Fractal

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Παρατήρηση αρχή δημιουργίας

Γράφει η Διώνη Δημητριάδου //

 

Ασπασία Κράλλη: “Σταμάτα να παριστάνεις τον φασουλή και άλλα διηγήματα”, εκδόσεις Βακχικόν

 

Η μικρή φόρμα είναι απαιτητικό είδος, κι ας θεωρείται από κάποιους μια εύκολη γραφή, με δεδομένη την περιορισμένη έκτασή της. Ωστόσο, είναι τέχνη συγγραφική να κατορθώσεις μέσα στο  μικρό «σώμα» ενός κειμένου να δώσεις αρχικά το θέμα σου, πλήρες και αλώβητο από περιττολογίες και θεματικές απομακρύνσεις, άρα αστοχίες. Κατόπιν, πρέπει να εστιάσεις στον ένα και μοναδικό ήρωα, γιατί αυτός συμπυκνώνει στο πρόσωπό του τη βασική ιδέα (άρα και αρχική που δεν εγκαταλείπεται ποτέ) που γέννησε την ανάγκη της συγκεκριμένης γραφής. Αλλά και η πλοκή (όσο κι αν η μικρή έκταση την περιορίζει) οφείλει να είναι παρούσα, ζωντανή και εξελισσόμενη. Μου αρέσουν οι γραφές που μοιάζει να ξέρουν τι ακριβώς θέλουν να πουν, και δεν τις συναντώ συχνά.

Η Ασπασία Κράλλη, γνωστή από τις θεατρικές της σημαντικές ενασχολήσεις, δίνει εδώ μια συλλογή από ένδεκα διηγήματα, που όλα εκκινούν από την παρατήρηση. Οι αφορμές που προσφέρει η ζωή των άλλων, όσο και το πλαίσιο μέσα στο οποίο εναλλάσσονται οι σκηνές της, αποτελούν την ουσιώδη αρχή της δημιουργίας, το έναυσμα, το κίνητρο για τη σκέψη και ακολούθως για το προσωπικό βίωμα (παρόν και αυτό), που θα επεξεργαστεί μέσα από τον δικό του κόσμο όσα περισυλλέγει παρατηρώντας. Και είναι πράγματι ενδιαφέρουσες οι σκηνές/αφορμές που αποτελούν εδώ το αρχικό υλικό για τη λογοτεχνική επεξεργασία, για την τελική  μυθοπλασία. Εικόνες που θα περνούσαν (κάποιες από αυτές) απαρατήρητες, μεταπλάθονται σε μια ενδιαφέρουσα θεματική, που προχωρά πολύ πιο πέρα από το αρχικό ερέθισμα, καθώς ανοίγει τον ορίζοντά της για να προσελκύσει την αναγνωστική πρόσληψη, προσωπική και αυτή.

Από την προμετωπίδα του βιβλίου της η Κράλλη δείχνει προς τα πού έχει γυρίσει τη ματιά της, καθώς οι στίχοι από το τραγούδι των Beatles φέρνει στην επιφάνεια όλη τη μοναχικότητα, την κρυμμένη συχνά πίσω από μια φαινομενικά συντροφευμένη ζωή. Μπορεί μια τσάντα ξέχειλη από παράταιρα και άχρηστα αντικείμενα να αποτελέσει θέμα μιας ιστορίας; Ή η σκηνή έξω από ένα δισκάδικο να προκαλέσει τη συγγραφική περιέργεια; Αλλού, συνηθισμένες καταστάσεις, όπως μια ανεκπλήρωτη επιθυμία, ή ένας χαμένος έρωτας, ή μια αναγκαστική οικογενειακή συμβίωση, θα ξεδιπλώσουν διαδοχικά επίπεδα σκέψεων και συναισθημάτων, μέσα από μια αφήγηση που ποικίλλει στις επιλογές της (εναλλαγή προσώπων που οδηγεί σε διαφορετική οπτική  για το ίδιο γεγονός ή σε αναπάντεχες αποκαλύψεις), με τον διάλογο μετρημένο, να μην επισκιάζει τα αφηγηματικά κομμάτια μέσα από τη φωνή του παντογνώστη αφηγητή στις περισσότερες ιστορίες. Και όλο αυτό χωρίς να υπερτονίζονται οι συναισθηματικές καταστάσεις, αλλά να υπονοούνται μέσα από την κατάλληλη περιγραφή και τον συγκρατημένο λόγο – όπως αρμόζει στον απλό αλλά περιεκτικό τρόπο αφήγησης.

Η Κράλλη έχει εμφανή τον ρυθμό στις αφηγήσεις της, σαν να απευθύνεται στο κοινό μιας παράστασης στο θεατρικό σανίδι, σαν να πρέπει να κρατήσει εναργή την προσοχή του θεατή/αναγνώστη της· και το καταφέρνει. Έχοντας στο κέντρο το πρόσωπο που την ενδιαφέρει, επιτρέπει στα δευτερεύοντα πρόσωπα να κινούνται στα πίσω πλάνα διατηρώντας το καθένα τη δική του οπτική – ενδεικτικό το διήγημα «Στα σκαλοπάτια», με το παραπληγικό παιδί, τους γονείς του, τις τρεις φίλες που παρατηρούν τη σκηνή. Ευρηματικοί και οι τίτλοι των ιστοριών, ξεφεύγουν από τα τετριμμένα και κοινότοπα, προκαλώντας την προσοχή του αναγνώστη (ως προϊδεασμός αρχικά) να  στραφεί εκεί που η συγγραφέας επιθυμεί.

Σημαντική έτσι κι αλλιώς η γραφή της Ασπασίας Κράλλη, για την αρχική ιδέα, τον πολλαπλασιασμό της παρατήρησης και τη μεταποίησή της σε λογοτεχνία, για τον αφηγηματικό τρόπο, ακόμη πιο αξιοπρόσεκτη γιατί είναι η πρώτη της εμφάνιση στην πεζογραφία.

 

Ασπασία Κράλλη

 

 

Απόσπασμα

 

Κοίταξε γύρω του και διαπίστωσε ότι, ευτυχώς δεν τους κοιτούσε κανείς. Αυτό ήταν πάντα κάτι πολύ σημαντικό γι’ αυτόν. Όταν ήταν μόνοι τους στο σπίτι, ένιωθε ότι μπορούσε να αισθάνεται και να φέρεται σαν φυσιολογικός πατέρας. Μπροστά στον κόσμο όμως τον έπνιγε ένα αίσθημα ντροπής α ενοχής. Αισθανόταν διαρκώς ότι κάπως έπρεπε να απολογηθεί. Κοίταξε γύρω του και είδε τις μοναδικές πελάτισσες του μαγαζιού να είναι απορροφημένες σε μια συζήτηση που έμοιαζε να τις ενδιαφέρει πολύ.

[…]

Όταν σηκώθηκαν να φύγουν, το παιδί έδειχνε σημάδια κόπωσης. Το πήρε στα χέρια. Το σώμα του είχε μεγαλώσει και δεν χωρούσε πια καλά στην αγκαλιά του. Τον πέρασε προσεκτικά από την πόρτα για να μη χτυπήσει το κεφάλι του στο κούφωμα και άρχισε να κατεβαίνει αργά τα σκαλοπάτια.

Τον κρατούσε σαν τρόπαιο, σαν γυάλινη κούκλα. Η προσοχή του ήταν τώρα ολοκληρωτικά στραμμένη στον γιο του, έτσι δεν πρόσεξε μέσα στο σκοτάδι ότι ανάμεσα στις φυλλωσιές του κήπου η μία από τις τρεις φίλες είχε κοντοσταθεί και τους κοιτούσε… διακριτικά.  («Στα σκαλοπάτια», σ.85-86).

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top