Fractal

Πρώτη ανάγνωση

Γράφει ο Θάνος Γιαννούδης //

 

Γιώργος Βαρθαλίτης, «Τα μάτια της Ίσιδας» εκδ. Περισπωμένη, Αθήνα, 2019

 

Πολλές φορές βιαστική, άλλοτε παρελκυστική κι άδικη για την πραγματική της αξία και για το αποτύπωμα που θα αφήσει στο χρόνο, η πρώτη ανάγνωση μιας ποιητικής συλλογής εμπεριέχει πάντα ένα ρίσκο ως προς την τελική της τύχη. Αφήνοντας στην άκρη τις φορμαλιστικές του απόψεις και προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα στην επιγραμματική παρουσίαση και την αναλυτική βιβλιοκριτική, ο Θάνος Γιαννούδης επιδιώκει να μιλήσει για τις εντυπώσεις που αφήνει η ‘’πρώτη ανάγνωση’’ μιας ποιητικής συλλογής. Μια ανάγνωση ενδεχομένως ατελής και άχαρη, απαραίτητη όμως ώστε να ακολουθήσουν η δεύτερη, η τρίτη και όλες οι επόμενες…

 

(Στη δεύτερή μας κριτική στα πλαίσια της ‘’Πρώτης Ανάγνωσης’’, θα ασχοληθούμε με έναν ποιητή που αγωνίζεται σε αντίξοες συνθήκες να επανανοηματοδοτήσει την έννοια του λυρισμού. Ζώντας εκτός Αθηνών, όπως και ο Δ. Σολδάτος του προηγούμενου αφιερώματος, αλλά συμμετέχοντας πολύ περισσότερο από εκείνον στα της πνευματικής κίνησης του κέντρου, ο Γιώργος Βαρθαλίτης δημιουργεί μια συλλογή υψηλότατων λυρικών προδιαγραφών στην οποία κάνει λόγο για θεότητες, βιβλικά πρόσωπα και πολλών ειδών ‘’μύστες’’)

 

-> Ποιος είναι ο καλλιτέχνης και τι έχει δημιουργήσει ως τώρα: Φωνή προγραμματικά και προταγματικά συνεπής, ο Γιώργος Βαρθαλίτης εμφανίστηκε σε σχετικά ώριμη ηλικία στο ποιητικό γίγνεσθαι και τα τελευταία χρόνια έχει αποδειχθεί  ιδιαίτερα δημιουργικός και δραστήριος. Δίνοντας σε ετήσια πια βάση συλλογές συγκεκριμένης θεματικής και αξιέπαινης εσωτερικής συνοχής, αλλά και καταπιανόμενος με μεταφράσεις κλασικών ποιητών της ευρωπαϊκής Γραμματείας καθώς και με νέες κριτικές των κλασικών της ελληνικής γραμματείας, ο Βαρθαλίτης έχει αναδειχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης έμμετρης ποιητικής παραγωγής. Αξίζει να σημειωθεί και η ιδιαίτερη οπτική κι εκδοτική καλαισθησία των συλλογών του, πράγμα όχι και τόσο σύνηθες σήμερα, καθώς και η –σχεδόν διαρκής- εναλλαγή εκδοτικών οίκων από τους οποίους αυτές εκδίδονται.

-> Πώς δομείται η συλλογή – Ποιες θεματικές επιλέγει:  Τα ‘’Μάτια της Ίσιδας’’ αποτελούν εν μέρει συνέχιση της προσπάθειας που ο ποιητής είχε ξεκινήσει σε προηγούμενη συλλογή του να αναστήσει τα ισιακά ποιήματα προς τιμήν της Ίσιδας, Θεοτόκου του αρχαίου κόσμου, αλλά εντέλει καταφέρνουν να επεκταθούν και σε μία πολύ ευρύτερη κλίμακα, αγκαλιάζοντας αιώνες μεταφυσικής και λυρισμού σε ένα ενδιαφέρον αμάλγαμα. Ήρωες της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά και μορφές Αγίων του χριστιανικού κόσμου πρωταγωνιστούν εξίσου, δημιουργώντας εντέλει την αίσθηση πως εκείνο που ενδιαφέρει πρώτιστα το Βαρθαλίτη είναι η διατήρηση του –μεταφυσικά εξυψωμένου και ‘’καθαρού’’- λυρισμού ανόθευτου και ακέραιου, όσες μορφές, προσωπεία, εποχές και επικαιρικά συμφραζόμενα κι αν αλλάζει, καθώς η ακριβής ουσία του παραμένει ίδια κι απαράλλαχτη μέσα στις χιλιετηρίδες. Είτε εξιστορεί περιστατικά μαρτυρίου Αγίων είτε περιγράφει παραστατικά τους οβελίσκους και τα δέντρα είτε υμνεί τη Θεοτόκο και την Περσεφόνη, ο Βαρθαλίτης διατηρεί στο ακέραιο την αξιοσημείωτη ικανότητά του να εστιάζει ακριβώς στο θέμα που θέλει να αναπτύξει δίχως συνειρμούς και πλατειασμούς που στρέφουν συχνά το νόημα σε παράπλευρες κατευθύνσεις.

-> Με ποιους επικοινωνεί: Συνειδητά ο Γιώργος Βαρθαλίτης επιλέγει να αναπτύξει μέσω της συλλογής του επικοινωνία με κορυφαίες φωνές του εγχώριου λυρισμού. Συγκεκριμένοι στίχοι του συνομιλούν με αντίστοιχους του Κωστή Παλαμά και του Άγγελου Σικελιανού και φέρνουν στο νου αντηχήσεις ‘’Φλογέρας του Βασιλιά’’ και ‘’Πάσχα των Ελλήνων’’ αντίστοιχα, ενώ η επιλογή του να κλείσει τη συλλογή με το παλαιότερο ποίημα ‘’Ultima Georgica’’ αποτελεί φόρο τιμής και συνάμα κορύφωσης αυτής της γραμμής λυρισμού που εμπλουτίζει δημιουργικά την παράδοση. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν, ακόμα, ο ‘’Γελίμερ’’ που προϋποθέτει αφομοιωμένο Καβάφη μέσω του διαύλου του ύστερου Σεφέρη, αλλά και οι τερτσίνες του ως συνέχιση της γραμμής Καζαντζάκη αλλά και συνάμα ένα βήμα παραπέρα. Ως προς την προσέγγιση της καθαρής ποίησης δεν θα ήταν εκτός συζήτησης μια απόπειρα σύνδεσης με τμήμα του έργου του Γρυπάρη και του Μελαχρινού. Από τους νεότερους, τώρα, μπορεί κανείς να διακρίνει μια συνάφεια σε ορισμένα σημεία με τον Κώστα Κουτσουρέλη ως προς την ακρίβεια της έκφρασης, αλλά και με το Θεοδόση Βολκώφ στην υψηλή θεματολογία, στου οποίου το ιστολόγιο εξάλλου πρωτοδημοσιεύτηκε τμήμα του έργου, ενώ παράλληλα ο ποιητής του αφιερώνει και το ποίημα που εκκινεί τη συλλογή.

 

Γιώργος Βαρθαλίτης

 

-> Ύφος συλλογής:  Ελάχιστοι σημερινοί δημιουργοί θα μπορούσαν να καυχηθούν πως έχουν δομήσει ένα ύφος τόσο χαρακτηριστικό όπως έχει κατορθώσει να δημιουργήσει ο Γιώργος Βαρθαλίτης. Στα ‘’Μάτια της Ίσιδας’’ αφήνει να διαβούν ήρωες και προφήτες, όχι νεκραναστημένοι ή στα ερείπια της πτώσης τους, αλλά ακριβώς εν τω ιστορικό γίγνεσθαι κι ακριβώς τη στιγμή της δημιουργίας ή του μαρτυρίου τους που δρα εξακολουθητικά μέσα στο ποτάμι του χρόνου, εμπνέοντας τους συνεχιστές του αγώνα για το απόλυτο. Γνωρίζοντας καλά τον ίαμβο και με ορισμένους τροχαίους, αναπαίστους και τον σπανιότατο στη νέα ελληνική δάκτυλο που ανανεώνουν το κλίμα, αποδεικνύει περίτρανα πόσο δυνατός τεχνίτης και κάτοχος του μέτρου και της πλούσιας κι ανατρεπτικής ρίμας είναι. Μπαλάντες, παντούμ, τερτσίνες και πολλαπλών ειδών έμμετρες στροφές ή δίστιχα, αποτυπώνουν παραστατικότατα έναν κόσμο που στέκεται σαν ηλιοφώτιστο άγαλμα, πάντοτε στην ύψιστη λυρικά στιγμή του, πάντοτε με περιγραφές όσο το δυνατόν πιο ακριβείς και πάντοτε στους εντονότερους δυνατούς τόνους.

-> Αρνητικά σημεία:  Ο αγώνας για το άγαλμα που και ο Παλαμάς ‘’αγωνίστηκε να πλάσει’’ δεν είναι, βέβαια, άμοιρος συγκεκριμένων συνεπειών που αξίζει να αναφερθούν. Ορισμένες φορές, οπότε, ο –σε κάθε περίπτωση έντιμος και σαφέστατα εκπεφρασμένος- αγώνας του Βαρθαλίτη για τη λυρική τελειότητα δημιουργεί την εντύπωση μιας δευτερογενούς επαφής με τα γεγονότα, μέσω δηλαδή της μεσολάβησης ιερών βιβλίων ή ‘’ιερών τεράτων’’ της ποίησης, παρά τον μεγάλο αγώνα του δημιουργού να αναπαραστήσει τα πάντα εξαρχής. Ακόμα, η μη επαφή του σημερινού αναγνωστικού κοινού με τους μύθους και τα πρότυπα του Βαρθαλίτη και η προσπάθειά του να ξαναζωντανέψει τεχνητά έναν νεκρό τύπο λατρευτικής τέχνης ενέχουν τον κίνδυνο να θεωρηθεί μια τέτοια ποίηση ελιτίστικη, εγκεφαλική ή απευθυνόμενη σε λίγους, αν και ομολογουμένως ο Κορίνθιος ποιητής ξανασυστήνει με τον απλούστερο δυνατό τρόπο κάθε φορά το λυρισμό, σα να ανακαλύπτει μαζί με τη γενιά του εξαρχής τον κόσμο της παράδοσης, πάντοτε αγωνιζόμενος να αποτινάξει το –εμφανέστατο- στίγμα του επιγονισμού.

 

-> Στίχοι που ξεχωρίζουμε:

 

->‘’Φριχτό δεν ήμουν πάντα τέρας,

πλάστηκα αρχάγγελος φωτός,

μα θέλησ’ όλων ο πατέρας

να σέρνομαι φολιδωτός.

 

Δεν υποτάχτηκα στο νόμο

και σε σατράπη προσταγή,

ποτέ δεν έσκυψα τον ώμο

καθώς αυτοί που τρέφει η γη.

 

Κι αν στου Ταρτάρου τους χειμώνες

γκρεμίστηκα απ’ τους ουρανούς,

στου Παραδείσου τους λειμώνες

μ’ ανέβασε ο τρανός μου νους.’’ – ‘’Όφις ή μονόλογος ενός φιδιού’’

 

->’’Πια το Σωτήρα μου θωρώ σαν ήλιο-

λάμπει το στέμμα του τ’ αγκαθερό-

χλωμό του Καίσαρα σβει το βασίλειο,

κουφάρι είν’ άθαφτον από καιρό.

 

Πότισα μάρτυρες εγώ κουράγιο

σε σε ν’ ανέβουνε ψηλά, ουρανέ,

έσταξα σ’ άρρωστους το λάδι τ’ άγιο

και δεν σε σκιάχτηκα, Διοκλητιανέ!

 

Ντύνει το σώμα μου άφθαρτη ρώμη,

άσπρο το δέρμα μου λάμπει ξανά-

μες στην εφτάλοφην, ένδοξη Ρώμη

νικήθη ο Τύραννος παντοτινά.’’ – ‘’Το τραγούδι του Άγιου Σεβαστιανού’’

 

->‘’Πηγή φωτός ακένωτη και τώρα

ποια πόλη κρυσταλλένια περιχύνεις,

καθώς κυλούν εκεί τα τροχοφόρα,

 

μ’ απ’ όλους δυνατότερην εκείνης

λάμψη τους δυνατότερους λαμπτήρες,

ήλιε μου νοητέ δικαιοσύνης

 

και πάμφωτή μου μοίρα μες στις μοίρες;’’ – ‘’Τερτσίνες στον Ήλιο’’

 

‘’Φοινικιές σάς γνέφαν πρώτα

κι αύρες σάς σκορπίζαν μύρα-

τώρα σας ζαλίζουν φώτα

κι αυτοκίνητα τριγύρα,

 

οβελίσκοι μου, οβελίσκοι,

που μακριά από τους πυλώνες

του εαυτού σας γίνατ’ ίσκιοι

στων αιώνων τους αιώνες’’ – ‘’Οβελίσκοι’’

 

->Αγαπημένο μας ποίημα:

‘’Γελίμερ’’

 

Σαν τον Γελίμερ φουκαριάρη

παρέδωσαν στον Βελισσάρη

(τον βασιλέα τον μεγάλον

των τρυφηλότατων Βανδάλων)

 

στης δύναμής του τη συντέλεια

εκείνος το ‘βαλε στα γέλια,

γιατί για γέλια, νόμισε, είναι

τ’ ανθρώπινα (άκουστο και κρίνε!).

 

Για τούτο μη μεμψιμοιρείτε,

είτε καλά σας έρχονται είτε

τα πράγματα άσχημα, μα ελάτε

γελάτε, φίλοι μου γελάτε!

 

->Γενική αποτίμηση: Τα ‘’Μάτια της Ίσιδας’’ σαφέστατα και δεν έχουν καταφέρει να φτάσουν το παλαμικό και το σικελιανικό τους πρότυπο, αποτελούν όμως αναμφίβολα την πιο αξιέπαινη προσπάθεια να αγγιχθούν αυτά τα ύψη που έχει κατατεθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Με τις απολαυστικές περιγραφές του, την πλούσια εικονοποιία του, τα πολύμορφα μέτρα, την εσωτερική συνοχή των ποιημάτων, αλλά και την συνειδητή προσπάθεια να ενώσει ιδεολογήματα, θρησκείες κι εποχές σε μια ανίκητη από το χρόνο κι αενάως βλασταίνουσα λυρική γραμμή, ο Γιώργος Βαρθαλίτης έχει καταφέρει να σμιλεύσει αγάλματα που δεν στέκουν ακίνητα στο μουσείο, αλλά χαμογελούν και καταφάσκουν προς τη ζωή και τη δράση. Αγάλματα και συνακόλουθα ποιήματα που μάλλον απευθύνονται σε πιο ‘’μύστες’’ και ‘’μυημένους’’ κι όχι στον ευρύ λαό, αλλά σε κάθε περίπτωση αποτελούν την ωριμότερη ως τώρα ποιητική καταγραφή του.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top