρελθόντος. Το ποιητικό της σύμπαν, που επιμένει και παραμένει πλούσιο σε τρυφερότητα, μας παρέχει μία θεώρηση της πραγματικότητας  διαφορετική από εκείνη που η εποχή προσπαθεί επίμονα να επιβάλει. Σ’ έναν καιρό που «όλα τα ‘σκίαζε η φοβέρα», καταφέρνει να γεννά την αισιοδοξία και την ελπίδα. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, συνιστά τη μεγαλύτερη αξία του ποιητικού της έργου. Παραθέτω ένα ποίημα της Μαργέτη ως δείγμα γραφής της.

 

ΠΟΛΙΤΕΙΑ

 

Όσα φοβάσαι

τα δικάζεις

και τα καταδικάζεις

συνεχώς

σε θάνατο.

 

Πρόσεχε.

Έτσι όπως πας

θα καταντήσεις

απόλυτος μονάρχης.

 

Και τότε

η ζωή σου

θα κρέμεται

από τη δικαιοσύνη σου.

 

 

* O Γεώργιος Ν. Λεοντσίνης είναι Καθηγητής Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας και Διδακτικής της Ιστορίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top