Fractal

“Μικρές ιστορίες” ενός μεγάλου συγγραφέα

Γράφει ο Δημήτρης Χουλιαράκης //

 

Γκυστάβ Φλωμπέρ: “Τρεις ιστορίες”, Διηγήματα, Μετάφραση Τιτίκα Δημητρούλια, Εκδόσεις Αντίποδες, 2022

 

Τρία χρόνια πριν το θάνατό του στα 1880, ο συγγραφέας της “Μαντάμ Μποβαρύ” και της “Αισθηματικής αγωγής”, δημοσιεύει το κύκνειο άσμα του, υπό τον τίτλο “Τρείς ιστορίες”, όπου συμπυκνώνεται και συνοψίζεται το ύφος αλλά και το ήθος του ως δημιουργού. Οι ιστορίες αυτές είναι εμπνευσμένες από την τρεχάμενη ζωή, το χριστιανικό θρύλο και την Ιστορία αντίστοιχα, και συνδέονται μεταξύ τους από “την ανάταση που προκαλούν η αγάπη, η ασυνείδητη και υπερφυσική καλοσύνη”. Στην πρώτη απ΄ αυτές, την Απλή καρδιά, παρακολουθούμε τη ζωή της Φελισιτέ, μιας φτωχιάς υπηρέτριας από τη γαλλική επαρχία, “θεοσεβούμενης αλλά μυστικίστριας, αφοσιωμένης και τρυφερής όπως το φρέσκο ψωμί”. Πρόκειται για μια τραγική περσόνα, που μέσα στην απλοϊκότητα και την αφέλειά της, δεν καταφέρνει να απογαλακτιστεί από εκείνους που αγαπάει: έναν άντρα, τα παιδιά της κυράς της, κάποιον ανιψιό της, ένα γέροντα που φροντίζει και τέλος τον παπαγάλο της, ο οποίος στοιχειώνει το τραγικό της τέλος. Σε μια επιστολή του, μάλιστα, ο Φλωμπέρ, για να προλάβει κάποια παρανάγνωση, διευκρινίζει πως η ιστορία αυτή “δεν έχει ίχνος ειρωνείας, όπως θα φανταζόμασταν, αλλά αντιθέτως είναι άκρως σοβαρή και λυπητερή. Θέλω να συγκινήσω, να κάνω τις ευαίσθητες ψυχές να κλάψουν, καθώς είμαι κι εγώ μια απ΄ αυτές”.

Στη δεύτερη, με τίτλο Ο θρύλος του αγίου Ιουλιανού του Φιλόξενου, ο μανιώδης κυνηγός Ιουλιανός, τυφλωμένος από τη δίψα του αίματος, σκοτώνει τους γονείς του και για να εξιλεωθεί επιλέγει μια πράξη ύψιστης αγαπητικής ταπείνωσης: “Τότε ο λεπρός τον έσφιξε πάνω του˙ και τα μάτια του άρχισαν ξάφνου να λάμπουν σαν αστέρια˙ τα μαλλιά του μάκρυναν σαν τις ακτίνες του Ήλιου˙ η πνοή στα ρουθούνια του είχε τη γλύκα του ρόδου˙ ένα σύννεφο λιβανωτού  υψώθηκε από τη φωτιά, τα κύματα έψαλλαν. Στο μεταξύ, μια απέραντη ευφροσύνη, μια υπεράνθρωπη χαρμοσύνη χυνόταν και πλημμύριζε την ψυχή του εκστασιασμένου Ιουλιανού˙ κι αυτός που τον έσφιγγε στην αγκαλιά του μεγάλωνε, κι όλο μεγάλωνε, το κεφάλι και τα πόδια του άγγιζαν πια τους δύο τοίχους της καλύβας”.

Στην τελευταία ιστορία, την Ηρωδιάδα, μέσα από τις δαιδαλώδεις σχέσεις των χαρακτήρων και τη δυναμική των πολιτικών και θρησκευτικών συγκρούσεων στην Ιουδαία του 1ου π. Χ. αιώνα, αναδύεται η μορφή του βασιλιά Ηρώδη, που με φόντο το χορό της Σαλώμης, λέει για τον Ιωχανάν “Χωρίς να το θέλω, τον αγαπώ”. Δηλώνει επίσης απερίφραστα πως θα τον άφηνε να δραπετεύσει και μετά τον αποκεφαλισμό του αναλύεται σε δάκρια. ΄Οπως επισημαίνει στο εμβριθές επίμετρο του βιβλίου ο Σωτήρης Παρασχάς, πολλοί μελετητές περιγράφουν τη σχέση που σκιαγραφεί μεταξύ των δύο ετούτων προσώπων ο Φλωμπέρ ως ομοερωτική. Και ενώ στο έργο του Όσκαρ Ουάιλντ, η Σαλώμη ερωτεύεται τον Ιωάννη τον Πρόδρομο, σ΄ εκείνο του Φλωμπέρ είναι ο ίδιος ο Ηρώδης που υποκύπτει στη σαγήνη του. “Σεξουαλική και θρησκευτική έλξη ταυτόχρονα, αλλά κυρίως πολιτική” αποφαίνεται σχετικά ο Μισέλ Μπιτόρ.

 

Gustave Flaubert

 

Γραμμένο σε μια περίοδο βιοτικών δυσχερειών για τον συγγραφέα, το εμβληματικό αυτό τρίπτυχο των ανθρώπινων παθών απασχόλησε επισταμένως την κριτική. Ιδού τι λέει σχετικά με τη “γεωμετρία” του ο Φρέντρικ Τζέημσον: “Ευτυχώς, διαθέτουμε, στην περίπτωση των Τριών ιστοριών, μια ιδιάζουσα μορφή στην οποία ο πειρασμός της ερμηνείας υπονομεύεται ανά πάσα στιγμή από την αδύνατη τριγωνική σχέση μεταξύ των τριών εικόνων, έτσι που η μία γωνία είναι πάντα έκκεντρη σε σχέση με το σταθερό νόημα που ο ερμηνευτής προσπαθεί απελπισμένα να θεμελιώσει στις άλλες δύο. Το τρίπτυχο είναι έτσι αντικείμενο ενός στοχασμού χωρίς τέλος, όπως η μάνταλα, επί της οποίας τα μάτια και ο νους διακρίνουν φαινομενικά άπειρα μονοπάτια”.

Στη χώρα μας οι τρεις ιστορίες του σπουδαίου Νορμανδού -μεμονωμένα ή ως σύνολο-  κυκλοφόρησαν αρκετές φορές (από την Ηρωδιάδα του Σ. Θ. Σημηριώτη στα 1908 ώς την Απλή καρδιά της Βερονίκης Δαλακούρα στα 1996).  Στον ανά χείρας τόμο, η λεπτοδουλεμένη απόδοση της Τιτίκας Δημητρούλια ακροάζεται τους κυματισμούς και τις μυστικές ανάσες του πρωτοτύπου, αφήνοντας στον αναγνώστη μια επίγευση χοϊκή.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top