Fractal

Η Σουηδία μέσα από τα μάτια ενός Έλληνα μετανάστη

Γράφει ο Ειρηναίος Μαράκης // *

 

Πάνος Αλεπλιώτης «Πάνε καλά αυτοί οι Σουηδοί?», εκδ. Ατέχνως (2020)

 

Η Σουηδία βρίσκεται για χρόνια στην κορυφή της επικαιρότητας, είτε ως μια χώρα – πρότυπο για την οργάνωση της δικής μας κοινωνίας και άλλοτε ως μια σημαντική πηγή εσόδων για τον ελληνικό τουρισμό. Στην πραγματικότητα όμως η εικόνα που έχουμε για τη χώρα είναι πλασματική και ανεπαρκής. Σε αυτό το σημείο έρχεται ο Πάνος Αλεπλιώτης, μετανάστης για πολλά χρόνια στη Σουηδία, για να μας δώσει μια διαφορετική και ενδιαφέρουσα εικόνα μέσα από το αφήγημα του «Πάνε καλά αυτοί οι Σουηδοί?» που κυκλοφόρησε φέτος τον Ιούνιο από τις εκδόσεις Ατέχνως. Βασικός αφηγητής είναι ο συγγραφέας που με προσεκτική παρατήρηση αλλά και γερές δόσεις χιούμορ μιλάει για τον τόπο που σπούδασε, εργάστηκε και έκανε οικογένεια. Σκοπός του είναι η παρουσίαση ενός λαού τόσο διαφορετικού στους τρόπους και στις συνήθειες από τον ελληνικό και παράλληλα η ανάδειξη των αρνητικών πλευρών του σουηδικού μοντέλου. Κατά τη διάρκεια της αφήγησης εμφανίζονται και άλλα πρόσωπα που περιγράφουν μια συγκλονιστική εικόνα για τη σύγχρονη Σουηδία και των παλιότερων ετών όπως η Ίνγκριντ, ο σοσιαλδημοκράτης πατέρα της Σβεν αλλά και ο κομμουνιστής παππούς της, Γκούσταβ

Τρία είναι τα βασικά θέματα που παρουσιάζονται και το οποία δίνουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της χώρας για τον Έλληνα αναγνώστη. Ήδη από την αρχή, μέσα από τις διηγήσεις του συγγραφέα, που εκμαιεύει με επιτυχία τις διάφορες εξομολογήσεις, και της μαχητικής Ίνγκριντ θίγεται ο τρόπος που αντιμετωπίζουν οι Σουηδοί τους μετανάστες, όσο και οι Έλληνες τους κάτοικους της χώρας υποδοχής που περιέχει προβληματισμό, αμφισβήτηση, εν τέλει αποδοχή αλλά και αρκετές ευτράπελες καταστάσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Ακόμα, επιχειρείται μια ενδιαφέρουσα ανατομία της “σουηδικότητας” που περιλαμβάνει περιγραφές σχετικά με τις ερωτικές και ανθρώπινες σχέσεις, τον έρωτα και το γυμνό σώμα, τις διατροφικές συνήθειες, τη σχέση των Σουηδών με το αλκοόλ, το εκπαιδευτικό σύστημα που έχει ιδιωτικοποιηθεί πλήρως, τα ήθη και τα έθιμα της χώρας κ.α. Αξίζει, για παράδειγμα, να διαβάσετε τις περιγραφές για τη γιορτή του Μεσοκαλόκαιρου και σχετικά με την “κοινωνική” πολιτική της χώρας.

Πίσω από όλα αυτά, βρίσκεται η αντίληψη με την οποία μεγάλωσαν οι πολίτες ότι «το κράτος θέλει το καλό τους, τους βοηθάει και ταυτόχρονα σέβεται την ανεξαρτησία τους και την ελευθερία των δικών τους επιλογών. Είναι ακόμη περήφανοι για τις επιτυχίες που έχει η χώρα τους, έχοντας ακόμη μια δυνατή – συγκριτικά – οικονομικά χώρα, με αρκετές κοινωνικές απολαβές και κατακτήσεις. Το ότι μειώνονται σιγά σιγά και πολλές καταργούνται, δεν τους απασχολεί ακόμα, ώστε να αντιδράσουν. Ούτε ότι σέρνονται από το ΝΑΤΟ, όσο είναι μακριά από εμπόλεμες ζώνες. Αυτή η πλειοψηφική θέση ότι «εμείς είμαστε καλά, ενώ οι άλλες χώρες περνάνε τα ζόρια τους» τους έχει κάνει εθνοκεντρικούς, όχι ιδιαίτερα πατριώτες, αλλά κατά βάση ούτε και ρατσιστές» όπως περιγράφει η Ίνγκριντ.

Τέλος, ο συγγραφέας δεν παραλείπει να παραθέσει αρκετές σελίδες σχετικά με τον τρόπο που εξελίχθηκε η ταξική πάλη στην χώρα, το πως η Σοσιαλδημοκρατία επέβαλλε την κοινωνική συναίνεση στους χώρους δουλειάς και στα συνδικάτα – ομολογουμένως με μεγαλύτερη επιτυχία από ότι σε άλλες χώρες. Δεν λείπουν οι αναφορές για τους κομμουνιστές, οι οποίοι παρά την μαχητικότητα τους και την έμπνευση που έδινε η Οκτωβριανή Επανάσταση δεν κατάφεραν να αντιστρέψουν την κατάσταση. Εδώ κυριαρχούν οι αφηγήσεις του παππού Γκούσταβ, αγωνιστή εκείνης της περιόδου, ο οποίος με συγκίνηση και θυμό δεν αποφεύγει ούτε την αυτοκριτική, ούτε την ενόχληση του για την κατάληξη των κοινωνικών αγώνων. Ο αναγνώστης θα εκτιμήσει επίσης την περιγραφή μιας άγνωστης, στις λεπτομέρειες της, πτυχής της ιστορίας η οποία δεν είναι άλλη από την συνεργασία του Βασιλιά και του σουηδικού κράτους με τον Χίτλερ…

Διαβάζοντας το βιβλίο ο αναγνώστης θα χαρεί το πυκνογραμμένο, απολαυστικό και καθόλου βαρύ αφήγημα ενώ αναπόφευκτα θα προβεί σε πολλές συγκρίσεις με το δικό μας ελληνικό παράδειγμα, όπως ακριβώς έκανε κι ο συγγραφέας. Παρ’ όλες όμως τις διαφοροποιήσεις, τονίζεται ιδιαίτερα ότι «Τα ίδια συστήματα έχουμε άλλωστε με διαφορετικό περιτύλιγμα. Δεν μπορείς να αλλάξεις το περιτύλιγμα, αν δεν αλλάξει το σύστημα». Από αυτή την άποψη, το «Πάνε καλά αυτοί οι Σουηδοί?» είναι ένα βιβλίο που δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο και που αξίζει να διαβαστεί και να διαδοθεί πλατιά ιδιαίτερα στην περίοδο που διανύουμε όπου, ελέω του κορονοϊού και της καπιταλιστικής κρίσης, έχουν πέσει οι μάσκες της “κοινωνικής συναίνεσης”. Προσωπικά, δεν θα ήμουν αντίθετος σε μια, κατά κάποιον τρόπο, συνέχεια του βιβλίου. Όπως άλλωστε είναι φανερό και από τον επίλογο είναι πολλά τα στοιχεία που δεν βρήκαν τη θέση τους στην παρούσα έκδοση.

 

 

Πάνος Αλεπλιώτης

 

Βιογραφικό του συγγραφέα

Ο Πάνος Αλεπλιώτης γεννήθηκε στην Πυλαία Θεσσαλονίκης το 1956. Είναι γεωλόγος- χωροτάκτης. Εργάστηκε σαν περιβαλλοντολόγος και χωροτάκτης στην Ελλάδα και στη Σουηδία.

Δημοτικός σύμβουλος Πυλαίας Θεσσαλονίκης 87/90 και 90/2002. Αντιδήμαρχος Πυλαίας από το 1987 έως και το 1990 και από το 1999 έως και το 2000.

Το «Πάνε καλά αυτοί οι Σουηδοί?» είναι η τρίτη του παρουσία στα ελληνικά γράμματα. Προηγήθηκαν οι νουβέλες «Το καινούργιο χωρίον του Σάββα» και το «Ψηλά τα κεφάλι» (εκδόσεις Εντύποις, 2019)

 

 

 

* Ο Ειρηναίος Μαράκης γεννήθηκε στα Χανιά το 1986. Απόφοιτος της τεχνικής εκπαίδευσης. Συμμετέχει με ποιήματα του σε συλλογικά έργα και ανθολογίες. Ποιήματα του έχουν δημοσιευτεί σε διάφορες λογοτεχνικές σελίδες. Αρθρογραφεί σε έντυπα και διαδικτυακά πολιτικά και πολιτιστικά περιοδικά.

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top