Fractal

✔ Θανάσης Δ. Σταμούλης: «Κάθε θάνατος είναι μια πράξη άθραυστη»

Συνέντευξη στη Χρύσα Φάντη //

 

 

Ο συγγραφέας Θανάσης Δ. Σταμούλης μιλά για τα χαρακτηριστικά της γραφής του, εστιάζοντας στην τρίτη νουβέλα του, Η ηχώ των πουλιών 2021.

 

 

 

 

-κ. Σταμούλη, εμφανιστήκατε στην πεζογραφία το 2016, με το μυθιστόρημα Η σκιά στο δέντρο και ένα χρόνο μετά, το 2017, ακολούθησε η νουβέλα Ab Ovo (και τα δύο από τις εκδόσεις Ποταμός). Πρόσφατα, τον Νοέμβριο του 2021, κυκλοφόρησε το τρίτο βιβλίο σας, Η ηχώ των πουλιών, από τις ίδιες εκδόσεις. Πώς θα χαρακτηρίζατε αυτήν την πορεία;

Ποτέ δεν είχα την αίσθηση μιας πορείας, είναι η αλήθεια. Σκέφτομαι ότι μια τέτοια αίσθηση είναι ικανή να σε κάνει να βουλιάξεις κάτω από ένα αβάσταχτο βάρος που στο τέλος θα σε παραλύσει. Όμως, για να απαντήσω κατά κάποιον τρόπο στην ερώτησή σας, αυτό που μπορώ να πω με σιγουριά είναι ότι προσπαθώ να μείνω συνεπής στη δήλωση που κάνω αντί βιογραφικού: γράφω για να κατανοήσω καλύτερα τους ανθρώπους. Αυτό αποτελεί το αντικείμενο μου. Δίνω μεγάλη σημασία στη μορφή, τις τάσεις, όπως επίσης και στους κανόνες και τους νόμους που διέπουν το θέμα για το οποίο θέλω να γράψω. Τη στάση που κρατάει ένας άνθρωπος απέναντι στον άλλον, τη στάση κάποιου απέναντι στις καθιερωμένες μορφές σκέψης και τον τρόπο που προχωρά σε καινούργιες, δηλαδή την κατανόηση, χωρίς να κρίνω, τόσο εκείνων που αγωνίζονται όσο και εκείνων που μένουν παθητικοί.

 

-Από το πρώτο σας έργο η γραφή ήταν στιβαρή και γλωσσοκεντρική, με τον ρεαλισμό να βαδίζει παράλληλα με την ποίηση και την αλληγορία· στοιχεία που παρατηρούμε, τόσο στο Ab Ovo όσο και στην «Ηχώ των πουλιών». Ταυτόχρονα παρουσιάζεστε διαφορετικός, κανένα σας βιβλίο δεν αντιγράφει το άλλο.

Νομίζω ότι ισχύει σε έναν βαθμό και έχει να κάνει με το γεγονός ότι υπάρχει μέσα μου κάτι το ανικανοποίητο, σαν να μη με ικανοποιούν τα πράγματα όταν αρχίζω να νιώθω οικειότητα μαζί τους. Μάλλον αυτός είναι και ο λόγος που άργησα να γράψω. Από την άλλη όμως μπορώ να ισχυριστώ ότι αυτή η καθυστέρηση αποδείχθηκε ουσιώδους σημασίας για εμένα. Μου έδωσε την ασφάλεια που χρειαζόμουν ώστε να αντιμετωπίζω τις καταστάσεις με περισσότερη οργάνωση και ηρεμία από ό,τι το προηγούμενο καθεστώς της άγνοιας. Ακόμα και άμα πρέπει να γκρεμίσω το παλιό και να φτιάξω, με τα ίδια υλικά, κάτι νέο.

 

-Στην «Ηχώ των πουλιών», όπως και στα προηγούμενα έργα σας, επικεντρώνεστε στη δύναμη των λέξεων και τον πολύπλευρο και πρωτότυπο χειρισμό τους. Υπάρχει ρεαλισμός, πλοκή, ιστορία, ένα μίνιμουμ πληροφορίας αλλά ο βασικός καμβάς σας εκεί βρίσκεται, στη γλώσσα. Με αυτήν πορεύεστε, επινοείτε, παίζετε, αυτή είναι ο μπούσουλας, το κατ’ εξοχήν εργαλείο σας, από αυτήν ορμώμενος στήνετε την αφήγηση. Σωστά;

Σωστά. Για εμένα η γλώσσα είναι ένα εργαλείο δημιουργίας. Κυρίως μέσω αυτής επεξεργάζομαι τα δεδομένα μου, καταστρώνω τα σχέδιά μου, καθορίζω τους σκοπούς μου. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι η πλοκή, η ιστορία, η πληροφορία, οι χαρακτήρες πρέπει να μένουν στο περιθώριο, ότι δεν έχουν την ίδια αξία. Το πώς θα κατανείμει κανείς όλα αυτά είναι μια βασική απόφαση, τελείως όμως προσωπική. Ο κάθε συγγραφέας ξέρει ποια είναι τα εργαλεία του και πώς θα τα χρησιμοποιήσει για να τα καταφέρει.

 

-Στη συνείδηση του αφηγητή, και σε συμπόρευση με τον τίτλο (Η ηχώ των πουλιών), τα πουλιά και πιο συγκεκριμένα ένα καναρίνι φαίνεται να παίζουν σημαίνοντα ρόλο. Τι θα λέγατε ότι αντιπροσωπεύουν;

Η συνείδηση του αφηγητή βρίσκεται πάντοτε στο προσκήνιο του βιβλίου. Χάρη σε αυτήν ο αφηγητής ατενίζει, χρησιμοποιώντας την ως ένα αντεστραμμένο καλειδοσκόπιο, τον κόσμο που ο ίδιος κάποτε κατακερμάτισε. Πίστευε ότι μόλις η μνήμη έχανε τη συνοχή της, η δουλειά της λήθης θα γινόταν ανώδυνη. Όμως κάτι τέτοιο είναι σχεδόν αδύνατο να συμβεί, μάλλον η ζωή κάθε ανθρώπου δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από βαθιά θαμμένες αναμνήσεις που κάποτε θα βγουν στο φως για να συνδεθούν ξανά μαζί σου· ένα πραγματικό μαρτύριο αλλά παράλληλα και λύτρωση μαζί. Επιστρέφω λοιπόν στην ερώτησή σας. Τα πουλιά στην «Ηχώ των πουλιών» αντιπροσωπεύουν τη μνήμη. Μια μνήμη που με τα ανοιχτά φτερά της πετά προς το μέρος του για να τον βοηθήσει να μαζέψει τα κομμάτια αυτού του κατακερματισμένου κόσμου και να έρθει σε επαφή με το παρελθόν του. Να ορίσει, έτσι, την ταυτότητά του και να προχωρήσει στο μέλλον.

 

 

 

 

-Εκτός από το απόσπασμα από τον Άγγελο της Πείνας της Χέρτα Μίλερ σε θέση προμετωπίδας, σε πολλά σημεία του κειμένου σας παρεισφρέουν αποσπάσματα από βιβλία του Μορίς Μπλανσό, του Ρομπέρτο Μπολάνιο, του T.S. Eliot, του W.G. Sebald, και άλλων. Γιατί τα επιλέξατε και πώς θα χαρακτηρίζατε τη σχέση τους με το έργο σας;

Όταν αποφάσισα να γράψω την «Ηχώ των πουλιών» ήθελα στο βιβλίο, παρά τη μικρή του έκταση, να υπάρχει πολυφωνία. Πίστευα ότι έτσι, κάθε ίχνος μνήμης που είχε καταγραφεί στη ζωή του αφηγητή θα είχε καίρια επίδραση επάνω του και θα τον βοηθούσε να απαλλαγεί από τη μονοδιάστατη αντίληψη του εαυτού του και, κατά προέκταση, του κόσμου που είχε μέχρι τότε. Τελικά τα πράγματα δεν ήταν τόσο εύκολα όσο φανταζόμουν στην αρχή, δεν έβρισκα τρόπο να κάνω αυτές τις φωνές να διατηρήσουν την αυτοτέλειά τους αλλά την ίδια στιγμή να παραμείνουν όσο το δυνατόν πιο κοντά στην αυθεντική φωνή του αφηγητή. Κάποια στιγμή που αμφιταλαντευόμουν αν έπρεπε να τα παρατήσω και δοκιμάσω μια διαφορετική προσέγγιση, περισσότερο για παιχνίδι, χρησιμοποίησα ένα απόσπασμα του Emmanuel Levinas και ένα του W.G. Sebald μέσα στο κείμενο. Έμοιαζαν με κραυγή σε ξέφωτο, με ψίθυρο σε εγκαταλελειμμένο σπίτι, αποκάλυπταν πτυχές της αλήθειας του αφηγητή, άλλοτε όμορφες και άλλοτε ανελέητες, που μέχρι τότε έμεναν πεισματικά κρυφές. Αυτή ήταν η στιγμή που έκρινε τα πάντα. Που αποφάσισα να δώσω, σε συγκεκριμένες στιγμές, τον πλήρη έλεγχο σε εκείνους που ξέρουν πώς να φτάσουν στα ανεξιχνίαστα βάθη της ανθρώπινης ύπαρξης και μετατρέψουν την καταστροφή, σε δημιουργία.

 

-Συχνά, σε θέση υποσημείωσης παραθέτετε ένα δεύτερο κείμενο, αυτό το δεύτερο κείμενο, όμως, ενώ επέχει θέση επεξήγησης, δεν διαφέρει αισθητά από τον βασικό κορμό της αφήγησης· θα μπορούσε κατά μία έννοια να ενσωματωθεί σ’ αυτήν, χωρίς να διασπάσει το νόημα ή να διαταράξει το ύφος και τον ρυθμό της. Τι είναι αυτό που θέλετε να τονίσετε μέσα από αυτή τη διάταξη;

Στην πλειονότητά τους, οι υποσημειώσεις του βιβλίου, δεν έχουν τον ρόλο της επεξήγησης αλλά σκοπεύουν και αυτές –μαζί με τα αποσπάσματα, τις παρενθέσεις, τα πλάγια γράμματα- στον εμπλουτισμό της πολυφωνίας. Όμως η δική τους λειτουργία είναι κάπως διαφορετική. Δεν αποτελούν μια ακόμα παραλλαγή του ίδιου θέματος, μια άλλη οπτική ενός ζητήματος που θα βοηθήσει στην ενεργοποίηση της μνήμης ή στην εξιχνίαση ενός ακόμα θαμμένου συναισθήματος. Οι υποσημειώσεις έρχονται στο προσκήνιο τη στιγμή που οι υπόλοιπες φωνές πυκνώνουν τόσο που αυτή η ένταση μοιάζει να αποσιωπά περισσότερα από όσα θα ήθελε να αποκαλύψει· έρχονται στο προσκήνιο, χρωματισμένες με την απαραίτητη δόση λογικής, για να ωθήσουν μία ή περισσότερες φωνές να κάνουν μια μικρή παύση ώστε το κείμενο να μπορέσει να αναπνεύσει. Λειτουργούν, θα έλεγα, ως βαλβίδες αποσυμπίεσης.

 

-Γράφετε: «Κάθε θάνατος είναι μια πράξη άθραυστη. Και με τον καιρό γίνεται μια περιουσία που αναπαύεται μέσα σου, χωρίς να μπορείς να την ξοδέψεις». Πώς το εννοείτε;

Δεν πιστεύω ότι η εξήγησή μου έχει να προσφέρει κάτι το ουσιαστικό. Ένα τέτοιο γεγονός, όπως ο θάνατος, έχει το δικό του ανυπολόγιστο βάρος για τον καθένα.

 

-Πώς θα σκιαγραφούσατε το επόμενο βήμα σας;

Η αλήθεια είναι ότι ακόμα δεν έχω καταφέρει να βγάλω από μέσα μου την «Ηχώ των πουλιών». Κάθε φορά που πάω να ξεκινήσω κάτι καινούργιο, και παρά το γεγονός ότι έχει αρχίσει να γίνεται όλο και πιο σιγανό, ακούω το ψιθύρισμά της. Έτσι, αν και έχω κάποιες ιδέες, σκέφτομαι να τις αφήσω για λίγο στην άκρη. Ίσως, αυτή τη στιγμή, είναι προτιμότερο να καθίσω σε ένα παγκάκι, κάτω από την πυκνή φυλλωσιά ενός δέντρου, και να ακούσω το τιτίβισμα των πουλιών.

 

 

 

 

Ο Θανάσης Δ. Σταμούλης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1978. Το πρώτο του μυθιστόρημα Η σκιά στο δέντρο κυκλοφόρησε το 2016 και ακολούθησε η νουβέλα Ab Ovo το 2017 και το τελευταίο του βιβλίο Η ηχώ των πουλιών το 2021. Όλα από τις Εκδόσεις Ποταμός.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top