Fractal

«Οι τρεις αδελφές επέζησαν μόνο και μόνο επειδή ήταν μαζί»

Γράφει η Λεύκη Σαραντινού //

 

Heather Morris, «Τρεις αδερφές», Μετάφραση: Λένια Μαζαράκη, εκδ. Κλειδάριθμος, σελ. 520

 

Η αλήθεια είναι ότι έχουμε διαβάσει πολλά βιβλία για το Άουσβιτς και ότι έχουν εκδοθεί πολλά μυθιστορήματα με αυτό το θέμα τα τελευταία χρόνια. Πολλοί από τους αναγνώστες, επομένως, μπορεί να μη θελήσουν να διαβάσουν ένα ακόμη μυθιστόρημα τέτοιας θεματολογίας. Εγώ, πάντως, θα πρότεινα στους υποψήφιους αναγνώστες που έχουν να επιλέξουν ένα μονάχα βιβλίο για το Ολοκαύτωμα προς ανάγνωση, να διαβάσουν τις «Τρεις αδερφές» της Νεοζηλανδούς συγγραφέως Χέδερ Μόρις, ένα μυθιστόρημα στην κατηγορία των non-fiction μυθιστορημάτων, όπως και το αριστούργημα «Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος» του Πρίμο Λέβι.

Το βιβλίο της Μόρρις δεν εντάσσεται ξεκάθαρα στην κατηγορία του ιστορικού μυθιστορήματος -υπό την έννοια ότι δίνει ελάχιστα ιστορικά στοιχεία για τον πόλεμο και την εποχή που διαδραματίζεται το μυθιστόρημά της, πέρα από τις συνθήκες της ζωής στο Άουσβιτς. Το βιβλίο της αποτελεί περισσότερο μία μυθιστορηματική βιογραφία, μία μυθιστορηματική ανάπλαση της ζωής τριών Εβραίων αδελφών, της Σίμπι, της Μάγκντα και της Λίβια, οι οποίες κατόρθωσαν να επιβιώσουν από την αιχμαλωσία τους στο Άουσβιτς.

Φοβερή σύμπτωση, θα σκεφτεί κανείς, διότι, πραγματικά, ήταν εξαιρετικά σπάνιο για αδέλφια να βρεθούν ταυτόχρονα στο ίδιο στρατόπεδο θανάτου και να επιβιώσουν μάλιστα όλα. Ακόμη πιο ιδιάζουσα και αναπάντεχη όμως είναι η ιστορία της συγγραφής του συγκεκριμένου βιβλίου, όπως μας την παραθέτει αυτούσια η συγγραφέας στο τέλος του βιβλίου της.

Την αληθινή αυτή ιστορία την άκουσε η ίδια η συγγραφέας από πρώτο χέρι από τις επιζήσασες αδελφές Μάγκντα και Λίβι-η μεγαλύτερη αδελφή η Σίμπι είχε πεθάνει κατά τον χρόνο συγγραφής του μυθιστορήματος. Το ζήτημα είναι όμως πως ακριβώς έφτασε να γνωρίσει η συγγραφέας τις δύο αδελφές.

Η Μόρρις έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό με το βιβλίο της «Ο δερματοστίκτης του Άουσβιτς», -στα ελληνικά κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ωκεανός- το οποίο αφηγείται μία επίσης αληθινή ιστορία από τον επιζήσαντα δερματοστίκτη του Άουσβιτς. Οι αδερφές και τα παιδιά τους έτυχε να διαβάσουν το εν λόγω βιβλίο και η Λίβια ήταν εκείνη που αναγνώρισε στο βιβλίο την ιστορία του Λάλε και της Γκίτα, Εβραίων που είχε γνωρίσει η ίδια από κοντά στο Άουσβιτς και ήταν και εκείνοι τόσο τυχεροί ώστε να επιβιώσουν. Έτσι λοιπόν, η Λίβια τηλεφώνησε στη συγγραφέα και της είπε ότι γνώριζε τον δερματοστίκτη του Άουσβιτς και ότι είχε μία ακόμη συναρπαστική ιστορία να της διηγηθεί, εφόσον εκείνη ήθελε να την ακούσει. Αυτός είναι, επομένως, ο τρόπος με τον οποίο η πραγματικά απίστευτη αυτή ιστορία των τριών αδελφών έγινε μυθιστόρημα.

Η Μόρρις δεν περιορίζεται στην αφήγηση της ζωής των τριών αδελφών μονάχα κατά τη διάρκεια του πολέμου ή της παραμονής τους στο Άουσβιτς, αλλά ξεκινά την αφήγηση από το 1929, από τότε δηλαδή που οι αδελφές ήταν παιδιά και την τερματίζει εν έτει 2013 όταν οι τρεις αδελφές είναι πια ηλικιωμένες γυναίκες στο Ισραήλ, περιβαλλόμενες από τις οικογένειές τους, τα παιδιά και τα εγγόνια τους.

Η Λίβι και η Σίμπι, από το Βράνοβ ναντ Τοπλού της Σλοβακαίας,  κατέληξαν στο Άουσβιτς-Μπιρκενάου το 1942 και έζησαν στο στρατόπεδο για τρία περίπου χρόνια, ενώ η Μάγκντα  έφτασε εκεί πολύ αργότερα, το 1944, αφού είχε παραμείνει κρυμμένη προκειμένου να μην την ανακαλύψουν οι ναζί. Όσο για τη Λίβι, αυτή ήταν η μόνη που θα εκτοπιζόταν στο Άουσβιτς, αλλά η Σίμπι πήγε μαζί της οικειοθελώς, προκειμένου να την προστατέψει. Και πράγματι, οι τρεις αδελφές επέζησαν μόνο και μόνο επειδή ήταν μαζί. Η μία έδινε κουράγιο στην άλλη όταν αυτή απελπιζόταν.

 

Heather Morris

 

Το μυθιστόρημα εστιάζει στις απάνθρωπες συνθήκες που επικρατούσαν στο στρατόπεδο, αλλά και στη ψυχολογία των κρατουμένων και  των δεσμοφυλάκων τους. Το μόνο σίγουρο είναι ότι από το κολαστήριο του Άουσβιτς επιβίωσαν μονάχα οι πολλοί δυνατοί σωματικά, αλλά και ψυχικά άνθρωποι, οι οποίοι διέθεταν όμως και την εύνοια της θεάς Τύχης σε ένα περιβάλλον στο οποίο η φράση «ο θάνατός σου η ζωή μου» ήταν ο καθημερινός κανόνας.

Το βιβλίο διαβάζεται κυριολεκτικά με κομμένη την ανάσα και ο αναγνώστης θα βιώσει πληθώρα συναισθημάτων κατά την ανάγνωση: βαθιά θλίψη για την κατάντια του κόσμου μας, απόγνωση για την αναλγησία των ανθρώπων, αηδία και αποστροφή για τις πράξεις των Ες Ες, θαυμασμό για την αλληλεγγύη των κρατουμένων, συμπόνια για τους φυλακισμένους, απορία για τις ενοχές και τις τύψεις που κατέτρυχαν όσους έζησαν και περιέργεια σχετικά με το πώς ακριβώς κατάφεραν οι τρεις αδελφές να επιβιώσουν σε ένα τόσο φονικό περιβάλλον, αλλά και να παραμείνουν μαζί, τηρώντας την υπόσχεση που είχαν δώσει στον πατέρα τους όταν ήταν μικρές να μείνουν για πάντα ενωμένες στη ζωή και στον θάνατο…

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top