Fractal

Μνημονεύοντας ένα από τ’ αναρίθμητα εργοστάσια παραγωγής πόνου

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

 

 

 

 

Colson Whitehead, «Τα αγόρια του Νίκελ». Μετάφραση: Μυρσίνη Γκανά. Εκδόσεις  Ίκαρος. Αθήνα, 2020

 

‘Τα αγόρια του Νίκελ’ (The Nickel Boys, 2019) του Κόλσον Γουάιτχεντ  (Colson Whitehead, 1969-) αποτελεί κατά κάποιο τρόπο την συνέχεια του στιβαρού μυθιστορήματος ‘Ο υπόγειος σιδηρόδρομος’ (The Underground Railroad) που δημοσιεύτηκε το 2016. Βασισμένο στην ύπαρξη και λειτουργία ενός βάναυσου αναμορφωτήριου της Φλόριντα, το καινούργιο ετούτο  μυθιστόρημα του Νεοϋορκέζου συγγραφέα αποδεικνύει παραστατικά τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί εδώ και καιρό ο ρατσισμός στην Αμερική ως μια συστηματοποιημένη και καθιερωμένη διαδικασία.  Στις τελευταίες σελίδες του μυθιστορήματος, η Μίλι, η  νέα σύντροφος του κύριου χαρακτήρα, ενθυμείται πόσο δύσκολο ήταν να σκύβεις για νερό σ’ έναν ψύκτη μόνο για έγχρωμους όταν επισκεπτόταν συγγενείς της στη Βιρτζίνια, κι’ ακόμα, «… την τεράστια προσπάθεια των λευκών ανθρώπων να τους λιώσουν… να στέκεται στη γωνία προσπαθώντας να βρει ταξί, μια συνηθισμένη περίπτωση που ξεχνούσε πέντε λεπτά αργότερα, γιατί αν δεν την ξεχνούσε, θα τρελαινόταν… ή άλλο ένα αγόρι νεκρό από χέρι μπάτσου…». Το να τοποθετείς τους μαύρους στο πίσω μέρος του λεωφορείου, να τους υποχρεώνεις να παραμερίζουν όταν σε συναντούν στο δρόμο, ή να έχεις την απαίτηση να κάθεσαι πάντα στις καλύτερες θέσεις του κινηματογράφου επειδή είσαι λευκός, ήταν κάτι το συνηθισμένο εκείνα τα χρόνια που δέσποζαν οι νόμοι του Τζιμ Κρόου. Αυτά τα προνόμια των λευκών φυσικά περνώντας τα χρόνια χάνονται ολοένα και περισσότερο από τη ζωντανή μνήμη, παρά το γεγονός ότι σε πολλές Πολιτείες των ΗΠΑ το ζήτημα του φυλετικού διαχωρισμού αντιμετωπίζεται και σήμερα σαν να αποτελεί γεγονός  πολύ μακρυνό. Ο συγγραφέας, εν προκειμένω, δίνει το όνομα ‘Έλγουντ’ στον κύριο πρωταγωνιστή του βιβλίου του, ίσως σαν μια ανάμνηση του λυντσαρίσματος που έγινε το 1935, με θύμα τον Έλγουντ Χίγκινμποθαμ (Elwood Higginbotham), στο Όξφορντ του Μισισιπή. Ο Έλγουντ Χίγκινμποθαμ απήχθη συγκεκριμένα από την φυλακή της κομητείας Λαφαγιέτ και λυντσαρίστηκε κοντά στην  περιοχή  «Three Way», βόρεια του Όξφορντ, στις 17 Σεπτεμβρίου 1935. Ο σερίφης S. T. Lyles είχε τοποθετήσει μόνο τρεις φρουρούς γύρω από το κελί του Χίγκινμποθαμ για προστασία, κάτι που αποδείχτηκε ανεπαρκές. Αιτία ήταν η διαμάχη του με έναν λευκό γείτονα, τον Γκλεν Ρόμπερτς.

Ο Έλγουντ Κέρτις, στο βιβλίο που αναφερόμαστε,  μεγαλώνει την εποχή του ‘Brown v Board of Education’, ακούγοντας τις ομιλίες του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και απορροφώντας κάθε του λέξη και φράση. Η ‘Brown v Board of Education’ (1954), για την ιστορία, ήταν μια απόφαση ορόσημο και σταθμός  του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ κατά την οποία ‘οι νόμοι των ΗΠΑ που θεσπίζουν φυλετικό διαχωρισμό στα δημόσια σχολεία είναι αντισυνταγματικοί’, αφού έρχονταν σε αντίθεση με τη Ρήτρα Ίσης Προστασίας της Δέκατης Τέταρτης Τροποποίησης του Συντάγματος των ΗΠΑ. Η υπόθεση ξεκίνησε το 1951 όταν οι αρχές στη συνοικία Τοπέκα του Κάνσας αρνήθηκαν να εγγράψουν την κόρη του ντόπιου μαύρου κάτοικου Όλιβερ Μπράουν στο σχολείο που βρισκόταν κοντύτερα στο σπίτι τους, και αντ’ αυτού πρότειναν να παίρνει το  λεωφορείο για να μεταβαίνει σε ένα δημοτικό σχολείο αποκλειστικά για μαύρους που βρισκόταν φυσικά πιο μακρυά.

Η γιαγιά του Έλγουντ, Χάριετ Τζόνσον, ήταν εκείνη που τον μεγάλωνε και η οποία σύμφωνα με τον Γουάιτχεντ έκανε τα πάντα στη ζωή της με μανιώδη τρόπο. «… Είχε  μια ματσέτα για ζαχαροκάλαμα κάτω από το μαξιλάρι της για να αντιμετωπίσει τυχόν εισβολείς και ο Έλγουντ δυσκολευόταν να σκεφτεί πως η ηλικιωμένη γυναίκα φοβόταν οτιδήποτε. Όμως ο φόβος ήταν το καύσιμο της…», λέει ο Γουάιτχεντ σε λίγες αλλά περιεκτικές γραμμές. Ο Έλγουντ εργάζεται σκληρά και παίρνει καλούς βαθμούς, προσελκύοντας την προσοχή ενός νέου δασκάλου στο σχολείο του, του κυρίου Χιλ, ο οποίος είναι επίσης ακτιβιστής των πολιτικών δικαιωμάτων και ο οποίος τον προορίζει να παρακολουθήσει δωρεάν μαθήματα σε ένα κολέγιο για έγχρωμους, νότια του Ταλαχάσι. Κάνοντας ωτοστόπ για εκείνο τον προορισμό, ο Έλγουντ επιλέγει για κακή του τύχη τον λάθος οδηγό από τον οποίο θα δεχτεί την προσφορά: Αλλά, «Όταν ο Ρόντνεϊ του έσφιξε το χέρι, τα δαχτυλίδια του τσίμπησαν τον Έλγουντ και τον έκαναν να μορφάσει». Ο Ρόντνεϊ είναι σεσημασμένος κλέφτης αυτοκινήτων και σύντομα η  αστυνομία τους σταματά. Και μέσα από αυτό το μικρό σφάλμα κρίσης, η ζωή του Έλγουντ αλλάζει όταν στέλνεται με δικαστική απόφαση σε ένα αναμορφωτήριο, κυριολεκτικό κολαστήριο, που ακούει στο όνομα Νίκελ. Εκεί τίθεται υπό την άγρυπνη επιτήρηση και κυριαρχία του Μέιναρντ Σπένσερ, «ο οποίος κινούνταν με τόσο μελετημένο τρόπο, που θα έλεγες ότι είχε κάνει πρόβα τα πάντα μπροστά σε καθρέφτη… Ο Σπένσερ ήταν σχολαστικός με τη σκούρα μπλε στολή του Νίκελ. Κάθε τσάκιση στα ρούχα του έμοιαζε ικανή να σε κόψει, σαν ο ίδιος να ήταν μια ζωντανή λεπίδα».

 

Colson Whitehead

 

Σύμφωνα με τις τρεις σελίδες των ‘Ευχαριστιών’ του Κόλσον Γουάιτχεντ, στο τέλος του βιβλίου,  το μυθιστόρημα ‘The Nickel Boys’ ήταν εμπνευσμένο από την αληθινή ιστορία του Σχολείου Αρρένων Άρθουρ Τζ. Ντόζιερ στην μικρή πόλη Μαριάννα, της Φλόριντα. Μετά από πολυάριθμες αναφορές και τέλος έρευνα, συμπεριλαμβανομένης της ανασκαφής πολλών τάφων χωρίς συγκεκριμένη σήμανση από μια ομάδα φοιτητών αρχαιολογίας το 2012, διαπιστώθηκε πως περίπου ογδόντα ένα  αγόρια είχαν πεθάνει εκεί. Το σχολείο Ντόζιερ έκλεισε τις πόρτες του το 2011 και πολλοί από τους πρώην κρατούμενους του βρίσκονται ακόμα στην έβδομη δεκαετία της ζωής  τους. Παρ’ όλο που ο Γουάιτχεντ είναι ξεκάθαρος ότι στο βιβλίο του οι χαρακτήρες και οι ιστορίες τους είναι προϊόν μυθοπλασίας, εν τούτοις παρέμεινε πιστός σε πολλές από τις λεπτομέρειες του καθεστώτος που επικρατούσε εκεί, όπως για παράδειγμα στους βάναυσους νυχτερινούς ξυλοδαρμούς, κατά τους οποίους τα αγόρια αρπάζονταν από τα κρεβάτια τους και οδηγούνταν σε ένα μέρος που ονομαζόταν   ‘Λευκός Οίκος’ και στις δολοφονίες. Σε πολλές περιπτώσεις οι περιγραφές των βιαιοτήτων είναι αξιοσημείωτα υποτιμημένες, αλλά σε κάποιες με περισσότερες λεπτομέρειες και εντονότερες. Ο Γουάιτχεντ με τον τρόπο του, αποδεικνύει πώς ο ρατσισμός στην Αμερική αποσκοπεί, πέραν των άλλων γνωστών, και στον πλουτισμό μιας ομάδας σε βάρος μιας άλλης. Ο ρατσισμός και η υπεροχή των λευκών, γι’ αυτόν, είναι οι ιδεολογίες που στηρίζουν την οικονομική εκμετάλλευση των μαύρων, από τη στιγμή που τους δόθηκε νομική ισχύς με τους γνωστούς ρατσιστικούς νόμους του Τζιμ Κρόου. Αυτοί οι νόμοι έθεσαν απεριόριστη εξουσία στα χέρια ακόμα και των απλών λευκών ανθρώπων. Έτσι, και αυτοί επένδυσαν αρκετά στη διατήρηση του συστήματος, αφού ωφελούνταν επίσης από αυτό, όπως  βεβαίως και  σε σχολεία, όπως το αναμορφωτήριο Νίκελ.

Ο καλύτερος φίλος του Έλγουντ  στο Νίκελ, είναι ο Τέρνερ, ο οποίος φαίνεται να έχει μάθει την πραγματικότητα της επιβίωσης πιο γρήγορα από τους περισσότερους. Είναι επιδέξιος, πονηρός και ευγενικός, ένα αγόρι που ίσως να απολάμβανε την ελεύθερη περιπέτεια αν δεν είχε γεννηθεί μαύρο. Δεν ενδιαφέρεται για τις ιδέες του Δρ. Κινγκ όσον αφορά τον τρόπο λειτουργίας του κόσμου. Αντιθέτως, έχει τις δικές του ξεκάθαρες απόψεις και το σπουδαιότερο πώς μπορεί να εξυπηρετήσει τις προσωπικές του ανάγκες μέσα σ’ αυτόν. Στο Νίκελ τα αγόρια υποτίθεται ότι μπορούν να προωθήσουν την ημερομηνία απελευθέρωσής τους με την καλή συμπεριφορά, αλλά κανείς δεν γνωρίζει πραγματικά πώς λειτουργεί το σύστημα των πλεονεκτημάτων και των μειονεκτημάτων. Με τη βοήθεια του Τέρνερ, ο Έλγουντ καταλαβαίνει ότι το μόνο που έχει πραγματικά σημασία είναι οι ιδιοτροπίες του υπεύθυνου λευκού. Το Νίκελ είναι μικρόκοσμος ενός διεφθαρμένου κόσμου, στον οποίο το κράτος δικαίου δεν έχει νόημα και οι πραγματικοί νόμοι είναι εν πολλοίς άγραφοι.

Στον αμερικανικό Νότο, γράφει ο Γουάιτχεντ, τόσο για τους μαύρους όσο και για τους λευκούς, οι αναμνήσεις και η αναμονή της δικαιοσύνης, έστω αναδρομικά, συνεχίζονται. Ίσως κατά βάση να υιοθετεί την άποψη του ιστορικού Γιόσεφ Χαγίμ Γιερουσάλμι (1932-2009) ότι το αντίθετο της λήθης δεν είναι απλώς η ανάμνηση, αλλά η δικαιοσύνη. Ο Κόλσον Γουάιτχεντ είναι ένας από τους πιο ευέλικτους και ταλαντούχους αφηγητές σήμερα. Κέρδισε επίσης το Βραβείο Πούλιτζερ και το Εθνικό Βραβείο Βιβλίου (National Book Award) για το μυθιστόρημά του ‘Ο υπόγειος σιδηρόδρομος’ (2016). ‘Τα αγόρια του Νίκελ’ είναι το έβδομο μυθιστόρημά του και ξεσκεπάζει τη συγκλονιστική ιστορία δύο μαύρων εφήβων αγοριών που προσπαθούν να επιβιώσουν από τη φρίκη ενός απάνθρωπου σχολείου-αναμορφωτηρίου  της εποχής του  Τζιμ Κρόου.  Παρά το γεγονός όμως ότι η συντριπτική πλειοψηφία εκφράστηκε με καλά λόγια γι’ αυτό, υπήρξαν και άλλες απόψεις. Αναμφίβολα το βιβλίο αποκαλύπτει τις κρυφές θηριωδίες του σχολείου Νίκελ, ανασκάπτοντας  ένα βαρύ παρελθόν και ταυτόχρονα σκιαγραφεί τον τρόπο και τη διαδικασία με την οποία οι Αμερικανοί υπονομεύουν, διαστρεβλώνουν, κρύβουν ή διαγράφουν την ιστορία τους. Συνηθισμένη γλώσσα για τους συγκεκριμένους πρωταγωνιστές, η οποία  αφήνει τις ιστορίες να μιλήσουν από μόνες τους με λίγες σκηνές βίας αφού τα περισσότερα σοβαρά γεγονότα συμβαίνουν εκτός σκηνής. Ο Έλγουντ είναι στην πραγματικότητα τόσο αδρανής, διακριτικός που δύσκολα γίνεται πιστευτός ως κύριος χαρακτήρας.  Αντ’ αυτού, ο συγγραφέας επιλέγει μια περιγραφή η οποία περιστρέφεται γύρω από τον γραφειοκρατικό μηχανισμό της διοίκησης του αναμορφωτηρίου. Δεδομένου όμως ότι το μυθιστόρημα βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, είναι κάπως δύσκολο για τον συγγραφέα του να ξεφύγει από αυτό. Παρ’ όλα αυτά όμως δεν παύει, όπως και τα άλλα ανάλογα μυθιστορήματα, να ζωγραφίζει την αφροαμερικανική εμπειρία με τα πιο ζοφερά χρώματα μέσα σ’ ένα αναμορφωτήριο, ένα μέρος από τα εκατοντάδες που βρίσκονταν διασκορπισμένα σε όλη τη χώρα  «εργοστάσια παραγωγής πόνου»!

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top