Fractal

Αναρριχητικά Φυτά

Γράφει ο Απόστολος Θηβαίος //

 

Σημείωμα για το μυθιστόρημα «Το Κισσόσπιτο» του Γιώργη Ξηρογιάννη από τις Εκδόσεις Βακχικόν

 

Τα φυτά δεν σέβονται τίποτε. Ανίδεα από χρόνο καταλαμβάνουν στωικά ολόκληρους κόσμους, βρίσκοντας περάσματα στα πιο στέρεα αδιέξοδα. Ανάμεσα στα πιο επίμονα θα πρέπει να συμπεριληφθεί ο περιβόητος κισσός που ελίσσεται σε κάθε είδους επιφάνεια, κρύβοντας επιμελώς την ρίζα του. Κάθε προσπάθεια είναι μάταιη, όπως το΄πε ο ποιητής πριν από δεκαετίες, κάθε προσπάθεια να διακόψει κανείς την επέλαση του φυτού που παραστέκει τους μήνες και τα χρόνια, φαντάζει υπόθεση χαμένη από τα πριν. Ο περιβόητος κισσός, το μόνο ανάχωμα μες στον χάλυβα των μοντέρνων κοσμοπόλεων, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως φυτό μυθιστορηματικό που συντροφεύει την ανθρώπινη ζωή και διαβαίνει πάνω από τα έργα της, σκεπάζοντας, τιμωρώντας, ομορφαίνοντας, κατακτώντας με παιδική αθωότητα και με της φύσης την δύναμη κάθε διαθέσιμη επιφάνεια.

Ένα τέτοιο, σπάνιο και πεισματάρικο φυτό σκεπάζει από την πρώτη του σελίδα ως την τελευταία, το Κισσόσπιτο του Γιώργη Ξηρογιάννη που πλουτίζει ξεχωριστά την σειρά των εκδόσεων Βακχικόν. Η ιστορία ενός μανιάτικου πύργου, διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, οι βιογραφίες των ανθρώπων που έζησαν εντός του, η μνήμη των πραγμάτων που όλο μας αποχαιρετούν και για κάπου τραβάνε να πεθάνουν, στελεχώνουν την καθολικότητα του μύθου που φέρνει στο φως το μυθιστόρημα του Γ. Ξηρογιάννη. Ακολουθώντας μια φόρμα κινηματογραφική, ενσωματώνοντας στην πλοκή σκόρπιες μαρτυρίες από πολύβουες πολιτείες που΄χω συναντήσει στα εμβόλιμα της αμερικάνικης λογοτεχνίας, διατρέχοντας την τρομερή ακεραιότητα του χρόνου, αφήνει το μυθιστόρημα βορά στους παραμορφωτικούς καθρέφτες που παρεμβάλλονται της κεντρικής αφήγησης. Καθρέφτες βιωματικοί, εκδοχές της ιστορίας, ίσκιοι καπνού πάνω από τα χνάρια των ανθρώπων τρέχουν πάνω στις σελίδες του εξαιρετικού μυθιστορήματος που φέρνουν στα ράφια οι εκδόσεις Βακχικόν.

Όγδοη, εκδοτική απόπειρα του Γιώργη Ξηρογιάννη, περιγράφεται στο λιτό, βιογραφικό σημείωμα η φετινή έκδοση του Βακχικόν που έρχεται να φωτίσει έναν δημιουργό απόλυτα αφοσιωμένο στο βιβλίο. Βιβλιοπώλης και συγγραφέας ο κύριος Ξηρογιάννης προσεγγίζει την ιδέα του βιβλίου από κάθε πόστο, αφήνοντας την ιστορία του να μιλήσει για τα ανθρώπινα. Άλλωστε, πολλοί ισχυρίζονται πως δεν υπάρχει θέμα πιο οικείο από τις ίδιες τις ζωές μας. Έπειτα μένει το περιττό που είναι η τέχνη μας η πιο αληθινή.

 

Γιώργης Ξηρογιάννης

 

Οι ήρωές του, φορτωμένοι το βάρος της ανθρώπινης εμπειρίας, μεταμορφώνονται σε ολκούς που βγάζουν αθόρυβα το νερό και έχουν πάνω τους το άγαλμα ενός στρατοκόπου. Οι επιστολές του, νοτισμένες με το αίσθημα της νοσταλγίας που ισοδυναμεί με την ομορφιά, μιλούν για έναν έρωτα που δεν χάθηκε, δίνουν το στίγμα μιας βιογραφίας που διαγράφει κύκλους με ακτίνα ανθρώπινη, ακλόνητη. Στα χείλη τους ο Γιώργης Ξηρογιάννης αφήνει να μιλήσει η προσωδία του παρελθόντος, αυτού του τρομερού συντελεσμένου που καθορίζει την μοίρα των πραγμάτων και νικά τα χίλια πρόσωπα της εκδοχής, γεννώντας αμηχανία στο στρατόπεδο των δήθεν νικητών.

Όσοι έχουν βρεθεί στον νότο του συγγραφέα, γνωρίζουν πως εκεί κατοικούν μπαλάντες, πέτρα σκληρή και εγκατάλειψη, χαμηλή βλάστηση και το μικρό ισοσκελές της θάλασσας από το χείλι του βράχου. Γνωρίζουν πως εκεί τα αναρριχητικά φυτά καθηλώνουν πύργους ολόκληρους, σκεπάζοντας σαν το χέρι του θεού την ανθρώπινη μνήμη. Γνωρίζουν, όσοι κάποτε πέρασαν από τους τόπους του Κισσόσπιτου πως παντού στην ατμόσφαιρα κυοφορείται μια ανεπαίσθητη μυρωδιά κλειστού σπιτιού και χαμομηλιού. Γνωρίζουν πως το μεσημέρι καταστρέφει τα πάντα σε εκείνα τα μέρη, δίνει ζωή σε μια σιωπή χρυσή, σε έναν ύπνο. Τα πουλιά πετούν ξεστρατισμένα, γυρεύοντας τα παλιά πρόσωπα, την παλιά σύναξη όσων σήμερα κατοικούν μες στην πλοκή της ιστορίας. Το Κισσόσπιτο των εκδόσεων Βακχικόν κρατά αναμμένο ένα μικρό φωσάκι εκεί στον νότο, όπως το΄παν τα τραγούδια. Σε όλη την ύπαιθρο φέγγει η παράδοση ενός αναμένου παραθυριού, έτσι, σαν υπόμνηση εκείνων που πέρασαν πια στην λαμπρή των ιδεών τάξη. Ο Μανώλης, η Μυρσίνη, ο επιστολογράφος που δηλώνει το παρόν στέλνοντας απελπισμένες αναφορές από την Σανγκάη, το Χόλυγουντ, το Σαν Φρανσίσκο αποκαλύπτουν ο καθένας με τον τρόπο του, λίγο από εκείνο το πανόραμα της ανθρώπινης ζωής που φλέγεται εκεί έξω. Πρόκειται για την λαϊκή ιστορία, την μυθολογία μας που κερδίζει μια άλλη θέση, βαθύτερη από την έννοια, όσο χτίζεται η απόσταση.  Το Κισσόσπιτο, ακόμη και έτσι ρημαγμένο και ελαττωμένο όπως στέκει σε μια αλλοτινή, σχεδόν μεταφυσική, ελληνική επαρχία, η βίαιη, απαρατήρητη σελήνη, ολότελα παγωμένη που το στεφανώνει, αποδίδουν την σκηνή με όλη την ποιητικότητα του κόσμου. Ένα μυθιστόρημα είναι μια ανακωχή που επιτρέπει στην ιστορία να ειπωθεί με όλη την μαγεία της, με όλες τις ανακρίβειες, με την θαυμάσια οικονομία που διδάσκει η μοιραία των πραγμάτων έκβαση και το απόσταγμα του χρόνου. Το Κισσόσπιτο δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση από αυτόν τον κανόνα. Και έτσι στέκει, όχι ως αντίδοτο στην βρώμικη κυριολεξία των καιρών μας, αλλά ως κρυφός, νοσταλγικός αποχαιρετισμός σε μια ατέλειωτη σειρά πραγμάτων που ζουν κωδικοποιημένα μες στην εξαιρετική γραφή του Γιώργη Ξηρογιάννη. Οι ήρωές του είναι πρόσωπα σαν τους αναγνώστες, τίποτε εκκεντρικό δεν σημαδεύει τα πράγματα, έξω από την καθολικότητα της ιστορίας που πρέπει να εκπληρωθεί, ακολουθώντας την παλιά, εκείνη τελετή.

Η ζωή και τα όνειρα, σημειώνουν οι πιο εμβληματικοί φιλόσοφοι, συνιστούν φύλλα του ίδιου βιβλίου. Όταν τα διαβάζουμε με την σειρά ζούμε, όταν τα ξεφυλλίζουμε ονειρευόμαστε. Αυτό το τελευταίο κάνει και ο συγγραφέας του Κισσόσπιτου που δίνει φωνή σε κέρινα πρόσωπα και σε περιγιάλια του Δεκέμβρη παντέρημα, που ΄χουν σβήσει ονόματα και χνάρια. Σε αυτό το σπίτι, σε αυτά τα πρόσωπα, δανείζει την φωνή του ο συγγραφέας, δίνοντας για πάντα μια ευκαιρία στα απολεσθέντα να βγουν εμπρός στις προθήκες. Όσα περιβάλλουν το Κισσόσπιτο δεν είναι άλλο από παύσεις παλιές που σταματούν κάπου και περιμένουν ξανά την ζωή ή τον μύθο κανείς δεν ξέρει.

Είναι βέβαιο πως οι θεολόγοι θα συνεχίζουν να ορίζουν για πάντα την αιωνιότητα. Ωστόσο τοπόσημα όπως το Κισσόσπιτο του Γιώργη Ξηρογιάννη περιφρονούν την αβεβαιότητα μιας τέτοιας γενίκευσης και επιλέγουν τον τύπο του κλασσικού. Ενός βιβλίου, ενός σπιτιού, μιας ανάμνησης που επιτρέπει σε όλες τις ανθρώπινες δυνατότητες να συνυπάρχουν με απόλυτη αφοσίωση, ακριβώς όπως το ΄παν δυο, νεκρά μάτια μέσα από την καρδιά της πιο τέλειας ιστορίας.

Ετούτο το σημείωμα κρατά λίγες λέξεις για το τέλος. Μια σύντομη αναφορά στο έξοχο εξώφυλλο της έκδοσης κρίνεται επιβεβλημένη, ειδικά αν με λίγες γραμμές κατορθώνει κανείς να ξυπνήσει μια απόκοσμη νύχτα, χαλκευμένη από καημούς, σαν από πάντα σε γκραβούρες. Επιμέλεια εξωφύλλου, γράφει στους συντελεστές Αντιγόνη Ξηρογιάννη.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top