Fractal

✔ Προδημοσίευση. Μαρία Α. Μίτλεττον: «Η μονομερής μας αλληλογραφία»

 

 

 

«Η ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ ΜΑΣ ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ»

 

Επεξεργασία γραμματοσήμων – συνοδός ψυχικού ταξιδίου: Φραγκίνος Θεοδώρου

Επιμέλεια αλληλογραφίας – ταχυδρόμος – συνοδός ψυχικού ταξιδίου: Αγγελική Ριαλά

Χρόνος – τόπος: κάποτε, πάντοτε, κάπου, παντού

Μέσο αποστολής: μνήμη και … καρδιά

Σινιόρ Βιβάλντι…

Άκου! Ακούς; Κονσέρτο για μαντολίνο. Αφήνω συνειδητά τον μίτο μου έξω από τον λαβύρινθο. Μπαίνω. Κονσέρτο για μαντολίνο. Παράξενο που έχεις γράψει κονσέρτο για μαντολίνο. Και μάλιστα για περισσότερα από ένα μαντολίνα, αφήνοντας έξω για λίγο το προβλεπόμενο βιολί, κληρονομιά του πατέρα σου.

Το μαντολίνο είναι το όργανό μου. Όργανο πάει να πει μέσο. Μέσο για να μεταβείς κάπου αλλού. Και το μαντολίνο είναι το μέσο της νοσταλγίας, της επιστροφής στην παιδικότητα, την τρυφερότητα και δεσμούς ακατάλυτους στον χρόνο. Πάνω στο σπασμένο μαντολίνο, κληρονομιά του δικού μου πατέρα και μιας εποχής που δεν ανήκει σε καμιά από τις τέσσερις, κάτι κόκκινες ανταύγειες φλογίζουν κάποτε θρασύδειλα. Ίσως είναι το μεσημέρι με τα ζεστά του παραισθησιογόνα χρώματα. Ίσως είναι τα μαλλιά σου που πέφτουν πάνω στις χορδές για να τις ξυπνήσουν. Ο κόκκινος ιερέας…

Απορώ τι είναι εκείνο που κάνει τους ανθρώπους να εγκλείονται οικειοθελώς σ’ ένα πλαίσιο ευγενούς άρνησης των βαθύτερων αισθημάτων τους και του έρωτα. Να προβάλλονται καθωσπρέπει ικανοποιώντας τις προσδοκίες της κοινωνίας και των χορηγών της. Η επιβίωση στερεί από τα πιο όμορφα ζώα τη χαρά της ζούγκλας. Στερεί κι από την ίδια τη ζούγκλα την άγρια και σπάνια ομορφιά της, σκέφτομαι.

Το στήθος σου ανεβοκατεβαίνει ασθματικά. Ησύχασε… Φταίει η εποχή όπου γεννήθηκες, που τελικά δεν ήταν καμιά από τις τέσσερις. Ο περίκλειστος χώρος της Βενετίας και της Μάντοβα. Χώρος πνιγμένος κι αποπνικτικός. Σε κρατά από τον λαιμό. Βλέπω τ’ απομεινάρια των εραστών της Μάντοβα από τη νεολιθική ακόμα εποχή. Τα βήματα του Ρωμαίου ύστερα από τον θάνατο της αγαπημένης του, ανάλαφρα σαν να μην πάτησαν ποτέ τη γη. Πόλη του έρωτα και του θανάτου η Μάντοβα. Πόλη που της ταιριάζει το μαντολίνο.

Το στήθος σου ανεβοκατεβαίνει. Το άσθμα σου εκτινάσσει ξάφνου το θήτα του στο τζάμι και γίνεται άσμα. Απ’ όλα τ’ άσματα, το καλύτερο ήταν εκείνο που δεν τραγούδησε ποτέ κανείς. Εκείνο που εσύ μπορούσες να γράψεις. Θα μπορούσα να σου γράφω ως Άννα και ν’ αναζητώ μια από τις τέσσερις εποχές, να μπω μέσα της και να υπάρξω. Μα υπάρχει εποχή στην οποία να ευδοκιμεί ο έρωτας;

Θα μπορούσα να σου γράφω σαν ένα κορίτσι από το Ospedale della Pietà. Θυμάμαι πώς σε κοίταζαν τα κορίτσια εκεί. Ίσως γιατί ζητάμε πάντα κάποιον να μας ταξιδέψει στις τέσσερις εποχές του χρόνου και της ζωής μας.

Έναν Ιούλιο ξέπνοο σαν τον φετινό (πρέπει να ήταν κι εκείνος ζεστός κι αποπνικτικός), λίγο πριν ανάψει ο Αύγουστος, έσβησες. Το στήθος σου ανεβοκατέβηκε για τελευταία φορά και πνίγηκε. Σα να πήγε πίσω στη Βενετία και βούλιαξε. Το άσθμα έγινε βόμβος μελισσών, το θήτα του έμεινε εκεί ενοχλητικό, βουΐζοντας θάνατο και θρήνο.

Μια εποχή που δεν καταχωρίστηκε σε βιβλία εποχών. Δεν ανήκε σε καμιά εποχή. Τέλος ενός μηνός, αρχές ενός άλλου. Πώς λένε άραγε τις εποχές όταν παραωριμάζουν, όταν ξεκινούν να σήπονται κι ύστερα όταν πέφτουν μόνες τους από τα δέντρα; Όταν φτάνουν στο τέλος τους αφήνοντας ένα αγκομαχητό μέσα στο στόμα της συνέχειας; Τι όργανα βάζουν σ’ αυτές όταν κοντεύουν να πεθάνουν; Ασφαλώς όχι τα συμβατικά, εκείνα που δεν συνάδουν με τους κανόνες ευπρεπείας της κοινωνίας και τις επιθυμίες των χορηγών της.

Μαντολίνο ταιριάζει, Antonio. Που οι Άννες Giró ή άλλως πώς θ’ ακούνε στα σπίτια τους με τους συμβατικούς άντρες τους και τα νεολιθικά τους όνειρα θαμμένα στην αυλή ή στα πλησιέστερα νεκροταφεία. Αγκαλιασμένα, για να μην ξεπαγιάσουν.

Μαντολίνο ταιριάζει. Όργανο των αλλοτινών στιγμών και των περίκλειστων χώρων. Ασθματικό όργανο. Αρνητικό. Γιατί ποιος καταφάσκει στην αγάπη και ποιος την απαρνιέται; Και τι θα γραφεί τελικά στην Ιστορία; Ότι η Anna Giró υπήρξε μόνο μια πριμαντόνα της Όπερας κι ότι ο Antonio Vivaldi δημιούργησε μόνο τις τέσσερις από τις άπειρες εποχές που μπορούσε να δημιουργήσει. Η ζωή όμως θα συνεχιστεί, Antonio. Θα επαναληφθεί ίσως, μα οπωσδήποτε θα συνεχιστεί.

Σε χαιρετώ. Ξέρω πως το στήθος σου θα έχει πια ησυχάσει και πως θ’ αναπαύεσαι αγκαλιασμένος με το σώμα κάποιας αγαπημένης, όπως εκείνοι οι νεολιθικοί εραστές της Μάντοβα. Θα ’ρχομαι, Antonio. Θ’ αφήνω συνειδητά τον μίτο μου έξω από τον λαβύρινθο και θα ’ρχομαι. Κι όποτε δεν θα ’ρχομαι, θα σε σκέφτομαι. Όποτε ακούω μαντολίνο. Κι όποτε αλλάζουν οι εποχές.

 

 

 

Η Μαρία Α. Μίτλεττον γεννήθηκε στην Κύπρο και σπούδασε κλασική φιλολογία, φιλοσοφία και αρχαίο ελληνικό δράμα. Εξέδωσε την ποιητική συλλογή «Γυναικών Λόγος» και τα θεατρικά «Ἡ τοῦ Σωκράτους δίκη ἐν θεάτρῳ» (σε συνεργασία με τη Χρίστια Μίτλεττον) και «Το πλοίο».

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top