Fractal

Η θρυαλλίδα της αέναης κινητικότητας, της συνεχούς ρευστότητας και της υφέρπουσας ψευδαίσθησης

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

 

 

 

 

Όλγκα Τοκάρτσουκ, «Πλάνητες». Μτφρ: Αλεξάνδρα Δ. Ιωαννίδου. Εκδόσεις Καστανιώτη. Αθήνα, 2020

 

«… Παρατηρεί τους άντρες που κινούνται προς το τραπεζάκι, δίπλα του. Κάθονται και βάζουν ακόμα μια καρέκλα, είναι πέντε στον αριθμό. Πριν ακόμα τους πλησιάσει ο σερβιτόρος, πριν παραγγείλουν τα ποτά τους, τους συνδέει μια αόρατη συνεννόηση…. όλες όμως οι διαφορές τους χάνονται στον κύκλο που σχημάτισαν μόλις τώρα άθελά τους…». Σε ένα τμήμα του μυθιστορήματος «Πλάνητες», της Όλγκα Τοκάρτσουκ, η γυναίκα και το μικρό παιδί ενός άντρα που ακούει στο όνομα Κουνίτσκι, εξαφανίστηκαν μυστηριωδώς ενώ βρίσκονταν σε διακοπές σε ένα μικρό νησί. Οι αναζητήσεις οδηγούν σε ένα καφέ όπου ο άντρας παρατηρεί μια ομάδα ανδρών πολύ αγαπημένων μεταξύ τους να κάθονται σε ένα τραπέζι. Καθώς γίνονται όλο και πιο ανοιχτοί και ζεστοί μεταξύ τους, ο αφηγητής μας λέει, πως «Το κορμί τους δεν ανήκει πια  μόνο σε αυτούς, παρά είναι μέρος μιας ζωντανής αλυσίδας,  τμήμα ενός ζωντανού κύκλου… ».  Και ζηλεύει, εμφανώς, ότι αυτοί οι άντρες μπορούν να είναι τόσο ανοιχτοί μεταξύ τους, στηρίζοντας ο ένας τον άλλο, και χτυπώντας ελαφρά στις πλάτες και στα μπράτσα τους άλλους. «…Η συναδέλφωση χεριών και ώμων δεν είναι υπερβολή, είναι χορός…». Αμέσως μετά παρατηρούμε ότι αυτός είναι αρκετά επιφυλακτικός, ακόμη και ψυχρός   με τους ανθρώπους στη ζωή του, ακόμη και με τη γυναίκα και τον γιο του, κάτι που συμβαίνει κατά κόρον στα βόρεια μέρη από τα οποία κατάγεται.

Είναι ένα μυθιστόρημα που αφορά στην αυξανόμενη κινητικότητα της ζωής στον εικοστό πρώτο αιώνα, καθώς αυτοί που απομονώνουν εθελοντικά και με οποιοδήποτε τρόπο τους εαυτούς τους από τους άλλους, όσοι περιορίζουν τις κινήσεις τους, τις σχέσεις και τις αλληλεπιδράσεις με τους συνανθρώπους τους, στην πραγματικότητα έχουν χάσει τη μισή και περισσότερη ζωή η οποία διαδραματίζεται στο όποιο περιβάλλον τους. Όλα τα έμβια όντα στον πλανήτη μας είναι μέρος ενός παγκόσμιου διαπλεκόμενου δικτύου, μας λέει η Όλγκα Τοκάρτσουκ, κρίκος μιας παγκόσμιας ζωντανής αλυσίδας που εξαρτάται από ανθρώπους που δεν θα συναντήσουν ποτέ για τις τρέχουσες καθημερινές ανάγκες, είτε το αναγνωρίζουν, είτε το συνειδητοποιούν,  είτε όχι. Αν και εκδόθηκε μόλις το 2007, στην Πολωνία, εν τούτοις παριστά ένα ιδιαίτερα προφητικό βιβλίο, ειδικά τώρα που έχουμε ήδη εισέλθει στις πρώτες   δεκαετίες του νέου αιώνα, σε τούτη την δύστροπή εποχή της αυξανόμενης απομόνωσης και της καλπάζουσας ξενοφοβίας. Η βραβευμένη συγγραφέας, δεν παύει να μας υπενθυμίζει συνεχώς πώς όλοι έχουμε περισσότερα κοινά με τους άλλους, παρά αντιπαραθέσεις.

 

Μια απ’ τις γωνιές του πλατό της στούπας Dhammayangyi, στην καρδιά της κοιλάδας της Μπαγκάν, στην κεντρική Μυανμάρ.

 

Σε μια ενότητα με τίτλο ‘Unus Mundus’, μια φίλη ποιήτρια της αφηγήτριας, έχει γίνει ξεναγός σε τουριστικά γκρουπ που δραστηριοποιούνται στον αραβικό κόσμο, αφού δυστυχώς δεν μπόρεσε να  συντηρηθεί γράφοντας  αποκλειστικά ποίηση. Εκεί, αφηγείται διάφορες ιστορίες στους αμερικανούς τουρίστες για να καλύψει τα ενδιάμεσα ωράρια. Δεν ήταν φυσικά ειδική στις αραβικές χώρες και τον πολιτισμό τους, όπως φυσικά και οι τουρίστες, αφού εκείνη είχε σπουδάσει λογοτεχνία και γλωσσολογία, αλλά αυτό ουδόλως την ενοχλούσε. «Ας μην τρελαινόμαστε», έλεγε, «ένας είναι ο κόσμος»! Η Τοκάρτσουκ, προχωρώντας στην ανάγνωση του βιβλίου της, εξελίσσεται σε μια γραφή που παραπέμπει στον αδικοχαμένο Ζέμπαλντ. Κι’ αν απ’ αυτόν απέμενε μια νοσταλγική και συναισθηματική γεύση, από την Τοκάρτσουκ παραμένουν οι θεωρίες, οι απόψεις  και οι ιδέες της, όπως αυτές εκφράζονται από το στόμα αρκετών και διαφορετικών χαρακτήρων σε όλο το μυθιστόρημα. Αυτό το περίεργο κείμενο, είναι ένα μακροσκελές έργο που αποτελείται από δοκίμια, μικρές ιστορίες και λίγα σκίτσα που όλα μαζί σχηματίζουν μια πρωτόγνωρη και  ζωντανή αλυσίδα μοτίβων και αντηχήσεων που περισσότερο ομοιάζουν και παραπέμπουν σε μια συλλογή διηγημάτων, παρά σε  αυτοτελές μυθιστόρημα. Το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου, παρουσιάζει την ανώνυμη αφηγήτρια, έναν αέναο ταξιδιώτη που όταν μένει στο ίδιο μέρος για πολύ καιρό, αρχίζει να αναπτύσσει ρίζες. Είναι η ίδια φωνή που ακούμε όταν αναφέρεται στην ψηφιακή εγκυκλοπαίδεια με το όνομα ‘Βικιπαίδεια’, στα αεροδρόμια, στα αεροπλάνα, στις σκόρπιες ιστορίες που αφορούν ταξίδια μακρυνά, αλλά  και εσωτερικά, και όχι μόνο στον βαθύτερο ψυχικό μας κόσμο, αλλά και σε εκείνον που δεικνύει την όλη ανατομική διάρθρωση του ανθρωπίνου σώματος, ένα θέμα στο οποίο η Πολωνή συγγραφέας μας δείχνει ιδιαίτερη ενασχόληση και  εμμονή σε λεπτομέρειες που βρίσκονται μακράν των συνήθων ενδιαφερόντων των ανθρώπων του καιρού μας. Ο κόσμος μας, λέει η Τοκάρτσουκ, είναι ένα μεγάλο υφαντό, που όλοι βάζουν τη δική τους σαϊτιά σ’ αυτό, με τη μορφή πληροφοριών που ανταλλάσσουμε,  των συζητήσεων στις οποίες μετέχουμε, με τα βιβλία που διαβάζουμε, τις ταινίες που παρακολουθούμε, τα ανέκδοτα και τους ψιθύρους μεταξύ μας. Τα θραύσματα των αφηγήσεων καλύπτουν επίσης τις ζωές και τον θάνατο σπουδαίων ερευνητών, ανατόμων, μουσικών και   ονειροπόλων από όλο τον κόσμο, ωστόσο, και τις ζωές και τους θανάτους ιστορικών προσωπικοτήτων. Πολυποίκιλες μορφές και χαρακτήρες παρελαύνουν από τις επιμέρους μικρές η μεγαλύτερες ενότητες, στο χρόνο και στο χώρο, αλλά όλες είναι γεμάτες με τις ίδιες αμφιβολίες και τα ίδια ερωτηματικά, ξανά και ξανά. Σε ένα διήγημα η σύζυγος και ο γιος,    εξαφανίζονται, σε άλλο  μια  άλλη γυναίκα   εγκαταλείπει τον ψυχικά άρρωστο σύζυγο και το γιο της για κάποιο  χρονικό διάστημα. Κάποιο βάρος ασήκωτο πέφτει στους ώμους των γυναικών, που κατά τα φαινόμενα παραπέμπει σε προβληματική συμβίωση, σε καταπιεστική οικογενειακή ζωή.  Όλα σημαίνουν κάτι, απλώς δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τι, σκέφτεται ένας καθώς προσπαθεί απεγνωσμένα να λύσει το μυστήριο της εξαφάνισης της γυναίκας του.

Η Όλγκα Τοκάρτσουκ σπούδασε Ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας και εργάστηκε στον τομέα αυτό για πέντε χρόνια. Η εμμονή της με τον Ελβετό ψυχίατρο και ψυχαναλυτή Καρλ Γιούνγκ, την οδήγησε στην περιπλάνησή της στην έννοια του συλλογικού ασυνείδητου και τον τρόπο που αυτό επηρεάζει τους ανθρώπους, όπως αντανακλάται στην ψυχοσύνθεση και στις συμπεριφορές των χαρακτήρων της. Σε ένα πρώιμο σημείο του έργου, η αφηγήτρια παραδέχεται ότι ξεκίνησε να γράφει κάποτε ένα βιβλίο που θα προοριζόταν για διάβασμα στο τραίνο, στο ταξίδι,  αλλά δεν κατάφερε να το αποτελειώσει γιατί εξηγεί παρακάτω, πως  «Σε αυτά που έγραφα, η ζωή έδινε τη θέση της σε ελλιπείς ιστορίες, σε ονειρικές μικρές διηγήσεις, σε συγκεχυμένα νήματα από μακριά εμφανιζόταν σε μια παράξενα διεστραμμένη προοπτική ή σε εγκάρσιες διατομές, – και ήταν δύσκολο να  συναγάγεις συμπεράσματα ως προς το όλον…».

Ολόκληρο το μυθιστόρημα φαίνεται να λειτουργεί ως μια εξερεύνηση των τρόπων με τους οποίους οι ανησυχίες, οι εμπειρίες και τα ενδιαφέροντα ενός ατόμου, εμπλέκονται ποικιλοτρόπως με τις ζωές των άλλων. Αυτό έχει νόημα για μια συγγραφέα που φαίνεται να βάζει τόσα πολλά προσωπικά στοιχεία στο έργο της. Άλλωστε η ίδια πέρασε μερικά χρόνια ζώντας με έναν πλανόδιο τρόπο ζωής, όπως κάνει και ο πρωταγωνιστής ή η πρωταγωνίστρια στο βιβλίο της. Παράλληλα, μέσα εκεί γινόμαστε κοινωνοί της έννοιας της χορτοφαγίας, του φεμινισμού και των δικαιωμάτων  των ζώων.  Στην ενότητα «Το βιβλίο των επονείδιστων πράξεων», υπάρχει μια σκηνή και ένας σχετικά μικρός διάλογος που διαδραματίζεται στο αεροδρόμιο της Στοκχόλμης, «το μοναδικό στον κόσμο που έχει  ξύλινα πατώματα», κι’ όταν η αφηγήτρια λέει στην άλλη, μια άγνωστη, πόσο κρίμα ήταν που χάθηκε τόσο δάσος για το δάπεδο ενός αεροδρομίου, η απάντηση της άλλης ήταν, «Μάλλον χρειάστηκε όσο έκτιζαν το αεροδρόμιο να θυσιάσουν κάποιο ζωντανό πλάσμα. Για να αποφύγουν άλλες καταστροφές»! Είναι ηλίου φαεινότερο, ότι πολλά από τα πράγματα που βρίσκουμε ευχάριστα δημιουργούνται έτσι μόνο μέσω του πόνου ή του θανάτου των άλλων, με έμμεσες αναφορές στην οικολογία. Φυσικά οι φυλετικές σχέσεις έχουν πάντα τον πρώτο λόγο στο εν λόγω αφήγημα, με την  εκμετάλλευση των γυναικών από τους άνδρες, με τους τρόπους με τους οποίους η εργασία και οι θυσίες των γυναικών βοηθούν τους άντρες να ευδοκιμήσουν, με τους τρόπους που η διασύνδεση αυτή γίνεται με την πάροδο του χρόνου χρόνια αλληλεξάρτηση. Πολύ συχνά, θα προσθέταμε,  όταν η Τοκάρτσουκ, μας εξιστορεί τις ιστορίες των επιτυχημένων ανδρών, στρέφει την προσοχή στη γυναίκα ή στις γυναίκες, που βρίσκονται φυσικά στο παρασκήνιο. Και πράγματι, παρά τους περιορισμούς που θέτει η κοινωνία στις γυναίκες κατά τη διάρκεια των αιώνων που αναφέρονται διάχυτα σε αυτό το έργο της Τοκάρτσουκ, οι γυναίκες καταφέρνουν να ευδοκιμήσουν, συχνά λόγω της βοήθειας άλλων γυναικών.

 

Όλγα Τοκάρτσουκ

 

Ένα από τα θραύσματα-κεφάλαια σε αυτό το συναρπαστικό μυθιστόρημα θραυσμάτων αφηγείται έναν άνθρωπο που παίρνει ένα συγκεκριμένο μικρό   βιβλίο του φιλόσοφου Σιοράν στα ταξίδια του. Πιστεύει ότι τα ευρωπαϊκά ξενοδοχεία θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν την σχεδόν υποχρεωτική Βίβλο που βρίσκεται στα κομοδίνα τους με τον Σιοράν,   γιατί η Βίβλος δεν είναι  χρήσιμη πια στην  πρόβλεψη του μέλλοντος. Ο αφηγητής, ένας δεύτερος εαυτός του συγγραφέα και μια καλή χιουμοριστική, αξιόπιστη φωνή που μεταφέρει το μυθιστόρημα μέσω των πολλαπλών παρεκκλίσεών του, τον συναντά σε μια από τις αμέτρητες περιπλανήσεις της και παραθέτει τη φράση: «…η αποστολή μας έγκειται στο να σηκώνουμε σκόνη στην αναζήτηση κάποιου ασήμαντου μυστηρίου…». Αυτό αντικατοπτρίζει τις διάφορες υπαρξιακές ανησυχίες στους ‘Πλάνητες’ των οποίων τα κεντρικά επαναλαμβανόμενα θέματα είναι η φυσική κίνηση, το θνητό σώμα και η έννοια του σπιτιού. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα διαισθήσεων όσο και ιδεών, μια κακοφωνία φωνών και ιστοριών που φαινομενικά δεν συνδέονται στον  χρόνο και τον χώρο, σκέψεις και δοκίμια με μεγάλες δόσεις χιούμορ και μυστηρίου.

Ο αρχικός πολωνικός τίτλος ‘bieguni’,  είναι το κλειδί για το μυθιστόρημα ‘Πλάνητες’ της Τοκάρτσουκ. Οι ‘bieguni’, ή περιπλανώμενοι, είναι μια σκοτεινή σλαβική αίρεση που έχει απορρίψει την εγκαταστημένη ζωή για χάρη μιας   συνεχούς μετακίνησης, στην παράδοση των περιπλανώμενων δερβίσηδων ή των βουδιστών μοναχών που επιβιώνουν με την καλοσύνη και τις προσφορές των ξένων. Κάπου εκεί μετά τη μέση του βιβλίου, υπάρχει η ενότητα «Τι έλεγε η μούμια-πλάνης», η οποία μάλλον αντικατοπτρίζει και την κεντρική ιδέα του μυθιστορήματος. «…Αυτός που ορίζει τον κόσμο δεν έχει εξουσία πάνω στην κίνηση, ξέρει πως το σώμα μας εν κινήσει είναι ιερό, μόνο τότε μπορείς να του ξεφύγεις, μόνο αν κινείσαι.   Αυτός εξουσιάζει μόνο το ακίνητο και παγωμένο, το καθηλωμένο και ανίσχυρο…», αφηγείται ένας ιδιόρρυθμος φαινομενικά χαρακτήρας, δείχνοντας έτσι πως υπάρχει  τρόπος διαφυγής από τη ζωή της συνεχιζόμενης ταλαιπωρίας. Και συνεχίζει, «… αν αρρωστήσουν θα τους κουβαλάνε οι άλλοι για να μην τους επιτεθεί ο σατανάς… Γι’ αυτό και απόκοψε τα παιδιά σου… Φύγε μακριά από εκεί που φτάνει η ανάσα σου…». Κι’ ο  μονόλογος της γυναίκας συνεχίζεται ακάθεκτος, τολμηρός, δραματικός, «Γι’ αυτό και οι τύραννοι  κάθε απόχρωσης, αυτοί οι υπηρέτες της κόλασης, έχουν στο αίμα τους μίσος για τους νομάδες, γι’ αυτό και καταδιώκουν τους τσιγγάνους και τους Εβραίους, γι’ αυτό αναγκάζουν όλους τους ελεύθερους ανθρώπους να εγκατασταθούν κάπου και τους δίνουν μια διεύθυνση-κάτι που εμάς συνιστά καταδίκη…. Ευλογημένος αυτός που κινείται…». Επιτίθεται ανοιχτά εναντίον όλων εκείνων που συνιστούν και αντιπροσωπεύουν την παγκόσμια τάξη πραγμάτων, λέγοντας ότι τους συμφέρει η ακινησία γιατί έτσι εξυπηρετείται η κατεστημένη κατάσταση και ο έλεγχος των μαζών, κάτω χαμηλά: «Τους ενδιαφέρει να δημιουργήσουν μια παγιωμένη τάξη, να παρουσιάσουν το πέρασμα του χρόνου ως απατηλό φαινόμενο… να πλάσουν μια μηχανή στην οποία κάθε δημιούργημα θα πρέπει να έχει τη θέση του και να εκτελεί φαινομενικές κινήσεις…». Οι πάσης φύσεως ωμότητες, αγριότητες εναντίον ανθρώπων και ζώων παρουσιάζονται αρκετά συχνά στο κείμενο, όπως για παράδειγμα οι κοινωνικές μεταρρυθμίσεις του Ατατούρκ στις οποίες περιλαμβανόταν και ο δαιμονικός τρόπος  εξόντωσης των άγριων σκύλων της Κωνσταντινούπολης.

Οι «Πλάνητες» της Τοκάρτσουκ, είναι σε γενικές γραμμές μια συνεχής αναφορά στην έννοια του κάθε ρευστού, της αέναης κινητικότητας, της υφέρπουσας ψευδαίσθησης.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top