Fractal

Για τη διάρκεια της νοσταλγίας σε τόπο και χρόνο

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

 

 

 

Πέτερ Χάντκε, “Ποίημα για τη διάρκεια” Μεταφραστής: Ιωάννα Διαμαντοπούλου. Εκδόσεις Βακχικόν. Αθήνα, 2020

 

«…Διάρκεια  είναι η περίπτωση,

Που στο παιδί,

Που δεν είναι πια παιδί

-ίσως είναι πλέον γέρος-,

Τα μάτια του παιδιού ξαναβρίσκω…»

 

Κάπως έτσι οδεύει προς το τέλος της η ποιητική συλλογή του Αυστριακού νομπελίστα συγγραφέα και ποιητή Πέτερ Χάντκε (1942-) την οποία έφεραν και παρουσίασαν πρόσφατα στη γλώσσα μας οι φιλόξενες εκδόσεις Βακχικόν. Σε τούτο το ‘Ποίημα για τη διάρκεια’, δεν έχουν θέση πολιτικές απόψεις και κοινωνικές αντιπαραθέσεις, για πολλές από τις οποίες πολλάκις κατηγορήθηκε, και συνεχίζει, δεδομένου ότι έλαβε κάποιες φορές θέση αντίθετα με τις επικρατούσες σε πολυποίκιλους διαπληκτισμούς της περιοχής του για τις οποίες δεν θα έπρεπε, για κάποιους, να εκφραστεί δημοσίως, αλλά μέσω του ποιήματος στρέφει τη σκέψη του και πολλά συναισθήματα πολύ πίσω, σε άλλους τόπους και χρόνους. Η αυστριακή λίμνη του Γκρίφεν, κοντά στην οποία γεννήθηκε και πέρασε τα πρώτα του χρόνια ο  Χάντκε, φαίνεται πως παριστά το εναρκτήριο λάκτισμα καθώς και το ερέθισμα να γράψει τους στίχους του ποταμού-ποιήματος. Για τον ποιητή, συμβολίζει έναν τόπο αέναης επιστροφής, έναν τόπο Διάρκειας, θα μπορούσαμε να προσθέσουμε λαμβάνοντας υπ’ όψιν τον τίτλο του ποιήματος:

 

Τη λίμνη Γκρίφεν, δεν την ξέρουν  παρά μόνο ντόπιοι

και ακόμη και κάποια παιδιά του χωριού μου

δεν γνωρίζουν σήμερα πια,

ότι κάπου εκεί κοντά είναι μια λίμνη

…………………………………………………………….

είναι για μένα ένας μεγάλος τόπος της Διάρκειας…

 

Πέτερ Χάντκε

 

Είναι προφανής η νοσταλγική διάθεση του ποιητή για όσα βίωσε μικρός, ίσως για όσα αντίθετα δεν είχε την τύχη και την ευκαιρία, για όσα έδωσε και δεν πήρε, για όλα τελικά εκείνα τα χρόνια που πέρασε εκεί, την μικρή του ηλικία που πέρασε ανεπιστρεπτί, σε τελική ανάλυση, αν ακούσουμε τους φιλοσόφους μας.  Όμως παρά τις επανειλημμένες αναφορές στη λίμνη εκείνη των παιδικών του χρόνων, ο Χάντκε δεν αποκρύπτει το γεγονός ότι η πολυπόθητη Διάρκεια δεν ήταν κάτι που βίωσε αποκλειστικά εκεί, στατικά, αλλά μια περιπέτεια που τη βίωσε, «…σαν  ταξιδιώτης/σαν ονειροπόλος, σαν αφουγκραζόμενος/ σαν παίκτης, σαν παρατηρητής/σε ένα γήπεδο, σε μιαν εκκλησία/σε πάμπολλα δημόσια ουρητήρια…». Είναι προφανές ότι υπαινίσσεται πως η έννοια της Διάρκειας και εκείνες του χρόνου αλλά και του τόπου συμβαδίζουν απαραίτητα δίπλα-δίπλα, αλλά και αγαστά. Μπορεί, η Διάρκεια να μην είναι απόλυτα και απαραίτητα συνδεδεμένη με τον έρωτα, αλλά να αναβιώνει καλύτερα «… τις στιγμές της υπομονετικής ακρόασης/τη στιγμή που με μια προστατευτική κίνηση/με την ίδια που, πριν μια δεκαετία/περνούσες το μπλε παλτό με κουκούλα σε ‘…παιδικό νούμερο’… », και «…κρεμάς τώρα σε δερμάτινο σακάκι σε ‘ενήλικα μέγεθος’/σε μια εντελώς άλλη κρεμάστρα… », συνδέοντας ευθέως την όποια ενηλικίωση του καθένα   με εκείνη  των παιδιών του και τελικά με την ίδια τη Διάρκεια. Επομένως η «… Διάρκεια έχει να κάνει με τα χρόνια, με τις δεκαετίες/με τον χρόνο της ζωής μας, η Διάρκεια είναι το αίσθημα ζωής…». Η γραφή του, απαραίτητο εργαλείο συγκράτησης όλων εκείνων των αόρατων πραγμάτων που ξεπηδούν μέσα από την Διάρκεια, αλλά και από τα οποία ξεπηδά η ίδια η Διάρκεια, γιατί «..αυτή πρέπει να είναι  το κυρίως θέμα…» του, η αληθινή του αγάπη. Και φυσικά η Διάρκεια είναι εκεί πάντα δίπλα στην αγάπη, ειδικά όταν κάποια πράγματα τείνουν και αργότερα αλλάζουν σταδιακά και δραματικά, όπως κάποιες αλλαγές στα μαλλιά, στη φωνή, το πρόσωπο, τα κορμιά, και οι πάσης φύσεως ουλές, σωματικές και ψυχικές.

Οι έννοιες της εξορίας και της νοσταλγίας έρχονται και ξαναέρχονται πολλές φορές στους στίχους του ποιήματος! Για τον ποιητή «…είναι και θα παραμείνει για πάντα εξόριστος/στα ξένα/χωρίς προοπτική επιστροφής στα μέρη του/όχι όμως εκδιωχθείς από την πατρίδα πια…». Είναι εκεί όπου όσο συχνά μπορεί, σαν προσκυνητής να καταφεύγει, να μαθαίνει ποιος είναι, έχοντας παράλληλα επίγνωση ότι «…όχι στον καθήμενο στο σπίτι/αλλά  στον    οδοιπορούντα για το σπίτι/εμφανίζεται η Διάρκεια… Αλλά και στο σπίτι με συνοδεύει πάλι…», εκεί όπου «…όταν κάθομαι μέσα/στο επονομαζόμενο δωμάτιο εργασίας/ εδώ βέβαια όχι επί του θέματός μου, του κειμένου/αλλά σκόρπιος σε όλα γύρω γύρω/ το σπρώξιμο της καρέκλας προς τα πίσω/το πλάγιο βλέμμα προς το συρτάρι/με το μαζεμένο στο πέρασμα των χρόνων/χάος μολυβιών/το πλάγιο βλέμμα στο συρτάρι/ με τις πολυάριθμες ομάδες γυαλιών…». Η ποιητική σε συνδυασμό με την δοκιμιακή μορφή του κειμένου είναι χαρακτηριστική σε τούτο πείραμα του νομπελίστα συγγραφέα και ποιητή που επιτυγχάνει τη συνέχεια της ζωής, του βιωμένου χρόνου, της νοσταλγίας, την τυχαία ή ηθελημένη επιστροφή στον τόπο και στο χρόνο.

Ο Πέτερ Χάντκε, γεννήθηκε στην Αυστρία, από μητέρα σλοβενικής καταγωγής και πατέρα Γερμανό. Μετά από μια πρώτη παραμονή στο μέρος που γεννήθηκε κοντά στην λίμνη Γκρίφεν,  μετακόμισε οικογενειακά στο Βερολίνο, και αργότερα στο Πανεπιστήμιο του Γκρατς όπου σπούδασε νομικά για ένα διάστημα. Από το έτος 1990, ζει κοντά στο Παρίσι. Την έκδοση ετούτη, συμπληρώνει ένα κείμενο της μεταφράστριας Ιωάννας Διαμαντοπούλου, με τίτλο ‘Η Διάρκεια στη ζωή του Πέτερ Χάντκε’.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top