Fractal

✔ Εύα Στάμου: «Νομίζω ότι μόνο έτσι αξίζει να μιλά κανείς για δύσκολα θέματα, χωρίς κραυγές, δίχως περιττή συναισθηματολογία και διδακτισμό»

Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα //

 

 

«Πιστεύω ότι ρόλος του λογοτέχνη είναι να βοηθά τον αναγνώστη να κατανοήσει τις αθέατες όψεις της πραγματικότητας». Υποστηρίζει η συγγραφέας και ψυχολόγος Εύα Στάμου και αυτό κάνει. Κάθε βιβλίο της αποδεικνύεται, όσον αφορά τη ζωή και την ψυχολογία των ηρώων της τόσο αποκαλυπτικό. Τα τελευταία διηγήματά της που κυκλοφόρησαν πρόσφατα από τον Αρμό με τίτλο «Η επίσκεψη» αποτελούν ένα μεγεθυντικό φακό σε ό,τι κρυφό.

«Για μένα το διήγημα αποτελεί πάντα ένα συγγραφικό στοίχημα που εύχομαι να έχω κερδίσει και σε αυτή την περίσταση.» Θα πει η συγγραφέας γι’ αυτό το δύσκολο συγγραφικό είδος. Και όσο για την ιδιαίτερη ικανότητά της να μιλά χαμηλότονα για δύσκολα θέματα, θα εξηγήσει:

«Νομίζω ότι μόνο έτσι αξίζει να μιλά κανείς για δύσκολα θέματα, χωρίς κραυγές, δίχως περιττή συναισθηματολογία και διδακτισμό. Οτιδήποτε άλλο έχω την εντύπωση ότι προσβάλλει τους ανθρώπους που πραγματικά υποφέρουν, είναι λοιπόν αφενός θέμα συγγραφικής τεχνικής ώστε να παράγω ένα πιο δυνατό λογοτεχνικό αποτέλεσμα, και αφετέρου θέμα σεβασμού για το κάθε πρόσωπο στην ιδιαιτερότητά του. Άλλωστε, με τις ιστορίες μου επιδιώκω όχι μόνο να εγείρω το συναίσθημα του αναγνώστη, αλλά και τον στοχασμό του πάνω σε καίρια ζητήματα.»

Μιλώντας στο fractal για το καινούργιο βιβλίο της η Εύα Στάμου τίποτε από τα δύσκολα της ζωής δεν αφήνει κρυφό: γυναικοκτονίες, οικονομική κρίση, πανδημία, εγκλεισμός, σχέσεις μητέρας – κόρης, ακόμα και το προσφυγικό, όλα θα μπουν στο μικροσκόπιο. Η Εύα Στάμου για τ’ ανεξήγητα της ζωής είναι ένας θησαυρός.

 

 

-«Η επίσκεψη», «Η εκδρομή», «Ελιγμός», «Εθισμός», «Τα κορίτσια που γελούν», «Μεσημβρινές συνευρέσεις», «Ντεκαφεϊνέ», συχνά μονολεκτικοί οι τίτλοι των βιβλίων σας, συχνά και εξαπατητικοί, γιατί μου φαίνονται σαν τη μεταξωτή κλωστή που είναι τυλιγμένη σε βόμβα

Αυτή η εξαπάτηση, στην οποία αναφέρεστε, τουλάχιστον μέχρι να αποκαλυφθεί η αλήθεια του κάθε ήρωα, είναι ένας άγραφος κανόνας που κάνει πιο ενδιαφέρουσα την εμπειρία της λογοτεχνικής ανάγνωσης. Αρκετά από τα διηγήματά μου σε αυτό αλλά και στα προηγούμενα βιβλία μου στηρίζονται στο γεγονός ότι τα πράγματα έχουν περισσότερες από μία όψεις, κι ας μην είναι πάντα εύκολο να το αντιληφθούμε. Πιστεύω ότι ρόλος του λογοτέχνη είναι να βοηθά τον αναγνώστη να κατανοήσει τις αθέατες όψεις της πραγματικότητας. Στη συλλογή μου μιλάω–άλλοτε σε πρώτο και άλλοτε σε τρίτο πρόσωπο–για καθημερινούς ανθρώπους που μπορεί να μην έχουν εξουσία αλλά σίγουρα δεν είναι απλοί· αντίθετα ο ψυχισμός τους είναι περίπλοκος και παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον ως χαρακτήρες ακόμα και αν είναι πρόσφυγες ή βιοπαλαιστές που κινούνται στο περιθώριο της ζωής.

 

-«Είχε καταλάβει σε νεαρή ηλικία ότι η ζωή δεν ήταν παρά μια σειρά από απώλειες. Πριν βυθιστείς στην ανυπαρξία έχανες σταδιακά όλα όσα είχες αγαπήσει, όχι μόνο ανθρώπους που είχαν καθορίσει το είναι σου, μα και ταλέντα, δυνάμεις, δεξιότητες, κάποιες φορές ακόμα και την ίδια σου τη μνήμη – στην περίπτωση αυτή έφευγες από τον κόσμο χωρίς να μπορείς να ξαναπαίξεις στο μυαλό σκηνές από την ταινία της ζωής σου». Κυρία Στάμου, πόσο εφικτό είναι μετά από αυτή τη σκληρή αλλά αληθινή διαπίστωση να συνεχίσεις κάπως αμέριμνος τη ζωή σου; Δηλαδή η επίγνωση σε δυναμώνει ή σε αποδυναμώνει; Γίνεται κανείς να περάσει αβρόχοις ποσί από αυτή τη ζωή; Χωρίς να πονέσει, δίχως να κινδυνέψει…

Η επίγνωση πάντα σε ενδυναμώνει, η αλήθεια μόνο να μας ωφελήσει μπορεί ακόμα και όταν την κατακτάμε με τρόπο επώδυνο και δύσκολο. Είναι γεγονός ότι όσο μεγαλώνουμε βιώνουμε απώλειες σε όλους τους τομείς, αποχωριζόμαστε τους αγαπημένους μας, χάνουμε σταδιακά τη δύναμη, την υγεία, την ομορφιά μας. Κερδίζουμε ωστόσο σε ωριμότητα και, ιδεωδώς, σοφία, ανακαλύπτουμε με ποιους τρόπους λειτουργούν οι σχέσεις, αποκτούμε αυτογνωσία. Δεν είναι λοιπόν όλα αρνητικά αφού από πνευματική και συναισθηματική άποψη το γήρας μπορεί να είναι αναπτυξιακό.

Δεν γίνεται να περάσει κάποιος από τη ζωή χωρίς να πονέσει, δεν μπορούμε να προστατεύσουμε τον εαυτό μας και τους αγαπημένους μας από την ματαίωση των προσδοκιών, την απόρριψη, ή την απώλεια. Νομίζω ότι το καλύτερο είναι να προσπαθήσουμε να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα οπλισμένοι με στοχασμό και όπου είναι εφικτό με χιούμορ. Η συνειδητοποίηση ότι δεν είμαστε μόνοι, το μοίρασμα των εμπειριών με τους φίλους και τους αγαπημένους μας, βοηθάει να απολαμβάνουμε τις όμορφες στιγμές και να αντέχουμε τις δύσκολες.

 

-Κάθε διήγημα του βιβλίου σας είναι αφορμή για μια ολόκληρη συνέντευξη, θα προσπαθήσω να παραμείνω στα εντελώς βασικά. «Γλυκές γεύσεις», το πρώτο διήγημα του βιβλίου, και πάλι οξύμωρος τίτλος, ρώσικη ρουλέτα με τη μάνα; Αλήθεια κυρία Στάμου, απελευθερώνεται ποτέ μια κόρη από την μάνα;

Σε μια χώρα όπως η Ελλάδα που οι γονείς αντιμετωπίζουν συχνά τα παιδιά ως προέκταση τους και ορισμένοι μάλιστα θεωρούν πως ο κύριος λόγος που φέρνεις στον κόσμο ένα παιδί είναι για να εξυπηρετεί τις ανάγκες σου, πιστεύω ότι αρκετοί αναγνώστες θα βρουν στοιχεία που θα τους αγγίξουν σε αυτή την ιστορία. Δεν είναι εύκολο να απαγκιστρωθούμε από τους γονείς μας ακόμα και αν έχει αποδειχθεί ότι η συμπεριφορά τους μας βλάπτει ή γίνεται η αιτία να μην καταφέρνουμε να προχωρήσουμε στη ζωή μας. Η ψυχοθεραπεία σαφώς δεν είναι πανάκεια αλλά σίγουρα μας βοηθά να αναγνωρίσουμε τι μας συμβαίνει και με ποιους κώδικες λειτουργούν οι σχέσεις μας. Σε περιπτώσεις σαν αυτή που περιγράφω στην ιστορία μου, θα έλεγα ότι η καλύτερη λύση είναι η δημιουργία απόστασης και ευδιάκριτων ορίων ανάμεσα στα δύο άτομα που έχουν χάσει τον εαυτό τους το ένα μέσα στο άλλο, αδυνατούν να επιβιώσουν μόνα τους και ενεργούν πλέον ως ένας οργανισμός.

 

 

-«Κόσερ», διπλή προδοσία, τι πονά πιο πολύ, η ερωτική προδοσία ή η προσβολή στα όσια και ιερά του άλλου; Και τι σύλληψη αυτό το διήγημα!

Είναι ένα διήγημα για την ιδεοληψία που συχνά αποδεικνύεται ισχυρότερη από οτιδήποτε, ακόμα και από τον έρωτα. Είναι επίσης μια ιστορία για την απιστία και τους διαφορετικούς τρόπους που μπορεί να εκδηλωθεί. Κάποιες φορές οι άνθρωποι προσβάλλονται περισσότερο αν αγνοήσεις επιδεικτικά τις επιλογές τους ή τα βασικά συστατικά της ταυτότητάς τους -όπως οι θρησκευτικές ή ιδεολογικές πεποιθήσεις και η καταγωγή,- παρά αν δημιουργήσεις κάποια ερωτική επαφή με άλλο άτομο. Αυτό συμβαίνει και στον ήρωα της ιστορίας μου, αισθάνεται ότι αφού η σύντροφός του παραβίασε τους κανόνες της πίστης του, μοιάζει με την πράξη της να αδιαφορεί για την ίδια την ουσία του ως άτομο.

 

-Στο δεύτερο μέρος τα φώτα πέφτουν περισσότερο στη ζωή των προσφύγων, τα δικά τους ζητούμενα και δύσκολα εξαφανίζουν τα δικά μας ως ζητήματα πολυτελείας; Έχετε επισκεφτεί χοτ σποτ, και σίγουρα έχετε αρκετούς ασθενείς μετά την κρίση και τον κόβιντ…

Δεν επιλέγουμε οι ίδιοι ούτε την κοινωνική μας τάξη, ούτε τη μόρφωση που θα λάβουμε όταν είμαστε παιδιά, κάποιοι άλλοι φροντίζουν για αυτό. Δεν ωφελεί να νιώθουμε ένοχοι όταν συγκρινόμαστε με ανθρώπους πιο άτυχους και δυστυχισμένους από εμάς, καθώς όλες οι ζωές έχουν τις δυσκολίες τους. Αν έχουμε τη δυνατότητα, καλό είναι να βοηθάμε τους πιο αδύναμους και να μην ξεχνάμε ότι δεν ευθύνονται οι ίδιοι για τη δεινή τους θέση, -μιλώ για τους πρόσφυγες, τους άστεγους, τους περιθωριακούς-, αλλά ένα ολόκληρο σύστημα που δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε ώστε να τους υποστηρίξει αποτελεσματικά.

 

-Αλήθεια τι μας έβλαψε ψυχικά περισσότερο, η οικονομική κρίση ή ο κόβιντ;

Και στις δύο περιπτώσεις η ελευθερία μας περιορίστηκε, η εμπειρία μας φτώχυνε, η απομόνωση και το αίσθημα αδικίας αυξήθηκαν. Τους πρώτους μήνες μετά το ξέσπασμα της επιδημίας ο φόβος του θανάτου επισκίασε τα πάντα και ύστερα ήρθε η δύσκολη περίοδος του εγκλεισμού που έφερε μαζί της την αύξηση της βίας και της κατάθλιψης. Η απουσία εμπιστοσύνης αρκετών πολιτών για τη σύγχρονη ιατρική επιστήμη δημιούργησε ακόμα περισσότερα προβλήματα σε όλους μας και μας έφερε ενώπιος ενωπίω με την σκληρή αλήθεια ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε αφήνοντας εκτεθειμένους τους πολίτες απέναντι στη θρησκοληψία, τις θεωρίες συνωμοσίας και τα fake news.

 

 

-Τα διηγήματά σας προκύπτουν πιο πολύ από την εμπειρία σας ως ψυχολόγος ή από συγγραφική πρόθεση;

Πάντα από συγγραφική πρόθεση, χωρίς να αρνούμαι ότι οι επιστημονικές γνώσεις και οι επαγγελματικές εμπειρίες δεν συμβάλουν ως έναν βαθμό στον τρόπο που διαμορφώνω ή κατασκευάζω τους λογοτεχνικούς χαρακτήρες μου. Να τονίσω ότι δεν έχει συμβεί ποτέ να εμπνευστώ από χαρακτήρες θεραπευόμενών μου. Η δουλειά μου ως ψυχοθεραπεύτρια επιβάλει μια σειρά από περιορισμούς που απαιτούν να καταστέλλω τη φαντασία μου, να στηρίζομαι στη συλλογή στοιχείων, αποφεύγοντας τις αυθαίρετες υποθέσεις και τις προβολές. Η συγγραφή αντίθετα απελευθερώνει τη φαντασία μου· άλλο η επιστήμη που διέπεται από συγκεκριμένες αρχές και αποσκοπεί στην επίλυση συγκεκριμένων, υπαρκτών προβλημάτων, και άλλο η πεζογραφία όπου τους κανόνες, την τεχνοτροπία, ακόμα και τους αναγνωστικούς στόχους, τους ορίζει ο ίδιος ο δημιουργός.

 

-Να πούμε τα βασικά ζητούμενα του βιβλίου;

Το βιβλίο χωρίζεται σε δύο μέρη, το κάθε μέρος αποτελείται από οκτώ διηγήματα γραμμένα είτε σε πρωτοπρόσωπη είτε σε τριτοπρόσωπη αφήγηση. Οι περισσότεροι ήρωές μου ζουν στο περιθώριο της ‘κανονικότητας’ και της καταναλωτικής ευδαιμονίας, πρόκειται για ανθρώπους που βιώνουν κοινωνικό αποκλεισμό, σε κάποιες περιπτώσεις λόγω της δικής τους ευάλωτης ψυχικής κατάστασης. Οι ιστορίες εκτυλίσσονται σε διαφορετικά μέρη της Ελλάδας – Ιωάννινα, Θεσσαλονίκη, Αθήνα, κάποιο νησί του Αιγαίου που δεν κατονομάζω – καθώς και στο εξωτερικό, στην Αγγλία, τη Σκωτία, την Κοπεγχάγη, τη Δαμασκό.

Η εργασία μου ως ψυχοθεραπεύτρια με διασωστικά πληρώματα σε κάποια αιγαιοπελαγίτικα νησιά, αποτελεί το πλαίσιο για τις ιστορίες του δεύτερου μέρους, εξού και ο αναφορές στο χοτ σποτ, και το διασωστικό πλοίο. Αν και όλοι οι χαρακτήρες είναι επινοημένοι έχω επιδιώξει να μεταφέρω στις ιστορίες μου την ατμόσφαιρα που επικρατεί σε ένα νησί που δέχεται μεγάλες προσφυγικές ροές.

Στα διηγήματα που είναι γραμμένα σε πρώτο πρόσωπο η γλώσσα που έχω επιλέξει είναι συντονισμένη με την προσωπικότητα του εκάστοτε ήρωα-αφηγητή, άμεση και καθημερινή, ώστε να αποδοθούν εύστοχα και αβίαστα, τόσο οι ιδιαιτερότητες του κάθε χαρακτήρα, όσο και οι κοινωνικές συνθήκες στις οποίες ζει.

 

 

-Πόσο εύκολα είναι να μιλάς απλά για θέματα δύσκολα και χαμηλόφωνα για ζητήματα που κοχλάζουν; Είναι και ιαματικό, κάπως, έτσι δεν είναι; Για τον αναγνώστη ή τον πάσχοντα εννοώ…

Νομίζω ότι μόνο έτσι αξίζει να μιλά κανείς για δύσκολα θέματα, χωρίς κραυγές, δίχως περιττή συναισθηματολογία και διδακτισμό. Οτιδήποτε άλλο έχω την εντύπωση ότι προσβάλλει τους ανθρώπους που πραγματικά υποφέρουν, είναι λοιπόν αφενός θέμα συγγραφικής τεχνικής ώστε να παράγω ένα πιο δυνατό λογοτεχνικό αποτέλεσμα, και αφετέρου θέμα σεβασμού για το κάθε πρόσωπο στην ιδιαιτερότητά του. Άλλωστε, με τις ιστορίες μου επιδιώκω όχι μόνο να εγείρω το συναίσθημα του αναγνώστη, αλλά και τον στοχασμό του πάνω σε καίρια ζητήματα.

 

-Πάντως αυτό, το ότι σηκώνετε χωρίς φασαρία και την άλλη πλευρά του εργοχείρου της ιστορίας εμένα με ξετρελαίνει, είναι ο τρόπος σας και λόγω διπλής ιδιότητας και είναι μοναδικός, στη ζωή σας αυτό πώς «βαραίνει»; Δηλαδή το να «ακούτε» ταυτοχρόνως και την βαθύτερη σκέψη του άλλου;

Είναι ένα δώρο προς τους άλλους το να τους ακούς προσεκτικά, χωρίς προκατάληψη, δίχως να επιτρέπεις στα κοινωνικά στερεότυπα να θολώνουν τη ματιά και την κρίση σου. Την ίδια στιγμή αποτελεί σίγουρα δώρο προς εμένα η εμπιστοσύνη που μου δείχνουν οι θεραπευόμενοι, καθώς και όλα όσα διδάσκομαι από την επαφή μαζί τους. Όπως αντιλαμβάνεστε οι ευθύνες του ρόλου μου είναι μεγάλες, όπως άλλωστε και οι περιορισμοί που μου επιβάλει, αλλά ευτυχώς η ενασχόλησή μου με τη συγγραφή με απελευθερώνει.

 

-Να αναφερθούμε στις δυσκολίες ενός άρτιου διηγήματος σε σχέση με το άπλωμα και την απεριόριστη ελευθερία ενός μυθιστορήματος;

Τα τελευταία χρόνια επιλέγω τη φόρμα της νουβέλας ή του διηγήματος, τη βρίσκω ιδιαίτερα απαιτητική, μα και γοητευτική. Η μικρή φόρμα προσφέρει περισσότερες ευκαιρίες στον λογοτέχνη να ξεδιπλώσει πτυχές του ταλέντου του, καθώς η κάθε πρόταση, η κάθε λέξη πρέπει να είναι καλοζυγισμένη· τίποτα δεν αφήνεται στην τύχη του. Σε ένα μυθιστόρημα είναι πιο εύκολο να υποκύψεις στον πειρασμό της φλυαρίας, την περιαυτολογία, ή στην ανάλυση της φιλοσοφίας σου που μπορεί τελικά να μην έχει σχέση με το θέμα και την προσωπικότητα των ηρώων σου. Για μένα το διήγημα αποτελεί πάντα ένα συγγραφικό στοίχημα που εύχομαι να έχω κερδίσει και σε αυτή την περίσταση.

 

-Να ρωτήσω κάτι προσωπικό; Πώς αποφορτίζεστε μετά από συνεδρίες με δύσκολους ασθενείς και από τα ξαφνικά επώδυνα ακούσματα της κάθε μέρας;

Κάποια ταξίδια, οι σύντομες εκδρομές, το θέατρο που υπεραγαπώ, οι μεγάλοι περίπατοι με τον σύντροφό μου, και φυσικά η ανάγνωση λογοτεχνικών κειμένων, αποτελούν τους καλύτερους τρόπους για να ηρεμώ και να ανανεώνομαι ψυχικά.

 

-Αλήθεια, όλη αυτή η επιθετικότητα (γυναικοκτονίες, παιδικές συμμορίες, αγένεια παντού) από πού μας προέκυψε; Συν τω χρόνω, θα αλλάξει κάτι;

Ο εγκλεισμός, δεν άφησε κανένα ανεπηρέαστο, οξύνθηκε η βίαιη συμπεριφορά σε όλες τις εκφάνσεις της. Ωστόσο, με αφορμή την ψυχική πίεση που δημιουργήθηκε κατά την πανδημία ήρθαν στο φως καταστάσεις που προϋπήρχαν, γυναίκες και παιδιά που έκαναν χρόνια υπομονή έσπασαν την σιωπή τους, δεν άντεξαν να καλύπτουν άλλο κακοποιητικούς συζύγους, συντρόφους, πατεράδες. Λόγω του κοινωνικού κινήματος metoo και της γενικότερης ευαισθητοποίησης που επικρατεί το τελευταίο διάστημα αρκετές γυναίκες που δεν τολμούσαν να μιλήσουν, δεν ντρέπονται πια να ζητήσουν βοήθεια·, ευτυχώς τα θύματα έχουν πλέον αποενοχοποιηθεί, καθώς είναι σαφές σε όλους μας ότι δεν φέρουν μέρος της ευθύνης.

 

 

-Η λογοτεχνία μπορεί να μας εξημερώσει κάπως;

Κατά τη γνώμη μου, η συστηματική ανάγνωση της λογοτεχνίας είναι μία από τις πιο ισχυρές απολαύσεις και ταυτόχρονα μια από τις πιο πλούσιες, συναισθηματικά και διανοητικά, εμπειρίες που μπορεί να βιώσει κανείς. Προσωπικά, δεν θα μπορούσα να φανταστώ την καθημερινότητά μου χωρίς να γράφω λογοτεχνία και, κυρίως, δίχως να διαβάζω αγαπημένα κλασικά έργα και να ανακαλύπτω σύγχρονες λογοτεχνικές φωνές.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top