Fractal

“Η μυθοπλασία και η Ιστορία μια σφαίρα συμπαγής που κυλά απαλά στην αφηγηματική αλάνα”

Γράφει η Ευδοκία Φανερωμένου //

 

Μαρία Φαρμάκη: “Σκόρσο”, Εκδόσεις Ρώμη, Θεσσαλονίκη 2020

 

Σκόρσο ή αλλιώς τράνταγμα, ταρακούνημα, τίναγμα, χτύπημα, σαλμός και σαλεμός. Σεισμός.

Πώς όλες αυτές οι συγγενείς έννοιες μπορούν να αποδοθούν ρεαλιστικά αλλά και συμβολικά σε μια μυθιστορία είναι κάτι που η Μαρία Φαρμάκη έρχεται να μας αποκαλύψει στο δεύτερο μυθιστόρημά της με τον ομώνυμο τίτλο: Σκόρσο.

Χωρίς να έχει αλλάξει το ιδιαίτερο αποτύπωμά της στον τρόπο γραφής κομίζει πάραυτα κάτι διαφορετικό. Το παιχνίδι της αφήγησης  αποφασίζει να είναι ένα τόπι υφασμάτινο, που θα το ξετυλίξει με στοργή, σχεδόν μητρική, για να αποκαλύψει φλοίδα φλοίδα πτυχές της Ιστορίας προκειμένου να κατανοήσει το σφαιρικό της σύμπαν. Η ιστορία της και η Ιστορία μια σφαίρα συμπαγής, καμωμένη με ρέλια  που απανωτίζουν  και κυλούν απαλά στην αφηγηματική αλάνα.

Ο τραγικός σεισμός του 1953 στην Κεφαλονιά  στέκει ως πυρήνας της αφήγησης. Τερατώδες, ως Λερναία Ύδρα, αίτιο, αναγεννά μυριάδες αιτιατά, που φτάνουν ως και το παρόν, που αποτελεί και την εκβολή  της αφήγησης.

Η ιστορία ξεκινά σε χρόνο παρόντα, σε συμφραζόμενα οικεία. Σε ένα καράβι μια ατίθαση, τολμηρή νεαρή πλησιάζει μια ώριμη γυναίκα, βαθιά απορροφημένη στο γράψιμο στον φορητό υπολογιστή της, τη διακόπτει και της απευθύνει μία ερώτηση. Η ερώτηση αυτή απαντάται καθολικά στο τέλος του μυθιστορήματος, καθώς η συγγραφέας επιλέγει το σχήμα κύκλου για  να το ολοκληρώσει. Ένα σχήμα που καθόλου τυχαία δε φαίνεται να επιλέγει. Η νεαρή Ελευθερία και η Μαρκέλλα Αντωνάτου συναντούνται στην πορεία ενός τέτοιου κύκλου, αγνοώντας αμφότερες τη δυναμική που τις συνδέει. Ενώνονται ενστικτωδώς, με τον απλό και αβίαστο τρόπο που καθορίζει αυτό που είθισται να θεωρείται χημεία. Εκείνο το οποίο δε γνωρίζουν αρχικά είναι ότι ανάμεσά τους αιωρούνται τα δύο σύνορα που θα σχηματίσουν τον ολόκληρο κύκλο της αφήγησης, το παρελθόν και το παρόν, που θα συναντηθούν ως μαγνήτες για να κουμπώσουν οριστικά μόνο στο τέλος της εξιστόρησης. Η ταυτότητα της Μαρκέλλας, όπως σταδιακά αποκαλύπτεται με ιδιαίτερη μαεστρία της συγγραφέως στις ποσοστιαίες επιλογές  φανέρωσης, φέρει τα ίχνη του παρελθόντος. Μελβούρνη 1957, το ημερολόγιο της Μαρκέλλας 1975, η πρωτοπρόσωπη αυτολεξεί αφήγηση της νόνας της Ασημίνας, 9 Αυγούστου 1953.Η μαρτυρία του σεισμού συγκλονιστική διά στόματος της ταπεινής γυναίκας, καθώς η απλότητά της λειτουργεί αντιστικτικά με την αδάμαστη έπαρση του σεισμού. Είναι το terminus post quem και ενίοτε ante quem για το αφηγηματικό στερέωμα, όταν δίνεται η προσεισμικής εποχής ατμόσφαιρα του νησιού, πάντα όμως προς εξυπηρέτηση της αφήγησης. Όλα ξεκινούν από εκεί, και εκεί αβίαστα, διά της λογικής, κανονιστικά, καταλήγουν ως αποδόσεις ευθυνών.

Η διαχείριση της ιστορικής  αλήθειας και της αληθοφάνειας επιβεβαιώνει το ταλέντο της Μαρίας Φαρμάκη στην λεπτεπίλεπτη ύφανση της πλοκής και την ισορροπία των αναλογιών που εξυπηρετούν τη μυθοπλασία της και την πρόθεσή της. Να διαφωτίσει και να ανασυνθέσει μα και να διασταυρώσει τα γεγονότα με τις ζωές των προσώπων του μύθου της. Ο σεισμός φαίνεται εντέλει να  απλώνει την βαριά κάπα του στο διηνεκές, ριζώνει σε απύθμενο βάθος και καρπίζει στο παρόν, εξήντα χρόνια μετά, με τρόπο μη προβλέψιμο για τον αναγνώστη, και για αυτό η αφήγηση τον γητεύει, όπως οι αφηγήσεις της Νόνας Ασημίνας.

Η Ιστορία, ωστόσο, δεν θα κερδίσει τη μυθοπλασία, δεν θα εξοκείλει η αφήγηση σε καμία υπερβολή διδακτισμού και εμφανούς αιτιολόγησης. Όλα διαμορφώνονται με την πρώτη να γαλουχεί τη δεύτερη, να τη διαμορφώνει, να τη θρέφει αναπόφευκτα, να τη θεριεύει ως οντότητα στα σημεία της απόλυτης τραγικότητας αλλά και να τη δικαιολογεί στις πολύ καλά δουλεμένες εξάρσεις της.

Χωρισμένη σε κεφάλαια με ευθύβολους τίτλους η αφήγηση, μετέρχεται εναλλαγές αφηγηματικών μέσων που τη διατηρούν ακμαία και ενδιαφέρουσα υφολογικά. Σε αντίθεση με την στιβαρότητα του Εγκέλαδου, του οποίου η μυθική “εκλογίκευση” εγκιβωτίζεται στις μαρτυρίες ενός από τους αφηγητές των γεγονότων, το ύφος της αφήγησης χρωματίζεται ανάλογα με τις διακυμάνσεις της. Λόγος κοφτός, αντισυμβατικός με τους κανόνες στίξης στις δονήσεις, μουρμουρητός, με κόμματα, όταν παίζει με το απόσταγμα της μνήμης, εφηβικός και χωρίς σεμνοτυφίες, όταν φυσά το δίαυλο παρόντος-παρελθόντος. Δυνατή εικονοπλασία, με λακωνικές, αλλά εξουσιαστικές  μεταφορές, επιλογή του ρήματος αντί του επιθέτου, συμβατού με τη δράση, την εξέλιξη, τη ζύμωση,  ελάχιστα σχόλια και ένα αφηγηματικό αβαντάζ, που αξίζει σεβασμού για το πόνημα της συγγραφέως: η ντοπιολαλιά που επιλέγεται ως  εκφραστικό μέσο των ηρώων, για να προσδώσει στην εξιστόρηση όχι μόνο αληθοφάνεια, αλλά ηδύτητα αναγνωστική. Η επιλογή επίσης της  δυνατής στιγμής μαγικού ρεαλισμού λίγο πριν το τέλος, σοφή και καίρια δεν μπορεί παρά να προκαλέσει συναισθηματικό κρεσέντο στον αναγνώστη.

 

Μαρία Φαρμάκη

 

Τα πρόσωπα, πρωταγωνιστικά είτε λειτουργικά παρόντα, η Μαρκέλλα, η Ελευθερία, η νόνα Ασημίνα, η Ριρίκα, ο Βενέτος, η Πανωραία, η Ρωξάνη, ο Μανόλης, ο Δημητράκης, ο Χαρίτος εγκλωβίζονται στα γρανάζια της ιστορίας, μάχονται το ή για το αξιακό τους σύστημα, ολιγωρούν από αδυναμία ή αδυνατούν από ολιγωρίες, υπερβαίνουν εαυτούς, τολμούν, επιλέγουν, συγχωρούν, κραυγάζουν ή σιωπούν.  Είναι οι απλοί καθημερινοί άνθρωποι σε όλες τις εκφάνσεις, θα μπορούσαν να είναι οι γείτονές μας ή οι συγγενείς μας. Δεν είναι υπερήρωες, καλούνται όμως από τις συγκυρίες να φερθούν ως τέτοιοι. Το πόσο δυναστικές μπορεί να γίνουν αυτές οι συγκυρίες είναι κάτι που ο αναγνώστης ανακαλύπτει μέσω της δεξιοτεχνίας της Μαρίας Φαρμάκη. Συγκυρίες γονέων παιδεύουσι τέκνα… Πόσο αναπόφευκτα τραγικές όμως μπορούν να σταθούν κάποιες από αυτές; Και πώς αντιπαρέρχεται κανείς αυτήν τη συνθήκη; Είναι αναστρέψιμη και με  ποιο τρόπο; Με τι κόστη; Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που θέτει έμμεσα η Μ. Φαρμάκη στο μυθιστόρημά της και δεν αφήνει αναπάντητα. Οι τομές στον ψυχισμό των ηρώων λεπτές και καίριες, αποκαλύπτουν χροιές της προσωπικότητάς τους, διεγείρουν την αναγνωστική προσοχή  και …”συνενοχή”.

Η αύρα της εποχής, ωστόσο, που νοτίζει με το αγιάζι της τις ζωές των ηρώων  προφανώς είναι εκτός της μυθοπλασίας το στοίχημα που κερδήθηκε. Ένα στοίχημα απαιτητικό, γιατί προφανέστατα συνδέθηκε με οξεία παρατήρηση και συστηματική μελέτη ντοκουμέντων, τοπογραφίας, εφημερίδων και άλλων πηγών που καθιστούν τον εκάστοτε συγγραφέα που το αποτολμά ιστοριοδίφη και θηρευτή. Μέσω της συλλογικής, αλλά και της ατομικής μνήμης των ηρώων δίνονται μεγάλης κλίμακας αποχρώσεις του παρελθόντος και της Ιστορίας. Οι φωνές και η καθημερινότητα των ηρώων δεν εξαντλούνται σε πολιτιστικές, λαογραφικές και ηθογραφικές αναφορές. Οι ήρωες καταθέτουν άποψη για τα γεγονότα. Παρασύρονται στη δίνη τους ή τα εξελίσσουν.

Έτσι ο αναγνώστης βιώνει μαζί με τον ζόφο του σεισμού την υγιή αντίδραση της αυτοοργάνωσης της κοινωνίας, αλλά και τη μοναδική παρουσία του κράτους που εξαντλείται στην περαντζάδα των πολιτικών και της βασίλισσας προς “αμέριστον συμπαράστασιν”. Και παρακολουθεί τη θεματολογία, με την οποία καταπιάνεται η Μαρία Φαρμάκη, ως σταλακτίτη να  σχηματίζει αργά  ζωές- μορφώματα των ηρώων. Το αντικομουνιστικό μένος μετά τον εμφύλιο, ο φόβος, οι πλιατσικολόγοι, η διασπορά, η ομογένεια στην Αυστραλία, τα στερεότυπα και το προξενιό, το χρήμα και το σινάφι, οι ευεργέτες, η ζωή των ναυτικών, η γκετοποίηση και κυρίως το μεταναστευτικό ζήτημα, στη μέγγενη του οποίου εγκλείονται οι ψυχές των ανθρώπων με αντίβαρο την ανάγκη διατήρησης της μνήμης. Μνήμης η οποία φεύγει συχνά από τα πρόσωπα και κατακάθεται σε οσμές και γεύσεις.  Κυκλοθυμεί με τον καφέ ή αναδεύεται με τις συνταγές και τις γαστριμαργικές συνήθειες του γενέθλιου τόπου.

Στου κύκλου τα γυρίσματα προκύπτει απόλυτα συνυφασμένη τελικά με όσα προηγήθηκαν η αφήγηση του παρόντος.  Η πρόθεση της Μ. Φαρμάκη δεν μοιάζει να είναι να προσθέσει μία ακόμη θεματική, πιθανόν δημοφιλή, με το  μυθιστόρημά της. Δεν φαίνεται να είναι αυτοσκοπός. Η παραβατικότητα, ο αλκοολισμός, τα ναρκωτικά έρχονται ως μετασεισμοί και ψευδαισθησιακοί “σωσμοί”, ομαλά και φυσικά ενταγμένοι στον αφηγηματικό κόσμο, ανθρώπινα και ρεαλιστικά.

Το αν και πώς αποθηριώνεται το τραγικό και σε τι βαθμό είναι κάτι που η συγγραφέας επιδέξια, ελπιδοφόρα και με την ηθική της κάθαρσης κρατάει για το τέλος. Το πώς βαδίζεις σε ένα μυθιστόρημα ως αναγνώστης έγκειται στη λογοτεχνική οξυδέρκεια του συγγραφέα. Και είναι βέβαιο πώς η Μαρία Φαρμάκη προστατεύει τον αναγνώστη από λακκούβες και κακοτοπιές και τον οδηγεί  αφηγούμενη με σεβασμό και γοητεία, όπως η νόνα Ασημίνα, σε μονοπάτια άβατα που οδηγούν σε ξέφωτο. Γιατί το μυθιστόρημα της Μαρίας Φαρμάκη ακριβώς αυτό πετυχαίνει. Να μετουσιώσει το τραγικό σε φως μέσω της φαντασίας και του μύθου.

 

 

 

ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ

 

Στο Αργοστόλι μετά τους τρεις καταστροφικούς σεισμούς τον Αύγουστο του 1953 η ισορροπία της ιστορίας των κατοίκων διαταράσσεται. Άλλοι χάνουν τη ζωή τους, άλλοι μεταναστεύουν. Οι περισσότεροι όμως μένουν στον τόπο τους και εκεί παλεύουν με τα προαιώνια τρωκτικά της ανθρώπινης ψυχής. Η συνθήκη και οι συγκυρίες, η φτώχεια, ο εαυτός τους, τα πάθη και τα λάθη τους, ο έρωτας, η ανοχή, η αντοχή, η πρόκληση. Όλα απέναντί τους, για να τους ενώνουν ή να τους διχάζουν. Σκόρσο! Στη δίνη του ένα τσούρμο άνθρωποι από τους λιγότερο ευνοημένους ψάχνουν τη σωτηρία στη συλλογική προσπάθεια και δημιουργούν μια δική τους κοινότητα, τα Ποβεράτα. Ο Σόλωνας, ο Γαβρίλης, ο Γεράσιμος, ο Αναστάσης ανάμεσά τους.
Η νόνα Ασημίνα και η Μαρκέλλα, ο Βενέτης και η Πανωραία, ο Δημητράκης και η Ρωξάνη, η Ριρίκα, ο Κουρλογέρακας…, ο καθένας στο δικό του σκόρσο ψάχνουν τον Παράδεισο ή τουλάχιστον την πιο γαλήνια Κόλαση.
Η αναζήτηση όλων μια περιπέτεια που συνεχίζεται στις επόμενες γενιές και διαρκεί περισσότερο από εξήντα χρόνια. Μέχρι το 2011. Κληρονομιά που παραδίδεται στον Χαρίτο και την Ελευθερία, για να βιώσουν τα δικά τους αδιέξοδα… (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

 

Η ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

 

Η Μαρία Φαρμάκη γεννήθηκε και ζει στην Καβάλα. Είναι φιλόλογος και δίδαξε για είκοσι πέντε χρόνια στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Με την πεποίθηση ότι το θέατρο αποτελεί ένα σημαντικό μέσο αγωγής και παιδείας, οργάνωσε σχολικές θεατρικές ομάδες και συντόνισε παραστάσεις έργων με ηθοπλαστικό περιεχόμενο (το κωμειδύλλιο “Η τύχη της Μαρούλας”, “Μια μέρα στο γυμνάσιο” της Αλεξίου, “Αντιγόνη” του Σοφοκλή και του Ανουίγ, δραματοποιημένα ποιήματα του Γιάννη Ρίτσου, Καραγκιόζη, Μποστ, διασκευή παραμυθιών κ.α.). Ποιήματα από την ανέκδοτη ποιητική συλλογή της συμπεριλήφθηκαν στη συλλογική έκδοση “Εκκύκλημα”. Το πρώτο μυθιστόρημά της “Αλήθειες παράλληλες” εκδόθηκε το 2013 από τις εκδόσεις Άνεμος.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top