Fractal

Μια ανάγνωση με αιρετικό τρόπο

Γράφει η Διώνη Δημητριάδου //

 

Ζαχαρίας Στουφής: “Όταν ήμουν παιδί έσφαζαν τα ζώα μπροστά μου”, ΑΩ εκδόσεις

 

Διαβάζοντας τα δώδεκα μικρά κείμενα του Ζαχαρία Στουφή στο πρόσφατο βιβλίο του είπα πως δεν χωρούν εδώ κριτικές αναλύσεις περισπούδαστες, παρά μόνο μια ειλικρινής και αυθόρμητη (άμα τη αναγνώσει δηλαδή) προσωπική εντελώς (και πώς αλλιώς;) σκέψη πάνω στο θέμα που ποιητικά προσφέρεται στον ανυποψίαστο αναγνώστη. Να εξηγήσω αρχικά πως τείνω να υιοθετήσω την άποψη του δημιουργού πως για ποιήματα πρόκειται και όχι για πεζά, όπως ίσως σε πρώτη ματιά φαίνονται. Κι αυτό γιατί ακολουθούν όλα μια ενδοσκοπική διαδρομή που βγάζει κατευθείαν στο θυμικό μας, χώρια που αφήνουν συνειρμικές προεκτάσεις, όπως μόνον η ποίηση μπορεί, οδηγώντας σε τοπία που ούτε καν τα φαντάζεσαι στην αρχή της ανάγνωσης.

Κι αν φαίνεται σε κάποιους πως το θέμα του Ζαχαρία είναι η σφαγή των ζώων, σε μια προσπάθεια να κινητοποιήσει τα ευαίσθητα αισθήματα των φιλόζωων κατακρίνοντας την αγριότητα των άλλων (και περισσοτέρων), λυπάμαι που θα τους απογοητεύσω αλλά η δική  μου πρόσληψη είναι εντελώς διαφορετική. Πιστεύω πως  ο ποιητής στοχεύει στον κάθε άνθρωπο, και μάλιστα με μια ευθύβολη ματιά, αληθινή μέσα στη σκληρότητά της. Η ανθρωποκεντρική θεώρηση του κόσμου –παντοδύναμη μέσα στην οίηση και την αλαζονεία της– μικραίνει αφόρητα τον ορίζοντα, την ίδια στιγμή που πιστεύει ακράδαντα πως τον διευρύνει νοητικά και αισθητικά. Όσοι διακατέχονται από περιβαλλοντικές ανησυχίες και επανδρώνουν τα ανάλογα κινήματα, στην ουσία υποτιμούν οποιαδήποτε φυσική παρουσία πέρα από τη δική τους, στο όνομα της οποίας όλα κατηγοριοποιούνται με κριτήριο την ωφελιμότητά τους για τον άνθρωπο. Κι όμως! Όλα τα φυσικά όντα (έμψυχα και άψυχα – σ’ αυτή την ιδεατή εμφύσηση της αόρατης ψυχής) έχουν ίσο ακριβώς μερίδιο στον πλανήτη, ίσα ακριβώς δικαιώματα στη ζωή και στην ευτυχία, χωρίς να ενδιαφέρονται για τις κυρίαρχες στερεοτυπικές θεωρίες των ανθρώπων.

Με μια τέτοια οπτική νομίζω πως βλέπει τα πράγματα ο Ζαχαρίας, προσδένοντας σε ενιαίο σύνολο (το ποθητό Όλον) όλα τα όντα. Αποκαλυπτικός, όταν γράφει:

Μετά από μία σειρά περιστατικών, έχω πλέον πειστεί ότι τα αδέσποτα σκυλιά των πόλεων δεν είναι ούτε αδέσποτα, ούτε σκυλιά.

Παρόλο που δεν ασπάζομαι τις θρησκευτικές προσεγγίσεις για το επέκεινα, εδώ φαίνεται καθαρά πως πρόκειται για μετεμψύχωση ή για μετάσταση, αν προτιμάτε, των νεκρών ποιητών. Ναι, αδέσποτα σκυλιά γίνονται οι ποιητές όταν πεθαίνουν, το έχω πει και σε άλλο ποίημα παλιότερα, όταν αναγνώρισα τον Τάσο Λειβαδίτη. Έχω δει, ακόμα, τον Σολωμό και τον Κάλβο στη Ζάκυνθο, τη Γώγου στα Πατήσια, και, σε μία κωλοεπαρχία, γεμάτο ψώρα, άρρωστο, κουτσό και ετοιμοθάνατο, τον Κώστα Καρυωτάκη. (Γαλήνη)

Αποκαλυπτικός στις (ανίερες για κάποιους) συνδέσεις του, αιρετικός όπως αρμόζει στους αληθινούς ποιητές, που δεν υπολογίζουν νόρμες και κανόνες αλλά ανοίγονται πιο έξω από τα ειωθότα. Σκέφτομαι πόσος οίκτος έχει καταλάβει όποιον έχει βρεθεί από το προφυλαγμένο αστικό περιβάλλον (με τη σκληρότητα που δεν φαίνεται εύκολα) μπροστά σε μια απροκάλυπτα σκληρή σφαγή ζώου στο χωριό. Κι όμως, δεν είναι ο οίκτος για το προς θυσία σφάγιο το συναίσθημα που θα έπρεπε να μας διακατέχει. Είναι ο οίκτος για την κατάντια του ανθρώπου να μην εννοεί πως το συναίσθημα (ακόμη και η σκέψη, θα πω, κι ας θεωρηθώ κι εγώ αιρετική προς καύση και ανάθεμα) δεν είναι προνόμιο μόνο του αυτοκληθέντος νοήμονος όντος.

Χαίρομαι, επομένως, όταν ο Ζαχαρίας, στις (εμμονικές ευτυχώς) αναζητήσεις του γύρω από τον θάνατο και τα ταφικά πολυπληθή ενδιαφέροντα με τα οποία ασχολείται, θέλησε σ’ αυτό το ευσύνοπτο μικρό βιβλίο να μιλήσει για τον θάνατο των ζώων, ίσοις όροις με την ανάλογη άφευκτη συνθήκη του  κυρίαρχου θνητού όντος.

 

Ζαχαρίας Στουφής

 

Και ακόμη περισσότερο χαίρομαι όταν γράφει για την υπάλληλο του κρεοπωλείου:

[…] Εργάζεται θαρρείς και είναι ηθοποιός· μονάχα στο λεωφορείο ξεχνιέται καθώς επιστρέφει. Εκεί  μπορείς να διακρίνεις το ψυχρό και γεμάτο παράνοια βλέμμα της, που έχει αποκτήσει από παιδί μέσα στο σφαγείο. (Μνήμη)

Η χαρά, όμως, είναι πιο μεγάλη ακόμη όταν διαβάζω τον τρόπο που μπόρεσε να συμπεριλάβει τον εαυτό του σε τούτη την αέναη θυσία των όντων (όλων) και να ενσωματώσει μέσα στην ασφαλή ανθρώπινη ζωή του την αίσθηση του σφάγιου – μια κατάθεση ίσως στη διαχρονικότητα όλων των σφαγών από αρχής κόσμου, που ακόμη δεν έχουν πληρώσει το τίμημα που τους αναλογεί στη ζωή που τυχαία τους χαρίστηκε:

[…] Είναι που κάποια ήσυχα βράδια στην Αθήνα, καθώς πηγαίνω κουρασμένος προς το σπίτι, νιώθω το κοφτερό μαχαίρι να χαράζει το σημείο του σταυρού στον λαιμό μου.

Η ζωγράφος Μαργαρίτα Βασιλάκου, σε αγαστή συνομιλία με τα κείμενα, εικονογραφεί το βιβλίο (εξώφυλλο έγχρωμο και ακόμη τρεις ασπρόμαυρες ζωγραφιές) ερμηνεύοντας με εικαστικό τρόπο την ουσία της γραφής, συμπράττοντας έτσι στην αισθητική (αλλά και νοηματική) τελειότητα της έκδοσης.

Ιδιαίτερη γραφή, καθαρή οπτική, πλήρες βιβλίο μέσα στη συντομία του – ποια ανάγκη άλλωστε για μακρηγορίες, όταν με ξεχωριστή ευστοχία καταφέρνεις να τα πεις όλα, υπονοώντας πολλές προεκτάσεις που αφήνονται στην επάρκεια του αναγνώστη; Και, φυσικά, σε ένα (ευτυχώς) αιρετικό βιβλίο αρμόζει και μια αιρετική ανάγνωση. Στην πυρά, λοιπόν, ο συγγραφέας και η κριτικός μαζί· μακάρι και άλλα τέτοια βιβλία!

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top