Fractal

Κάθε θεραπεία είναι ταξίδι στον βυθό της επανάληψης

Του Γιώργου Βέη //

 

Δημήτρης Κοσμόπουλος: “Pixels” Κέδρος, σελ. 60

 

1.Παράδοση, ήθος της κειμενικής διεύρυνσης

Αναλογίες, συν-ηχήσεις, απόρροιες

Τεκμήρια αμάχητα συγκινήσεων

 

«Terribil come esercito che stei

    Per battagliar ne’ vasti campi aperti

    Minacciando terror—Chi è costei?»

 

Dionisio Solomos

 

«Κάθε λέξη ένας άχρηστος λεκές στη σιωπή και στο τίποτα»

Σάμιουελ Μπέκετ

Η ρώμη συνέχει, η ένταση από το ρεύμα-ρήμα που πάει να κοπεί στα δύο. Το φορτίο του φτάνει εν τέλει άτμητο ως τον δέκτη. Το πάθος ανεβαίνει και προς το μέρος μου. Μαζί, εννοείται, με όλα τα τετραγωνισμένα τετράστιχα του μάστορα, από το εσωτερικό ενός επώνυμου ποιητικού αιτίου. Ναι, το αναγνωρίζω αμέσως: είναι ο συγκάτοικός μου στο διαμέρισμα των μονίμων εφιαλτών. Η δε προσευχή που ακολουθεί δεν είναι προσευχή. Ή δεν είναι μόνο προσευχή ή συμβατική  ικεσία. Είναι δυναμικό προσκλητήριο συμβόλων. Οι συλλαβές στο μεταξύ συναρμολογούν και μένα μαζί τους. Αντιλαμβάνομαι ότι οι ομοιοκαταληξίες και τα μέτρα δεν ανήκουν αποκλειστικά πλέον στους όποιους αναγνώστες, αλλά οπωσδήποτε και στο συλλογικό συνειδέναι. Από εκεί προφανώς συνεννοήθηκε να τα μεταφέρει ακέραια ο ποιητής. Και σα να χαράζεται, εδώ που γράφω αυτές τις γραμμές, η αίσθηση από την Υπεραίσθηση. Η προσευχή στο μεταξύ ολοκληρώνεται και δεν ολοκληρώνεται. Αρχίζει ξανά. Την ακούω όλο και καθαρότερα. Ο ατελεύτητος φθόγγος. Ναι, εκείνος ο πείσμων ψίθυρος προτού ο ζων καταστεί πνεύμα απλώς. Η ώσμωση με το μαύρο σημαίνει γράμμα. Κείμενο. Ή σπάραγμα. Ή καλοδουλεμένο σονέτο. Ροή συνεχής σημαινόντων του δίποδου χωρίς φτερά που θέλει όμως διακαώς στερέωμα, ουρανό. Ακόμη και αίγλη γλώσσας. Εξ ου: «Άναψέ μου τὸν σβησμένο λύχνο της ψυχής. / Στάξε λάδι απ’ τὸ λαμπρό τῆς ερήμου σου άστρο. /Προβολείς καὶ φωτορρυθμικὰ κίβδηλης εποχής / δείχνουνε πιο κρύο τοῦ σκοταδιού σου τὸ κάστρο. / Τὸ κομμένο σου κεφάλι παίρνουνε γκρο-πλαν /καὶ ζουμάρουνε στα ματωμένα γένια. / Κόρδακες καὶ ορχηστρίδες που χοροπηδάν / ’κει, στον φανοστάτη, τὸ κρεμούν με γέλια.[. . . ] Άγια μου τρυγόνα εσύ, χρυσή περιστερά/ τῆς εληάς μου στο λιοπύρι ανασασμός. / Βαλτωμένα δηλητήριο, βρύσες καὶ νερά / καὶ καλπάζει τοῦ ολέθρου ὁ χαλασμός. / Πρόσδεξε την δέησή μου, λίγο χώμα φέρνω / τὴν θαλασσινή μου πέτρα με τα φύκια./Όπως δέντρο στον αέρα παραδέρνω / καὶ ζητωκραυγάζουν γύρω τα επινίκια. / Στείλε μου τὸ βλέμμα τοῦ αθώου αφώνου, / μυσταγώγησέ με στην ιερή σιωπή, / μακελλάρηδες κραδαίνουν βόμβες μικροφώνου / κι έχει τῆς ψυχής μας τὸ λυχνάρι ξεραθεί».

 

 

2.Γραφή, δι-έξοδος, στίγμα

Μύθων εξορκισμός

Εγκαυστική των λογοτύπων πρόοδος

  

  «Αν είναι να ’ρθει θάνατος, μην έρθει με μαράζι

 Μα μ’ ένα χάδι σου ας έρθει και με τον διακαμό σου»

(από τη συλλογή, σελ. 38)

 

Διαπιστώνω ότι το παρελθόν υφίσταται σταθερά κι αμετάκλητα, όχι πάντα βασανιστικά, ως το απαραίτητο, κάθε άλλο παρά αδόκητο τμήμα ενός διεσταλμένου, εξαιρετικά πολύσημου ή και γραφικού, ατάσθαλου ενίοτε νυν. Ας συγκρατηθεί ότι το παρόν είναι, εκτός των άλλων, μια ακόμη χρηστική αλληγορία του εγώ. Το ικανό και αναγκαίο εκείνο οραματικό τι συνιστά το αύριο ή επέκεινα. Η ποιητική πρόταση του Δημήτρη Κοσμόπουλου (1964-) εμπεριέχει στο πρόσφορο σύνολό της τις τρεις αυτές παιδαγωγικές υποδιαιρέσεις του αυστηρού, μαθηματικού χρόνου. Με ιδιαίτερα επεξεργασμένο τρόπο, το τονίζω. Να επισημάνω επίσης εγκαίρως ότι η πράγματι επιτυχής δράση του γλωσσικού οργάνου επιφυλάσσει αναδιάταξη και περαιτέρω αναβάθμιση της θέας του όντως άξιου να θεαθεί. Αφού βεβαίως απορριφθεί άνευ ετέρου το νόθο απείκασμα του βίου, όπως εδώ φέρ’ ειπείν, στο δεύτερο ποίημα των Pixels. Ο ποιητής αναλογίζεται τη χαμένη αύρα του ζήθι.   Ήτοι κατά λέξη: «Κλεισμένοι στων πολυκατοικιών τις τρύπες / νομίζουμε πως ζούμε, μα είμαστε σε τάφους, /γιατί εκχωρήσαμε τὴν ζωή στους φωτογράφους,/ στους μακιγιέρ του χρόνου, στων ειδήσεων τους γύπες».

Επαληθεύεται έτσι στο πεδίο των απαιτητικών αισθητικών εφαρμογών η αλληλεξάρτηση λέξης-ορμεμφύτου προς βίον βροτών βιωτόν. Η γενέτειρα του ποιητή, η οποία προσδιορίζεται στη νοτιοδυτική Πελοπόννησο, προσέφερε και προσφέρει τον άλκιμο φθόγγο. Εξ ου και η έλξη, η διασύνδεση εν τέλει του ποιήματος με τον άκρως ζωτικόν χουν ακηράτου πνεύματος. Για να επαληθευθεί άλλη μια φορά η κατάταξη του Τόμας Μαν: «στους νότιους, η γλώσσα είναι συστατικό μέρος της αγάπης για ζωή, απέναντι στο οποίο θρέφουν μια πολύ ζωντανότερη κοινωνική εκτίμηση, απ’  ό, τι στο Βορρά. Οι τιμές που απολαμβάνει το εθνικό συνδετικό μέσο της μητρικής γλώσσας σ΄ αυτούς τους λαούς είναι υποδειγματικές και επιπλέον ο απολαυστικός σεβασμός με τον οποίο περιβάλλει ο κόσμος τις μορφές της και τους φωνητικούς της κανόνες έχει κάτι το εύθυμα παραδειγματικό. Μιλάς με ευχαρίστηση, ακούς με ευχαρίστηση – μα ακούς και κρίνοντας. Επειδή το πώς μιλάει κανείς ισχύει και σαν μέτρο του προσωπικού του κύρους και θέσης η προχειρότητα και ο αυτοσχεδιασμός επιφέρουν την περιφρόνηση, η κομψότητα και η εκφραστική κυριαρχία τραβούν την ανθρώπινη προσοχή, κι αυτός είναι ο λόγος που κι οι ασήμαντοι άνθρωποι σε ό, τι έχει να κάνει με την επιρροή τους καταφεύγουν σε διαλεγμένους τύπους φράσεων δοκιμάζοντάς τους και μορφοποιώντας τους με φροντίδα» (βλ. Ο Μάριο και ο Μάγος, πρόλογος: Ευγένιος Αρανίτσης, απόδοση από τα Γερμανικά: Φώτης Βασινιώτης, εκδόσεις Ερατώ 1982).

 

 

Δημήτρης Κοσμόπουλος

 

 

3. Μέλους ποιημάτων εγρήγορση

Προοπτική εννοιολογικής συγκλήρωσης

Αφορμές οράσεως

 

«Ο άνθρωπος ακολουθεί τη γη, η γη τον ουρανό, ο ουρανός το Λόγο. Ο Λόγος ακολουθεί τη φύση του»

                                       Λάο Τσε, Ταό Τε Κινγκ

 

Ασφαλώς, ο Δημήτρης Κοσμόπουλος δεν κρύβει ότι γνωρίζει, μεταξύ άλλων, ως εμβριθής και άλλο τόσον ως οτρηρός μελετητής της Γραμματολογίας εν γένει που είναι, ότι το εξ αντικειμένου εδώ και τώρα, η  ίδια δηλαδή η λεγόμενη πραγματικότητα ή απλώς «η  πραγματικότητα», σύμφωνα μάλιστα με το γνωστό τοις πάσι πρόταγμα του Χόρχε Σεμπρούν, «συχνά χρειάζεται να εφευρεθεί», «για να γίνει αλήθεια». Η ως άνω πρόσφατη, ενδέκατη στη σειρά, συλλογή του επιτείνει την πλήρωση της ανάλογης αναγνωστικής αίσθησης. Η οποία, το συγκρατώ αυτό, προκύπτει αβίαστα. Ό,τι δηλαδή η ποίηση κατορθώνει, εφ΄ όσον, οίκοθεν νοείται, είναι επαρκής και εν εγρηγόρσει ποίηση, όπως η προκείμενη φέρ’  ειπείν. Δηλαδή, να κωδικοποιεί κατ’  εξοχήν άμυνες της ύπαρξης. Ο Δημήτρης Κοσμόπουλος, εν ολίγοις, δεν προτίθεται να υποκριθεί ότι θα ανακαλύψει επι τέλους τον ασφαλέστερο, τον αποτελεσματικότερο των τροχών της γραφής. Του αρκεί ότι εγκαθιδρύει αρμονία. Συμφιλίωση, ει δυνατόν, του εγγενούς, δεσμευτικού, μέσω θανάτου, τίποτα, με το κάτι της παραγωγικής νόησης. Κι αυτός είναι ακριβώς ο επιούσιος άρτος του. Ό, τι άλλωστε ο νουνεχής μοντερνισμός υπερασπίστηκε και υπερασπίζεται εν γένει. Το ανυπόταχτο ρήμα της διορατικής ποίησης θα προσθέσει ότι «την πραγματικότητα τη δεχόμαστε εύκολα, ίσως γιατί διαισθανόμαστε ότι τίποτα δεν είναι πραγματικό[. . .] Η αθανασία είναι κάτι κοινότοπο˙ αν εξαιρέσεις τον άνθρωπο, όλα τ’  άλλα πλάσματα είναι αθάνατα, αφού αγνοούν τον θάνατο˙ αυτό που είναι θείο, τρομερό, αδιανόητο είναι η επίγνωση της αθανασίας[. . .] παρά την ύπαρξη των θρησκειών, η πεποίθηση αυτή είναι εξαιρετικά σπάνια. Μπορεί οι ισραηλίτες, οι χριστιανοί κι οι μουσουλμάνοι να πρεσβεύουν την αθανασία, όμως η λατρεία που αποδίδουν στον πρώτο βίο, αποδεικνύει ότι μόνο σ’  αυτόν πιστεύουν, αφού όλους τους άλλους, άπειρους τον αριθμό, τους προορίζουν για ανταμοιβή ή κολασμό του» (βλ. Χόρχε Λουίς Μπόρχες, Άπαντα πεζά, «Ο αθάνατος», μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης, εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, 2005, σελ: 237 επ.)

Επανεκκίνηση: Pixels, ήτοι εικονοστοιχεία, αλλά μάλλον και  πυξ λαξ ή επί το αρχαιοελληνικότερον γνυξ, πυξ, λαξ, οδάξ. Η παρήχηση εδώ υποδηλώνει τον αγώνα, την δια-πάλη πάλιν και πάλιν των σημαινόντων να επαληθευθούν διιστορικά. Δεν πρόκειται εν ολίγοις για εσκεμμένη παράφραση του τίτλου, αλλά για έντεχνη, δια των συνειρμών του λυσιτελούς ηχείου του Δημήτρη Κοσμόπουλου, αναπαράσταση του όλου εννοιολογικού δράματος. Άλλωστε «η ποίηση δεν δέχεται τα δεδομένα των αισθήσεων στη γυμνή μορφή τους, ούτε όμως αποτελεί πάντα (ή μάλλον, αποτελεί σπάνια) περιφρόνηση του εξωτερικού κόσμου. Αρνείται και καταστρέφει την εγγύτερη πραγματικότητα, γιατί τη θεωρεί σαν την οθόνη που μας αποκρύπτει την πραγματική μορφή του κόσμου». Για να μνημονευθεί άλλη μια φορά στην πράξη η οξύνοια επι του προκειμένου του Ζωρζ  Μπατάιγ. Έτσι θα διαβάσω ξανά το επιλογικό, κρίσιμο, καθότι  τρόπον τινά κοινωνιολογικά επιστημονικό τριακοστό πρώτο ποίημα από τα τριάντα πέντε της συλλογής.
Φέρει δε ως τίτλο την per se λαβυρινθώδη σήμανση «Speculum». Μοιράζομαι ως εξής το κείμενο: «Κι όμως αιχμάλωτοι μες στο καθρέφτισμά μας/σε γυάλινη αλυκή, κόκκοι, εικονοστοιχεία/έκαστος στην οθόνη του κι όλοι μια συστοιχία/στου τίποτα το κάτοπτρο, θεατές στο ξέφτισμά μας/γυρεύουμε ένα άγγιγμα μα το γυαλί εμποδίζει./Στο γυάλινο κλουβί μας πια ο αέρας δεν περνά,/το φως το γάργαρο νερό του πια δεν μας κερνά,/μαζούτ των πληροφοριών ώς πάνω μας γεμίζει./Διψάσαμε ένα άγγιγμα, ποθήσαμε τα φύλλα,/όταν την ώρα της νυκτός κοιμίζουν τα πουλιά,/την θάλασσα ποθήσαμε στην πρωινή αντηλιά,/αλλά σαν τους πιθήκους καρφωμένοι στο καντράν/αλλάζουμε κανάλια με τα χείλη να παραμιλάν./Τις διαφημίσεις περιμένουμε, να πέσουν μήλα». Εικάζω ότι η σαφώς καταγγελτική του, σκωπτική, σατιρική ιδιοσυστασία θα έβρισκε σύμφωνο οποιονδήποτε αποδομιστή φενακών, ψευδαισθήσεων, πλανών, ατομικών και βεβαίως συλλογικών αυταπατών πάσης φύσεως.

Οι δύο όμως εισβολές και κατοχές, δηλαδή τα βάρβαρα εκείνα «μαζούτ» και «καντράν», θα πειράξουν κατά πάσα πιθανότητα το πνεύμα του δείνα ακραιφνούς καθαρολόγου της εποχής μας. Το ίδιο βεβαίως θα συνέβαινε, μόλις θα συναντούσε, στην ίδια πάντα ποιητική συλλογή, και τα εξής μεταξύ των πολλών: «laptop», «Yersinia pestis», «τάμπλετς», «κάμερες», «Skype», «Facebook», «teams», «chez-long», «γκρο-πλαν», «SARS-CoV-2» και «on-line». Η  ποιητική γλώσσα σήμερα όμως οφείλει, ως εκ των πραγμάτων, να επεξεργαστεί δεόντως το εκόν άκον δανεικό σκεύος λόγου. Η ποιητική λειτουργία φανερώνει πως η γλώσσα δεν είναι πληροφορία αλλά αντήχηση. Κι έτσι αναδεικνύει την ύλη που συνδέει τον ήχο με το νόημα. Αποκαλύπτει εκείνο, το οποίο ο Ζακ Λακάν ονόμασε «λεξυλισμό», το οποίο στο κέντρο του περικλείει ένα κενό. Όπως ακριβώς μας θυμίζει ο Ζακ-Αλέν Μιλέρ (βλ. Ζακ Λακάν, Λειτουργία και πεδίο της ομιλίας και της γλώσσας στην ψυχανάλυση, μετάφραση: Νάσια Λινάρδου-Μπλανσέ και Ρεζινάλντ Μπλανσέ, Εκκρεμές, 2005). Επισημαίνω πάραυτα ότι η παρατεταμένη χρήση της δόκιμης ομοιοκαταληξίας υποδηλώνει με συνέπεια εδώ την άμεση διασύνδεση των συνταγμάτων της έκφανσης των Pixels με την μακραίωνη παράδοση των όσων ρυθμισμένων στα μέτρα και στα σταθμά των προπατόρων στίχων. Το κατά τον Ανδρέα Κάλβο «μονότονον» ενός μέρους αυτής της παράδοσης αντιμετωπίζεται με έντιμη ετοιμότητα και νηφάλιο σθένος: εισάγοντας νέα φωνητικά σύνδρομα, ο ποιητής ανανεώνει το βεβαρημένο από τα χρόνια λόγιο ή δημώδες εξάγγελμα, παραδίδοντας ένα υβρίδιο κειμενικών νευρώνων. Το ποίημα δεν θα διστάσει να υιοθετήσει, σε δύο μάλιστα περιπτώσεις, και τον ειδολογικό περισπασμό της οπτικής απλώς ομοιοκαταληξίας. Αναφέρομαι στην εφαρμογή αυτή, όπως ακριβώς απαντά στο δέκατο ένατο  σονέτο. Η προαναφερόμενη έπηλυς λέξη «Skype» απευθύνεται εκεί με τόλμη στην γηγενή προστακτική «Σκύψε». Δηλαδή κατά λέξη ως εξής: «Ο  ένας βλέπουμε τὸν άλλον μέσῳ Skype /από τον Βόρειο Πόλο έως τὸν Νότιο. / Από του ακουστικού μας τὸ ενώτιο /φωνάζουμε: «Για να σε δω μια στάλα. Σκύψε…».

Η δε επίσης προαναφερόμενη έπηλυς συζυγία «chez-long», η οποία κατά συλλαβή προς συλλαβή μεταφρασμένη σημαίνει κάτι σαν «μακριά εκεί» ή «στο σπίτι του Λονγκ», κλείνει το μάτι στο γαλλικόν…ανάκλιντρο, δηλαδή «chaise-longue»! Φρονώ ότι στην προκειμένη περίπτωση, ο Δημήτρης Κοσμόπουλος επιχειρεί, εμμέσως πλην σαφώς, να κατακρίνει την προσφυγή σε άτεχνες και αδιέξοδες προσφυγές σε κοινότυπες, πρόχειρες και αντιπαραγωγικές εν ολίγοις ομοιοκαταληξίες του συρμού, στις οποίες καταφεύγουν ενίοτε ορισμένοι του κειμενοχώρου σήμερα.

 

 

4. Επιτέλεση ρυθμολογίας

Θητεία στις σημασίες

Φαντασιακού εξημέρωση 

 

«Κάτι μυστήριοι κρότοι, στην σιωπή

της νύχτας, κάτι αόρατες φτερούγες.

Μια γεύση τρυφερότητας νωπή,

εν’ άρωμα από τις παιδικές σου ρούγες»

(από τη συλλογή, σελ.31)

 

Αν το προηγούμενο έργο του Δημήτρη Κοσμόπουλου, το πολυφωνικό Θέριστρον (Κέδρος, 2018), ήταν η συγκρότηση μιας πολλαπλότητας απτών δεδομένων και νοουμένων του αναστοχαστικού βίου ενός ποιητικού υποκειμένου, ενήμερου ιδίως περί το δήλον και το άδηλον συγκεκριμένων κρισίμων φαινομένων, τότε το παρόν έργο συνιστά μια περαιτέρω εφαρμογή των ατομικών, συγκερασμένων και αρκούντως ευκρινών κανόνων αισθητικής πρότασης. Στη σκηνή μάλιστα, το τονίζω, της πανδημίας του κορωνοϊού και των θλιβερών συμφραζομένων του. Η επιτελεστική επανάληψη σημαίνει και επιτελεστική ίαση. Γι’  αυτό και το ρήμα επανέρχεται στον αντίποδα της δεδομένης ακηδίας του Άλλου. Αντιλαμβάνομαι την ισχύ της πεποίθησης αυτής, όπως την αντιπαραβάλλω τώρα με τα εξής διευκρινιστικά συναφή: «Δεν επαναλαμβάνω επειδή καταστέλλω. Καταστέλλω επειδή επαναλαμβάνω, λησμονώ επειδή καταστέλλω. Καταστέλλω επειδή μπορώ να βιώνω ορισμένα πράγματα μόνο με τον τρόπο της επανάληψης [. . ] Η πλέον δραματική και θεατρική διαδικασία μέσω της οποίας θεραπευόμαστε ή δεν θεραπευόμαστε έχει όνομα: μεταβίβαση. Η μεταβίβαση είναι πάνω απ’  όλα επανάληψη. Η επανάληψη που μας αρρωσταίνει μας κάνει επίσης καλά˙ μας αλυσοδένει και μας καταστρέφει, αλλά επίσης μας απελευθερώνει, δείχνοντας κατ΄ αυτό τον τρόπο και στις δύο και στις δύο περιπτώσεις τη «δαιμονική» της δύναμη. Κάθε θεραπεία είναι ταξίδι στον βυθό της επανάληψης [. . .]Τω όντι, ο αναστοχασμός με αντικείμενο τη μεταβίβαση αποτέλεσε το αποφασιστικό κίνητρο για την εξεύρεση ενός «πέραν» (βλ. Ζιλ Ντελέζ Διαφορά κι επανάληψη, εισαγωγή – μετάφραση: Κωνσταντίνος Β. Μπουντάς, Εκκρεμές, 2019).

Κοντολογίς, η κατάφαση στη ζωή είναι δεδηλωμένη. Εμφανέστατη ήδη από την πρώτη κιόλας ποιητική συλλογή, το Λατομείο (Κέδρος, 2002). Η πίστη στον Τριαδικό Θεό ωσαύτως αδιαπραγμάτευτη. Τα υπόλοιπα, φρονώ, είναι ζήλος σημείων, σημάτων και σπουδές σημασιών. Έχοντας επικεντρώσει την προσοχή μου στη γωνία λήψης του Λατομείου, διατύπωσα, μεταξύ άλλων, στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» ορισμένες  απόψεις, προβλέψεις κι εκτιμήσεις. Στη συνέχεια παρακολούθησα την εξελικτική πορεία της δημιουργικής αυτής κατάθεσης. Οι όποιες συνδηλώσεις της πιστοποιούσαν και πιστοποιούν κειμενική δεξιότητα. Επομένως, η εκ των υστέρων δικαίωση των τότε θέσεών μου είναι προφανής. Εξ ου και η ικανοποίηση που αισθάνομαι, περαίνοντας το παρόν σύστημα αποδελτίωσης ορισμένων τρόπων για μια δοκιμή πληρέστερης αξιολόγησης του συγκεκριμένου διαβήματος των Pixels.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top