Fractal

Ο πάτος είναι κι αυτός μια μορφή ανάληψης

Γράφει η Τζένη Μανάκη //

 

Χρύσα Φάντη «Σε θολά νερά», εκδ. Σμίλη

 

 «ένα βηματάκι απόσταση από τον εκσκαφέα, ένα βηματάκι απόσταση από τη λάσπη που χύνεται μέσα σ΄αυτόν τον λάκκο – λάκκο ή άνοιγμα; τάφρο ή λασπωμένη τρύπα; – δεν ξέρεις και δυσκολεύεσαι ν’ αποφασίσεις, και παραμένεις αμήχανος, αμφίβολος και ίσως πυρετώδης, ενώ η ιστορία μου (μια θεία με νευράκια κλπ, κλπ) όλο και περισσότερο μοιάζει με μακρινό σκηνικό και αρνητικό ενός φιλμ που παραλίγο να σε ρίξει στο χάος».

 

Δεκατρία ψυχογραφήματα ακροβατούν μεταξύ μνήμης και φαντασίας, αποδοχής  και απόρριψης.

 

Η Χρύσα Φάντη, με τα διηγήματά της με γενικό τίτλο «Σε θολά νερά», έρχεται και πάλι, μετά την Ιστορία της Σ, να ταράξει τα νερά της κατεστημένης αφήγησης.

Η γραφή της, με το αυθεντικό, απολύτως προσωπικό ύφος και δόμηση των ανιστορούμενων με φράσεις που κρατούν ρυθμό και πυκνότητα, προσεγγίζει την ποιητική δημιουργία.

Η αφήγηση συχνά ασθμαίνουσα, ιχνογραφεί το ασαφές, ερεβώδες πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούνται οι ήρωές της, σε πλήρη συνάρτηση με την ταραγμένη ψυχική τους κατάσταση. Παραληρηματικοί μονόλογοι, άγχη και αγωνίες της μέσης ηλικίας, της κάθε ηλικίας, που προκαλούνται από την αίσθηση αναμονής μιας εκπλήρωσης, ή της αξόδευτης επιθυμίας κυρίως στις φάσεις παιδικής και εφηβικής ηλικίας, αναμειγνύονται με θραύσματα φάρσας, που συχνά παραπέμπουν σε έργα του Μπέκετ.

«Εγώ όμως να προχωρήσω, αυτιά και μάτια κλειστά, να μη βλέπω και να μην ακούω, “βροχή και χάρος” επαναλαμβάνω, κι αυτή είναι μια όμορφη επανάληψη αλλά τίποτα παραπάνω, άρα καλύτερα να τελειώνω και να γυρίσω γρήγορα σπίτι με τους φανταστικούς καταρράχτες μου […] και μετά χουχούλιασμα κάτω από την κουβέρτα, παρά να συνεχίσω με σκέψεις που μυρίζουν ξινισμένο καβάλο και ακατάσχετη παλινωδία αυτιστικών∙ καλύτερα γιαουρτάκι αγελαδίτσας παρά ξημεροβραδιάσματα παρέα με απελπισμένα παραληρήματα σιτεμένων αρρένων μέσα σε κάποιο μπαρ ή ανακούρκουδα πάνω σ’ ένα βρομοχαλί, καπνίζοντας και με το βλέμμα όχι πιο πέρα από τη μύτη μου, όχι πιο πάνω από τα ακροδάχτυλά μου, σώμα νάνου που κάποτε περνιόταν για γίγαντας». Από το διήγημα «Αυτό που δεν έγινε».

 

Συσχετισμοί του παρόντος με την κατάσταση των προγόνων, η ζέστη, το παρελθόν  και οι αντανακλάσεις του, γεννούν εφιάλτες, που μαίνονται κατάστηθα, μέχρι τα έγκατα της ψυχής των ηρώων, ανιστορούνται με λόγο στοχοποιημένο, αυστηρή επιλογή λέξεων,  δημιουργούν ερωτήματα, και ερεθίζουν τη φαντασία του αναγνώστη, αφήνοντας ένα ανοιχτό τέλος.

Σκηνές του παρελθόντος, συνήθως, προδιαγράφουν το τραυματικό παρόν, προοικονομούν το αβέβαιο, ανησυχητικό μέλλον και επιτείνουν την αγχώδη τάση φυγής. Λυρικά ιντερμέδια αποδεικνύουν την αδιαμφισβήτητη δεινότητα της Φάντη να δημιουργεί μεθοδευμένες αντιστίξεις, να πυκνώνει ή να διαλύει το έρεβος. Το χιούμορ σκοτεινό και υποδόριο παίζει με την ειρωνεία, τη μίξη διαλεκτικών μονολόγων με εναλλαγές αφηγηματικών φωνών σε μία διαρκώς επίμονα ενδοσκοπική, πολυπρισματική εξιστόρηση των μύθων της.

Συχνά οι χαρακτήρες των διηγημάτων της, αποσβολωμένοι,  προσπαθούν να διαφύγουν από την οδύνη της πραγματικότητας,  βυθιζόμενοι σε παραισθητικά όνειρα, και μεταφυσικές αναζητήσεις, ενώ αλλού ο κατακερματισμένος ψυχισμός του παρόντος διεμβολίζεται από φεγγοβολούσες παρελθοντικές μνήμες, όπως είναι ο γενέθλιος τόπος, όπου κάποιοι επιστρέφουν, για να διαπιστώσουν ότι η παλαιά οικεία γη δεν τους ανήκει.

 

Όλα ξέπνοα, αδιάφορα, παραλυμένα, παραλογισμένα. Τα δοκάρια αλλού κρεμάνε, αλλού σηκώνονται. Άτσαλα στα τελειώματα και με κοιλιές στις φόδρες τους, σαν ρούχα κακοραμμένα. Κάτω από ένα τέτοιο δοκάρι βλέπεις την αδερφή σου. Είναι σκοτάδι, μα την αναγνωρίζεις. Σας ταϊζει με βελανίδια η μάνα σου, τα ίδια μ’ εκείνα που δίνει και στις κατσίκες. Ήσυχα πάλι όλα. Ο ορίζοντας ανοιχτός. Ακούς ένα νέο ανακάτεμα από φωνές. Μα είναι άλλες φωνές και σε άλλον τόνο.[…] Ξαποσταίνεις. Κάτι παιδιά κάθονται στο πεζούλι του ναού, κάποια άλλα παίζουνε κότσια. Τα περισσότερα είναι ξανθά και δεν μιλούν τη γλώσσα σου. Στο έμπα του χωριού και οι δύο πινακίδες γράφουν “ Καλλίστη”. (από το διήγημα Καλλίστη)

 

Χρύσα Φάντη

 

Φοβίες και οι ενοχές βρίσκουν απάνεμο λιμάνι σε φανταστικά πρόσωπα – αντανακλάσεις των ονείρων τους. Ελάχιστοι καταφέρνουν να προσκολληθούν αγωνιωδώς σε μια ιδέα ή ένα όραμα, προκειμένου να καλύψουν κενά της ζωής τους, χωρίς να αποδειχθούν φρούδες οι ελπίδες τους.

Η υπαινικτικότητα, η αλληγορία, ως υπόβαθρο της αφήγησης, επιτείνουν τις αναρωτήσεις, ενώ  οι σοφά επιλεγμένες λέξεις, οι υφολογικές εναλλαγές, η καταβύθιση στον τρεμάμενο ψυχισμό των ηρώων και οι λεπτομερειακές περιγραφές  ενός συνήθως δυστοπικού περιβάλλοντος, αρθρώνουν σε βάθος το δράμα των ηρώων, με μία εικονοποιητική δεξιοτεχνία.

 

Περιμένει, αλλά μάταια. Ξανακοιτάει από το ματάκι, και πάει, το πουλάκι πέταξε. Από παντού νερά, ένας κοτζάμ καταρράχτης και ένα κοτζάμ ποτάμι κατεβαίνουν κατευθείαν από ένα βουνό που μουγκρίζει. Τα νερά τερματίζουν σε κοιλάδα με πορτοκαλιές, φυστικόδεντρα, καρυδιές. Πίσω από έναν πάγκο με καζάνια γεμάτα πιλάφι, τηγάνια με πάπιες χωρίς λαιμό και κουνέλια γδαρμένα η θεία της καθαρίζει ψάρια. 

 

Τα κείμενα της Χρύσας Φάντη αποτυπώνουν με διαύγεια την ευαισθησία της απέναντι στο απρόβλεπτο της αβεβαιότητας της ζωής. Οι άνθρωποι, η φύση, η πολιτική, οι λέξεις, το άνοιγμά της στη σημειολογία, κυριαρχούν ολοκληρωτικά στη στυλιστική ιδιομορφία του έργου της. Διαβάζοντας τα διηγήματά της διαπιστώνουμε μία συσσώρευση εννοιών, εγκατεστημένων μέσα σε μονολόγους, σε απευθύνσεις προς τρίτους, σε μία κατάσταση της φύσης.

Το έργο της, βαθύ, η γραφή της μοναδική, προσφέρει και αισθητική απόλαυση σε κάθε προσηλωμένο αναγνώστη!

 

«Ποια σχέση θα μπορούσε να υπάρξει ανάμεσα σε δύο εφήβους με “λαμπρό μέλλον” και δύο κορίτσια με ζωές προγραμμένες; Πόσο πιθανή είναι η συνάντηση ενός δασκάλου, που επιστρέφει στον τόπο του, με έναν νευρωσικό σχολικό επιθεωρητή και τι συμβουλές θα έδινε μια ηρωίδα υπό διαμόρφωση σε έναν συγγραφέα έρμαιο της πλήξης του; Σε ποια συνθήκη θα χρειαστεί να υποκύψει μια ταξιδιώτισσα τρένου και τι ενδεχομένως επιζητούσαν ένας μεσήλικας τουριστικός πράκτορας, ένας απαυδισμένος επιμελητής λογοτεχνικών κειμένων και ένας όψιμος ερημίτης της τέχνης;»

(από το οπισθόφυλλο)

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top