Fractal

Ο τρόμος της καθημερινής ρουτίνας

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

Luca Ricci, «Το φθινόπωρο». Μετάφραση: Δήμητρα Δότση. Εκδόσεις Μεταίχμιο. Αθήνα, 2019

 

Εκείνο το μεσημέρι, στις αρχές Σεπτεμβρίου, στην καλοκαιρινή ακόμη  Ρώμη, ο μεσήλικας, πενηντάρης και κύριος χαρακτήρας του βιβλίου, μαζί με τη σύζυγό του, Σάντρα, μόλις έχουν επανακάμψει από τις συνήθεις καλοκαιρινές τους διακοπές, όπως κάνουν κάθε χρόνο, άλλωστε, για χρονικό διάστημα ενός μήνα, μένοντας σε μια μονοκατοικία σε παραθαλάσσια τοποθεσία λίγο έξω από την ιταλική πρωτεύουσα. Μαζί με τον αφηγητή, όμως, επιστρέφει και ο γνωστός τρόμος της καθημερινής ρουτίνας. Ο πρωταγωνιστής και αφηγητής του βιβλίου, που είναι σημειωτέον μυθιστοριογράφος, περιφέρει συνεχώς στο μυαλό του τη φράση «η εμμονή του έρωτα δεν είναι τίποτα σε σχέση με την εμμονή της απομάγευσης του έρωτα», που αντικατοπτρίζει με περισσή σαφήνεια το βαθύτερο συστατικό της πολύχρονης έγγαμης σχέσης του. Μοναδική παρουσία στην καθημερινότητά τους, αποτελεί ένας γάτος καθ’ όλα ήρεμος στη συμπεριφορά και καθόλου φορτικός, αφού ο Μαουρίτσιο, ο μοναχογιός τους, σπουδάζει, σύμφωνα με τον ίδιο, κινηματογράφο στο εξωτερικό.

Ο αφηγητής, σε αντίθεση με τη γυναίκα του,  αρέσκεται να περιδιαβαίνει στις  γνώριμες συνοικίες και γωνιές της  Ρώμης παρέα με τον συνάδελφό του, Αλμπέρτο Τζιτάνι, συγγραφέα και παντρεμένο με την καρκινοπαθή, τώρα, Κάρλα, συζητώντας τα πολλαπλά προβλήματα του γάμου τους και τις πιθανές διεξόδους από την κρίση που βιώνουν έντονα και το τέλμα στο οποίο βρίσκονται αμφότεροι. Ο τελευταίος, ο οποίος είναι ερωτευμένος με τη Μαρία, την νοσηλεύτρια που φροντίζει τη σύζυγό του στο νοσοκομείο Τζεμέλι της Ρώμης, με έκδηλη δυσαρέσκεια διατυπώνει σε μια στιγμή την άποψη πως, «Η αλήθεια είναι ότι τα πράγματα πάνε όπως πρέπει να πηγαίνουν. Η οικειότητα απομακρύνει τους ανθρώπους, δεν τους φέρνει πιο κοντά»!

Μια μέρα περιπλανώμενος στο παζάρι της Πιάτσα ντέι Κουιρίτι, στο Πράτι, ο αφηγητής ανακαλύπτει ένα παλιό βιβλίο για τον φημισμένο καλλιτέχνη της Μονμάρτης, τον Ιταλό ζωγράφο Αμεντέο Μοντιλιάνι, στην πραγματικότητα ένα φωτογραφικό αρχείο, κάτι σαν λεύκωμα, με σύντομες λεζάντες, το οποίο περιλαμβάνει και μια φωτογραφία της περίεργης ομορφιάς, χαμηλοβλεπούσας και μελαγχολικής Γαλλίδας συντρόφου του καλλιτέχνη, συγκεκριμένα της Ζαν Εμπιτέρν, το οποίο  και  αγοράζει. Ήταν η κοπέλα εκείνη η οποία μία μέρα μετά τον θάνατο του Μοντιλιάνι από φυματιώδη μηνιγγίτιδα, και παρά το γεγονός ότι τότε βρισκόταν σε τελειόμηνη εγκυμοσύνη, ρίχτηκε ξαφνικά από τον πέμπτο όροφο του οικογενειακού σπιτιού στο κενό και φυσικά σκοτώθηκε. Ο αφηγητής ερωτεύεται παράφορα τη φωτογραφία και αυτός ο πόθος και η εμμονή τον οδηγούν στο να αναζητήσει έναν καινούργιο συγκλονιστικό έρωτα αφού η σχέση του με τη Σάντρα αποδεικνύεται πολλαπλώς βαλτωμένη. Κάποια στιγμή, η  Σάντρα προσκαλεί για δείπνο μια έγκυο ξαδέρφη της, την Τζέμα, με την οποία στην πραγματικότητα βλέπονταν αραιά, ταμία τώρα σε πρακτορείο τυχερών παιχνιδιών και τον ζωγράφο σύντροφό της Κλεμέντε, αλλά ο τελευταίος δεν εμφανίζεται.  Εκεί, ο αφηγητής συνειδητοποιεί την εντυπωσιακή ομοιότητα της Τζέμα με τη Ζαν, τόσο εξωτερικά και σε εκείνο το γνώριμο από τη φωτογραφία  βλέμμα, όσο και σε στυλ, ύφος, προσωπικότητα, χαρακτήρα και διάθεση. Εκείνη τη  Ζαν, τα πορτραίτα της οποίας ήταν «…μακρουλά, εκείνα τα οβάλ πρόσωπα, εκείνοι οι λαιμοί, εκείνα τα χέρια και τα πόδια, ήταν σαν ένας ενιαίος κυλιόμενος διάδρομος που έλεγε ένα και μόνο πράγμα: κάποιοι έρωτες δεν θέλουν να τελειώσουν, μα να ξαναρχίσουν από την αρχή».

Ο αφηγητής αργότερα συναντάται με τη Νάντια, μία θαυμάστρια της συγγραφικής του δουλειάς, την οποία γνώρισε μέσω του  Αλμπέρτο Τζιτάνι,  και ακόμα για ένα διάστημα με την  εκδιδόμενη  Νιγηριανή Καϊνένε, αλλά σε όλες τις πρόσκαιρες επαφές με εκείνες, η καρδιά του ανήκει στην Τζέμα, την οποία στην πραγματικότητα θεωρεί μετενσάρκωση της Ζαν. Συναντώνται με την οικογένεια της, επαναστάτριας στη συμπεριφορά, Φαμπιάνα, της μικρότερης αδελφής της Σάντρα, που είναι παντρεμένη με τον ευκατάστατο οδοντίατρο Στέφανο στην περιοχή Τριέστε και έχουν μια επτάχρονη κόρη, την Τερέζα. Απέναντί τους στο σπίτι, ζει ένας γείτονας που ο αφηγητής αντιπαθεί, σε αντίθεση με τη Σάντρα, ο Αμεντέο Μπουζόνι. Όλοι αυτοί, αποτελούν τους δευτερεύοντες χαρακτήρες του βιβλίου.

 

Luca Ricci

 

Η αφήγηση και το ξεδίπλωμα του βιβλίου, αρχίζει όπως είπαμε στις αρχές του φθινοπώρου, τον μήνα Σεπτέμβριο, και εξικνείται τον Δεκέμβριο, στις μέρες των  Χριστουγέννων. Από μια άποψη, μπορεί να ιδωθεί ως ελεγεία στην εποχή του φθινόπωρου, αφού προφανώς η αφήγηση θα ολοκληρωθεί και με τις άλλες εποχές, κατά τα πρότυπα και μερικών άλλων συγγραφέων. Ο αφηγητής του φθινόπωρου, παραπαίει ανάμεσα στην πραγματικότητα ενός παντρεμένου μεσήλικα συγγραφέα, και στις όποιες αισθηματικές του αναζητήσεις ώστε να καλύψει τα πολυποίκιλα και τρανταχτά κενά της πολύχρονης έγγαμης ζωής του με τη Σάντρα. Καμβάς όπου σκιαγραφούνται όλα αυτά, η φθινοπωρινή παλιά πόλη της Ρώμης, οι πλατείες, οι δρόμοι της, η ιταλική κοινωνία, τα σοκάκια και οι άνθρωποί τους οι οποίοι περιστρέφονται σε μεγάλο βαθμό γύρω από την υπόθεση των τεχνών, κυρίως της λογοτεχνίας και της ζωγραφικής. Βαθιά ειρωνικό κείμενο και ρεαλιστικό, συνάμα, διαβάζεται ευχάριστα, παρατηρώντας την αρχή του τέλους  του συζυγικού βίου, τα αισθήματα και τις ψευδαισθήσεις των κύριων πρωταγωνιστών, τα πάθη και τις εμμονές που παρουσιάζονται ορισμένες φορές ως σανίδα σωτηρίας, αλλά για πεπερασμένο χρονικό διάστημα,  τους συμβιβασμούς των ανθρώπων, την αναμονή για τη λύση των όποιων εκκρεμουσών υποθέσεων, και αναλογιζόμενοι πάντα την άποψη του αφηγητή πως «τα γηρατειά δεν είναι πάντα συνώνυμο της σοφίας»!

Ο Ιταλός διηγηματογράφος και θεατρικός συγγραφέας Luca Ricci γεννήθηκε στην Πίζα το 1974. Θεωρείται από τους σπουδαιότερους σύγχρονους Ιταλούς διηγηματογράφους. Στη χώρα μας εκτός από το ‘Φθινόπωρο’ κυκλοφόρησε και το ‘Καλοκαίρι’, από τον ίδιο εκδοτικό οίκο, το Μεταίχμιο.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top