Fractal

Με μαθηματική ακρίβεια

Γράφει η Κατερίνα Παπαδημητρίου //

 

 

 

Ελευθερία Θάνογλου, δύο ποιητικές συλλογές: «Πέντε εποχές του κόκκινου» και «Η αναπαράσταση», Εκδόσεις Πικραμένος

 

Η Ελευθερία Θάνογλου εμφανίζεται στα ελληνικά γράμματα με δύο ποιητικές συλλογές από τις εκδόσεις Πικραμένος. Μας συστήνεται με τις Πέντε εποχές του κόκκινου, 2017 και την αναπαράσταση, 2019. Το αξιοσημείωτο στην ποιητική της Θάνογλου είναι η τέχνη με την οποία μεταχειρίζεται τις λέξεις. Οι λέξεις τής Θάνογλου εμφορούν προθέσεις πεζογραφικές, στοιχίζονται υπερρεαλιστικά σε ελεύθερο στίχο, διατηρώντας, ωστόσο, έναν εσωτερικό ρυθμό, ο οποίος με τη σειρά του αποδίδεται με συγκρατημένο λυρισμό, δικαιώνοντας τη νεοτερικότητά της ποιητικής της. Οι στίχοι της φέρουν μαθηματική ακρίβεια, καθώς αναμετρώνται με τη λογική πριν καταλήξουν στο συναίσθημα, δημιουργώντας εκείνο το παιχνίδι των αντιθέσεων που συναντάται συχνά στα έργα της. «Τετραγώνισέ με» της είπε./«Δεν μπορώ» του απάντησε «ξέρεις πως στις γωνίες σκοτώνουν/κι ότι για μένα υπήρξες ο κύκλος μου». Οι λέξεις της, σχεδόν μαθηματικά τοποθετημένες, αφορούν τον έρωτα, το χρώμα, […] «Όταν θα έρθεις/θα πατάς πάνω σε κόκκινους λεκέδες./Θα δεις θα φορά το κόκκινο παλτό/στη ραχοκοκαλιά της απουσίας.», το κόκκινο χρώμα.

Οι λέξεις, και η κίνηση που προσδίδει σε αυτές, «ξεφλουδίζουν» περίτεχνα την υπαρξιακή της αναζήτηση. Ξεφλούδισα πράσινο μήλο/βρήκα ένα σκουλήκι/έκανα μια με το μαχαίρι αφαίρεσα τη σάρκα,/μαζί με το σκουλήκι./Ξεφλούδισα τον χειμώνα/με την πικρή ψυχή/ του βρήκα πολλά σκουλήκια./Έκανα μια με το μαχαίρι, αφαίρεσα/λίγο από ψυχή/λίγο από σάρκα/κατάφερα να βγάλω ένα σκουλήκι./Τα υπόλοιπα που μείνανε εντός μου./βγάλανε κι άλλα κεφάλια.

Με αφετηρία τις πέντε ενότητες στις «Εποχές του κόκκινου», «της απουσίας, της μετανοίας, της παράθλασης, της αλμύρας, των πτήσεων», διηγείται τη θάλασσα, τη φύση, όσο τα χρώματα αντηχούν τον έρωτα. Η Θανόγλου ακολουθεί συμβολικά τον κύκλο των εποχών για να περιγράψει την αγωνία της ύπαρξης. Το φθινόπωρο για την απουσία, [..] «Ο δικός σου έρωτας/μου χαράζει το δέρμα/κι εγώ για επούλωση/χαράζω μια λευκή κόλλα χαρτί.» για τον χειμώνα επιλέγει τη μετάνοια, την άνοιξη για την παράθλαση, εκεί και ο ποιητής, δεν τον ξεχνά, […] «Οι ποιητές/για καθρέφτες/όνειρα/βυθούς/και κενά μιλάνε.», ενώ διακόπτει τη χαρμολύπη […]«Κάθε πρωί τα σπουργίτια/πιστά στο ραντεβού τους…/Ραμφίζουν στο παράθυρο/τη μοναξιά που πήγε να το σκάσει.», δίνει τόπο στην αναγέννηση, με τόση τρυφερότητα, στο πρόσωπο της κόρης της […] «Χελιδονάκι η αγάπη μου/σου την έστειλα/τότε, τώρα και πάντα/με την άνοιξη.»

Στο καλοκαίρι, […] «Θάλασσα/το καλοκαίρι χωρίς εσένα…» οι στίχοι της Θανόγλου συγγενεύουν διακειμενικά με τα σεφερικά καλοκαίρια και τη λατρεία της ελληνικής φύσης, […] «Όλο το απόγευμα αγκάλιαζα κύματα./ Οι παλάμες μου στόλιζαν με σκιές και φως/τον πάτο της θάλασσας./Στις Ραβδώσεις της άμμου εναπόθεσα λίγη μνήμη.», ενώ ο έρωτας, για τη Θανόγλου, έχει τη γεύση της αλμύρας. Η μοναξιά, η απουσία, ο ερωτισμός, η λύπη, λαμπυρίζουν κάτω από το ίδιο ελληνικό φως.  Κάπως έτσι προκύπτει και η εποχή των πτήσεων.  Το καταστάλαγμα, η ωριμότητα, η ελπίδα, το νέο που έρχεται, το μέλλον. […] «θα κάθεται σε σύννεφο που γράφει τ’ όνομά του/και ατενίζοντας τη θάλασσα που τόσο αγαπούσε/γυμνός απ’ όλα/θα βλέπει τα φτερά/που έβγαλε στους ώμους…»

Το συναίσθημα που επικρατεί στο σύνολο της ποιητικής της Θάνογλου είναι η χαρμολύπη. [..] «Μάταια στην πλάτη μου τόση ανθισμένη ερημιά/πτήσεις δεν ενδέχεται να υπάρξουν/πώς να σηκώσουν τόσο θόρυβο, τόσες πράξεις;» Ιδιαίτερα αισθητή στην «αναπαράσταση», όπου στο υπερκείμενο διακρίνεται η επιρροή της Πολυδούρη, αλλά και τα καρυωτακικά τοπία […] «Δεν είναι το φως που με τους ήσκιους/μας κάνει να μιλάμε./Είναι οι μέρες των ατελείωτων βροχών,/οι μέρες των πετρωμένων υποσχέσεων.»

Πρόκειται για έναν ποιητικό μονόλογο, μια μύχια περιπλάνηση, η οποία αν και αυτοαναφορική, παρασέρνει τον αναγνώστη στη θέαση ενός εσωτερικού κόσμου όπου ο έρωτας εμπλέκεται με την υπαρξιακή αγωνία […]«Βάφαμε τη μέρα νύχτα/βρίσκαμε κι άλλους νεκρούς» ενώ μια περίτεχνη λύπη ντυμένη τον χορό των αντιθέσεων, μεταμορφώνει την αναγνωστική πρόσληψη σε προσωπική υπόθεση.

 

Ελευθερία Θάνογλου

 

Στην «αναπαράσταση», το φως συνορεύει με το διακείμενο της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας. Τα χρώματα, το θάμπωμα, το κίτρινο, το χολερικό ενός Μαρκές ξεπηδά από τις γραμμές των στίχων της Θάνογλου, επιμελώς υποδόρια, σαν αθέλητα μα σαφώς διακειμενικά, σκιαγραφώντας τις αναγνώσεις της ποιήτριας. […] «Γαυγίσματα σκύλων αδέσποτων/ σκέπαζαν τα ουρλιαχτά από τις λέξεις στα χαρτιά σου.» Οι λέξεις και πάλι. Οι λέξεις της Θανόγλου δεν ξεχνούν ότι είναι ποιήτρια και μετατρέπονται σε εργαλεία που υπηρετούν εντέχνως την ποιητική της. Χρώματα, παντού χρώματα στο έργο της Θάνογλου και λέξεις και η πατρίδα, το χρώμα, το χώμα το ελληνικό να συνδιαλέγεται με το κίτρινο και του μουσώνες του μαγικού ρεαλισμού. […] «Τις μέρες των βροχών/αχινοί τα λόγια μας/ουλές παντού στο πάτωμα/κίτρινοι οι τοίχοι.» Τα χρώματα, πότε μαύρα, πότε κίτρινα, πότε λευκά, συμβολικά συγγενεύουν με τις μεταλλαγές στον ψυχισμό, ενώ ταυτόχρονα μεταγγίζουν τις διαθέσεις τους σε αντικείμενα, σε φυσικά φαινόμενα,[…] «Τσαλακωμένα λάβαρα τα φουστάνια τους/στις χαρακιές της ζωής.»

Ο ποιητής, η ίδια η ποίηση, οι λέξεις […] «Δεν μπορώ να ξεφύγω από τα μαύρα ποιήματα/διαρκώς με κυνηγούν, με πιάνουν.» την αφορούν την Θανόγλου και δεν παραλείπει να υπενθυμίζει την ύπαρξή τους […] «Οι λέξεις/ έβγαιναν απ’ τα χαρτιά/ ξεχύνονταν στους δρόμους/ γίνονταν γαβγίσματα/ γίνονταν αδέσποτα σκυλιά/ που ξέφευγαν απ’ τον μπόγια.» Στους στίχους της ακούγεται απόμακρα το «εν αρχή ην ο λόγος», ενώ οι εικόνες αποτυπώνονται ρεαλιστικά απογυμνωμένες από την ωραιοποίηση του ρομαντισμού και υπερβατικά διατυπωμένες, σ’ ένα ψηφιδωτό που τα περιέχει όλα: τον έρωτα, τη λύπη τη χαρά, την ελπίδα τη μοναξιά, η ύπαρξη και πάλι από την αρχή, […] «Το μέλλον έμβρυο που δεν γεννήθηκε ποτέ./Απολιθωμένοι οι στίχοι/απολιθωμένα δάση οι λέξεις./Έγραφες ακατανόητα ποιήματα.», και πάλι το χρώμα και πάλι ο έρωτας: […] «Η ώρα πορφυρή βουτούσε σε ιερόδουλη θάλασσα.»

Η πρωτοπρόσωπη ποιητική αφήγηση, η θεατρικότητα, καθιστούν την ποιητική «αναπαράσταση», έναν θεατρικό διάλογο μεταξύ του εγώ και του κόσμου, του εγώ και της ύπαρξης, του εγώ και του έρωτα, του εγώ και του χρόνου. […] «Τώρα τελευταία/με συναντώ όλο και πιο συχνά/κάτω από ρημαγμένες στιγμές.» Μνήμη, λήθη, μοναξιά, απογοήτευση, ελπίδα, συνδιαλέγονται ψυχαναλυτικά σε ένα υπερρεαλιστικό ρυθμό με κέντρο τον έρωτα. […] «Τώρα πια/πολύωρες νύχτες μοναξιάς/κι αισθήματα σ’ αφέγγαρα μπαλκόνια.»

Η Θανόγλου παίζει με το φως. Το φως που μεταλλάσσει τις διαθέσεις, δημιουργεί το σκηνικό της, σκηνοθετεί και υποδέχεται το Άλλο της, συνδιαλέγεται μαζί του, του απευθύνεται ισορροπώντας μεταξύ της προτωπρόσωπης και δευτεροπρόσωπης αφήγησης. […] «Καταργήσαμε τα το έντονο φως/μεταλάβαμε το απογυμνωμένο σκοτάδι./ Απαρνήθηκα το λείο/για το άφυλλο άγγιγμα των χεριών σου./ Απαρνήθηκες τα πέταλα/για μιας στιγμής κοτσάνι.» Το ποιητικό εγώ μεταμορφώνεται, «Ένα μοναχικό μαύρο πουλί…», το εγώ και το Άλλο αποκτούν στα χέρια της υπόσταση, χαρακτηρίζονται προκειμένου να δοθεί τέλος στην αέναη μάχη, ενώ το κακό και το καλό, όπως συμπεραίνει η ποιήτρια με τα σύμβολα, «κρύβουν μοναξιά.». Η Θανόγλου σκηνοθετεί: «Αντικριστά τα πρόσωπά τους», ενώ δικαιώνει τη νεοτερικότητα της ποιητικής της συνδέοντας την με τις θεωρίες φύλου, δίκαια, σχεδόν σιωπηλά μα υπερήφανα. Την αφορά η ισότητα, το τέλος της μάχης, η κατάρριψη του στερεότυπου.

Η ποιήτρια και ο  ποιητής και το άκαμπτο του κόσμου τούτου.

Περιστέρια πετούν σε σχηματισμό λέξεων

οι πένες άχρηστες

       Ο  ποιητής και η ποιήτρια

       και πέρα στο βάθος…

 

Η Θανόγλου μας αποχαιρετά κάνοντας μνεία στην ανθρώπινη βούληση με μία ακόμα αντίθεση, καθώς, […] «πέρα στο βάθος υπάρχει «ένας θεός» ρεαλιστής, ένας θεός που, […] «ταΐζει σκισμένα ποιήματα τα περιστέρια.» Το ερώτημα της ύπαρξης υποκρύπτεται εντέχνως._

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top