Fractal

Τρυφερότητα που πηγάζει από τις ρωγμές

Γράφει η Γεωργία Μακρογιώργου //

 

«Θραύση Κρυστάλλων», Γιώργος Γκόζης, εκδ. Ποταμός, 2020

 

Η Θραύση Κρυστάλλων του Γιώργου Γκόζη (Εκδ. Ποταμός, 2020) περιγράφει την πορεία ενηλικίωσης του κεντρικού χαρακτήρα του Άρη, μέσα από την ηλεκτρονική αλληλογραφία που στέλνει στη Μαρία, τον έρωτα των εφηβικών του χρόνων και αγγίζει πολλαπλά. Αυτό το πετυχαίνει, πρώτον, γιατί περιγράφει μια πραγματικότητα της Ελληνικής ιστορίας, με γεγονότα των τελευταίων δεκαετιών που μας σημάδεψαν, όπως η πτώση του υπαρκτού Σοσιαλισμού, η άνοδος του ΠΑΣΟΚ, το ‘βρώμικο 89’ και δεύτερον, επειδή διαπνέεται από ένα βαθύ αίσθημα ενότητας που κυλάει σαν νεράκι σε ολόκληρο το βιβλίο και πηγάζει από ρωγμές της ανθρώπινης κατάστασης.

Τα θέματα που πραγματεύεται το βιβλίο κινούνται γύρω από τον άξονα των ανθρώπινων σχέσεων και της φθοράς της εξουσίας. Η φωνή του αφηγητή αλλάζει χροιά, ανάλογα με το θέμα εστίασης. Σε αναφορά με την ερωτική σχέση, γίνεται ποιητική: «μικρά αγρίμια που δαγκώνονται… ένωση που έμοιαζε με μάχη… η πόλη διακριτικά μας παρακολουθούσε από ψηλά για έναν ολόκληρο χειμώνα… δεν καταφέραμε να συντηρήσουμε τη σχέση μας μέχρι το καλοκαίρι, ώστε να νιώσουμε στο γυμνό μας δέρμα την αρμύρα της θάλασσας, την άμμο της παραλίας»(σελ. 63-65). Σε σχέση με τον πατέρα, γίνεται ψυχαναλυτική: «Κι εγώ ο δειλός φοβήθηκα να Του απαντήσω πως κι εγώ Τον αγαπώ. Πολύ. Δυο λόγια ήταν μόνο. Δυο λέξεις. Πάλι οι λέξεις… Να Του απαντήσω: ‘Κι εγώ σ’ αγαπώ , Μπαμπά!’ Σφράγισε το στόμα μου για ακόμα μια φορά» (σελ. 283). Άλλοτε πάλι, η φωνή, αποκτάει φιλοσοφικό ύφος, θέτοντας εύλογα ερωτήματα με τον πιο απλό και αθώο τρόπο: «Πόσα σχέδια επί σχεδίων για την εξουσία; Ανέκαθεν αναρωτιέμαι, όλοι όσοι ασχολούνται με τη διαχείρισή της δεν έχουν κάτι καλύτερο να κάνουν; Δεν έχουν δίπλα τους γυναίκες να μυρίσουν το άρωμα του κορμιού τους; Να αγγίξουν το γυμνό τους δέρμα όταν γέρνουν πλάι τους τη νύχτα να αποκοιμηθούν; Δεν έχουν φίλους να τους αφιερώσουν τον εαυτό τους; Δεν έχουν παιδιά να παίξουν μαζί τους, να τα χαρούν όσο είναι μικρά ακόμα, προτού μεγαλώσουν κι ανοίξουν τα δικά τους φτερά; Δεν τους λείπει λίγος ύπνος παραπάνω το πρωί αντί να τρέχουν αξημέρωτα στα τηλεοπτικά μαγκαζίνο; Για ποιο λόγο τόση μηχανορραφία πια;» (σελ. 207).

Συνολικά, η τρυφερή ματιά που διαπνέει ολόκληρο το βιβλίο, είναι σαν φως που φωτίζει πρόσωπα και καταστάσεις, μεταφέροντας ζεστασιά και κατανόηση. Συνδέεται είτε με ιδεολογίες, είτε με τη σχέση πατέρα-γιου, είτε με την ερωτική σχέση Άρη-Μαρίας και υπογραμμίζει μια ξεκάθαρα ανθρωπιστική θέση, σαν αρχή, σαν μότο, σαν τρόπο ζωής, σαν κοσμοθεωρία. Σε τέλεια σύμπνοια με τα λόγια του Χρόνη Μίσσιου που ο ίδιος ο συγγραφέας παραθέτει και ακολουθεί πιστά στο αφήγημά του: «Όταν συνειδητοποίησα ότι δεν μπορώ να αλλάξω το σύστημα, άρχισα να αγωνίζομαι να μην με αλλάξει αυτό.

Αγωνίζομαι να μείνω άνθρωπος. Και αυτό είναι η κορυφαία πολιτική μάχη. Να μπορείς να αποφύγεις τη βαρβαρότητα αυτής της εποχής. Να μπορείς να παραμείνεις άνθρωπος με τρυφερότητα» (σελ.47).

 

Γιώργος Γκόζης,

 

Ακόμα και η διαδρομή του κεντρικού χαρακτήρα από την αθωότητα στην ωριμότητα, έχει να κάνει πάλι με αυτήν την τρυφερότητα και την πίστη στις βαθιές ανθρώπινες αξίες. Γιατί ο Άρης θα ενηλικιωθεί όχι όταν θα γίνει πετυχημένος και θα μεταμορφωθεί σε λύκο. Θα ενηλικιωθεί όταν βγάλει από πάνω του την προβιά του λύκου. Όταν προβληματιστεί σχετικά με τις πλασματικές αξίες του χρήματος και της εξουσίας που διαποτίζουν το είναι μας από την παιδική ηλικία. Θα ενηλικιωθεί όταν αφεθεί στα πραγματικά του θέλω, στον βαθύτερό του εαυτό, στην τάση για ενότητα που στέκει εκεί, στη βάση της ύπαρξής του και που τόσα χρόνια τα κοινωνικά «πρότυπα» και οι τυποποιημένοι ρόλοι ίσως να μην τα επέτρεπαν να βγουν στην επιφάνεια: «Θέλω να δολοφονήσω εκούσια και να θάψω στα έγκατα της γης εκείνον τον λύκο, ο οποίος δεν υπήρξα γενετικά έτσι κι αλλιώς. Μαζί του να θάψω κι όλα τα τσεκούρια με όσους πίστευα πως έχω μάχες και πόλεμο. Θέλω να ξανακερδίσω τον εαυτό μου κι όλους όσους αγαπώ και του έχω στερήσει ως τώρα. Να του δωρίσω τους ανθρώπους της ζωής μου. Να ξαναβρώ όλους όσους οικειοθελώς απώλεσα στο παρελθόν πριν τους χάσω οριστικά και αμετάκλητα όπως τον Πατέρα. Να τους ζητήσω συγγνώμη που τόσο επιπόλαια και εγωιστικά συμπεριφέρθηκα. Να τους εξηγήσω για ποιον λόγο υπήρξα φυγάς και με ένα μόνιμο αίσθημα καταδίωξης. Να τους εξομολογηθώ πως τους αγαπώ» (σελ. 296-297).

 

 

* H Γεωργία Μακρογιώργου ζει στη Θεσσαλονίκη. Βιβλία της: ‘Τύχη στα τείχη’, εκδ. Γραβριηλίδης, 2017 (Μυθιστόρημα), ‘Το φως όταν μεταφυτεύεται’, εκδ. Βακχικόν, 2019 (ποίηση), ‘Πικραλίδες’, εκδ. Παράξενες μέρες, 2020 (μυθιστόρημα), ‘Με κάρβουνο ροδίζει’, εκδ. Κουκκίδα, 2021 (ποίηση)

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top