Fractal

«Το Σημείωμα της Οδού Ντεσπερέ» και οι συγκλίσεις με το έργο του ποιητή Μίλτου Σαχτούρη

Γράφει η Λίλια Τσούβα //

 

Χλόη Κουτσουμπέλη: «Το Σημείωμα της Οδού Ντεσπερέ», εκδ. Πόλις

 

Η Χλόη Κουτσουμπέλη μάς  είναι γνωστή για την συμβολή της στην σύγχρονη ελληνική ποίηση και πεζογραφία με τον χαρακτηριστικό ανατρεπτικό της λόγο και την ανεξάντλητη ευρηματικότητά της στο λογοτεχνικό γίγνεσθαι. Στην τελευταία της ποιητική συλλογή, «Το σημείωμα της οδού Ντεσπερέ», από τις εκδόσεις «Πόλις», καταδύεται στα βάθη του ανθρώπινου ψυχισμού. Τολμά να «κοιτάξει το πρόσωπο της Μέδουσας μέσα στον καθρέφτη» και πλάθει ένα έργο μεστό, καθηλωτικό και σαχτουρικό.  Μια απόπειρα να αναγνωρίσουμε και να στοιχειοθετήσουμε τις  συγκλίσεις της ποίησής της με την ποίηση του Σαχτούρη αποτελεί το παρόν κείμενο.

Ο  Μίλτος Σαχτούρης (1919 – 2005) εκπροσωπεί την  πιο εξπρεσιονιστική ποιητική συνείδηση στη λογοτεχνία μας. Καλλιτέχνης cult στα γεράματά του, αγαπήθηκε από νεαρούς κυρίως αναγνώστες που δεν βίωσαν τους εφιάλτες και τις αγωνίες του, ωστόσο λάτρεψαν το ζόφο και το παράλογο στα έργα του. Οι κριτικοί μίλησαν για «μυθολογία του άγχους». Στην ποίησή του το παρελθόν αναδύεται διαρκώς στο παρόν. Η παιδική φαντασία συμπλέκεται με τις ανεξίτηλες μνήμες του πολέμου. Οι εικόνες είναι εφιαλτικές, ενώ παρεμβάλλονται στοιχεία από τα παραμύθια (το θηρίο, ο δράκος, ο άρχοντας, κλπ.).

Το ίδιο αγωνιώδες  κλίμα παρατηρούμε και στο «Σημείωμα της Οδού Ντεσπερέ», της Χλόης Κουτσουμπέλη. Το τερατώδες είδωλο του παρελθόντος διαθλάται ακατάπαυστα στο παρόν, η παιδική μνήμη είναι διαρκώς παρούσα, ενώ η θύμηση λειτουργεί αφυπνιστικά και η οδύνη ιχνογραφείται με ποιητικές, αλληγορικές εικόνες. Οι κριτικοί μίλησαν για «λογοτεχνία του τραύματος». Ο τίτλος της συλλογής ενδεικτικός («Ντεσπερέ», «απελπισία»). Στην περίπτωση βέβαια του Σαχτούρη τα εφιαλτικά σχήματα συνδέονται με τραυματικά βιώματα της κατοχής και του εμφυλίου πολέμου. Στην ποίηση της Κουτσουμπέλη συνδέονται με βιωμένα γεγονότα, με στοιχεία δηλαδή της πραγματικότητας, τα οποία φορτισμένα με στάση στοχαστική επιλέγονται ώστε να επαληθευτεί ένα συμπέρασμα για τη ζωή.

 

ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ

Το ήξερα πως ήταν από τυρί. Μαλακό τυρί με τρύπες.

Βέβαια εγώ δεν ήμουν ποντίκι, αλλά όπως έλεγε η μητέρα,

φανατική τυροφάγος, έτσι σιγά σιγά θα ροκάνιζα όλο το

παρελθόν μου. Το πείραμα ήταν το εξής. Έπαιρναν μία

παιδική φωτογραφία για παράδειγμα μ΄ εμένα στην

αγκαλιά του μπαμπά μου και την τοποθετούσαν με

photoshop πάνω στο φεγγάρι, στη συνέχεια σου την

έδειχναν κι εσύ υπέθετες πρώτον ότι είχες έναν μπαμπά

που δεν φοβόταν τη σωματική επαφή, δεύτερον ότι είχες

έναν μπαμπά και τρίτον ότι εσύ με τον μπαμπά σου

αγκαλιά είχατε βρεθεί κάποτε στο φεγγάρι. Εγώ όπως

πάντα ανταποκρίθηκα θετικά στο πείραμα των ψυχολόγων,

ίσως γιατί είμαι ένα μαλακό τυρί με τρύπες από τότε που

μας εγκατέλειψε η μητέρα. Η μνήμη, όπως και το τυρί,

αλλοιώνεται εύκολα, λένε οι ψυχολόγοι. Μπορείς να

παραποιήσεις τις αναμνήσεις, να ξαναγράψεις από την

αρχή τον ουρανό. Έτσι θυμήθηκα με κάθε λεπτομέρεια.

Εμένα και τον μπαμπά μου στο φεγγάρι. Αγκαλιά.

Ο μπαμπάς μου μύριζε στρατιωτική στολή. Βουλιάζαμε

συνέχεια και το σεληνιακό έδαφος μας απορροφούσε.

Τα δυο μας σώματά μας αγκαλιά σχημάτιζαν ένα ολοστρόγγυλο

φεγγάρι. Είπαμε να παραποιήσεις τις αναμνήσεις,

είπε ο ψυχολόγος, όχι όμως και τόσο πολύ.

Εσύ προσποιείσαι αγάπη.

Οπαδός της μετάπλασης του πραγματικού στην τέχνη (και όχι της παθητικής του αναπαράστασης) η Χλόη Κουτσουμπέλη, συνθέτει εικόνες ενός άλογου κόσμου μέσα τον οποίο δεσπόζει το αίσθημα του αλλόκοτου. Ένας κόσμος φαινομενικά παράλογος που αναδύεται και κατακλύζει τη συμβατική πραγματικότητα. Στο σημείο τούτο τέμνεται με το έργο του Σαχτούρη που συγχωνεύει το παράδοξο στην ποίησή του.

 

ΟΔΗΓΟΣ ΜΑΓΕΙΡΙΚΗΣ

Είχα κι εγώ μια μητέρα.
Όλοι δικαιούνται από μία.
Δεν ήξερε να μαγειρεύει.
Στο τραπεζομάντηλο κεντούσε φαγητά.
Ο αδελφός μου όλο πεινούσε.
Εγώ πάχαινα συνέχεια.
Όταν τελικά μας εγκατέλειψε,
αγοράσαμε μια χύτρα ταχύτητας
Η βαλβίδα σφύριζε.
Το σπίτι κυλούσε ανεξέλεγκτο στις ράγες.
Ένας σταθμάρχης με πινέλο έβαψε μαύρο
πρώτα τον πατέρα κι ύστερα τον αδελφό.
Αυτό δημιούργησε μουντζούρες στο χαρτί.
Στη φωτογραφία υπήρχαν τα κορμιά
με μία τρύπα μηδενικό στη θέση των προσώπων.
Μου απέμεινε η μητέρα.
Απέκτησε μάλιστα οδηγό μαγειρικής.
Μαγειρεύει πια θεσπέσια δείπνα για έναν στην κουζίνα.

Ο Σαχτούρης χαρακτηρίστηκε υπερρεαλιστής ποιητής. Το έργο του βέβαια δεν παρουσιάζει την επαναστατικότητα των υπερρεαλιστών. Εκείνοι με τη στάση τους προσπαθούσαν να αλλάξουν τον κόσμο («το ποιητικώς ζην»). Οι εικόνες του όμως, που πηγάζουν από το υποσυνείδητο, προσεγγίζουν την τεχνοτροπία του υπερρεαλισμού.

 

Χλόη Κουτσουμπέλη

 

Την ίδια ανατρεπτική εικονοποιία διακρίνουμε και στην ποίηση της Χλόης Κουτσουμπέλη. Κύριο γνώρισμά της η αποδέσμευση από τις συμβατικές παραστάσεις της καθημερινότητας. Οι εικόνες συναρτώνται με την αίσθηση αγωνίας, φόβου και μελαγχολίας μέσα από την οποία προσλαμβάνει τον κόσμο. Με δυναμικές και τολμηρές εικόνες που ηλεκτρίζουν το ποίημα, πλάθει έναν κόσμο ολότελα ξεχωριστό, έξω από κάθε συμβατικό κοινωνικό όριο και λογοτεχνικό κλισέ. Και με αυτό τον τρόπο προσεγγίζει τον υπερρεαλισμό.

 

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΜΙΑΣ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΗΣ ΜΕΡΑΣ ΧΩΡΙΣ ΕΣΕΝΑ

Τα πρωινά

νησιά Αιγαίου,

νιφάδες καλαμποκιού σε γάλα.

Τα μεσημέρια

Αφρική,

μπάρμπεκιου με μπιφτέκια από καμήλα.
Φορώ το φόρεμα με τις πιτσιλιές,
επάνω του τα ίχνη των χεριών
που υπήρξες
Τα απογεύματα

αραιοκατοικημένη Αυστραλία,
ώρες που διαμένουν σε μεγάλη απόσταση
η μία από την άλλη,
εκτάσεις που δεν διανύονται
όσο και να καλπάζει μία μνήμη που ασθμαίνει.
Τα βράδια όμως

Θεσσαλονίκη πάλι,
ομίχλη- ατμός απ’ τα παράθυρα,
ένας Bαρδάρης ανακατεύει τα μαλλιά μου,
κόκκοι καφέ ξεχύνονται από πελώρια τσουβάλια
στο Καπάνι,
κι εκεί κάπου στην Ασία
ένα κοριτσάκι
αφήνει το ρύζι να γλιστρήσει
ανάμεσα στα δάχτυλά του.

Συγκλίσεις ωστόσο του λόγου της Κουτσουμπέλη με το λόγο του Σαχτούρη διακρίνουμε και όσον αφορά την οικονομία του λόγου, την παρουσία των ζώων, αλλά και τα αρχετυπικά σύμβολα.

Ο στίχος της Χλόης Κουτσουμπέλη διακρίνεται από ιδεατή λεκτική λιτότητα και αυστηρότητα. Στην κλειστή ποιητική της μονάδα παρατηρούμε αφαιρετικές και ευσύνοπτες διατυπώσεις. Η συνειρμική παράθεση των εκρηκτικών της εικόνων καταλήγει σε έναν ποιητικό ιστό πυκνοϋφασμένο πάνω στον οποίο συγγραφείς και λογοτεχνικοί ήρωες επικοινωνούν άλλοτε υπόγεια και άλλοτε φανερά, πάντοτε όμως γόνιμα, προς όφελος του ποιήματος.  Στη διαχρονική αυτή και υπεριστορική φαντασμαγορία συγγραφέων και λογοτεχνικών ηρώων πρωτοστατεί η ξένη λογοτεχνία, αλλά και η αρχαιοελληνική  μυθολογία και τέχνη.

 

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Με λένε Τζέιν. Τζέιν Μποντ.
Από τότε που τυφλώθηκε ο εργοδότης
παίρνω επίδομα ανεργίας
για παραστρατημένες γκουβερνάντες.
Στους άγριους βάλτους του Θόρνφιλντ
αποκαΐδια,
παραμορφωμένες πεταλούδες
στα δέντρα.
Κρατώ ομπρέλα.
Γεννήθηκα το 1846.
Γράφω ακόμα.

Κοινό στοιχείο επίσης της ποίησης της Κουτσουμπέλη και του Μίλτου Σαχτούρη είναι η σκηνική διάρθρωση του λόγου.«Το σημείωμα της οδού Ντεσπερέ» διαθέτει πρόλογο, επίλογο, καθώς και εμβόλιμες μικρές ιστορίες, δίκην ολοκληρωμένου θεατρικού έργου, με τα λογοτεχνικά αναγνώσματα και τις καλλιτεχνικές επιρροές της ποιήτριας να παίζουν βασικό ρόλο στην πλοκή. Η εκφορά του λόγου είναι σκηνική. Η ιδεοπλαστική εικόνα χτίζεται από τις αισθήσεις υπηρετώντας ένα μήνυμα εν παραστάσει.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Και τώρα; τον ρώτησε.
Αυτός καθόταν σε μια καρέκλα σκηνοθέτη
με την πλάτη γυρισμένη στα ερείπια.
Φορούσε μαύρα γυαλιά.
Τώρα, της είπε με βραχνή φωνή,
είσαι απλώς μία συλλογή ποιημάτων που τελειώνει.

Η χρωματουργία – βασική στο έργο του Σαχτούρη – στην ποίηση της Κουτσουμπέλη εμφανίζεται ως μονοκρατορία του μαύρου και του κόκκινου. Όμως τα ζώα κατακλύζουν τους στίχους της, όπως και στον Σαχτούρη. Τα ζώα φασματοποιούν τον πραγματικό κόσμο. Αυτά ελέγχουν τη βαθύτερη σύσταση και αντινομία του. Με υλικά μυθοπλασίας τα ζώα η ποιήτρια εξωτερικεύει την ψυχοσυναισθηματική οδύνη του ποιητικού υποκειμένου.

 

  1. ΟΙ ΦΗΜΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΑΓΝΩΣΤΑ ΙΠΤΑΜΕΝΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ

Κάποιος είπε σε κάποιον

που είπε σε κάποιον άλλο

ότι οι κάργες τρελαίνονται το βράδυ

-γι’ αυτό πρέπει

να τους δένεις τα μάτια

με τυφλό μαντίλι-,

ένα όχι τρέχει πιο αργά

από ένα σαλιγκάρι,

για ν’ αγαπήσεις πεταλούδα

πρέπει πρώτα ν’ αποδεχθείς την κάμπια.

Κάποιος είπε σε κάποιον

και αυτός συναίνεσε με ζέση

πως τα κοάλα είναι υπερτιμημένα

και το καλύτερο κατοικίδιο είναι

η αυτολύπηση,

με την προϋπόθεση

να τη γυρνάς ανάποδα

όταν βήχει.

Κάποιος είπε σε κάποιον

κι αυτός στο φίλο του

πως μια μέρα,

μια στιγμή,

κάποτε μ’ αγάπησες.

 

Μα ξέρεις τώρα

πόσο μοιάζει η φήμη με τη σκόνη

ή τους υδρογονάνθρακες.

Κάποιος είπε κάποτε σε κάποιον

ότι ο καλύτερος τρόπος

να ψιθυρίσεις

κάτι αυστηρά προσωπικό

είναι να φωνάξεις σε χωνί

στο μέσον της πλατείας

και, κάπως έτσι,

κάποιος, κάπου, κάποτε,

έγραψε τον πρώτο στίχο.

 

Κοινό χαρακτηριστικό των δύο ποιητών είναι επίσης η χρήση αρχετυπικών στοιχείων. Η εργογραφία του Σαχτούρη συνδέεται με σύμβολα, όπως ο ουρανός, το φεγγάρι, ο κήπος, ο δρόμος. Στην ποίηση της Κουτσουμπέλη διακρίνουμε το σύμβολο του καθρέφτη, (λακανική επίσης επιρροή),το φεγγάρι, τη νύχτα, τον ουρανό, αλλά και συμβολισμούς από τη Βίβλο, τους αρχαιοελληνικούς μύθους ή τους λογοτεχνικούς ήρωες συγγραφέων που την καθόρισαν (για παράδειγμα, η Τζέιν Έιρ, η Αλίκη – η ηρωίδα του Κάρολ Λιούις, η Αντιγόνη του Σοφοκλή, η Άλκηστις, η γυναίκα του Λωτ, ο Ούτις). Οι δανεισμένοι ήρωες λειτουργούν αλληγορικά, επικαιροποιώντας τους μύθους.

 

ΜΥΡΙΑΜ Η ΘΑΛΑΣΣΙΝΗ – Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΟΥ ΛΟΤ

Όταν ο Άγγελος μήνυσε του Λοτ να φύγουν,

αυτή φόρεσε το ΄να πάνω στ΄ άλλο τα φορέματα,

δεν ήξερε τι να πρωτοσώσει,

άφησε ανοιχτή την πόρτα,

ο μεσημεριανός χυλός άχνιζε στο τραπέζι.

Έναν μπρούτζινο καθρέφτη άρπαξε μόνο,

χάρτη στις ίδιες τις ρυτίδες της.

Όμως οι μηροί, το υπογάστριο, οι αστράγαλοι

όλα γη προγονική.

Από άμμο πλασμένο το κορμί.

Πώς ν΄ αρνηθεί καταγωγή;

Πέταξε τα φορέματα.

Ολόγυμνη στη μέση της ερήμου.

Τ΄ όνομά της ανάβλυσε νερό,

στήλη από δάκρυα,

μόνη, πιο μόνη κι από ξένο,

νοστάλγησε.

Αργότερα οι μελετητές θα διαλέξουν πτώση γενική.

Ή μήπως κτητική.

Γυναίκα του Λοτ.

Νεκρή Θάλασσα οι αναμνήσεις.

Η ποίηση όμως της Χλόης Κουτσουμπέλη συγκλίνει με την ποίηση του Σαχτούρη και όσον αφορά το κλίμα της υπαρξιακής αγωνίας και της διάψευσης. Αναμφίβολα, η ποιητική της ταυτότητα διαμορφώνεται μέσα από το τραύμα και τη ματαίωση. Η αίσθηση της μοναξιάς, του θανάτου και ο συγκρατημένα ελεγειακός τόνος που διαπερνά το ποιητικό της έργο αποτελεί έναυσμα προς τον αναγνώστη για  συνεχή και ανατροφοδοτούμενο στοχασμό όσον αφορά τη φθορά,  την ποίηση, τον έρωτα, την ακατάβλητη  βεβαιότητα του θανάτου.

Ωστόσο η απέκδυση του ποιητικού υποκειμένου στο «Σημείωμα της οδού Ντεσπερέ» δεν είναι θλιβερή. Μια τάση αποστασιοποίησης και ελάφρυνσης, μια τάση αποδόμησης της φθοράς κυριαρχεί. Με θεματική την απώλεια τραγουδά στο τελευταίο της έργο μια ελεγεία ελαφρά ειρωνική και αυτοσαρκαστική.

 

ΤΟ ΣΩΜΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΥΨΙΛΟΝ

Το σώμα της είχε πολλά μάτια

  • ένα μισόκλειστο κάτω απ΄ τη μασχάλη

και δυο ορθάνοικτα χωρίς βλεφαρίδες στις πατούσες-

κι ελάχιστα χείλη,

που σημαίνει ότι κατασκόπευε συνέχεια

και φιλούσε με το σταγονόμετρο.

Παρ΄ όλα αυτά, θα ήταν φυσιολογικό,

αν δεν είχε μνήμη προβοσκίδα.

[Ως γνωστόν κάθε σώμα έχει μνήμη.]

Το δικό της θυμόταν το ανέγγιχτο.

Τις ημερομηνίες θανάτου, ενώ ξεχνούσε τα γενέθλια.

Τους φίλους που έχασε,

και όχι τους εραστές που κέρδισε.

Αναμφίβολα είχε ύπουλο σώμα.

Κρυβόταν τις νύχτες

κάτω από τα χρυσάνθεμα,

κυνηγούσε βατράχους με κορώνα στη λιμνούλα,

γρύλιζε μες στα νούφαρα.

Το κλείδωνε συνέχεια στην ντουλάπα

τόσο που ξεθώριασε απελπιστικά.

Στο τέλος το φορούσε μόνο τις Κυριακές.

Μια μέρα το είδε να γεμίζει στόματα.

Έτρωγαν με βουλιμία τον χρόνο.

Ασύμφορο, γιατί θα τον κατάπιναν ολόκληρο.

Όταν έγινε πενήντα εφτά το αντάλλαξε.

Μ΄ ένα ζευγάρι κόκκινες γαλότσες.

Για να γράφει ζεστά ποιήματα.

Η Χλόη Κουτσουμπέλη αγαπά τον Κάφκα και τον Σαγκάλ, όπως και ο Σαχτούρης,  πλάθει τον ίδιο εσωστρεφή και ελλειπτικό κόσμο με τον  Σαχτούρη και ρέπει, όπως και εκείνος, προς τα αρχετυπικά σύμβολα της ουσίας της ψυχής και του πολιτισμού.

Όταν κάποτε ρώτησαν το Μίλτο Σαχτούρη «τι είναι ένα ποίημα», εκείνος απάντησε πως «το ποίημα είναι ένα όνειρο κακό που όμως ντύθηκε τα καλά του».

Σε συνέντευξή της η Χλόη Κουτσουμπέλη είπε πως η ποίηση, «είναι μία απόδραση από τα περιοριστικά καθημερινά δεσμά της ανθρώπινης ύπαρξης». «Η ποίηση είναι μία επαναστατική διαδικασία. Σπάει τον φλοιό, την τάξη, την ευνομία των πραγμάτων και επανασυστήνει τον κόσμο και εμάς τους ίδιους».

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top