Fractal

«Γιατί ενοχλείτε τον ύπνο των αγαλμάτων;»

Από τον Κωνσταντίνο Μπούρα // *

 

Print

Γιάννης Η. Παππάς, «Το ατίθασο μέλλον», εκδόσεις διαπολιτισμός/ΠΟΙΗΣΗ, Αθήνα 2020, σ. 78.

 

Ποίηση νεορομαντική, ιδεαλιστική, ανιμιστική και φωτολατρική σε μεγάλο βαθμό. Συγκρίνοντας την διαχείριση του ομηρικού μύθου του Ελπήνορα μετά τους τρεις μείζονες ποιητές (Σεφέρη, Σινόπουλο, Ρίτσο), ο Γιάννης Η. Παππάς προσφέρει μια περισσότερο “προγονολατρική” εκδοχή, ένα σαιξπηρικό φάντασμα που ζητάει την δικαίωσή του με τραγικό τρόπο. Παραπέμπει ο καλός σύγχρονός μας φιλόλογος σε έναν άλλο στίχο του Γ. Σεφέρη “Τα κουπιά τους δείχνουν το μέρος που κοιμούνται στο ακρογιάλι. Κανείς δεν τους θυμάται πια. Δικαιοσύνη…” (Δ’ Αργοναύτες, 1935). Ενώ ο σεφερικός “Ηδονικός Ελπήνωρ”  εμφανίζεται στην “Κίχλη” (1947). Αυτή η συνέχεια μέσα στο χρόνο, πέρα από τις όποιες συγκρίσεις (αισθητικές, ρυθμολογικές, θεματολογικές) δείχνει πως δεν έχει κοπεί ακόμα το νήμα, ο μίτος της Αριάδνης καλά κρατεί και μπορούμε ευθαρσώς να ελπίζουμε σε μια έξοδο από τον σύγχρονο Μινώταυρο της πνευματικής Κρίσης, που θα σκότωνε ίσως τον μυθικό Θησέα.

 

“Ψάχνω τους συντρόφους μου.

Ζήτησα από τον Οδυσσέα να με θυμηθεί

και να με θάψει, όταν θα φτάσει πάλι στης Αίας το

νησί.

Όμως με ξέχασε· μ’ άφησε άταφο και άκλαυτο

και γυρίζω στις πολιτείες των ανθρώπων σαν χαμένος.

Πάρε μου το κουπί και κάρφωσέ το στον τάφο μου,

να ησυχάσω και επιτέλους να κοιμηθώ.” (σελ. 37).

 

Βέβαια η αιτία αυτής της “καταστροφής” θα ταίριαζε μάλλον σε αρχαίο σατυρικό δράμα παρά σε τραγωδία. Μήτε καν σε μελόδραμα. Ο σεφερικός “κακομοίρης” γίνεται εδώ “στο μυαλό λειψός”. Κι αυτός και μόνον αυτός φταίει για τη συμφορά του:

“Και ο Ελπήνορας, στο μυαλό λειψός,

τι το ’θελε ο νέος να πάει να ξαπλώσει

μακριά απ’ τους συντρόφους του, στης Κίρκης τα παλά-

τια;

Βαρύς απ’ το μεθύσι του γκρεμίστηκε στη σκάλα

κι αμέσως στου Άδη τον βυθό κατέβηκε η ψυχή του.” (σελ. 36).

 

Όμως, όσο κι αν ο θάνατος είναι σχεδόν γελοίος στην περίπτωση του κωμικοτραγικού αντι-ήρωα Ελπήνορα (είχε και ο Όμηρος απομυθοποιητικές και αποδομητικές διαθέσεις ενίοτε),  αλλού η εξόντωση δεν σημαίνει και αφανισμό, αλλά μάλλον το πέρασμα σε μια άλλη φωτεινή διάσταση:

“Δεν ήσουν εσύ για τη ζωή.

Εσένα ς’ αγάπησε ο θάνατος

και το φως που κάποτε

θ’ αγκαλιάσει όλη την οικουμένη.” (σελ. 11).

 

Τι συμβολίζει αυτό το φως; Παραπέμπει ίσως στον Νικηφόρο Βρεττάκο, στον οποίο αφιερώνει το ποίημα “Πλούμιτσα” (σσ. 24-25). Εδώ διαβάζουμε τον σχεδόν ανιμιστικό, προγονολατρικό στίχο σαμάνικης προέλευσης:

“Οι ρίζες κρατάνε γερά τα κόκαλα των νεκρών” (σελ. 24).

 

Γιάννης Η. Παππάς

 

Ο θρήνος του ποιητή Γιάννη Η. Παππά για την βιασμένη Φύση και για την ανυπολόγιστη οικολογική καταστροφή που επιφέρει ο άνθρωπος, ο στοιβαγμένος στα μεγάλα και υδροκέφαλα αστικά κέντρα, είναι κοπετός, ειλικρινής και κραυγή από τα βάθη τής ύπαρξής του. Δεν είναι λογοτεχνική σύμβαση. Δεν πρόκειται για κατά συνθήκην αλήθειες που λειτουργούν ως “προφάσεις εν αμαρτίαις”. Το αντίθετο. Το ακριβώς αντίθετο.

Μόνον η Δήλος κρατάει ακόμη το “θείο φως” (σσ. 27-28).

Υπέροχο το ποίημα το αφιερωμένο στον εξέχοντα και διακεκριμένο ποιητή Γιώργο Μαρκόπουλο με τίτλο “Το ποίημα, η θάλασσα, ένα πουλί κι ο ποιητής” (σελ. 29). Δραστικό μέσα στην συμπυκνωτική αφαιρετικότητά του. Απόσταγμα σοφίας. Δείγμα ποιητικής ώριμης κι αποκρυσταλλωμένης, παρά την ρυθμολογική και θεματολογική “πλαστικότητά” της.

Εικαστικές συλλήψεις φαντάζουν οι ποιητικές εικόνες αυτού του τόμου, πλούσιου σε επιτεύξεις του συνειδητού και διαπιδύσεις του Αόρατου σε ένα λόγο δομημένο και αρτιωμένο στον μέγιστο βαθμό αναγνωστικής λειτουργικότητας.

Τα “Θαμμένα αγάλματα στην Αμφίπολη” γυρεύουν να θαφτούν για να ξαναβρούνε τη γαλήνη και να απολαύσουν την ηρεμία των πετρωμένων, που δεν νιώθουν πια τις δονήσεις των κοσμικών ρευστών και οι παλίρροιες της ζωής δεν τους αγγίζουν. Εξαιρετικό ποίημα:

“Ποιοι είναι αυτοί που διέκοψαν τον ύπνο μας

και στέκονται μπροστά μας σαστισμένοι;

Ηδονίζονται ιδιαίτερα να μας αγγίζουν,

όταν στους λαιμούς ακουμπούν και στα φορέματά μας.

Δακρύζουν όταν μας κοιτάνε.

Μήπως έχουν αμαρτήσει και μας ζητούν συγχώρεση;

Το μόνο που θέλουμε είναι να μας θάψετε ξανά.

Να συνεχίσουμε τον πετρωμένο ύπνο μας.

Τι δουλειά έχουμε εμείς στον κόσμο μας;

Γιατί ενοχλείτε τον ύπνο των αγαλμάτων;” (σελ. 31).

Εδώ τίθεται καθαρά πλέον το θέμα της ενοχής για την κατάντια του σημερινού μας κόσμου, που κάθε άλλο παρά κόσμημα είναι. Μάλλον στολίδι και ψιμύθιο της ματαιοδοξίας μας μοιάζει.

Η αλλοτρίωση του νεομπαρόκ τεχνολογικού λαβυρίνθου μας είναι ένας από τους βασικούς θεματολογικούς άξονες αυτής της προσεγμένης συλλογής, μια αλλοτρίωση που έρχεται σε αντίθεση με την “Διάφανη θεϊκή απλότητα” (σσ. 59-60).

Υπάρχει ένα όραμα κάτω από τις λέξεις, ποιητικό και διαχρονικό: η νεοκλασικιστική νοσταλγία του ωραιοποιημένου και εξιδανικευμένου αρχαίου παρελθόντος.

 

* O Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας είναι ποιητής, θεατρολόγος και κριτικός  (www.konstantinosbouras.gr)

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top