Fractal

Το Άλλο Μισό, ένα μυθιστόρημα ποταμός για την Απιστία!

Της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη //

 

Ελένη Κεκροπούλου «Το άλλο μισό», εκδ. Ωκεανός

 

Ένα βιβλίο ποταμός για την απιστία, ένα ψυχογράφημα της απατημένης γυναίκας από το μεσήλικα άνδρα της είναι το νέο μυθιστόρημα της πολυγραφότατης Ελένης Κεκροπούλου «ΤΟ ΑΛΛΟ ΜΙΣΟ» (εκδόσεις Ωκεανός), μέσα από τις σελίδες του οποίου περνάει σαν εξομολόγηση η ιστορία της Τζένης με τον Ανδρέα. Πρόκειται για μια από τις χιλιάδες ιστορίες που ξεκίνησαν από ένα τρελό νεανικό έρωτα.

«Δύο μονογαμικοί, ρομαντικοί (;) εραστές. Ένας γάμος από τρελό, συγκλονιστικό έρωτα», ομολογεί η Τζένη, πρωταγωνίστρια του μυθιστορήματος που είναι όμορφη, κομψή, επιτυχημένη, αξιοπρεπής στη σχέση της ακόμη κι όταν ακόμη βλέπει πως ο γάμος της βουλιάζει.

Ενώ οι γάμοι γύρω από το ζευγάρι κατέρρεαν και μάλιστα από τη φτηνή απιστία με γυναίκες που είχαν εισρεύσει από τις πρώην κομμουνιστικές χώρες, ο Ανδρέας, τραπεζίτης το επάγγελμα φαινόταν να κρατιέται γερά από τη μονογαμική σχέση με τη γυναίκα της ζωής του, τη Τζένη.

Ωστόσο, δεν άργησε να έρθει ο πειρασμός, «ο ξενιστής», όπως αποκαλεί η Ελένη Κεκροπούλου την Λούμπα Πέτροβα, ένα αχαμνό πλάσμα με ξεπλυμένα γαλάζια μάτια, νεότητα και καταγωγή από τη Ρωσία. Μια υπηρέτρια από τις δεκάδες που κατέφθασαν στην Ελλάδα τα χρόνια του 90 για να βρουν καλύτερη τύχη και να στείλουν χρήματα πίσω στις οικογένειές τους που υπέφεραν από οικονομική ασφυξία.

Γνωρίστηκαν στο υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας όπου ο Ανδρέας ήταν διευθυντής κι εκείνη άνοιξε ένα μικρό λογαριασμό. Έτσι ξεκίνησαν όλα με μια φυσικότητα καθώς η Λούμπα έκανε σιγανά βήματα για να αρπάξει τη λεία της, τον μεγαλοτραπεζίτη που είχε οικονομική επιφάνεια και έτρεφε ένα βαθύ οίκτο για την ανθρώπινη δυστυχία. Σύντομα, η Λούμπα έγινε πρωταγωνίστρια της ζωής του, έγινε μια εξάρτηση που δεν ήξερες αν προερχόταν από την τόνωση του ανδρικού εγώ του, από λύπηση ή από την φθορά του γάμου με τη Τζένη.

Η σύζυγος  ανακάλυψε την απιστία, αλλά αποφάσισε να δείξει ανωτερότητα και απόσταση, να μην καταντήσει μια υστερική γυναίκα, σαν μία από τις φίλες της που έζησαν τον ίδιο εφιάλτη παραδίδοντας τελικά το κάστρο στον εχθρό.

Κι έτσι έμεινε και κατέγραφε τα συναισθήματά της, μια ήταν ενοχές διότι τον είχε παραμελήσει κρυμμένη μέσα στο βαρύ πένθος της για τον θάνατο ενός από τα παιδιά τους… μια ένιωθε πως είχε παραμελήσει τη σχέση της μέσα στην προσπάθεια για αυτοσυγκράτηση και αξιοπρέπεια. Και περισσότερο συνειδητοποιούσε το φόβο της να χαλάσει αυτό το δημιούργημα, την οικογένεια που είχε πλάσει από τα άγουρα χρόνια της ως κορμό της ζωής της.

«Αγαπάς ακόμη κάποιον που ανακαλύπτεις ότι σε έχει προδώσει, σε έχει εξαπατήσει κατ’ εξακολούθησιν; Δεν το αρνούμαι. Η οργή και το μίσος δεν μετέτρεψαν τη νεανική μου αγάπη σε μίσος. Τη μετουσίωσαν σε οδυνηρή, σε σκληρή και απογυμνωτική αυτογνωσία…Το μίσος δεν χωράει μέσα μου. Το φτύνει με βδελυγμία ο οργανισμός μου, η φυσική, παράξενη συμπόνια που τρέφω από παιδί για το πλάσμα που χαρακτηρίζεται γυναίκα» γράφει η Ελένη Κεκροπούλου.

Παράλληλα με τη δική της ιστορία στο μυθιστόρημα περνούν άλλες ιστορίες απιστίας. Πολλές γυναίκες του περιβάλλοντός της Τζένης που χάνουν τους άντρες τους στα εύκολα θηλυκά και η αντίδραση της καθεμιάς στη συζυγική απάτη. Είναι το ίδιο μοντέλο, ο ηλικιωμένος άντρας που προσπαθεί να αντλήσει αυτοπεποίθηση από τη νεαρή γυναίκα της εκμετάλλευσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε καμία παράλληλη ιστορία δεν υπάρχει έρωτας και απιστία του άντρα με την ισότιμη Ελληνίδα λόγω αλλαγής πλεύσης, λόγω αληθινού πάθους.

Τελικά, η Τζένη αποφασίζει να σπάσει τα δεσμά της και να φύγει. Και βέβαια, ο Ανδρέας την ακολουθεί γιατί δεν εννοούσε να χάσει τη φωλιά του για μια περιπέτεια, ακόμη κι αν αυτή κράτησε δέκα χρόνια.

 

Ελένη Κεκροπούλου

 

Το μυθιστόρημα είναι ένα αναφιλητό για το χαμένο έρωτα, για την απομάκρυνση των ζευγαριών λόγω της φθοράς του χρόνου και των συσσωρευμένων γεγονότων της απροσδόκητης ζωής. Είναι παράλληλα κι ένας ύμνος προς τη γυναίκα που προσπαθεί να κρατήσει γερά το οχυρό της οικογένειας αποτελώντας το φρουρό της. Είναι μια πικρόγλυκη ιστορία, από αυτές που κυκλοφορούν ευρέως στην Ελλάδα της ρωσοβαλκανικής επέλασης των οικιακών βοηθών.

Το έργο είναι καλογραμμένο με τη μοναδική πένα της Ελένης Κεκροπούλου και κυλάει γρήγορα καθώς ο αναγνώστης θέλει να ρουφήξει τα συναισθήματα της πρωταγωνίστριας μέρα με τη μέρα… Το ψυχογράφημα πιάνει το στόχο του διότι μεταφέρει αυτούσιες της μεταπτώσεις του γυναικείου ψυχισμού όταν έρχεται αντιμέτωπος με την συζυγική απιστία.

«Μέχρι πριν λίγο καιρό πίστευα ότι είχα ένα ζεστό κι όμορφο σπιτικό που μάτωσα για να του δώσω τα καλύτερα υλικά. Του έβαλα μέσα όλη μου την αγάπη, τη στοργή, την αφοσίωση, την αθώα εμπιστοσύνη μου, την ανοχή μου, την κατανόηση, τα όμορφα παιδιά μου… κι εσένα πρώτ’ απ’ όλους και όλα. Μόνο που τυφλωμένη από τη λάμψη της εφήμερης ευτυχίας μου, δεν είδα ότι δεν μπήκες ποτέ μέσα για τα καλά. Φοβήθηκες το απόλυτο δόσιμο, φοβήθηκες τη φλογερή αγάπη μου, εμένα… Ήσουν με το ένα πόδι μέσα και με το άλλο έξω απ’ αυτό. Το έξω τελικά σε κέρδισε. Και μείναμε εμείς, εγώ και τα παιδιά μας, να σε κοιτάμε ν’ απομακρύνεσαι… Ο γάμος μου κι όσα επένδυσα σ’ αυτόν, ένα δένδρο στον χειμώνα, γυμνό από τα φύλλα του. Όλα πεσμένα κάτω στο υγρό χώμα, κιτρινισμένα, ψυχομαχούν…»

Ένα μυθιστόρημα για τον γάμο και την απιστία, για τα πλήγματα και τα τραύματα που η ανθρώπινη επιπολαιότητα μπορεί να καταφέρει σε έναν εύθραυστο θεσμό, τον θεσμό του γάμου, πάνω στον οποίο στηρίζεται το ίδιο το κύτταρο της κοινωνίας: η οικογένεια. Βασισμένο σε αληθινές ιστορίες καθημερινής τρέλας και στην αβάσταχτη ελαφρότητα του ανθρώπινου είναι.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top